ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2003) 1 ΑΑΔ 292

4 Μαρτίου, 2003

[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155(4) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

(ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 12.2 ΚΑΙ 30.3 (Β) ΤΟΥ

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΟ ΑΡ. 4 ΤΟΥ 7ου ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ

ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟ ΑΡ. 19 ΤΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΚΕΦ. 154 ΚΑΙ ΤΟ ΑΡ. 69 ΤΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΕΦ. 155

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ

Ε.Δ. ΠΑΦΟΥ ΣΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ 8760/02, ΗΜΕΡ. 23.1.03

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ Ε.Μ.Κ. SNACK PUB.

(Αίτηση Αρ. 19/2003)

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari, Prohibition και Mandamus ― Απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου σε ποινική υπόθεση με την οποία απορρίφθηκε η ειδική απάντηση του κατηγορούμενου για προηγούμενη αθώωσή του για το ίδιο αδίκημα ― Αίτηση για έκδοση των αιτούμενων προνομιακών ενταλμάτων έγινε δεκτή, επειδή το Δικαστήριο ενήργησε εκτός των πλαισίων της δικαιοδοσίας του.

Ποινική Δικονομία ― Ειδικές απαντήσεις κατηγορουμένου ― Προηγούμενη αθώωση, ή προηγούμενη καταδίκη για το ίδιο αδίκημα ― Ακολουθητέα διαδικασία προς εξετάσή τους ― Καθορίζεται στο Άρθρο 69(2) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 155.

Το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου, κατά την εκδίκαση κατηγορίας για ανέγερση οικοδομής άνευ αδείας της αρμόδιας αρχής και δύο άλλων συναφών κατηγοριών εναντίον των αιτητών, απέρριψε την ειδική απάντηση που καταχώρισαν για προηγούμενη αθώωση τους για το ίδιο αδίκημα και τους κάλεσε να απαντήσουν στις κατηγορίες.

Με αίτηση που καταχώρισαν στο Ανώτατο Δικαστήριο κατόπιν άδειας, οι αιτητές ζήτησαν την έκδοση των αιτούμενων προνομιακών ενταλμάτων αναφορικά με την πιο πάνω ενδιάμεση απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου υποστηρίζοντας ότι το Δικαστήριο ενήργησε εκτός των πλαισίων της δικαιοδοσίας του.

Αποφασίστηκε ότι:

Το Δικαστήριο δεν ακολούθησε τη διαδικασία που καθορίζεται στο Άρθρο 69(2) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, σύμφωνα με την οποία το πρώτο καθήκον του Δικαστηρίου είναι να διαπιστώσει τα γεγονότα στα οποία στηρίζεται η προβαλλόμενη ειδική απάντηση.  Και, αν μεν τα γεγονότα είναι υπό αμφισβήτηση, να ακούσει πρώτα μαρτυρία για να τα αποφασίσει, αν δε τα γεγονότα δεν είναι υπό αμφισβήτηση ή έχοντας διαπιστώσει τα γεγονότα, να αποφασίσει αν ευσταθεί νομικά η ειδική απάντηση.

Η αίτηση έγινε δεκτή.

Αίτηση.

Αίτηση από τους αιτητές ΕΜΚ SNACK�PUB για έκδοση διατάγματος Certiorari προς ακύρωση της ενδιάμεσης απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου στην ποινική υπόθεση 8760/02 ημερομ. 23/1/03, Prohibition με το οποίο εμποδίζεται η εκδίκαση της υπόθεσης όπως έχει τροχιοδρομηθεί από το Δικαστήριο με την κλήση της Αιτήτριας να απαντήσει στις κατηγορίες, και προνομιακό διάταγμα Mandamus με το οποίο διατάσσεται το Δικαστήριο να αποφασίσει επί της ειδικής απάντησης των αιτητών σύμφωνα με το Άρθρο 69(2) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155.

Ε. Πουργουρίδης, για την Αιτήτρια.

Καμιά εμφάνιση για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Στις 11.2.2003 έδωσα άδεια για την καταχώριση αίτησης για έκδοση προνομιακών διαταγμάτων certiorari, mandamus και prohibition αναφορικά με την ποινική υπόθεση με αριθμό 8760/2002 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου.  Η αίτηση είναι τώρα ενώπιον μου, χωρίς όμως εμφάνιση για το Δήμο Πάφου στον οποίο επεδόθη.

