ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 1 ΑΑΔ 330
30 Ιανουαρίου, 2004
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (Ν. 33/64)
ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Κ. ΙΑΚΩΒΟΥ ΚΑΡΑΒΟΛΙΑ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΕΙ ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΠΟΥ ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΣΤΙΣ 20/10/2003 ΣΤΗΝ
ΑΓΩΓΗ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 6671/03.
(Αίτηση Aρ. 6/2004)
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση για άδεια καταχώρησης αίτησης Certiorari προς ακύρωση ενδιάμεσου προσωρινού διατάγματος που εκδόθηκε με μονομερή αίτηση για ισχυριζόμενη υπέρβαση δικαιοδοσίας ― Άρνηση άδειας λόγω (α) καθυστέρησης στην υποβολή της αίτησης για άδεια και (β) ύπαρξης εναλλακτικού ένδικου μέσου.
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Καθυστέρηση στην υποβολή αίτησης για έλεγχο με προνομιακό ένταλμα Certiorari αποτελεί λόγο άρνησης έκδοσής του.
Ο αιτητής ζήτησε άδεια από το Ανώτατο Δικαστήριο για καταχώρηση αίτησης προς έκδοση εντάλματος Certiorari με το οποίο να ακυρώνεται ενδιάμεσο προσωρινό διάταγμα εκδοθέν μετά από μονομερή αίτηση επειδή, όπως ισχυρίστηκε, το Δικαστήριο εξέδωσε το εν λόγω διάταγμα καθ' υπέρβαση δικαιοδοσίας. Με το εν λόγω διάταγμα διατάσσετο ο αιτητής να παραδώσει τη διαχείριση της επιχείρησης περιπτέρου στην ενάγουσα εταιρεία.
Το Ανώτατο Δικαστήριο ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια αρνήθηκε να χορηγήσει την αιτούμενη άδεια για τους ακόλουθους δύο λόγους:
1) Της καθυστέρησης της υποβολής της αίτησης για άδεια που ανερχόταν σε τρεις μήνες μετά την επίδοση της μονομερούς αίτησης στον αιτητή και την έκδοση του προσωρινού διατάγματος.
2) Της ύπαρξης του εναλλακτικού ένδικου μέσου της έφεσης, το οποίο ο αιτητής δεν χρησιμοποίησε.
Η αίτηση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Mouskos (1977) 1 C.L.R. 100,
Christofis (1985) 1 C.L.R. 692,
Charalambous (1985) 1 C.L.R. 746,
Ellinas (1988) 1 C.L.R. 371,
Θεοδούλου (Αρ. 1) (1990) 1 Α.Α.Δ. 438,
Τρύφωνος (1991) 1 Α.Α.Δ. 1124,
Μιχαήλ (1992) 1 Α.Α.Δ. 472,
Laertis Shipping Ent. (1992) 1 A.A.Δ. 686,
Καλοπαίδη (1993) 1 Α.Α.Δ. 114,
Πιττάκης κ.ά. (1994) 1 Α.Α.Δ. 297,
Beogradska Banka D.D. (1995) 1 A.A.Δ. 737,
Ερμής Ασφαλ. Εταιρεία Λτδ κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 811,
Κωνσταντινίδου (1995) 1 Α.Α.Δ. 827,
Hellenger Trading Ltd (2000) 1 Α.Α.Δ. 1965,
Μεστάνας (2000) 1 Α.Α.Δ. 1469,
Μεττής (2003) 1 Α.Α.Δ. 1909.
Αίτηση.
Αίτηση από τον αιτητή για άδεια καταχώρισης αίτησης για έκδοση διατάγματος Certiorari προς ακύρωση του προσωρινού διατάγματος το οποίο εξέδωσε το Ε.Δ. Λεμεσού στις 20/10/03 (Αγωγή Αρ. 6671/03) με το οποίο ο αιτητής διατάσσετο να παραδώσει τη διαχείριση της επιχείρησης περιπτέρου στην ενάγουσα εταιρεία.
Γ. Θωμά, για τον Αιτητή.
Cur. adv. vult.
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Με την αίτηση αυτή ο αιτητής ζητά άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση του προνομιακού εντάλματος Certiorari. Συγκεκριμένα στο αιτητικό ζητά:-
«Ένταλμα της φύσεως Certiorari για μεταφορά (to remove) ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου προς ακύρωση του διατάγματος που εξέδωσε το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού στις 20/10/2003.».
Ο αιτητής βασίζεται σε ένα και μοναδικό λόγο, τον εξής:-
«(α) Το διάταγμα, η ακύρωση του οποίου ζητείται, εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού καθ΄ υπέρβαση εξουσίας.»
