ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 14/1960 - Ο περί Δικαστηρίων Νόμος του 1960
Ν. 42/1974 - Ο περί Ποινικής Δικονομίας (Προσωριναί Διατάξεις) Νόμος του 1974
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ANAΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ SVETLANA SHALAEVA (2), Αίτηση αρ. 4/2005, 21 Οκτωβρίου 2005
ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΥΡΟ ΜΑΡΑΓΚΟ, Αρ. Αίτησης 1/2006, 14 Νοεμβρίου 2006
ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΥΡΟ ΜΑΡΑΓΚΟ, ΑΡ. ΑΙΤΗΣΕΩΣ 2/2004, 4 Οκτωβρίου, 2004
ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΠΑΝΑΓΗ (ΚΑΥΚΑΡΗΣ), Αίτηση Αρ. 7/2005, 8 Φεβρουαρίου 2006
(2003) 1 ΑΑΔ 155
11 Φεβρουαρίου, 2003
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
(ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΑΡΙΣΤΟΔΗΜΟΥ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΝΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΕΙ ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI ΚΑΙ WRIT OF PROHIBITION
KAI
ANAΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΠΑΦΟΥ ΗΜΕΡ. 16.12.02 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ ΜΕ ΑΡ. 7236/02 Ε.Δ. ΠΑΦΟΥ
(Αίτηση Αρ. 1/2003)
Προνομιακά εντάλματα — Απόρριψη από ποινικό Δικαστήριο εισήγησης για ισχυριζόμενη έλλειψη δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου να εκδικάσει κατηγορίες που είχαν προσαχθεί εναντίον του αιτητή, επειδή ο Γενικός Εισαγγελέας δεν έδωσε συγκατάθεση (α) για συνοπτική εκδίκασή τους και (β) για παράκαμψη προανάκρισης — Άρνηση άδειας καταχώρισης αίτησης Certiorari.
Ποινική Δικονομία — Προανάκριση — Διεξάγεται για ποινικά αδικήματα που δεν δικάζονται συνοπτικά — Η συγκατάθεση του Γενικού Εισαγγελέα για συνοπτική εκδίκαση παρέχει τη δυνατότητα συνοπτικής δίκης, τα αδικήματα δεν περιλαμβάνονται πλέον στα μη εκδικάσιμα συνοπτικώς και δεν μπορεί να τίθεται θέμα προανάκρισης.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου απέρριψε εισήγηση του δικηγόρου του αιτητή πως εστερείτο δικαιοδοσίας να εκδικάσει δύο κατηγορίες που αντιμετώπιζε ο αιτητής και που αναφέρονταν σε κυκλοφορία πλαστού εγγράφου κατά παράβαση των Άρθρων 336 και 339 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.
Ο δικηγόρος του αιτητή είχε υποστηρίξει ότι το Δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία επειδή:
α) Η συγκατάθεση του Γενικού Εισαγγελέα για τη συνοπτική εκδίκαση των δύο κατηγοριών που δόθηκε δυνάμει του Άρθρου 24(2) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 14/60 όπως τροποποιήθηκε) αφορούσε «στη διάπραξη αδικημάτων δυνάμει του Άρθρου 339 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154». Χωρίς δηλαδή αναφορά και στο Άρθρο 336 που περιλαμβάνεται στην «έκθεση αδικήματος» και
β) Εχρειάζετο και συγκατάθεση του Γενικού Εισαγγελέα για την παράκαμψη της προανάκρισης η οποία έπρεπε να διεξαχθεί, αφού τα δύο αδικήματα δεν ήταν εκδικάσιμα συνοπτικώς.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η «εκθεση αδικήματος» αλλά και οι «λεπτομέρειες αδικήματος» αποδίδουν στο αιτητή μόνο το αδίκημα της κυκλοφορίας κατά το ΄Αρθρο 339. Επομένως, η συγκατάθεση του Γενικού Εισαγγελέα με αναφορά μόνο στο Άρθρο 339 ήταν αρκετή για να διανοίξει τη δυνατότητα συνοπτικής εκδίκασης του ενός αδικήματος που περιλαμβάνει η κάθε μια από τις κατηγορίες.
2. Με τη συγκατάθεση του Γενικού Εισαγγελέα για συνοπτική εκδίκαση διανοίγεται η δυνατότητα συνοπτικής δίκης, τα αδικήματα δεν περιλαμβάνονται πλέον στα μη εκδικάσιμα συνοπτικώς και δεν μπορεί να τίθεται ζήτημα προανάκρισης ή παραπομπής που είναι θεσμοί συναρτημένοι προς την προοπτική δίκης από κακουργιοδικείο.
Η αίτηση απορρίφθηκε.
Αίτηση.
Αίτηση από τον αιτητή για άδεια καταχώρισης αίτησης για έκδοση διαταγμάτων Certiorari και Prohibition για ακύρωση της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου ημερομηνίας 16/12/02, Υπ. Αρ. 7236/02, με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή του, ότι το Δικαστήριο εστερείτο δικαιοδοσίας για την εκδίκαση των δύο από τις 6 κατηγορίες που προσήφθηκαν εναντίον του.
Χρ. Γεωργιάδης, για τον Αιτητή.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Ο πρωτόδικος δικαστής απέρριψε την εισήγηση του αιτητή πως εστερείτο δικαιοδοσίας για την εκδίκαση των δυο από τις έξι κατηγορίες που προσάφθηκαν εναντίον του και, με την παρούσα, επιδιώκεται άδεια για την υποβολή αίτησης για certiorari και prohibition.
