ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 1 ΑΑΔ 1000
9 Ιουλίου, 2002
[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]
THANOS HOTELS LTD,
Εφεσείοντες,
ν.
ΑΝΔΡΕΑ ΑΝΔΡΕΟΥ,
Εφεσιβλήτου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 10889)
Εργοδότης και εργοδοτούμενος ― Τερματισμός απασχολήσεως ― Αξίωση για αποζημιώσεις για παράνομη απόλυση και πληρωμή αντί προειδοποίησης ― Κατά πόσο ο εργοδοτούμενος είχε επιδείξει επιλήψιμη διαγωγή παρέχουσα, με βάση το Άρθρο 5 του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου, Αρ. 24/67 και τροποποιήσεων, δικαίωμα στους εργοδότες να τερματίσουν χωρίς αποζημίωση την εργοδότησή του.
Εργοδότης και εργοδοτούμενος ― Υποχρέωση υπακοής εργοδοτούμενου έναντι των εργοδοτών του ― Συνδέεται με την υπηρεσιακή του εξάρτηση και δεν εκτείνεται καταρχή και σε θέματα που αναφέρονται στην ιδιωτική ζωή του έξω από την επιχείρηση.
Οι εφεσείοντες, εργοδότησαν τον εφεσίβλητο ως σερβιτόρο στο ξενοδοχείο Annabelle στην Πάφο από 1.8.90. Η υπηρεσία του τερματίστηκε από τους εφεσείοντες στις 5.10.98 όταν ο εφεσίβλητος κατείχε θέση Αρχισερβιτόρου Β και ο μισθός του ήταν ΛΚ190,50 εβδομαδιαίως. Οι εφεσείοντες υποστήριξαν ότι είχαν δικαίωμα, στη βάση του Άρθρου 5 του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου Αρ. 24/67 (ο Νόμος), να τερματίσουν την εργοδότηση του εφεσίβλητου για ένα περιστατικό που, κατά την εκδοχή τους, συνιστούσε μεμπτή συμπεριφορά, ασυμβίβαστη προς τη σχέση εργοδότη-εργοδοτούμενου.
Το περιστατικό αυτό αφορούσε ερωτική σχέση που είχε ο εφεσίβλητος με την κόρη του κ. McGrail, ο οποίος επισκέπτετο συχνά την Κύπρο και έμενε στο ξενοδοχείο Annabelle. Ο κ. McGrail είχε διατυπώσει παράπονο με επιστολή του, που αποτέλεσε και τον πραγματικό λόγο απόλυσης του εφεσίβλητου.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι δεν εδικαιολογείτο η απόλυση και επεδίκασε στον εφεσίβλητο ΛΚ3329 ως αποζημιώσεις για αδικαιολόγητη και παράνομη απόλυση, ΛΚ1524 ως πληρωμή αντί προειδοποιήσεως και £300 έξοδα.
Οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν την απόφαση.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η ερωτική σχέση που συνήψε ο εφεσίβλητος με την κόρη του κ. McGrail έγινε όταν αυτός ήταν ελεύθερος. Δεν προκύπτει από τη μαρτυρία ότι ο εφεσίβλητος παρέστησε μετά το γάμο του, στην κόρη του κ. McGrail ή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ότι ήταν ελεύθερος. Τα όσα περί του αντιθέτου αφήνει να νοηθούν ο κ. McGrail στην επιστολή του αποτελούν εικασίες χωρίς την παραμικρή τεκμηρίωση. Το γεγονός ότι η γνωριμία έτυχε να γίνει στο ξενοδοχείο που διέμενε η κοπέλα και εργαζόταν ο εφεσίβλητος σίγουρα είναι στοιχείο χωρίς σημασία.
2. Η ακόλουθη διαπίστωση του δικάσαντος δικαστηρίου είναι απόλυτα ορθή:
«Ο εργοδοτούμενος έχει μεν την υποχρέωση της υπακοής έναντι των εργοδοτών του, υποχρέωση που πηγάζει από την σύμβαση εξηρτημένης εργασίας, αλλά από την άλλη δεν παύει να είναι ελεύθερη και ανεξάρτητη προσωπικότητα και να έχει το δικαίωμα στην ιδιωτική και προσωπική ζωή, όπως κάθε άλλος άνθρωπος στο σύγχρονο κόσμο».
3. Η ερωτική σχέση που συνήψε ο εφεσίβλητος με τη θυγατέρα του κ. McGrail και τα περιβάλλοντα τη σχέση γεγονότα σε συνάρτηση προς τη σύμβαση εργοδότησης δεν στοιχειοθετούν επιλήψιμη διαγωγή εκ μέρους του εφεσίβλητου παρέχουσα, με βάση το Άρθρο 5 του νόμου, δικαίωμα στους εφεσείοντες να τερματίσουν χωρίς αποζημίωση την εργοδότησή του.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από τους εναγόμενους κατά της απόφασης του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών που δόθηκε στις 29/6/00 (Αρ. Αγωγής 620/98) με την οποία έγινε δεκτή η αξίωση του ενάγοντα-εργοδοτούμενου ως σερβιτόρου σε ξενοδοχείο των εναγομένων και με την οποία οι εναγόμενοι καταδικάστηκαν να καταβάλουν στον εναγόμενο ΛΚ3329 ως αποζημιώσεις για αδικαιολόγητη και παράνομη απόλυση, ΛΚ1524 ως πληρωμή αντί προειδοποίησης και £300 έξοδα.
Κ. Μιχαηλίδης και Ν. Οικονομίδης, για τους Εφεσείοντες.
Γ. Ρούσου για Ν. Τσιαπαρή, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Η έφεση στρέφεται εναντίον απόφασης του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών με την οποία οι εφεσείοντες καταδικάστηκαν να καταβάλουν στον εφεσίβλητο ΛΚ3329 ως αποζημιώσεις για αδικαιολόγητη και παράνομη απόλυση, ΛΚ1524 ως πληρωμή αντί προειδοποίησης και £300 έξοδα.
Οι εφεσείοντες, εργοδότησαν τον εφεσίβλητο ως σερβιτόρο στο ξενοδοχείο Annabelle στην Πάφο από 1.8.90. Η υπηρεσία του εφεσίβλητου τερματίστηκε από τους εφεσείοντες στις 5.10.98 όταν ο εφεσίβλητος κατείχε θέση Αρχισερβιτόρου Β και ο μισθός του ήταν ΛΚ190,50 εβδομαδιαίως.
Ο εφεσίβλητος διεκδίκησε αποζημιώσεις για αδικαιολόγητη / παράνομη απόλυση και πληρωμή αντί ειδοποίησης. Η υπεράσπιση που πρόβαλαν οι εφεσείοντες, βασισμένη στο άρθρο 5(α)(ε)(στ)(i) (ii)(iv)(v)* του νόμου, είναι ότι:
(α) Ο εφεσίβλητος δημιουργούσε κατ' επανάληψη προβλήματα / προστριβές και γενικά παραβίαζε και/ή παραγνώριζε τους κανόνες της εργασίας του.
(β) Συμπεριφερόταν απρεπώς τόσο προς το προσωπικό όσο και στους πελάτες του ξενοδοχείου.
(γ) Με τη συμπεριφορά του υπονόμευε τα συμφέροντα των εργοδοτών του και ερχόταν συνεχώς σε αντίθεση με αυτά.
Οι εφεσείοντες, είχαν το βάρος απόδειξης ότι ο τερματισμός των υπηρεσιών του εφεσίβλητου έγινε νόμιμα για ένα από τους λόγους που περιοριστικά αναφέρονται στο άρθρο 5 του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου, αρ. 24/67 και τροποποιήσεων (στο εξής «ο Νόμος») - βλ. άρθρο 6(1).
Πρωτόδικα αλλά και κατά την ακρόαση της έφεσης, η προσοχή επικεντρώθηκε σε ένα κυρίως περιστατικό που κατά την εκδοχή των εφεσειόντων συνιστούσε μεμπτή συμπεριφορά του εφεσίβλητου, ασυμβίβαστη προς τη σχέση εργοδότη - εργοδοτουμένου η οποία, καθιστούσε κατά τους εφεσείοντες, σύννομη και δικαιολογημένη την απόλυση.
Η εκδοχή των εφεσειόντων είναι ότι το Σεπτέμβριο 1998 πήραν μέσω του αντιπροσώπου τους στο Λονδίνο μια επιστολή από κάποιο κύριο David McGrail ο οποίος, παραπονείτο ότι κατά τη διαμονή του μαζί με τη σύζυγο και την κόρη του στο ξενοδοχείο Annabelle το Νοέμβριο 1997, η κόρη του γνωρίστηκε με τον εφεσίβλητο, υπάλληλο του ξενοδοχείου και ότι σταδιακά, αναπτύχθηκε μεταξύ τους στενότερη σχέση. Όταν γύρισαν στην Αγγλία, η κόρη του επικοινωνούσε τηλεφωνικά με τον εφεσίβλητο και του έστελλε γράμματα. Ηρθαν και άλλες φορές από τότε στην Κύπρο για διακοπές και πάντοτε έμεναν στο ίδιο ξενοδοχείο. Όταν το Δεκέμβριο 1997 βρέθηκαν ξανά στο Annabelle για τις διακοπές των Χριστουγέννων, η κόρη του, ρώτησε τον εφεσίβλητο αν ήταν νυμφευμένος ή αν είχε φίλη. Ο εφεσίβλητος απάντησε αρνητικά και η μεταξύ τους στενή σχέση συνεχίστηκε κανονικά. Το Φεβρουάριο 1998 φιλοξένησαν τον εφεσίβλητο στο σπίτι τους στην Αγγλία. Αργότερα, μέσα στον ίδιο χρόνο, ήρθαν και πάλι στην Κύπρο όπου διέμειναν σε επαύλεις που δεν είχαν σχέση με την επιχείρηση των εφεσειόντων. Κατά την τελευταία επίσκεψη τους στην Κύπρο το 1998 η γυναίκα και η κόρη του πληροφορήθηκαν από τρίτους ότι ο εφεσίβλητος ήταν νυμφευμένος. Αυτή η πληροφορία στενοχώρησε την κόρη του και της προκάλεσε ταλαιπωρία. Ο ίδιος και η οικογένειά του αισθάνθηκαν προσβολή, μείωση της αξιοπρέπειας και της υπόληψής τους. Η επιστολή του κ. McGrail κατέληγε με την απειλή δυσφήμισης του ξενοδοχείου σε φίλους, τοπικές εφημερίδες και άλλα μέσα ενημέρωσης αν οι εφεσείοντες δεν απέλυαν τον εφεσίβλητο από την υπηρεσία τους.
Η διεύθυνση του ξενοδοχείου γνωστοποίησε στον εφεσίβλητο το περιεχόμενο της επιστολής του κ. McGrail και αφού του εξηγήθηκε η σοβαρότητα της κατάστασης τον προέτρεψαν να παραιτηθεί. Ο εφεσίβλητος αρνήθηκε. Ισχυρίστηκε πως ό,τι έγινε, ήταν εκτός ξενοδοχείου και εκτός εργασίας. Κατόπιν τούτου, χορηγήθηκε στον εφεσίβλητο άδεια απουσίας δύο ημερών για ανάπαυση και ακολούθως άδεια απουσίας μετ' απολαβών. Και ενώ ο εφεσίβλητος ήταν με άδεια, οι εφεσείοντες τερμάτισαν την εργοδότηση με επιστολή του δικηγόρου τους ημερομηνίας 5.10.98.