Τα γεγονότα, όπως φαίνονται και στην ένορκη δήλωση του αιτητή, έχουν ως ακολούθως:-
Την 2.10.2003 καταχωρήθηκε εναντίον του αιτητή στο Δικαστήριο Λεμεσού η αγωγή αρ. 6671/03. Την ίδιαν ημέρα καταχωρήθηκε και μονομερής αίτηση για έκδοση ενδιάμεσου προσωρινού διατάγματος με το οποίο να διατάσσετο ο αιτητής να παραδώσει την διαχείριση της επιχείρησης περιπτέρου στην ενάγουσα εταιρεία. Το Επαρχιακό Δικαστήριο αφού προφανώς ικανοποιήθηκε από την ένορκη δήλωση που συνόδευε την μονομερή αίτηση, (λέγω προφανώς αφού η μονομερής αίτηση και η ένορκη της δήλωση δεν είναι ενώπιον μου) εξέδωσε προσωρινό διάταγμα αυθημερόν και το όρισε ως επιστρεπτέο σε δέκα μέρες, δηλαδή στις 30.10.2003.
Στις 30.10.03 ο αιτητής δεν παρουσιάστηκε στην καθορισμένη ώρα στο Δικαστήριο, το οποίο απολυτοποίησε το προσωρινό διάταγμα.
Εν τω μεταξύ η ενάγουσα εταιρεία καταχώρησε και αίτηση δια κλήσεως εναντίον του αιτητή με την οποία ζητούσαν την τιμωρία του για μη συμμόρφωση του στη διαταγή του Δικαστηρίου. Μετά από ακροαματική διαδικασία το Δικαστήριο, στις 22.12.2003 διέταξε την κράτηση του αιτητή μέχρις ότου συμμορφωθεί με το διάταγμα. Ένα μήνα μετά ο αιτητής καταχώρησε την παρούσα αίτηση. Ο αιτητής εν τω μεταξύ στις 5.1.2004 καταχώρησε έφεση εναντίον της απόφασης του Δικαστηρίου για την κράτηση του ημερ. 22.12.2003.
Είναι ο ισχυρισμός του αιτητή ότι το προσωρινό διάταγμα εκδόθηκε από το Δικαστήριο καθ' υπέρβαση εξουσίας. Ο μόνος ισχυρισμός που προβάλλεται είναι ότι το αίτημα για παράδοση της διαχείρισης του περιπτέρου δεν περιλαμβάνεται στην οπισθογράφηση της αγωγής.
Ζήτησα τις απόψεις του ευπαίδευτου δικηγόρου του αιτητή για δύο θέματα που προκύπτουν από την παρούσα αίτηση. Πρώτο η μεγάλη καθυστέρηση στην καταχώρηση της αίτησης αυτής και δεύτερο εάν χωρούσε έφεση ή άλλο ένδικο μέσο εναντίον της απόφασης του Δικαστηρίου για την απολυτοποίηση του προσωρινού διατάγματος.
Ως προς το πρώτο παραδέχθηκε την καθυστέρηση, την καθόρισε όμως ως οριακή, και την απέδωσε στην αμέλεια του δικηγόρου του αιτητή. Υπέβαλε όμως ότι στις περιπτώσεις έλλειψης δικαιοδοσίας η καθυστέρηση δεν λαμβάνεται υπόψη.
Ως προς το δεύτερο παραδέχθηκε ότι έπρεπε να υποβάλλει έφεση, πράγμα που δεν έπραξε αλλά εν πάση περιπτώσει ζήτησε να ιδωθεί η περίπτωση με επιείκεια, ισχυριζόμενος ακόμα ότι υπήρχαν εξαιρετικές περιστάσεις, τις οποίες όμως δεν έχει εξειδικεύσει.
Έχω την άποψη ότι και τα δύο πιο πάνω θέματα είναι καθοριστικά για την έκβαση της αίτησης.