Η ποινική υπόθεση καταχωρήθηκε από το Δήμο Πάφου εναντίον της Αιτήτριας εταιρείας Ε.Μ.Κ. Snack Pub Ltd και του Μιχάλη Ευαγγέλου, ο οποίος είναι ο Αιτητής στην άλλη πανομοιότυπη Αίτηση με αριθμό 18/2003 που είναι επίσης ενώπιον μου, και περιλαμβάνει κατηγορία για ανέγερση οικοδομής άνευ αδείας της αρμόδιας αρχής και δύο άλλες συναφείς κατηγορίες.  Πριν απαντήσουν στις κατηγορίες οι Αιτητές καταχώρησαν την ειδική απάντηση η οποία προβλέπεται στο άρθρο 69(1)(β) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφάλαιο 155, το οποίο προνοεί ότι:

«69.-(1)  Ο κατηγορούμενος δύναται, προτού απαντήσει στο κατηγορητήριο ή το κατηγορητήριο που καταχωρίστηκε σε Κακουργιοδικείο, να ισχυριστεί-

(α)  ότι το Δικαστήριο ενώπιον του οποίου αυτός καλείται να απαντήσει δεν έχει δικαιοδοσία και ότι άλλο Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία σε σχέση με αυτόν ή για το ποινικό αδίκημα για το οποίο αυτός κατηγορείται, και, αν ο ισχυρισμός γίνει αποδεκτός, το Δικαστήριο παραπέμπει την υπόθεση για να εκδικαστεί ενώπιον του Δικαστηρίου της Δημοκρατίας το οποίο έχει δικαιοδοσία για τον υπαίτιο ή για το ποινικό αδίκημα·

(β)  ότι έχει προηγουμένως καταδικαστεί ή αθωωθεί ανάλογα με την περίπτωση, βάσει των ιδίων γεγονότων για το ίδιο ποινικό αδίκημα·

(γ)  ότι έτυχε χάριτος για το ποινικό του αδίκημα.

(2)  Αν καθένας από τους ισχυρισμούς των παραγράφων (β) ή (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου αυτού προβληθεί αλλά προβάλλεται άρνηση ως προς την πραγματική αλήθεια αυτού, το Δικαστήριο δικάζει κατά πόσο ο ισχυρισμός αυτός είναι πράγματι αληθινός ή όχι.

Αν το Δικαστήριο αποφασίσει ότι τα γεγονότα που ισχυρίζεται ο κατηγορούμενος δεν αποδεικνύουν τον ισχυρισμό, ή ότι ο ισχυρισμός είναι πράγματι ψευδής, ο κατηγορούμενος υποχρεώνεται να απαντήσει στο κατηγορητήριο ή το κατηγορητήριο που καταχωρίστηκε σε Κακουργιοδικείο.»

Με την καταχώρηση της ειδικής απάντησης, ο ευπαίδευτος συνήγορος για τους Αιτητές εξήγησε ότι ο ισχυρισμός για προηγούμενη αθώωση για το ίδιο αδίκημα αναφέρετο στις ποινικές υποθέσεις με αριθμούς 7099/2002 και 3893/2000 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου.  Ακολούθως αγόρευσε τόσο ο ευπαίδευτος συνήγορος για τους Αιτητές όσο και ο ευπαίδευτος συνήγορος για το Δήμο.  Ο κ. Πουργουρίδης για τους Αιτητές αναφέρθηκε στα αφορώντα τις εν λόγω προηγούμενες ποινικές υποθέσεις για να καταδείξει, σε συνάρτηση με τις αρχές που διέπουν την έννοια της αθώωσης, ότι δεν ήταν δυνατή η καταχώριση της νέας υπόθεσης εναντίον των Αιτητών.  Παρέδωσε στο δικαστήριο, στα πλαίσια αυτά, αντίγραφα των κατηγορητηρίων στις εν λόγω ποινικές υποθέσεις «παρόλο», όπως είπε, «που έχετε δικαστική γνώση».  Ο δε ευπαίδευτος συνήγορος για το Δήμο, χωρίς να αμφισβητεί τα αφορώντα τις εν λόγω προηγούμενες ποινικές υποθέσεις, τοποθετήθηκε στη βάση ότι δεν υπήρξε προηγούμενη αθώωση εφ΄όσον η μεν υπόθεση 3893/2000, στην οποία οι Αιτητές καταδικάσθησαν, αναφέρετο σε ημερομηνία άλλη από εκείνη που αφορούσε η προκειμένη, και εδώ επρόκειτο για συνεχές αδίκημα, η δε υπόθεση 7099/2002 δεν συνιστούσε προηγούμενη αθώωση εφ΄όσον η υπόθεση απορρίφθηκε και οι Αιτητές απαλλάγησαν πριν καν απαντήσουν.

Στις 23.1.2003 ο ευπαίδευτος Δικαστής, αφού εξέθεσε τις αρχές που διέπουν το θέμα με αναφορά και στη νομολογία, έκρινε ότι:

«Στην προκειμένη υπόθεση δεν υπάρχει ίχνος μαρτυρίας ότι αμφότεροι οι κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν ή αθωώθηκαν για το ίδιο ποινικό αδίκημα ή ποινικά αδικήματα.  Ο ευπαίδευτος συνήγορος των κατηγορουμένων ανέφερε ότι υπόκειται σε δικαστική γνώση ότι οι κατηγορούμενοι απαλλάγηκαν στην υπόθεση 7099/02 ως επίσης καταδικάστηκαν στην υπόθεση 3893/00.

Το βάρος της απόδειξης ότι κατηγορούμενος έχει καταδικαστεί ή αθωωθεί για το ίδιο αδίκημα βρίσκεται στους ώμους του κατηγορουμένου (Βλ. Archbold's Criminal Pleading Evidence & Practice 32η έκδοση σελ. 151).

Η εισήγηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου των κατηγορουμένων ότι υπόκεινται σε δικαστική γνώση τα πιο πάνω δεν με βρίσκει σύμφωνο.  Στην υπόθεση Αστυνομίας ν. Καραβίας (1958) 23 C.L.R. 108 αναφέρθηκε ότι δεν υπόκειται σε δικαστική γνώση γεγονότα άλλης διαδικασίας την οποία είχε εκδικάσει προσωπικά το Δικαστήριο.

Με βάση τα πιο πάνω οι κατηγορούμενοι δεν έχουν επιτύχει να αποδείξουν ότι έχουν καταδικαστεί ή αθωωθεί για τα ίδια αδικήματα που αντιμετωπίζουν στην παρούσα υπόθεση.  Κατά συνέπεια η ειδική απολογία τους δεν επιτυγχάνει.  Οι κατηγορούμενοι καλούνται να απαντήσουν στις κατηγορίες.»

Με βρίσκει σύμφωνο η εισήγηση του κ. Πουργουρίδη ότι το Δικαστήριο, έτσι αποφασίζοντας, ενήργησε εκτός των πλαισίων της δικαιοδοσίας του.  Είναι καθαρό στο άρθρο 69(2) ότι το πρώτο καθήκον του Δικαστηρίου είναι να διαπιστώσει τα γεγονότα στα οποία στηρίζεται η προσβαλλόμενη ειδική απάντηση.  Και, αν μεν τα γεγονότα είναι υπό αμφισβήτηση, να ακούσει πρώτα μαρτυρία για να τα αποφασίσει, αν δε τα γεγονότα δεν είναι υπό αμφισβήτηση ή έχοντας διαπιστώσει τα γεγονότα, να αποφασίσει αν ευσταθεί νομικά η ειδική απάντηση. Εδώ, αν και ουσιαστικά δεν υπήρχε αμφισβήτηση από το Δήμο των γεγονότων στα οποία εβασίζοντο οι Αιτητές, το ίδιο το Δικαστήριο, αντί να αποφασίσει επί της ουσίας της αίτησης στη βάση εκείνων των γεγονότων, αμφισβήτησε τα γεγονότα. Καιέτσι όμως αντί τότε να ακολουθήσει το άρθρο 69(2) και να δικάσει κατά πρώτο αν οι ισχυρισμοί των Αιτητών ως προς τα γεγονότα ήσαν αληθείς, απέρριψε την ειδική απάντηση ως μη αποδειχθείσα ως θέμα γεγονότων, χωρίς καν βέβαια να αποφανθεί επί της ουσίας της ως θέμα νόμου.  Αυτό ήταν έξω από τα πλαίσια του άρθρου 69(2).

Επιτυγχάνει λοιπόν η Αίτηση και εκδίδεται προνομιακό διάταγμα certiorari με το οποίο ακυρώνεται η απόφαση της 23.1.2003, προνομιακό διάταγμα prohibition με το οποίο εμποδίζεται η εκδίκαση της υπόθεσης όπως έχει τροχιοδρομηθεί από το Δικαστήριο με την κλήση της Αιτήτριας να απαντήσει στις κατηγορίες, και προνομιακό διάταγμα mandamus με το οποίο διατάσσεται το Δικαστήριο να αποφασίσει επί της ειδικής απάντησης σύμφωνα με το άρθρο 69(2).

Η αίτηση γίνεται δεκτή.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο