ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2003) 1 ΑΑΔ 15
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 4/2003.
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ με το άρθρο 155.4 του Συντάγματος και το Άρθρο 3 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Διάφοραι Διατάξεις) του Νόμου του 1964
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ με το άρθρο 16 του Συντάγματος, τα Άρθρα 27, 28, 29, 32, 33 και 34 της Ποινικής Δικονομίας Κεφ. 155 και το Άρθρο 8 της Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ με την αίτηση του Κυριάκου Χαραλάμπους Τσιβίκου από τη Λάρα Επαρχιάς Πάφου
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ με το Ένταλμα Ερεύνης που εξέδωσε το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου ημερομηνίας 24.7.2000.
______________________
15 Ιανουαρίου, 2003
.Για τον αιτητή: Δ. Θεοδώρου.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα αίτηση ο αιτητής ζητά «άδεια για καταχώριση αίτησης για έκδοση εντάλματος της φύσεως Certiorari δια του οποίου να μεταφερθεί και παρουσιασθεί ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου το ένταλμα έρευνας ημερ. 24.7.2000 που εξέδωσε το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου σχετικά με την ως άνω οικία, υποστατικά, εστιατόριο και οχήματα του αιτητή και την ακύρωση του».
Στην Δώρος Γεωργιάδης, Πολιτική Έφεση 11239/27.9.2002, με αναφορά στην Αγγλική Νομολογία, λέχθηκαν τα εξής σε σχέση με τη διαδικασία και το νομότυπο του αιτήματος του εφεσείοντα-αιτητή:
"Επιβάλλεται όμως να πούμε πως ίσως απορριπτική θα έπρεπε να ήταν η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου και για ένα άλλο λόγο που αφορά τη διαδικασία και το νομότυπο του αιτήματος του εφεσείοντα-αιτητή.
Επειδή δεν υπάρχει καθόλου πρόνοια, είτε στο Νόμο 14/60, είτε σε Κανονισμούς και επειδή δεν έγιναν Κανονισμοί από το Ανώτατο Δικαστήριο μετά ή πριν την ανεξαρτησία, το Δικαστήριο ως θέμα πρακτικής ακολουθούσε και εφάρμοζε διαδικασία ανάλογη με αυτή που εφαρμοζόταν στην Αγγλία (Ellinas v. Republic (1989) 1 C.L.R. 17). Eίναι η θέση της νομολογίας μας πως στην απουσία διαδικαστικού κανονισμού μπορεί και ακολουθείται η Αγγλική πρακτική που προδιαγράφεται στους Αγγλικούς Κανονισμούς σε διαδικασία προνομιακών ενταλμάτων. Προκύπτει δε από τη Νομολογία πως το Ανώτατο Δικαστήριο έχει με σταθερότητα ακολουθήσει τους Κανονισμούς που ίσχυαν στην Αγγλία κατά το χρόνο της εφαρμογής του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας. (Τράπεζα Κύπρου (Αρ. 5) (1997) 1 Α.Α.Δ. 1319).
Στην Γιάγκου (Αρ. 1)
(1998) 1 Α.Α.Δ., 1265 λέχθηκαν τα ακόλουθα:'Στην Κύπρο το Ανώτατο Δικαστήριο έχει αποκλειστικό δικαίωμα για την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 154.4 του Συντάγματος. Επειδή δε, δεν έχουν εκδοθεί διαδικαστικοί κανονισμοί που διέπουν τη διαδικασία έκδοσης προνομιακών ενταλμάτων, εφαρμόζονται οι αντίστοιχοι Αγγλικοί Κανόνες (Ιδε In re Aeroporos, Aίτηση 176/96 της 27.5.95) που είναι η Διαταγή 53, Θεσμοί 1-14 των Αγγλικών Θεσμών του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Rules of the Supreme Court of England). (Ιδε The Supreme Court Practice 1979, V.1, σ. 819 που αντιστοιχεί στη Διαταγή 59, θεσμοί 3-8 των παλαιών Αγγλικών Θεσμών του Ανωτάτου Δικαστηρίου (The Annual Practice 1956, σ. 1302). Ιδε επίσης Halsbury΄s Laws of England, 4th Edition, V.11, paras 1528-1573)'
H Aγγλική Δ.53 θ.1(2) προνοεί τα ακόλουθα:
'An application for such leave must be made ex parte to a Divisional court of the Queen΄s Bench Division, except in vacation when it may be made to a judge in chambers, and must be supported by a statement setting out the name and description of the applicant, the relief sought and the grounds on which it is sought, and by affidavits, to be filed before the application is made, verifying the facts relied on.'
