ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 1 ΑΑΔ 1580
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 11345)
30 Σεπτεμβρίου, 2004
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]
ΛΕΣΧΗ ΙΠΠΟΔΡΟΜΙΩΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ, μέσω του
Γραμματέως αυτής ΙΩΑΝΝΗ ΣΤΡΟΒΟΛΙΔΗ,
Εφεσείουσα,
ν.
ΑΝΔΡΕΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,
Εφεσίβλητου.
________________________
Χ. Σταυράκης, για την Εφεσείουσα.
Φ. Πελίδης, για τον Εφεσίβλητο.
________________________
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η έφεση αυτή στρέφεται εναντίον πρωτόδικης απόφασης, με την οποία κρίθηκε ότι ο τερματισμός συμφωνίας αντιπροσωπείας ιπποδρομιακών στοιχημάτων ήταν παράνομος, με αποτέλεσμα να επιδικασθούν αποζημιώσεις για το συνολικό ποσό των £30.000,00. Αμφισβητείται η ορθότητα τόσο σε σχέση με το εύρημα για παράνομο τερματισμό όσο και σε σχέση με τις επιδικασθείσες αποζημιώσεις. Σύντομη παράθεση των γεγονότων της υπόθεσης θα βοηθήσει στην κατανόηση των επιδίκων θεμάτων και των λόγων έφεσης.
Οι εφεσείοντες - εναγόμενοι είναι εγγεγραμμένη Λέσχη Ιπποδρομιών και διοργανώνει ιπποδρομιακές συναντήσεις. Για τις συναντήσεις αυτές δέχεται ιπποδρομιακά στοιχήματα, σύμφωνα με το νόμο. Τα στοιχήματα διενεργούνται είτε από την ίδια τη Λέσχη είτε μέσω αντιπροσώπων που αυτή διορίζει.
΄Ενας από τους αντιπροσώπους ήταν και ο εφεσίβλητος - ενάγων. Για το διορισμό του ως αντιπροσώπου υπεγράφη συμφωνία για περίοδο δύο χρόνων, από 8/9/1993 - 8/9/1995, με δυνατότητα ανανέωσής της για περαιτέρω χρονική περίοδο ή περιόδους, εάν κρινόταν ορθό από τους εφεσείοντες. Ο εφεσίβλητος ήταν τότε 58 ετών. Διατηρούσε, όπως ήταν υποχρεωμένος, γραφεία, τα οποία η Λέσχη ενέκρινε. Είχε καθήκον, μεταξύ άλλων, την προώθηση των πωλήσεων των διαφόρων στοιχημάτων και, για τις υπηρεσίες του αυτές, λάμβανε, υπό μορφή προμήθειας, ποσοστό 9% επί των πωλήσεων των στοιχημάτων και λαχείων. Σύμφωνα με τον όρο 1(δ) της συμφωνίας:-
«δ. Ο ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΣ δεν θα δικαιούται προμηθείας επί πωλήσεων στοιχημάτων ή/και λαχείων Sweepstakes, τα οποία θα αφορούν άλογα διαγραφόμενα την ημέρα των Ιπποδρομιών ή/και ματαιουμένας κατά την ιδίαν ημέραν ιπποδρομίας. Νοείται ότι τούτο δεν θα ισχύη διά άλογα τα οποία διαγράφονται μετά την εκάστοτε καθοριζομένην υπό της Λέσχης ώραν, διά πληροφόρησιν των Αντιπροσώπων επί των τελευταίων διαγραφών.»
Για τους σκοπούς της παρούσης, ενδιαφέρει ακόμα ένας όρος της συμφωνίας, ο όρος 11, ο οποίος έχει ως εξής:-
«11. Η Λέσχη δύναται να τερματίση την συμφωνίαν αμέσως και άνευ προειδοποιήσεως εάν ο ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΣ διαπράξη δόλον ή απάτην ή υποπέση εις κολάσιμον ποινικόν αδίκημα, δυνάμενον να εκθέση ή/και επηρεάση τα συμφέροντα της ΛΕΣΧΗΣ. Εις τον ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΝ θα δίδεται το δικαίωμα να ακουσθεί, αλλά η ΛΕΣΧΗ διατηρεί το δικαίωμα να τερματίση την συμφωνίαν εάν και εφ' όσον η ίδια ικανοποιηθή, κατόπιν ερεύνης, ότι επιβάλλεται ο τοιούτος τερματισμός της συμφωνίας.»
