ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2003) 1 ΑΑΔ 1530

 

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Έφεση αρ. 11272.)

 

4 Νοεμβρίου, 2003.

 

[ΠΙΚΗΣ, Πρόεδρος]

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ,

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ,

ΓΑΡΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές.]

- - -

ΛΟΥΚΙΑ ΧΡΙΣΤΟΥ ΧΑΡΟΥΣ, ΑΠΟ ΑΡΑΔΙΠΠΟΥ,

Εφεσείουσα-Εναγόμενη αρ. 6,

- ν -

ΒΑΣΙΛΙΚΗ Π. ΧΑΡΟΥΣ, ΣΥΖΥΓΟΣ ΗΛΙΑ ΚΑΓΙΑ,

ΑΠΟ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ,

Εφεσίβλητη-Ενάγο υσα.

 

- - -

Ε. Βραχίμη (κα), για την Εφεσείουσα.

Μ. Χατζηχριστοφή, για την Εφεσίβλητη.

- - -

 

ΠΙΚΗΣ, Π.: Καταλήγουμε ότι η απόφαση η οποία προσβάλλεται δεν είναι εφέσιμη. Διαφορετική είναι η θέση του Δικαστή Νικολαϊδη, για τους λόγους που εκθέτει στην απόφασή του. Η πλειοψηφία των Δικαστών, Αρτέμης, Κωνσταντινίδης, Καλλής, Κρονίδης, Ηλιάδης, και Γαβριηλίδης, ταυτίζονται με το σκεπτικό της απόφασής μου. Ο Αρτεμίδης, Δ., προβαίνει σε κάποια παρατήρηση την οποία διατυπώνει σε ξεχωριστή απόφαση. Διάφορο είναι το σκεπτικό των Δικαστών Νικολάου, Κραμβή και Χατζηχαμπή, για τους λόγους που καταλήγουν στην απόφασή τους. Το αιτιολογικό της απόφασής τους κατοπτρίζεται στην απόφαση του Χατζηχαμπή, Δ.

- - -

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΠΙΚΗΣ, Π.: Υπό το πρίσμα της ερμηνείας του όρου «απόφαση» στο άρθρο 25(1) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/60) - ο Νόμος, ορώμενο στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κρίθηκε στη Χάσικος κ.α. ν. Χαραλαμπίδη (1990)1 Α.Α.Δ. 389, ότι μόνο αποφάσεις καθοριστικές ή δηλωτικές για τα δικαιώματα των διαδίκων, υπόκεινται σε έφεση. Κατά συνέπεια μόνο ενδιάμεσες αποφάσεις που έχουν άμεσες επιπτώσεις στα δικαιώματα των διαδίκων μπορεί να αποτελέσουν το αντικείμενο έφεσης. Ως εκ τούτου αποφασίστηκε ότι δεν χωρούσε έφεση κατά απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου απορριπτικής αιτήματος για την έκδοση συνοπτικής απόφασης, εφόσον αυτή δεν ήταν καθοριστική για τα δικαιώματα του διαδίκου. Ήταν η πρώτη απόφαση, αφότου εγκαθιδρύθηκε η Δημοκρατία και θεσπίστηκε ο περί Δικαστηρίων Νόμος Ν.14/60, - ο Νόμος, που το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε καθοριστικά την έννοια του όρου «απόφαση» στο άρθρο 25(1) του Νόμου, προσδιορίζοντας ποίες από τις ενδιάμεσες αποφάσεις πρωτόδικων δικαστηρίων υπόκεινται σε έφεση.

Στην Pinelopi D. Christofidou v. Elli P. Nemitsas and 3 Others (1963)2 C.L.R. 269, το Ανώτατο Δικαστήριο διευκρίνισε ότι ο όρος «απόφαση» δεν περιλαμβάνει κάθε απόφαση που εκδίδεται από το δικάζον δικαστήριο στην πορεία της δίκης, υπογραμμίζοντας συγχρόνως το ανεπιθύμητο της διακοπής της πρωτόδικης διαδικασίας με την υποβολή εφέσεων κατά ενδιάμεσων αποφάσεων, πρακτική η οποία αντιστρατεύεται το συμφέρον της δικαιοσύνης.

Η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, πριν την καθίδρυση του Συντάγματος και τη θέσπιση του Νόμου, στην Costas Korallis v. Cleanthis Christoforou And Others, 22 C.L.R. 159, διασαφηνίζει ότι ο όρος «απόφαση» (decision) στο άρθρο 27 του τότε ισχύοντος περί Δικαστηρίων Νόμου, Κεφ. 8, δεν περιλάμβανε κάθε απόφαση του δικαστηρίου η οποία εκδίδεται στην πορεία της δίκης. Με αυτά υπόψη κρίθηκε ότι απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου βάσει της Δ.33, θ.7 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, ως προς το ποίος από τους διαδίκους φέρει το βάρος της απόδειξης και ως εκ τούτου υπέχει τη θέση του πρώτου μέρους στη διαδικασία, δεν υπόκειται σε έφεση. Αντίθετη απόφαση ως υποδεικνύεται, θα είχε ως αποτέλεσμα την παράταση της διαδικασίας και την ενθάρρυνση αποσπασματικών εφέσεων, (piecemeal appeals), «. in one and the same case, which is highly undesirable.». (Ελληνική μετάφραση ελεύθερη: «. στην ίδια υπόθεση που είναι άκρως ανεπιθύμητο.».) Ενόψει της βέβαιης θέσης του Δικαστηρίου ότι η υπό εξέταση απόφαση δεν υπόκειται σε έφεση, το Εφετείο δεν θεώρησε σκόπιμο να δώσει οριστική απάντηση στο ερώτημα, ποίες αποφάσεις των πρωτόδικων δικαστηρίων υπόκεινται σε έφεση. Επ΄ αυτoύ του θέματος διατυπώνεται η άποψη ότι: (σ. 162)

«However, we prefer to reserve our opinion on this point considering that the view we take on the main point involved in this appeal is sufficient to dispose of the case.»

(Ελληνική μετάφραση ελεύθερη.)

«Παρά ταύτα, προτιμούμε να επιφυλάξουμε τη γνώμη μας επί του προκειμένου, αναλογιζόμενοι ότι η κατάληξή μας επί του κυρίου θέματος το οποίο εγείρεται στην έφεση είναι επαρκής προς επίλυση της υπόθεσης.»

O λόγος της Χάσικος (ανωτέρω), υιοθετήθηκε και έτυχε εφαρμογής στην Apak Agro v. Union des Cooperatives (Αρ. 1), (1992)1 Α.Α.Δ. 1166. Κατ΄ επίκληση των αρχών της, κρίθηκε ότι η υπό εξέταση έφεση στρεφόμενη κατά απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου σχετικά με το παραδεχτό μαρτυρίας, ήταν ανυπόστατη. Η υπό έφεση απόφαση ως υποδείχθηκε, δεν ήταν καθοριστική για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των διαδίκων. Ανάλογη υπήρξε η προσέγγιση του δικαστηρίου στη διαπίστωση του εφέσιμου ενδιάμεσων αποφάσεων στην Πάφος Στόουν Εστ. Λτδ κ.ά. ν. Βαλαωρίτη κ.α. (1997)1 Α.Α.Δ. 220.

Με αναφορά στο λόγο της Χάσικος και Apak (ανωτέρω), στην Παπακόκκινου κ.ά. ν. Δήμου Πάφου (1997)1 Α.Α.Δ. 1290, κρίθηκε ότι δεν χωρούσε έφεση κατά διαταγής εξόδων, που εκδόθηκε σε απόφαση αναφορικά με την αναβολή της ακρόασης της υπόθεσης. Το δικαστήριο έκρινε ότι δεν χωρεί έφεση κατά ενδιάμεσων αποφάσεων του Δικαστηρίου ως προς τα έξοδα κατά την πορεία της διαδικασίας, γιατί αυτές δεν αποτελούν απόφαση ή διαταγή με την έννοια που οι όροι ενέχουν στο άρθρο 25 του Νόμου.

Στην Evand Promotions Ltd κ.ά. ν. Rutman (1997)1 A.A.Δ. 1787, επεξηγείται, υπό το φως των πιο πάνω αποφάσεων, ότι δεν χωρεί έφεση κατά ενδιάμεσων αποφάσεων πρωτόδικου δικαστηρίου μη καθοριστικών αφ΄ εαυτών για τα δικαιώματα των διαδίκων. Επισημαίνεται παράλληλα ότι: (σ.1789)

«Η δευτεροβάθμια δικαιοδοσία δεν έχει ως λόγο την επιτήρηση της πορείας ή της εξέλιξης της δίκης αλλά των αποτελεσμάτων της καθοριστικών για τα δικαιώματα των διαδίκων.»

Στην Evand κρίθηκε απαράδεχτη έφεση κατά απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου, ότι οι δικηγόροι που εμφανίστηκαν εκ μέρους διαδίκου, δεν είχαν δικαίωμα να τον εκπροσωπήσουν στην απουσία διοριστηρίου δικηγόρου.

Παρέκκλιση από τις αρχές που καθιέρωσε η νομολογία με αφετηρία την απόφαση στη Χάσικος, σημειώθηκε στην Price v. Gray Πολιτική Έφεση αρ. 11054 - 26.3.2002, στην οποία γίνεται η διαπίστωση ότι χωρεί έφεση:

«... και σε μια σειρά διαταγμάτων σε αυτοτελή θέματα, τα οποία μπορεί να μην καθορίζουν τα δικαιώματα των διαδίκων ή επηρεάζουν το αποτέλεσμα, αλλά δεν παύουν να παίζουν ένα σημαντικό ρόλο στη διαδικασία. Ένα τέτοιο είναι και το υπό εξέταση διάταγμα.»

Στην Price το Δικαστήριο αναφέρει ότι ενδιάμεσες αποφάσεις μη καθοριστικές για τα δικαιώματα των διαδίκων αποτέλεσαν το αντικείμενο εξέτασης κατ΄ έφεση. Οι αποφάσεις αυτές δεν μνημονεύονται, εκτός οι δύο αποφάσεις στις οποίες παρέπεμψε ο δικηγόρος του εφεσείοντα στην υπόθεση εκείνη προς υποστήριξη της επιχειρηματολογίας του. Αυτές είναι η Alahmari v. Alia Airline (1990)1 Α.Α.Δ. 434, και Continental Ins. Co of Hampshire v. O´Regan (1998)1 A.A.Δ. 1087. Η Alahmari δεν αφορούσε έφεση, αλλά πρωτογενές αίτημα του εφεσίβλητου στο Εφετείο για την παροχή ασφάλειας για τα έξοδα, η οποία έγινε αποδεχτή ενόψει της διαπίστωσης ότι οι πρόνοιες της Δ.60, θ.1 τυγχάνουν εφαρμογής και στην κατ΄ έφεση διαδικασία. Η Continental Ins. (ανωτέρω), αφορούσε έφεση κατά απορριπτικής απόφασης για την παροχή ασφάλειας για τα έξοδα του εναγομένου. Η συζήτηση περιστράφηκε γύρω, (α) από τη θέση που υπέχει ο τριτοδιάδικος σε απαίτηση που εγείρεται εναντίον του από τον εναγόμενο, και (β) από το πλαίσιο παροχής ασφάλειας για τα έξοδα ορώμενο κάτω από τις διατάξεις του Άρθρου 30.2 του Συντάγματος και του άρθρου 6(1) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Θεμελιωδών Ελευθεριών. Η έφεση απορρίφθηκε. Το δικαιοδοτικό πλαίσιο άσκησης έφεσης κατά ενδιάμεσης απόφασης δεν ηγέρθη ούτε εξετάστηκε άμεσα ή έμμεσα. Το Εφετείο δεν εξέφερε λόγο επί του θέματος.

Κρίνουμε ότι τόσο ως ζήτημα νομολογιακής δέσμευσης όσο και ως θέμα αρχής, η Χάσικος και μεταγενέστερες αποφάσεις στοιχειοθετημένες στον ίδιο λόγο, καθορίζουν ποίες ενδιάμεσες αποφάσεις πρωτόδικων δικαστηρίων υπόκεινται σε έφεση. Οι διαπιστώσεις στην Price, στις οποίες έχουμε αναφερθεί συνιστούν απόκλιση, τόσο από το λόγο προγενέστερων της έκδοσης της δικαστικών αποφάσεων, όσο και από τη σωστή ερμηνεία του όρου «απόφαση», ως διαγράφεται από τη νομολογία. Η διαπίστωση αυτή θέτει εκ ποδών την έφεση, την οποία εξετάζουμε, στρεφόμενη κατά απόφασης πρωτόδικου δικαστηρίου απορριπτικής αιτήματος της εναγομένης αρ. 6, στην πρωτόδικη διαδικασία, της εφεσείουσας ενώπιον μας, για την παροχή περαιτέρω και καλύτερων λεπτομερειών, σε σχέση με γεγονότα και ισχυρισμούς που προβάλλονται σε ορισμένες παραγράφους της έκθεσης απαιτήσεως από την ενάγουσα - εφεσίβλητη. Η ενδιάμεση απόφαση δεν είναι αφ΄ εαυτής καθοριστική για τα δικαιώματα των διαδίκων.

 

 

 

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 

Πικής, Π.

Αρτέμης, Δ.

Κωνσταντινίδης , Δ.

Καλλής, Δ.

Κρονίδης, Δ.

Ηλιάδης, Δ.

Γαβριηλίδης, Δ.

 

 

 

 

 

 

/ΑυΦ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο