ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2003) 1 ΑΑΔ 287
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πoλιτική Έφεση Αρ.11142)
28 Φεβρουαρίου, 2003
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΡΓΥΡΟΥ,
Εφεσείων-Ενα γόμενος,
v.
ΜELANI & HELEN MICHAEL FRESH FISH MARKET LTD,
Εφεσιβλήτων- Eναγόντων.
Α. Παπαχαραλάμπους,
για τον Εφεσείοντα.Μ. Αναστασίου, για τους Εφεσίβλητους.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.
: Οι εφεσίβλητοι-ενάγοντες είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης που ασχολείται με την εισαγωγή, διανομή και πώληση ψαριών. Ήταν η εκδοχή της ότι κατά την περίοδο μεταξύ 26.7.96 και 27.9.96 παρέδωσε προς τον εφεσείοντα-εναγόμενο, για το εστιατόριο Αστακός στη Λευκωσία, ποσότητα ψαριών και κατά διάφορες ημερομηνίες ο τελευταίος πλήρωσε προς αυτούς το ποσό των £890 και παρέμεινε υπόλοιπο £1.555.Το πρωτόδικο δικαστήριο δέχθηκε την εκδοχή των εφεσίβλητων-εναγόντων και εξέδωσε απόφαση υπέρ τους για το ως άνω ποσό πλέον έξοδα.
Ο εφεσείοντας-εναγόμενος με την έφεση του αυτή αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου και βασικά ισχυρίζεται ότι αυτός, εν γνώσει των εφεσίβλητων-εναγόντων, ενήργησε ως αντιπρόσωπος της εταιρείας A.P.T. New Nicosia Fish Tavern Ltd, που ήταν ιδιοκτήτρια της ψαροταβέρνας Αστακός και ουδέποτε εδεσμεύετο προσωπικώς.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού ανέλυσε με λεπτομέρεια τη μαρτυρία και σχολίασε τόσο την εντύπωση που έκαμαν ενώπιόν του οι μάρτυρες, όσο και τις λεπτομέρειες των καταθέσεων των μαρτύρων ενώπιον του, τις αξιολόγησε και δέχθηκε την εκδοχή των εφεσίβλητων-εναγόντων καταλήγοντας πως ουδέποτε ο εφεσείων-εναγόμενος απεκάλυψε στους εφεσίβλητους την ιδιότητα του ως αντιπροσώπου της αναφερθείσας εταιρείας.
Κατ΄ακολουθία, με αναφορά στις πρόνοιες του Άρθρου 190 του Περί Συμβάσεων Νόμου Κεφ. 149 και την ανάλυση του που έγινε στη Γεωργιάδη ν. Τhe Bernouli Trading Co. Ltd (1994) 1 A.A.Δ. 629 (με ιδιαίτερη αφορά στη σελ. 632) κατέληξε στο συμπέρασμα πως ο εναγόμενος απέτυχε να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι οι ενάγοντες είχαν γνώση του ότι αυτός ενεργούσε ως αντιπρόσωπος της εταιρείας, ιδιοκτήτριας της ταβέρνας και εξέδωσε απόφαση υπέρ των εφεσίβλητων-εναγόντων. Ταυτόχρονα, απέρριψε και τη θέση του εφεσείοντα-εναγόμενου ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού δεν είχε αρμοδιότητα να εκδικάσει την υπόθεση, αφού κατέληξε στο συμπέρασμα πως η επίδικη συμφωνία έγινε στη Λεμεσό.
Με τους λόγους έφεσης του ο εφεσείων-εναγόμενος προσβάλλει τα επί μέρους ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με την αξιοπιστία και την αλήθεια των λεγομένων διαφόρων μαρτύρων χωρίς όμως ρητά να αναφέρει ποια πραγματικά ευρήματα και συμπεράσματα του Δικαστηρίου προσβάλλει. Εντούτοις, προκύπτει από τους πιο πάνω λόγους έφεσής του, πως το μόνο εύρημα ουσίας που προσβάλλει είναι το ότι από τη μαρτυρία προέκυπτε πως αυτός δεν είχε αποκαλύψει και ότι οι εφεσίβλητοι-ενάγοντες δεν γνώριζαν ότι ενεργούσε για λογαριασμό της εταιρείας A.P.T. New Nicosia Fish Tavern Ltd, και όχι προσωπικά.