Όπως προκύπτει από τα πιο πάνω, το αίτημα θα πρέπει να αποτελείται από τρία έγγραφα: (α) μονομερής αίτηση για άδεια, (β) δήλωση (statement) που πρέπει να περιέχει το όνομα και περιγραφή του αιτητή, την αιτούμενη θεραπεία και τους λόγους στους οποίους βασίζεται και (γ) ένορκη/ες δήλωση/εις. Στην υπό εξέταση περίπτωση υπάρχουν μόνο δύο έγγραφα. Η ένορκη δήλωση που περιέχει και επαληθεύει τα γεγονότα και το τι τιτλοφορείται 'δήλωση' που περιέχει το όνομα του αιτητή, τις αιτούμενες θεραπείες και τα νομικά σημεία στα οποία στηρίζεται. Μονομερής αίτηση δεν υπάρχει. Όμως η πιο πάνω 'δήλωση' ακολούθως αίφνης ονομάζεται 'η παρούσα αίτηση' και παρατίθενται σ΄αυτή Άρθρα του Συντάγματος, του Νόμου 14/60, Κανονισμοί και άλλα (συμπεριλαμβανομένης και της Δ.48 θ. 1 και 2) και ακολούθως αναφέρεται πως 'η παρούσα αίτηση' έγινε από τους δικηγόρους του αιτητή, δίδοντας και τη διεύθυνση επίδοσης τους και τελειώνει με αναφορά στην ημερομηνία καταχώρισης και ορισμού της. Είναι προφανές ότι σύμφωνα με τους Κανονισμούς δεν μπορεί το ίδιο έγγραφο να είναι και η 'Δήλωση' (Statement) που απαιτεί ο Κανονισμός αλλά και η Αίτηση. Πρέπει να υπάρχει μονομερής Αίτηση (που ας σημειωθεί δεν μπορεί να βασίζεται στη Δ.48) η οποία να υποστηρίζεται από ξεχωριστή ανεξάρτητη 'Δήλωση', που όπως αναφέρεται στην παράγραφο 53/1/7 του White Book 1976, p.800, δεν πρέπει να περιέχει οτιδήποτε πέραν του ονόματος και της περιγραφής του αιτητή, της αιτούμενης θεραπείας, και των λόγων στους οποίους βασίζεται. Σχετική είναι και η Umber Industrial Co. Ltd (1990) 1 A.A.Δ 731). Στην υπόθεση αυτή γίνεται παραπομπή, όσον αφορά τον τύπο που πρέπει να έχει η 'Δήλωση' (ή 'Έκθεση' όπως ονομάζεται) στο Atkin΄s Court Forms, 2nd Ed. Vol. 14, p.75, Volume 22, και Chitty & Jacob΄s Queen΄s Bench Forms, 20th Ed. pp 1007-1008.
Είναι ως εκ τούτου παράτυπη η Αίτηση και θα μπορούσε να λεχθεί ότι στην ουσία δεν έχει καταχωρηθεί μονομερής Αίτηση που να ζητά άδεια για την καταχώριση αίτησης με κλήση, αφού η αναφορά που γίνεται επί του προκειμένου στις 'Αιτούμενες Θεραπείες' στη Δήλωση που καταχωρήθηκε, δεν συνιστά αίτημα αλλά είναι περιγραφική των αιτούμενων θεραπειών, όπως προνοείται από την Αγγλική Δ.53, θ.2.»
Στην παρούσα υπόθεση δεν έχουν καταχωρηθεί τρία έγγραφα. Έχουν καταχωρηθεί δύο έγγραφα. Η ένορκη δήλωση που περιέχει και επαληθεύει τα γεγονότα και έγγραφο που τιτλοφορείται «Δήλωση που καταχωρήθηκε σύμφωνα με τους Κανονισμούς του Ανωτάτου Δικαστηρίου και της Πρακτικής τούτου ως και δυνάμει του άρθρου 155.4 του Συντάγματος και επίσης του Καν. 3 των Διαδικαστικών Κανονισμών (Μεταβατικαί Διατάξεις του 1960).
Τη δήλωση ακολουθούν τα εξής κεφάλαια:
«1. Όνομα και περιγραφή του αιτητή.
Μονομερής αίτηση δεν υπάρχει.
Σύγκριση του περιεχομένου της παρούσας αίτησης με εκείνο της Αίτησης στη Δώρος Γεωργιάδης (πιο πάνω) αποκαλύπτει ότι το περιεχόμενο των δύο αιτήσεων είναι ταυτόσημο. Τυγχάνουν επομένως εφαρμογής τα λεχθέντα στη Γεωργιάδης
.Στην Angeo & Co. Ltd (Αρ. 1) (1992) 1 Α.Α.Δ. 374 (απόφαση Αρτέμη, Δ.) λέχθηκαν τα εξής:
«Το ερώτημα που θα πρέπει τώρα ν΄ απαντηθεί είναι κατά πόσο η αποτυχία των αιτητών να αναφέρουν το λόγο για τον οποίο ζητούν την έκδοση του Εντάλματος καθώς και τη σχετική νομική πρόνοια στο σώμα της αίτησης, οδηγεί στην εξ υπ΄ αρχής ακυρότητα της αίτησης.