Ο εφεσίβλητος λειτούργησε ως αντιπρόσωπος της Λέσχης σε ενοικιαζόμενα γραφεία, όπου παίζονταν και ποδοσφαιρικά στοιχήματα. Με αφορμή τοποθέτηση ιπποδρομιακού στοιχήματος, στις 16/4/1994, στη συνάντηση 43, οι εφεσείοντες, επικαλούμενοι τον όρο 11 της σύμβασης, τερμάτισαν τη συμφωνία με τον εφεσίβλητο από 11/6/1994. Ισχυρίστηκαν και, με απόφαση της Επιτροπής, έκριναν ότι ο εφεσίβλητος διέπραξε απάτη και δόλο, αφού στοίχημα, ύψους £2.400,00, που έγινε από τον ίδιο ή εκ μέρους του, έγινε με σκοπό τη λήψη της προμήθειας. Το στοίχημα τοποθετήθηκε στη μηχανή λίγα λεπτά πριν από την έναρξη της ιπποδρομίας και ενώ το συγκεκριμένο άλογο βρισκόταν κάτω από το μηχάνημα εκκίνησης στο έδαφος. ΄Ηταν αδύνατο, θεώρησαν, να υπήρχε άτομο, που να στοιχημάτιζε με το ποσό των £2,400,00 σε άλογο, που βρισκόταν για διάστημα έξι έως επτά λεπτών κάτω από το μηχάνημα εκκίνησης.
Ο εφεσίβλητος, προτού αποφασισθεί από την Επιτροπή ότι διέπραξε απάτη, κλήθηκε και εκπροσωπήθηκε από συνήγορο, κάλεσε μάρτυρες και έδωσε εξηγήσεις για τις περιστάσεις, κάτω από τις οποίες τοποθετήθηκε το στοίχημα.
Το αποτέλεσμα της έρευνας της Επιτροπής και η απόφαση τερματισμού της σύμβασης κοινοποιήθηκαν στον εφεσίβλητο, με επιστολή ημερομηνίας 8/6/1994 - Τεκμήριο 6, το περιεχόμενο της οποίας και παραθέτουμε:-
«΄Εχω οδηγίες να αναφερθώ στην επιστολή μας με ημερομηνία 20 Μαΐου, 1994 και στην έρευνα που η Επιτροπεία της Λέσχης Ιπποδρομιών Λευκωσίας διεξήγαγε στις 3 Ιουνίου, 1994, στην οποία είχατε την ευκαιρία να παραστείτε και να ακουστείτε, και να σας πληροφορήσω ότι η Επιτροπεία, ύστερα από μελέτη όλων των περιστατικών της υπόθεσης σας, έχει πεισθεί ότι με τις πράξεις σας διεπράξατε δόλο ή και απάτη με σκοπό την εξαπάτηση της Λέσχης, ή/και τον επηρεασμό των συμφερόντων της.
Ως εκ τούτου, η Επιτροπεία αποφάσισε, δυνάμει του ΄Αρθρου 11 του συμβολαίου διορισμού σας, ως Αντιπροσώπου Ιπποδρομιακών Στοιχημάτων με ημερ. 8.9.1993, να τερματίσει το συμβόλαιο σας από την προσεχή Ιπποδρομιακή Συνάντηση της 11ης Ιουνίου 1994, και να σας καλέσει να συμμορφωθείτε με τις πρόνοιες του συμβολαίου, οι οποίες ενεργοποιούνται άμα τω τερματισμώ του.»
Στο Δικαστήριο, εκτός από τον ενάγοντα, κατέθεσε ο υπάλληλός του, που δέχθηκε τηλεφωνικά το στοίχημα και ο οποίος εξήγησε ότι, από την τριανταεξάχρονη πείρα του σε ιπποδρομιακά στοιχήματα, γνωρίζει περιπτώσεις, στις οποίες άλογα έλαβαν μέρος σε αγώνα, παρά το γεγονός ότι ήταν στο έδαφος, στο μηχάνημα εκκίνησης.