Στην προαναφερθείσα επιστολή τερματισμού γίνεται λόγος για προηγούμενη κακή συμπεριφορά του εφεσίβλητου προς πελάτες του ξενοδοχείου και συναδέλφους του καθώς και αναφορά στο παράπονο του κ. McGrail με επισυνημμένη την επιστολή του.
Κατά την ακρόαση της υπόθεσης κατατέθηκαν οκτώ επιστολές των εφεσειόντων προς τον εφεσίβλητο οι οποίες περιέχουν παρατηρήσεις για κατ' ισχυρισμό παραπτώματα και/ή κακή συμπεριφορά του εφεσίβλητου σε διάφορες ημερομηνίες κατά τη διάρκεια της εργοδότησής του από 25.10.94 μέχρι 15.5.98. Το τελευταίο έγγραφο ημερομηνίας 15.5.98 ουσιαστικά αποτελεί προειδοποίηση προς τον εφεσίβλητο ο οποίος, εκαλείτο να προσαρμοστεί προς τις απαιτήσεις των καθηκόντων του και σε περίπτωση που θα διέπραττε σοβαρό παράπτωμα θα απολυόταν.
Το δικαστήριο που εκδίκασε την υπόθεση, έκρινε ότι οι πιο πάνω παρατηρήσεις προς τον εφεσίβλητο δεν συνιστούσαν λόγο απόλυσης γιατί οι εφεσείοντες ποτέ δεν άσκησαν το δικαίωμά τους για απόλυση του εφεσίβλητου κατά τον κρίσιμο χρόνο δηλαδή, το χρόνο διάπραξης των κατ' ισχυρισμό παραπτωμάτων. Με αυτό το σκεπτικό, βασισμένο στην επιφύλαξη του άρθρου 5(ε)* του Νόμου το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη ως λόγο απόλυσης τις προηγούμενες παρατηρήσεις των εφεσειόντων προς τον εφεσίβλητο. Ο χρόνος που παρήλθε από το τελευταίο κατ' ισχυρισμό παράπτωμα του εφεσίβλητου (19.5.98), ορθά κρίθηκε πως δεν μπορούσε να θεμελιώσει λόγο απόλυσης του στις 5.10.98 εφόσον το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από 19.5.98 μέχρι 5.10.98 δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως λογικό χρονικό διάστημα για την άσκηση του δικαιώματος απόλυσης κατά τα προβλεπόμενα στην επιφύλαξη του άρθρου 5(ε) του Νόμου.
Κατόπιν των πιο πάνω διαπιστώσεων, η προσοχή του δικαστηρίου επικεντρώθηκε στο παράπονο του κ. McGrail που αποτέλεσε και τον πραγματικό λόγο απόλυσης του εφεσίβλητου.
Ο εφεσίβλητος κατέθεσε ότι κατά τις δύο πρώτες επισκέψεις της οικογένειας McGrail στο ξενοδοχείο Annabelle το 1997, γνωρίστηκε με την οικογένεια και μεταξύ τους αναπτύχθηκε φιλική σχέση. Παραδέχθηκε ότι η σχέση του με την κόρη του κ. McGrail σταδιακά έγινε στενότερη. Το Φεβρουάριο 1998 οι McGrail τον φιλοξένησαν στο σπίτι τους στην Αγγλία και μέχρι τότε διατηρούσε με την κόρη του κ. McGrail στενή σχέση. Στις 17.3.98 νυμφεύθηκε τη σημερινή σύζυγό του. Όταν η οικογένεια McGrail ήρθε ξανά στην Κύπρο ήταν παντρεμένος και τους επισκέφθηκε, ύστερα από δικό τους τηλεφώνημα, μαζί με τη σύζυγό του στην έπαυλη που διέμεναν στον Αγιο Νεόφυτο. Εκεί τους γνώρισε τη σύζυγό του όμως, αυτοί δεν έδειξαν ότι χάρηκαν από τη γνωριμία και έκαμαν «μούτρα».