Στην άσκηση της διακριτικής του εξουσίας για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων, το Ανώτατο Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη και το κατά πόσον υπήρξεν αναιτιολόγητη καθυστέρηση από την πλευρά του αιτητή να ζητήσει τέτοιο ένταλμα. Δεν υπάρχουν καθορισμένα χρονικά πλαίσια. Επαφίεται τούτο στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου σταθμίζοντας όλα τα γεγονότα της υπόθεσης. Στην υπόθεση Aeroporos (πιο πάνω) ο Πικής, Δ. (όπως ήταν τότε) έθεσε τα ορθά πλαίσια άσκησης της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου. Παραθέτουμε το απόσπασμα από τη σελίδα 308, το οποίο και επικροτώ γιατί εκφράζει και τη δική μου θέση:-
"An order of certiorari is a discretionary remedy. Delay to apply is a valid reason for refusing review of the legality of the order challenged. The time element is so essential as to have caused the English legislator to rule out judicial review for the issue of an order of certiorari after the lapse of six months from the communication of the impugned order. In the absence of proper justification of the delay or more appropriately in the absence of any wish on the part of the applicants to challenge the legality of the orders prior to 7th December, 1987, and the reasons for so wishing to challenge it thereafter, I find the delay to apply inexcusable and on that account I would dismiss the application."
Το θέμα της καθυστέρησης εξετάσθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο σε πλείστες αποφάσεις του, πέραν της Aeroporos (πιο πάνω). Ενδεικτικά αναφέρουμε τις πιο κάτω αυθεντίες: In re Antonios Mouskos (1977) 1 C.L.R. 100, In re Christofis (1985) 1 C.L.R. 692, In re Charalambous (1985) 1 C.L.R. 746, In re Ellinas (1988) 1 C.L.R. 371, Θεοδούλου (Αρ. 1) (1990) 1 Α.Α.Δ. 438, Τρύφωνος (1991) 1 Α.Α.Δ. 1124, Μιχαήλ (1992) 1 Α.Α.Δ. 472, Laertis Shipping Ent. (1992) 1 A.A.Δ. 686, Καλοπαίδη (1993) 1 Α.Α.Δ. 114, Πιττάκης κ.ά. (1994) 1 Α.Α.Δ. 297, Beogradska Banka D.D. (1995) 1 A.A.Δ. 737, Ερμής Ασφαλ. Εταιρεία Λτδ. κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 811, Σωτηρούλλα Κωνσταντινίδου (1995) 1 Α.Α.Δ. 827.
Στην Ερμής (πιο πάνω) ο Νικολάου, Δ. ανέφερε στη σελίδα 817 τα εξής τα οποία και επικροτούμε:-
"Τόση είναι η σημασία που αποδίδεται στην όσο το ταχύτερο αναζήτηση θεραπείας με τα ένδικα μέσα που τώρα επιδιώκουν οι αιτητές, που στην Αγγλία από καιρό εισήχθη με τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας χρονικός περιορισμός: ήταν αρχικά έξι μήνες και έπειτα μειώθηκε σε τρεις. Το εν λόγω όριο αποτελεί βέβαια εκεί το ανώτατο επιτρεπτό. Αίτηση μπορεί να απορριφθεί λόγω αδικαιολόγητης καθυστέρησης ακόμα και αν καταχωρηθεί εντός της επιτρεπόμενης προθεσμίας. Στην Κύπρο δεν έχει τεθεί με τους Θεσμούς χρονικός περιορισμός αλλά η γενική αρχή την οποία ανέφερα ισχύει κατά τον ίδιο τρόπο. Υπάρχει επί τούτου μεγάλος αριθμός αποφάσεων: βλ. ενδεικτικά τις υποθέσεις In re Manolis Christophi (1985) 1 C.L.R. 692 και Τρύφωνος (1991) 1 Α.Α.Δ. 455. Στην παρούσα περίπτωση, ακόμα και αν γινόταν για σκοπούς συζήτησης δεκτό ότι οι αιτητές κατά πρώτο έλαβαν γνώση του διατάγματος κατεδάφισης τον Νοέμβριο του 1994 που ήχθη η υπόθεση για απείθεια ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου, παρήλθαν περίπου δέκα μήνες μέχρι που τώρα αποφάσισαν να αποταθούν στο Ανώτατο Δικαστήριο. Και το έπραξαν μόνο δύο μέρες πριν από την ημερομηνία που ορίστηκε για συνέχιση η ακρόαση της εκκρεμούσας υπόθεσης στο Επαρχιακό Δικαστήριο. Η εξήγηση την οποία πρόσφερε ο συνήγορος των αιτητών κατά την αγόρευσή του, αναφέρεται σε κατάσταση πραγμάτων, ήτοι, σε ισχυριζόμενες διαβεβαιώσεις που παρέμειναν χωρίς εμπέδωση. Ανεξάρτητα όμως από αυτό, η δοθείσα εξήγηση ακόμα και αν ληφθεί υπόψη, δεν δικαιολογεί κατά την άποψή μου την τόσο μεγάλη σημειωθείσα καθυστέρηση."