Η ίδια μαρτυρία δόθηκε και από το μάρτυρα των εναγομένων - κτηνίατρο Κυριάκο Σιακαλλή - ο οποίος, τη συγκεκριμένη μέρα, ως κτηνίατρος της Λέσχης, παρακολουθούσε το άλογο και έδιδε οδηγίες για απεγκλωβισμό του. Κατέθεσε ότι το άλογο, για το οποίο έγινε το στοίχημα, ήταν στο έδαφος για έξι λεπτά. Υπήρξαν, όμως, περιπτώσεις, από την πείρα του, άλογα, που εγκλωβίστηκαν, να λάβουν μέρος στις ιπποδρομίες και να κερδίσουν, όχι, όμως, άλογο που παρέμεινε στο έδαφος για έξι λεπτά.
΄Ηταν κοινό έδαφος ότι ο εγκλωβισμός του αλόγου δεν είχε ανακοινωθεί στο κοινό και ότι, όταν λήφθηκε το τηλεφώνημα, ήταν άγνωστο εάν το άλογο θα λάμβανε μέρος.
Το Δικαστήριο, αποδεχόμενο τη μαρτυρία του ενάγοντα και συνυπολογίζοντας τη μαρτυρία του μάρτυρα των εναγομένων Κυριάκου Σιακαλλή, κατέληξε ότι οι εναγόμενοι (εφεσείοντες) απέτυχαν να αποδείξουν ότι ο ενάγων (εφεσίβλητος) διέπραξε δόλο ή απάτη. Παραθέτουμε από την απόφαση το σχετικό απόσπασμα:-
«Επικαλούνται την παράγρ. 11 του τεκμηρίου 1. ΄Εχει πιο πάνω παρατεθεί. Υπενθυμίζεται εδώ ότι η εν λόγω παράγραφος προνοεί ότι στην περίπτωση που ο αντιπρόσωπος διαπράττει δόλο ή απάτη ή κολάσιμο ποινικό αδίκημα δικαιούνται οι εναγόμενοι να τερματίσουν τη συμφωνία άμεσα και χωρίς προειδοποίηση. Είναι επομένως σαφές ότι η υπεράσπιση των εναγομένων στηρίζεται στο δόλο και την απάτη. Και ήταν δική τους υποχρέωση εφόσον παραδέχονται τη διακοπή της συμφωνίας να αποδείξουν ότι η διακοπή ήταν δικαιολογημένη. ΄Ηταν επομένως δικό τους χρέος ενώπιον του Δικαστηρίου να αποδείξουν ότι όντως ο ενάγων διέπραξε τον ισχυριζόμενο δόλο ή απάτη. Δεν ήταν αρκετό το γεγονός ότι οι εναγόμενοι με βάση δικές τους διαδικασίες δίκασαν περίπου και καταδίκασαν τον ενάγοντα σε δόλο και απάτη. ΄Επρεπε αυτό να αποδειχθεί ενώπιον κανονικού Δικαστηρίου. Πρέπει να λεχθεί ότι κάτι τέτοιο με κανένα τρόπο δεν αποδείχθηκε. Εδώ συνοπτικά απαντάται και η θέση της υπεράσπισης ότι το Δικαστήριο δεν μπορεί να ενεργήσει σαν Εφετείο στην απόφαση της επιτροπής των εναγομένων. Το θέμα τίθεται πάνω σε εντελώς λανθασμένη βάση. ΄Ο,τι λέχθηκε και αποφασίστηκε στην επιτροπή αυτή είναι εξ ακοής μαρτυρία γι' αυτό το Δικαστήριο. Αν υπήρξε ή όχι διάρρηξη μιας συμφωνίας κρίνεται ενώπιον κανονικού Δικαστηρίου και όχι ενώπιον επιτροπών των διαδίκων.»