Εκτός από την επιστολή του κ. McGrail, δεν υπήρχε άλλη μαρτυρία αντίθετη προς τη μαρτυρία του εφεσίβλητου. Ενόψει τούτου, προτιμήθηκε η εκδοχή του εφεσίβλητου την οποία το δικαστήριο, χαρακτήρισε ως ασφαλέστερη από το περιεχόμενο της επιστολής του κ. McGrail. Το σκεπτικό επί του θέματος, όπως σαφώς προκύπτει από την εκκαλούμενη απόφαση, είναι ότι η αλήθεια και αντικειμενικότητα του περιεχομένου της επιστολής του κ. McGrail δεν μπορούσε να ελεγχθεί λόγω της απουσίας ζωντανής προφορικής μαρτυρίας και αυτό, σε συνάρτηση προς το γεγονός ότι η άμεσα εμπλεκόμενη στη σχέση ενήλικη κόρη του κ. McGrail δεν διατύπωσε οποιοδήποτε παράπονο.
Έχουμε τη γνώμη ότι το πρωτόδικο δικαστήριο προσέγγισε το θέμα σωστά από κάθε άποψη. Το ναυάγιο της σχέσης της κόρης του κ. McGrail και εφεσίβλητου, αποτέλεσε την αιτία της δυσαρέσκειας του κ. McGrail. Προφανώς ο κ. McGrail, προσδοκούσε ότι η σχέση της κόρης του με τον εφεσίβλητο θα είχε αίσια εξέλιξη. Η προσδοκία του διαψεύσθηκε από τη στιγμή που πληροφορήθηκαν ότι ο εφεσίβλητος ήταν νυμφευμένος. Πότε όμως νυμφεύθηκε ο εφεσίβλητος; Ο ίδιος κατέθεσε ότι ο γάμος του έγινε το Μάρτιο 1998 δηλαδή, μετά που φιλοξενήθηκε στο σπίτι των McGrail στην Αγγλία. Όταν λοιπόν το Δεκέμβριο 1997 ο εφεσίβλητος απάντησε αρνητικά στην ερώτηση της κόρης McGrail αν ήταν παντρεμένος, η απάντηση ήταν αληθινή. Δεν προκύπτει από τη μαρτυρία ότι ο εφεσίβλητος παρέστησε μετά το γάμο του στην κόρη του κ. McGrail ή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ότι ήταν ελεύθερος. Τα όσα περί του αντιθέτου αφήνει να νοηθούν ο κ. McGrail στην επιστολή του αποτελούν εικασίες χωρίς την παραμικρή τεκμηρίωση.
Ο εφεσίβλητος, γνώρισε την κοπέλα ενώ ήταν ελεύθερος και η μεταξύ τους σχέση συνεχίστηκε ενδεχομένως μέχρι και κάποιο χρόνο πριν από το γάμο του. Επρόκειτο για μια συνηθισμένη για τους καιρούς μας ερωτική σχέση μεταξύ δύο ανθρώπων που δεν είχε συνέχεια. Το γεγονός ότι η γνωριμία έτυχε να γίνει στο ξενοδοχείο που διέμενε η κοπέλα και εργαζόταν ο εφεσίβλητος σίγουρα είναι στοιχείο χωρίς ιδιαίτερη σημασία. Αν δηλαδή η γνωριμία γινόταν εκτός του ξενοδοχείου και αυτή αποτελούσε την απαρχή της ερωτικής σχέσης άραγε θα υπήρχε οτιδήποτε το επιλήψιμο στη συμπεριφορά του εφεσίβλητου προς τους εργοδότες του; Η απάντηση στο υποθετικό αυτό ερώτημα είναι οπωσδήποτε αρνητική. Όπως αρνητική επίσης πρέπει να είναι και η απάντηση με αναφορά στα γεγονότα της υπόθεσης που εξετάζουμε γιατί δεν βλέπουμε να υπάρχει οποιαδήποτε ουσιώδης διαφορά. Όμως, πέρα από τα πιο πάνω, θεωρούμε απόλυτα ορθή τη διαπίστωση του δικάσαντος δικαστηρίου ότι:
«Ο εργοδοτούμενος έχει μεν την υποχρέωση της υπακοής έναντι των εργοδοτών του, υποχρέωση που πηγάζει από την σύμβαση εξηρτημένης εργασίας, αλλά από την άλλη δεν παύει να είναι ελεύθερη και ανεξάρτητη προσωπικότητα και να έχει το δικαίωμα στην ιδιωτική και προσωπική ζωή, όπως κάθε άλλος άνθρωπος στο σύγχρονο κόσμο.»