Η αποτυχία αυτή των αιτητών να αποκαλύψουν το λόγο για τον οποίο ζητούν την ακύρωση της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου, μπορεί να παρομοιασθεί με κλητήριο ένταλμα αγωγής όπου ζητούνται συγκεκριμένες θεραπείες χωρίς όμως να αποκαλύπτεται βάση αγωγής στο σώμα του κλητηρίου. Μιά τέτοια αγωγή θα οδηγούσε για το λόγο αυτό στην απόρριψη της. Έτσι, κατά την κρίση μου, κατ΄ αναλογία στο ίδιο αποτέλεσμα πρέπει να καταλήξει και η παρούσα αίτηση.
Σε τελευταία απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Λεύκος Γεωργιάδης (1992) 1 Α.Α.Δ. 298) τονίζεται από τον Γ. Πική, Δ., ότι η διαδικασία αίτησης για την έκδοση Προνομιακού Εντάλματος υπόκειται στους δικονομικούς κανόνες που διέπουν την έκδοση ανάλογων διαταγμάτων στο Ηνωμένο Βασίλειο (In re Aeroporos and Others (1988) 1 C.L.R. 302 και Ellinas v. Republic (1989) 1 C.L.R. 17), και παράλειψη συμμόρφωσης με τα προαπαιτούμενα για την έγερση της διαδικασίας καθιστά το αίτημα προς το Δικαστήριο άνευ αντικειμένου. Συναφώς στην πιο πάνω απόφαση αναφέρονται τα ακόλουθα:
'Ο προσδιορισμός του λόγου για τον οποίο επιζητείται η έκδοση προνομιακού εντάλματος συνιστά το ουσιωδέστερο στοιχείο της αίτησης. Η παροχή άδειας για υποβολή αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος είναι συνυφασμένη με τους λόγους για τους οποίους επιδιώκεται και συναρτάται με αυτούς. (Βλ. Αίτηση Πανίκου Ευθυμίου, Αίτηση 33/87, εκδόθηκε στις 3.1.90 και θα δημοσιευθεί στο (1990) 1 Α.Α.Δ. και Αίτηση Σταυρή Θεοδούλου, Αίτηση 96/80, εκδόθηκε στις 27.9.90 και θα δημοσιευθεί στο (1990) 1 Α.Α.Δ.)
Στην παρούσα υπόθεση δεν έχει σημειωθεί συμμόρφωση με τα πιο πάνω διαδικαστικά προαπαιτούμενα. Δεν έχουν καταχωρηθεί τρία έγγραφα. Απουσιάζει η μονομερής αίτηση. Επομένως το αίτημα καθίσταται άνευ αντικειμένου και απορρίπτεται.
Υπάρχει και δεύτερος λόγος για τον οποίο η αίτηση πρέπει να απορριφθεί. Αυτός σχετίζεται με την παράλειψη καταχώρισης πιστοποιημένου αντιγράφου του επίδικου εντάλματος ερεύνης. Μια τέτοια παράλειψη οδηγεί στην απόρριψη της αίτησης. Αυτό βεβαιώνεται από τη Νομολογία. Στην Γιάννης Γερολέμου, Αίτηση 22/2002/3.4.2002 ο Αρτέμης, Δ., έθεσε το θέμα ως εξής:
«Υπάρχει όμως και ακόμη ένας λόγος που πρέπει να οδηγήσει σε απόρριψη της αίτησης. Σύμφωνα με τους Αγγλικούς Κανονισμούς που ακολουθούνται στην Κύπρο και σύμφωνα με την Κυπριακή νομολογία, στην αίτηση πρέπει να επισυνάπτονται όλα τα σχετικά έγγραφα και, συγκεκριμένα, η απόφαση ή το διάταγμα ή το ένταλμα του οποίου επιδιώκεται η ακύρωση. Όπως αποφασίστηκε στην
Στην παρούσα περίπτωση το τί έχει επισυναφθεί στην αίτηση είναι ένα, όπως φαίνεται, φωτοστατικό αντίγραφο του εντάλματος έρευνας καθώς και της ένορκης δήλωσης του αστυφύλακα βάσει της οποίας εκδόθηκε το ένταλμα. Τα φωτοστατικά αυτά αντίγραφα δεν ικανοποιούν την αναγκαιότητα ύπαρξης πιστοποιημένων αντιγράφων και ως εκ τούτου
δεν θα μπορούσε και γι΄ αυτό το λόγο να δοθεί η αιτούμενη άδεια.»Όπως και στη Γερολέμου (πιο πάνω) στην παρούσα υπόθεση έχει επιφυναφθεί φωτοστατικό αντίγραφο του εντάλματος έρευνας καθώς και της ένορκης δήλωσης του αστυνομικού λοχία βάσει της οποίας εκδόθηκε το ένταλμα.
Όπως λέχθηκε στη Γερολέμου (πιο πάνω) αυτά τα έγγραφα δεν ικανοποιούν την αναγκαιότητα ύπαρξης πιστοποιημένων αντιγράφων και ως εκ τούτου δεν θα μπορούσε και γι΄ αυτό το λόγο να δοθεί η αιτούμενη άδεια.
Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση απορρίπτεται.
Δ.
/ΕΑΠ.