Και σε άλλο σημείο:-
«΄Εχοντας μελετήσει τον όρο 11 της συμφωνίας δεν μπορώ να καταλήξω στην ερμηνεία που εισηγείται η υπεράσπιση. Ο όρος 11 θα πρέπει να διαβασθεί στο σύνολο του. Η μόνη ερμηνεία που μπορεί να δοθεί είναι ότι παρέχεται στους εναγομένους δικαίωμα τερματισμού της σύμβασης αν αποδειχθεί δόλος και απάτη από πλευράς του αντιπροσώπου. Οι ίδιοι έχουν το βάρος απόδειξης για κάτι τέτοιο όπως πιο πάνω εξηγήθηκε.»
Το εύρημα αυτό του Δικαστηρίου οι εφεσείοντες το αμφισβητούν - και σε επίπεδο ευρημάτων και σε επίπεδο ερμηνευτικό του όρου 11 της σύμβασης - (λόγοι 1-3). Με τον 4ο λόγο, υποστηρίζουν ότι η μαρτυρία του μάρτυρά τους - Σιακαλλή - δεν ερμηνεύτηκε ορθά. Είναι η θέση τους ότι η απόφαση της Επιτροπής είναι απόφαση εσωτερικού δικαστηρίου (domestic tribunal), το οποίο δημιουργήθηκε με τη σύμβαση διορισμού αντιπροσώπου μεταξύ τους και του εφεσίβλητου και δεν απαιτείται να αποδείξουν στο Δικαστήριο ότι οι ενέργειες του εφεσίβλητου συνιστούσαν απάτη και δόλο. Από τη στιγμή που οι κανόνες φυσικής δικαιοσύνης τηρήθηκαν σχολαστικά - ο εφεσίβλητος εκπροσωπήθηκε από συνήγορο ενώπιόν τους, παρουσίασε μάρτυρες και υποστήριξε τη θέση του - η απόφασή τους ήταν τελεσίδικη, ήταν η εισήγηση. Προχωρούν δε, περαιτέρω, με την τοποθέτηση ότι είχαν το δικαίωμα, με βάση τον όρο 11, να τερματίσουν τη σύμβαση, χωρίς οποιαδήποτε προειδοποίηση στον εφεσίβλητο. Παρέπεμψαν στο σύγγραμμα Halsbury
´s Laws of England, Third Edition, Volume 9, σελ. 577, παράγραφο 1349 και στην υπόθεση Lee v. Showmen´s Guild of Great Britain [1952] 1 All E.R. 1175, όπου επεξηγείται η δυνατότητα σύστασης εσωτερικού δικαστηρίου από πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, για σκοπούς, κυρίως, διοίκησης και επίλυσης διαφορών μεταξύ των μελών των, όπως και πειθαρχικών διαδικασιών.Η εισήγηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου των εφεσειόντων δεν μας βρίσκει σύμφωνους, αλλά ούτε και υποστηρίζεται από την απόφαση στη Lee v. Showmen
´s Guild of Great Britain,, (ανωτέρω). Δεν τίθεται ζήτημα εδώ εσωτερικού δικαστηρίου. Ούτε, επειδή ο εφεσίβλητος κλήθηκε και εκπροσωπήθηκε στη διαδικασία ενώπιον της Επιτροπής, διαφοροποιείται η κατάσταση. Πρόκειται για σύμβαση αντιπροσωπείας, για σκοπούς προώθησης των πωλήσεων των ιπποδρομιακών στοιχημάτων, όπου προβλέπονται, μεταξύ άλλων, συμπεριφορές, οι οποίες μπορεί να οδηγήσουν σε τερματισμό. Δεν είναι το γράμμα αλλά ούτε το πνεύμα της σύμβασης να αποφασίζεται, τελεσίδικα από τη Λέσχη, εάν οι συμπεριφορές αυτές είναι δόλιες. Ο όρος 11 δε δημιουργεί εσωτερικό δικαστήριο, όπως εισηγούνται οι εφεσείοντες. Αντίθετα, όπως κάθε σύμβαση, έτσι και αυτή πρέπει να ερμηνευθεί, όπως ορθά αποφάσισε και ερμήνευσε το πρωτόδικο Δικαστήριο, με σκοπό τη διαπίστωση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων - (βλ. Εθνική Τράπεζα ν. Χατζηνέστορος (1989) 1 Α.