Στο σύγγραμμα του Γ.Δ. Κουκιάδη «Εργατικό Δίκαιο», έκδ. 1995, στις σελίδες 548 και 653 αναφέρονται τα εξής:
Σελ. 548:
«Η υποχρέωση υπακοής συνδέεται με την υπηρεσιακή εξάρτηση του μισθωτού και δεν εκτείνεται καταρχή και σε θέματα που αναφέρονται στον ιδιωτικό βίο του μισθωτού, έξω από την επιχείρηση. Μπορεί όμως και σ' αυτή την περίπτωση να προκύψει κάποια δέσμευση αλλά αυτή συνδέεται με την υποχρέωση πίστης (π.χ. η υποχρέωση εκείνου που εργάζεται ως ταμίας, να μη παίζει χαρτιά).
Σελ. 653:
«4. Ανάλυση του κύκλου των προστατευόμενων συμφερόντων.
Ο κύκλος των προστατευόμενων συμφερόντων του εργαζομένου απέναντι στον εργοδότη θα μπορούσε να διαχωρισθεί στις ακόλουθες κατηγορίες δικαιωμάτων:
(α) ..................................................................................................
(β) ..................................................................................................
(γ) ..................................................................................................
(δ) ..................................................................................................
(ε) Στο δικαίωμα για τη διαφύλαξη από επεμβάσεις στην ιδιωτική του ζωή και γενικά στην ιδιωτική του σφαίρα. Η ελεύθερη διαμόρφωση του οικογενειακού και του προσωπικού βίου αποτελεί μέρος της διαδικασίας για την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας.»
Ο πιο πάνω κύκλος των προστατευόμενων συμφερόντων του εργαζομένου έναντι του εργοδότη προδήλως απορρέει από την βασική υποχρέωση του εργοδότη σε μια σύμβαση εργασίας για σεβασμό της προσωπικότητας του εργοδοτούμενου.
Εδώ παρενθετικά σημειώνουμε ότι οι εφεσείοντες δεν ισχυρίστηκαν ότι υπήρχε κανονισμός ή εγκύκλιος που να απαγορεύει στο προσωπικό του ξενοδοχείου να γνωρίζεται ή να συνάπτει φιλικές σχέσεις με πελάτες του ξενοδοχείου και συνεπώς δεν τίθεται καν θέμα παραβίασης τέτοιου κανονισμού ή εγκυκλίου από τον εφεσίβλητο.
Η ερωτική σχέση που συνήψε ο εφεσίβλητος με τη θυγατέρα του κ. McGrail και τα περιβάλλοντα τη σχέση γεγονότα σε συνάρτηση προς τη σύμβαση εργοδότησης δεν στοιχειοθετούν επιλήψιμη διαγωγή εκ μέρους του εφεσίβλητου παρέχουσα, με βάση το άρθρο 5 του νόμου, δικαίωμα στους εφεσείοντες να τερματίσουν χωρίς αποζημίωση την εργοδότησή του.
Η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή από κάθε άποψη. Η έφεση είναι αβάσιμη και απορρίπτεται με έξοδα.
Η�έφεση απορρίπτεται με έξοδα.