H "έκθεση αδικήματος" στο κατηγορητήριο, για την κάθε μια από τις δυο κατηγορίες, αναφέρεται σε κυκλοφορία πλαστού εγγράφου κατά παράβαση των άρθρων 336 και 339 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154. Και με τις "λεπτομέρειες αδικήματος" προσδιορίζονται ο χρόνος και οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες, εν γνώσει και δολίως, στην κάθε περίπτωση, έθεσε σε κυκλοφορία πλαστογραφημένο έγγραφο. Συγκεκριμένα, πληρεξούσιο έγγραφο, στοιχεία του οποίου παρατίθενται.
Η συγκατάθεση του Γενικού Εισαγγελέα για τη συνοπτική εκδίκαση των δυο κατηγοριών, που δόθηκε δυνάμει του άρθρου 24(2) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 14/60 όπως τροποποιήθηκε), αφορούσε "στη διάπραξη αδικημάτων δυνάμει του άρθρου 339 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154". Χωρίς δηλαδή αναφορά και στο άρθρο 336 που περιλαμβάνεται στην "έκθεση αδικήματος". Οπότε, κατά την εισήγηση του αιτητή, που δομήθηκε στην αντίληψη πως η κάθε μια από τις κατηγορίες πάσχει από διπλότητα αφού αφορά στα δυο ξεχωριστά αδικήματα των άρθρων 336 και 339, δεν υπήρχε η απαιτούμενη από το Νόμο ως προϋπόθεση ανάληψης δικαιοδοσίας, η συγκατάθεση του Γενικού Εισαγγελέα "για συνοπτική εκδίκαση αδικημάτων δυνάμει των άρθρων 336 & 339 του ποινικού κώδικα".
Είναι λανθασμένη αυτή η προσέγγιση. Το άρθρο 336 προσδιορίζει ως προβλεπόμενη ποινή για την πλαστογράφηση ορισμένων εγγράφων, μεταξύ των οποίων και πληρεξουσίου, τη φυλάκιση δια βίου. Το άρθρο 339 δεν αφορά σε πλαστογραφία αλλά στην εν γνώσει και δολίως κυκλοφορία πλαστού εγγράφου. Οπότε, όπως καθορίζεται, ο δράστης "είναι ένοχος ποινικού αδικήματος του ίδιου είδους και υπόκειται στην ίδια ποινή ωσάν να είχε πλαστογραφήσει το πράγμα για το οποίο γίνεται λόγος". Η "έκθεση αδικήματος" η ίδια αλλά και οι "λεπτομέρειες αδικήματος" δεν αφήνουν αμφιβολία πως στον αιτητή αποδίδεται μόνο το αδίκημα της κυκλοφορίας κατά το άρθρο 339 και πως η αναφορά και στο άρθρο 336 σαφώς αναφέρεται στην ιδιαίτερη ρύθμιση ως προς το αδίκημα του άρθρου 339 που εξομοιώνει αυτό το αδίκημα, και την ποινή γι΄αυτό, με το αδίκημα της ίδιας της πλαστογραφίας του είδους που καθορίζεται στο άρθρο 336. Επομένως, η συγκατάθεση του Γενικού Εισαγγελέα με αναφορά μόνο στο άρθρο 339 ήταν αρκετή για να διανοίξει τη δυνατότητα συνοπτικής εκδίκασης του ενός αδικήματος που περιλαμβάνει η κάθε μια από τις κατηγορίες.
Προωθήθηκε και δεύτερο επιχείρημα, ως εξής: Κατά το άρθρο 92 του Κεφ. 155, όταν προσάπτεται κατηγορία για αδίκημα που δεν εκδικάζεται συνοπτικά (not triable summarily) θα διεξάγεται προανάκριση. Εκτός αν, δυνάμει του περί Ποινικής Δικονομίας (Προσωριναί Διατάξεις) Νόμου του 1974 (Ν. 42/74 όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 44/83) ο Γενικός Εισαγγελέας συγκατατεθεί στην παράκαμψη της προανάκρισης. Οπότε, η παραπομπή στο κακουργιοδικείο ακολουθεί τηρουμένων των προϋποθέσεων του πιο πάνω Νόμου. Εδώ τα αδικήματα των συζητούμενων δυο κατηγοριών, κατά την κατάταξή τους στις εμπλεκόμενες νομοθετικές διατάξεις, δεν ήταν εκδικάσιμα συνοπτικώς και αυτή η φύση τους δεν άλλαξε με τη συγκατάθεση του Γενικού Εισαγγελέα για συνοπτική εκδίκαση. Επομένως, χρειάζεται και συγκατάθεση του Γενικού Εισαγγελέα για την παράκαμψη της προανάκρισης, και τέτοια δεν υπήρχε.
Δεν θα συμφωνήσω ούτε με αυτή την εισήγηση. Η προανάκριση διεξάγεται με την προοπτική, όπου συντρέχουν οι προϋποθέσεις, της παραπομπής κατηγορουμένου σε δίκη από κακουργιοδικείο. (βλ. άρθρο 93(θ) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155). Το ίδιο και η διαδικασία δυνάμει του Ν. 42/74. Με τη συγκατάθεση του Γενικού Εισαγγελέα για συνοπτική εκδίκαση διανοίγεται η δυνατότητα συνοπτικής δίκης, τα αδικήματα δεν περιλαμβάνονται πλέον στα μή εκδικάσιμα συνοπτικώς και δεν μπορεί να τίθεται ζήτημα προανάκρισης ή παραπομπής που είναι θεσμοί συναρτημένοι προς την προοπτική δίκης από κακουργιοδικείο.
Δεν έχει στοιχειοθετηθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση και, κατά τις καθιερωμένες αρχές, δεν δικαιολογείται η χορήγηση της άδειας που ζητήθηκε. Η αίτηση απορρίπτεται.
H αίτηση απορρίπτεται.