Α.Δ. (Ε) 204. Γεωργ. Ετ. Φούτας ν. Εταιρεία Βάσος Λτδ. (1993) 1 Α.Α.Δ. 168. Λάμπρου ν. Παράσχου κ.ά. (1993) 1 Α.Α.Δ. 397. Οικονόμου κ.ά. ν. Ττοφίνη κ.ά. (1993) 1 Α.Α.Δ. 436).Δε διαπιστώνουμε οποιαδήποτε παρανόηση των όρων της σύμβασης, που οδήγησε σε ερμηνευτική εκτροπή ή σε λανθασμένο εύρημα ότι δεν αποδείχθηκε απάτη ή δόλος. Είναι ορθή η κατάληξη του Δικαστηρίου, με τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιόν του.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, για την κατάληξή του ότι δεν αποδείχθηκε δόλος, συνυπολόγισε και τη μαρτυρία του μάρτυρα των εφεσειόντων Κ. Σιακαλλή. Δεν έχουμε εντοπίσει οποιαδήποτε παρανόηση της μαρτυρίας αυτού του μάρτυρα. Ορθά ερμηνεύτηκε και αξιοποιήθηκε η μαρτυρία του, στο πλαίσιο των γεγονότων της υπόθεσης. Ο μάρτυρας αυτός επιβεβαίωσε, ουσιαστικά, το μάρτυρα του εφεσίβλητου - ότι υπήρξαν περιπτώσεις, άλογα, που εγκλωβίστηκαν για μερικά λεπτά στο μηχάνημα εκκίνησης, στη συνέχεια, να λάβουν μέρος στον αγώνα και να κερδίσουν. Η έλλειψη μαρτυρίας - πότε τέθηκε το συγκεκριμένο στοίχημα - ορθά οδήγησε το Δικαστήριο στην κατάληξή του ότι οι εφεσείοντες δεν παρουσίασαν μαρτυρία, που να δικαιολογεί και να στηρίζει τη θέση τους για απάτη και δόλο.
Η αποτυχία των λόγων έφεσης 1 - 4 οδηγεί στην εξέταση του ζητήματος των αποζημιώσεων, που επιδικάστηκαν και που προσβάλλονται με τους λόγους 5 - 9 της έφεσης.
Το Δικαστήριο, καθοδηγούμενο από την υπόθεση Αριστοδήμου ν. Χαραλάμπους (1990) 1 Α.Α.Δ. 319, στην οποία επεξηγείται ο τρόπος υπολογισμού των αποζημιώσεων σε περίπτωση διάρρηξης συμφωνίας, κατέληξε, στηριζόμενο ουσιαστικά στα δηλωθέντα ως παραδεκτά γεγονότα, και επιδίκασε στον εφεσίβλητο το ποσό των £18.000,00, ως αποζημίωση για την περίοδο 11/6/1994 (τερματισμός της συμφωνίας) - 8/9/1995 (λήξη της συμφωνίας). Για την κατάληξή του αυτή, στηρίχθηκε στο παραδεκτό γεγονός ότι ο μέσος όρος των προμηθειών του εφεσίβλητου, τους τελευταίους έξι μήνες πριν από τον τερματισμό, ήταν £1.200,00 το μήνα και ότι ο εφεσίβλητος θα συνέχιζε να έχει τις ίδιες προμήθειες μέχρι τη λήξη της σύμβασης, δηλαδή για δεκαπέντε ακόμα μήνες.
Η μαρτυρία του ενάγοντα στο Δικαστήριο ήταν ότι εργοδοτούσε δύο υπαλλήλους, με μηνιαίο μισθό £250,00 έκαστος. Τα υπόλοιπα έξοδα τα επιβαρύνετο ο γιος του, με τον οποίο διατηρούσαν το κατάστημα.
Στην απόφαση, το ζήτημα των αποζημιώσεων και η εισήγηση ότι τα ποσά που κατέβαλλε ο εφεσίβλητος θα έπρεπε να αφαιρεθούν αντιμετωπίστηκαν ως εξής:-
«Βρίσκω την εισήγηση αυτή εντελώς λανθασμένη και αβάσιμη. Με τη συλλογιστική αυτή ο ενάγων εξασφάλισε μια αντιπροσωπεία από τους εναγόμενους χωρίς καμιά πρακτική αξία. Θα πρέπει εν πρώτοις να σημειωθεί το γεγονός ότι ο ενάγων δεν ασχολείτο μόνο με τα στοιχήματα της Λέσχης των εναγομένων. Διατηρούσε γραφείο-κατάστημα με το γιο του στο οποίο διεξάγονταν και άλλες εργασίες. ΄Οπως ο Πηλακούτας ανάφερε χωρίς να αμφισβητηθεί επαίζοντο από το ίδιο κατάστημα και ποδοσφαιρικά στοιχήματα. Το ποσό επομένως των £1.200 μηνιαίως ήταν μέρος του εισοδήματος του ενάγοντα και είναι αδιάφορο για τους εναγομένους πώς αυτός ήθελε να το χρησιμοποιήσει. Αν ήθελε να πληρώνει ένα ή δύο υπαλλήλους ή κανένα, αν ήθελε να τους αμείβει με £250 μηνιαίως ή λιγότερα ή περισσότερα ή αν μοιραζόταν το ενοίκιο με το γιο του ή ακόμη αν δεν πλήρωνε κανένα ενοίκιο.»
Οι υπολογισμοί του Δικαστηρίου φαίνεται να μην είναι ορθοί. Το ποσό των £1.200,00 χαρακτηρίζεται μέρος του εισοδήματος του εφεσίβλητου, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ότι, για τους σκοπούς των εργασιών του, υποβαλλόταν σε έξοδα, όπως ο ίδιος είπε. Διατηρούσε δύο υπαλλήλους, καταβάλλοντας, συνολικά, £500,00 το μήνα. Το ποσό αυτό, ελλείψει άλλης μαρτυρίας για τα εισοδήματα και έξοδα συντήρησης του γραφείου, όπου παίζονταν και ποδοσφαιρικά στοιχήματα, δεν μπορεί, παρά να αφαιρεθεί από τις προμήθειες που δηλώθηκαν. Δεν ανέφερε ο εφεσίβλητος ότι η αμοιβή των υπαλλήλων του πληρωνόταν από εισοδήματα που είχε από τα στοιχήματα, ώστε να είναι το ποσό της προμήθειας (των £1.200,00) μέρος του εισοδήματος, όπως κατέληξε το Δικαστήριο, ούτε ότι οι δύο υπάλληλοι ασχολούνταν και με άλλες εργασίες, που διεξάγονταν από τα γραφεία που ενοικίαζε ο γιος του. Συνεπώς, το ποσό των αποζημιώσεων, που έχει επιδικασθεί, πρέπει να μειωθεί, με την αφαίρεση του συνολικού ποσού των μηνιαίων μισθών των δύο υπαλλήλων. Το καθαρό μηνιαίο εισόδημα δεν ήταν £1.200,00 αλλά £700,00. Αυτό οδηγεί, για τους 15 μήνες που παρέμεναν μέχρι τη λήξη της σύμβασης, στο ποσό των £10.500,00.
Στη σύμβαση, για το ζήτημα της εμπορικής εύνοιας (good will) υπήρχε ειδική πρόβλεψη, ως εξής:-
«14. Ο ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΣ δύναται να μεταβιβάσει την οικονομικήν επιφάνειαν (good will) της αντιπροσωπείας του έναντι οιουδήποτε τιμήματος εις πρόσωπον το οποίον ήθελεν εγκρίνει η ΛΕΣΧΗ και θα ενεργή εφ' εξής ως ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΣ βάσει των όρων της παρούσης συμφωνίας, υπό τας ακολούθους διαζευκτικάς προϋποθέσεις:
ι) .................................................. .......................................
ιι) θα έχη συμπληρώσει το 60όν έτος της ηλικίας του.»
Το Δικαστήριο επιδίκασε στον εφεσίβλητο ποσό £12.000,00 και όχι £15.000,00, που απαιτείτο, επειδή δεν υπήρχε μαρτυρία σε σχέση με τον τρόπο υπολογισμού του ποσού των £15.000,00. Δέχθηκε ότι:-
«... η παράνομη διακοπή του συμβολαίου του στέρησε τη δυνατότητα να πωλήσει σε τρίτους την εμπορική εύνοια και να πάρει πίσω το ποσό που αυτός πλήρωσε. Ο ενάγων δικαιούται να διεκδικήσει από τους ενάγοντες το ποσό των £12.000 που εν γνώσει τους πλήρωσε σε τρίτους για να επιτύχει την υπογραφή της σύμβασης αντιπροσωπείας μαζί τους.»
Οι εφεσείοντες και αυτό το εύρημα το αμφισβητούν. Διατείνονται ότι δεν υπήρξε μαρτυρία ότι το ποσό των £12.000,00 αντιπροσώπευε την αξία της οικονομικής επιφάνειας της αντιπροσωπείας κατά το χρόνο του τερματισμού. Το γεγονός ότι ο εφεσίβλητος ισχυρίστηκε ότι το κατέβαλε εννέα περίπου μήνες προηγουμένως, δεν οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αυτή ήταν και η οικονομική επιφάνεια στην αγορά. Περαιτέρω, κι αν ακόμη το ποσό αυτό θεωρηθεί ζημιά, δεν μπορεί να επιδικασθεί, αφού η πώληση της οικονομικής επιφάνειας της αντιπροσωπείας τελούσε υπό την έγκρισή τους.
Δε συμφωνούμε με την πιο πάνω θέση. Υπάρχει η μαρτυρία του εφεσίβλητου, η οποία δεν αμφισβητήθηκε - ότι για την αγορά της οικονομικής επιφάνειας πλήρωσε ποσό £12.000,00 - και ο εφεσίβλητος κρίθηκε αξιόπιστος. Εάν το ποσό, το οποίο κατέβαλε ο εφεσίβλητος για απόκτηση της αντιπροσωπείας, ανταποκρινόταν στην οικονομική επιφάνεια, δεν μπορεί τώρα να μας απασχολήσει. Οι εφεσείοντες, για τη συναλλαγή αυτή, ήταν ενήμεροι και ενέκριναν τον εφεσίβλητο, ο οποίος κατέβαλε το ποσό αυτό, διατηρώντας από τη σύμβαση τη δυνατότητα να πωλήσει την οικονομική επιφάνεια σε διάστημα δύο χρόνων. Οι ίδιοι οι εφεσείοντες καθιστούσαν την αντιπροσωπεία αυτή αντικείμενο διαπραγμάτευσης, με οικονομική αξία, που άφηναν να καθορίζεται χωρίς τη δική τους εμπλοκή.
Ενώπιον του Δικαστηρίου, οι εφεσείοντες δεν υποστήριξαν ότι το ποσό, που κατέβαλε ο εφεσίβλητος για απόκτηση της οικονομικής επιφάνειας της αντιπροσωπείας, ήταν υπερβολικό ή διαφοροποιήθηκε, ώστε το εύρημα του Δικαστηρίου να είναι λανθασμένο. Ούτε αυτός ο λόγος έφεσης ευσταθεί.
Καταλήγουμε, επομένως, ότι η έφεση επιτυγχάνει μερικώς και η πρωτόδικη απόφαση διαφοροποιείται με τη μείωση του ποσού των αποζημιώσεων από £18.000,00 σε £10.500,00.
Τα έξοδα στην πρωτόδικη διαδικασία βαρύνουν τους εφεσείοντες. Ο υπολογισμός να γίνει στην ανάλογη κλίμακα.
Σ' ό,τι αφορά τα έξοδα της έφεσης, αυτά επιδικάζονται κατά το ½ υπέρ των εφεσειόντων.
Γ. Νικολάου, Δ.
Ρ. Γαβριηλίδης, Δ.
Ε. Παπαδοπούλου, Δ.
/ΜΠ