Είναι ευρέως νομολογημένες οι αρχές, με βάση τις οποίες το Εφετείο επεμβαίνει στα πραγματικά ευρήματα και στα ευρήματα αξιοπιστίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Στη Θεοδώρου ν. Θεοδώρου (81992) 1 Α.Α.Δ. 253 λέχθηκαν τα ακόλουθα στις σελ. 257 και 258:
«Αναφορικά με τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου που βασίζονται στην αξιοπιστία μαρτύρων, είναι καθιερωμένη αρχή ότι η αξιολόγηση ενός μάρτυρα αν είναι αξιόπιστος ή όχι, είναι καθαρά θέμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου και κατά κανόνα το Εφετείο σπάνια επεμβαίνει στο να αποφασίσει περί της αξιοπιστίας ενός μάρτυρα. Στην υπόθεση 7204 Μόδεστος Πίτσιλος ν. Δημητράκη Ευγενίου (1989) 1 Α.Α.Δ. (Ε) 691, σελ. το Δικαστήριο αναφέρει τα ακόλουθα:
"Οι υπόλοιποι λόγοι της έφεσης στρέφονται ουσιαστικά εναντίον των ευρημάτων αξιοπιστίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Στο δικαϊκό μας σύστημα η ευθύνη για τη διαπίστωση των γεγονότων ανήκει κατ΄εξοχή στο πρωτόδικο Δικαστήριο το οποίο έχει την ευκαιρία να ακούσει τους μάρτυρες και να εκτιμήσει την αξιοπιστία τους στα πλαίσια της ζωντανής ατμόσφαιρας της δίκης
Σχετικές μεταξύ άλλων είναι και οι υποθέσεις Σταυρινίδης ν. Χ" Πιέρα (1992) 1 Α.Α.Δ. 1056, στη σελ. 1061-1062 και
Demosthenous v. Katsourides (1988) 1 C.L.R. 665 στις σελ. 669 και 670.Έχουμε διεξέλθει τη μαρτυρία και την ανάλυσή της στην οποία προέβη το πρωτόδικο Δικαστήριο και έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα πως δεν χωρεί επέμβαση μας. Το Δικαστήριο επεσήμανε τις οποιεσδήποτε αντιφάσεις ή μειονεκτήματα των μαρτυριών που είχε ενώπιον του, τόσο για τον εφεσείοντα όσο και για τους εφεσίβλητους, και με λεπτομέρεια επεξήγησε γιατί προτίμησε την εκδοχή του εφεσίβλητου. Ουσιώδης σημασίας ήταν και το εύρημα του για την εντύπωση που του έκαμαν οι μάρτυρες ενώ κατέθεταν, κάτι που μόνο ο πρωτόδικος Δικαστής θα μπορούσε να σχολιάσει και να εκτιμήσει. Τα επιχειρήματα του εφεσείοντα-εναγόμενου προς προώθηση της θέσεως του απορρίφθηκαν μετά από πλήρη αιτιολόγηση του πρωτόδικου Δικαστή, μια αιτιολόγηση που σαφώς ενέπιπτε στα ορθά πλαίσια της άσκησης της διακριτικής του ευχέρειας στον τομέα αυτό και έτσι δεν χωρεί οποιαδήποτε επέμβασή μας.
Με βάση τα ευρήματα του αυτά ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα πως, κάτω από τις συνθήκες, ο εφεσείων ήταν προσωπικά υπεύθυνος για το οφειλόμενο ποσό, που δεν αμφισβητήθηκε, και ως εκ τούτου ορθά αποφάσισε υπέρ των εφεσίβλητων-εναγόντων.
Κάτω από το φως των πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του εφεσείοντα.
Δ. Δ. Δ.
/Χ.Π.