Στην δε Laertis (πιο πάνω) ο Στυλιανίδης, Δ. (όπως ήταν τότε) ανέφερε τα εξής στις σελίδες 693-694, παραθέτοντας απόσπασμα από το Halsbury's και απόσπασμα από την απόφαση του Λόρδου Denning στην υπόθεση R. v. Herrod:-
"Καθυστέρηση στην υποβολή αιτήσεων για έλεγχο με προνομιακό ένταλμα certiorari αποτελεί λόγο άρνησης έκδοσής του. Το Δικαστήριο, στην άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας για έκδοση του εντάλματος certiorari, λαμβάνει πολύ σοβαρά υπόψη την καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης. Στο Halsbury's Laws of England, 4η Έκδοση, Τόμος 1(1), παράγραφος 170 αναφέρεται:-
"170. Delay in applying for relief. Where the High Court considers that there has been undue delay in making an application for judicial review, it may refuse to grant leave for the making of the application or any relief sought on the application, if it considers that the granting of the relief sought would be likely to cause substantial hardship to, or substantially prejudice the rights of, any person or would be detrimental to good administration. The court may consider the question of delay of its own motion even if the respondent indicates that no point would be taken on delay."
Στην υπόθεση R. v. Herrod [1976] 1 All E.R. 273, στη σελ. 278, ο Λόρδος Denning είπε:-
"Τhe truth is, of course, that certiorari is not an appeal at all. It is an exercise by the High Court of its power to supervise inferior tribunals: see R. v. Northumberland Compensation Appeal Tribunal, ex parte Shaw. The time limit of six months is not an entitlement. It is a maximum rarely to be exceeded. Short of six months, there is the overriding rule that the remedy by certiorari is discretionary. If a person comes to the High Court seeking certiorari to quash the decision of the Crown Court - or any other inferior tribunal for that matter - he should act promptly and before the other party has taken any step on the faith of the decision. Else he may find that the High Court will refuse him a remedy. If he has been guilty of any delay at all, it is for him to get over it and not for the other side. In support, I would refer to R. v. Sheward where five months elapsed. And in R. v. Glamorgan Appeal Tribunal, ex parte Fricker Lord Reading CJ said:
"... the applicant could not succeed, for two months and a half had elapsed before he came to this court. If it is desired to take such an objection an application must be made at once...""
Στην παρούσα υπόθεση δεν δίδεται, στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, καμιά ουσιαστική αιτιολογία για τη σημειωθείσα καθυστέρηση.
Η αίτηση αυτή καταχωρήθηκε τρεις μήνες μετά την επίδοση της μονομερούς αίτησης στον αιτητή και την έκδοση του προσωρινού διατάγματος. Είναι φανερό ότι ο αιτητής αδιαφόρησε για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς καμιά εύλογη αιτιολογία. Ενόψει της έλλειψης οποιασδήποτε αιτιολογίας και της παράλειψης του αιτητή να αμφισβητήσει την εγκυρότητα του προσωρινού διατάγματος έγκαιρα, έχω καταλήξει, επιβεβαιώνοντας τη νομολογία, ότι αυτή είναι καταλυτική για την υπόθεση.
Είναι επίσης νομολογιακός κανόνας ότι όπου προβλέπεται άλλο ένδικο μέσο και ιδιαίτερα αυτό της έφεσης, αίτηση τέτοιας μορφής που απευθύνεται στο κατάλοιπο της εξουσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν δικαιολογείται. (Βλέπε, μεταξύ άλλων, Αίτηση της Hellenger Trading Ltd. (2000) 1 Α.Α.Δ. 1965, Σταύρος Μεστάνας (2000) 1 Α.Α.Δ. 1469 και Χριστόδουλος Μεττής (2003) 1 Α.Α.Δ. 1909).
Ο αιτητής τόσο μετά την έκδοση με μονομερή αίτηση του ενδιάμεσου προσωρινού διατάγματος όσον και μετά την απολυτοποίηση του είχε θεραπείες που του παρείχαν οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας. Πρωτίστως όμως ο αιτητής είχε το δικαίωμα να εφεσιβάλει την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Τα ένδικα αυτά μέσα δεν τα χρησιμοποίησε ο αιτητής. Εφόσον ο αιτητής είχε αυτές τις δυνατότητες η αίτηση του αυτή δεν δικαιολογείται. Δεν έχουν εξειδικευθεί οποιεσδήποτε εξαιρετικές περιστάσεις στην παρούσα υπόθεση που να δικαιολογούν παρέκκλιση από το νομολογιακό κανόνα.
Η αίτηση, κατά συνέπεια, απορρίπτεται.
Η�αίτηση απορρίπτεται.