ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 1 ΑΑΔ 543
10 Απριλίου, 2002
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ
ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
(ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ FASTACT DEVELOPMENTS LTD ΚΑΙ EVA INVESTMENTS LTD ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΝΤΑΛΜΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ
ΣΕΡΤΙΟΡΑΡΙ (CERTIORARI)
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ (Κ. ΚΛΗΡΙΔΗ, Π.Ε.Δ.) ΠΟΥ
ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 29.1.2002 - ΑΛΛΑ ΣΥΝΤΑΧΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 20.2.2002 ΚΑΙ ΕΠΙΔΟΘΗΚΕ ΣΤΙΣ ΑΙΤΗΤΡΙΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ ΣΤΙΣ 21.2.2002 ΣΤΗΝ ΕΝΑΡΚΤΗΡΙΑ Η ΓΕΝΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΥΠ΄ΑΡΙΘΜΟ 58/2001 ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΑΛΛΟΔΑΠΗΣ ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 10.12.1999 ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ
ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ ΜΟΣΧΑΣ.
(Αίτηση Αρ. 17/2002)
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Ενδιάμεσο διάταγμα τύπου Mareva εκδοθέν μονομερώς στα πλαίσια διαδικασίας αναγνωρίσεως και εγγραφής αλλοδαπής διαιτητικής απόφασης με το οποίο εδεσμεύοντο οι τραπεζικοί λογαριασμοί μη διαδίκων ― Ακυρώθηκε με Certiorari επειδή λήφθηκε καθ' υπέρβαση δικαιοδοσίας και επίσης λόγω κατάχρησης δικαστικής διαδικασίας.
Αποφάσεις και Διατάγματα ― Διάταγμα τύπου Mareva ― Κατά πόσο είναι δυνατή η έκδοσή του εναντίον μη διαδίκων ― Κατά πόσο το Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία έκδοσής του σε διαδικασία εγγραφής διαιτητικής απόφασης.
Αποφάσεις και Διατάγματα ― Ενδιάμεσο διάταγμα ― Εκδόθηκε μονομερώς χωρίς να έχει καταδειχθεί το κατεπείγον του ― Είναι άκυρο λόγο έλλειψης δικαιoδοσίας.
Στα πλαίσια διαδικασίας για αναγνώριση διαιτητικής απόφασης από τη Ρωσία εξεδόθη, στις 6.2.2001, κατόπιν ex parte αιτήσεως υποβληθείσας στις 17.1.2002, διάταγμα (το επίδικο διάταγμα) με το οποίο επηρεάζοντο οι Αιτητές στην παρούσα αίτηση. Αιτητής στη διαδικασία εκείνη ήταν η Base Metal Trading Ltd και καθ' ης η αίτηση η Ρωσική εταιρεία ΜΕΑΤ "NKAZ". Οι Αιτήτριες εταιρείες στην παρούσα αίτηση δεν ήσαν διάδικοι στη διαδικασία εκείνη. Δεσμεύθηκαν όμως από το επίδικο διάταγμα στη βάση των αναφερθέντων και στην ένορκη δήλωση που καταχωρήθηκε σε υποστήριξη της αίτησης της 17.1.2002. Το δε διάταγμα απαγόρευε τόσο στη ΝΚΑΖ όσο και στις εν λόγω δύο εταιρείες να παρατραβήξουν και/ή αποσύρουν και/ή χρησιμοποιήσουν ποσό μέχρι 12.347.402.- δολαρίων Ηνωμένων Πολιτειών σχετιζόμενο με την απόφαση της Base Metal εναντίον της ΝΚΑΖ.
Οι Αιτήτριες εταιρείες, μετά από άδεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, καταχώρησαν την παρούσα αίτηση για έκδοση εντάλματος Certiorari υποστηρίζοντας ότι το Δικαστήριο εστερείτο δικαιοδοσίας να εκδώσει τέτοιο διάταγμα όπως το επίδικο στα πλαίσια διαδικασίας για εγγραφή διαιτητικής απόφασης.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Δεν έχει καταδειχθεί οποιοδήποτε νομοθετικό ή νομολογιακό πλαίσιο το οποίο να επιτρέπει στο δικαστήριο την έκδοση ενδιάμεσου διατάγματος του τύπου ιδιαίτερα mareva όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση σε διαδικασία για εγγραφή αποφάσεως.
2. Το Δικαστήριο εστερείτο δικαιοδοσίας να εκδώσει το επίδικο διάταγμα και για τον λόγο ότι αυτό εστρέφετο εναντίον μη διαδίκων στη διαδικασία.
3. Η απόφαση στην προκειμένη περίπτωση μόνο εναντίον της ΝΚΑΖ θα μπορούσε να εγγραφεί και εκτελεστεί και δεν συνάδει με την επιδίωξη της διαδικασίας αυτής, εν πάση περιπτώσει, η επέκταση του διατάγματος σε τρίτο ευθέως, παρά μόνο εάν τούτο ήταν δυνατό στα πλαίσια της υπόθεσης SCF v. Masri [1985] 1 W.L.R. 876, εάν δηλαδή το τρίτο πρόσωπο κατέχει περιουσία ως καταπιστευματοδόχος για τον εναγόμενο ως πραγματικό (beneficial) ιδιοκτήτη και το διάταγμα επιδίδεται σε αυτό. Τέτοια σχέση μεταξύ των αιτητριών εταιρειών και της ΝΚΑΖ δεν έχει καταδειχθεί στην παρούσα υπόθεση.
4. Το αιτούμενο προνομιακό ένταλμα πρέπει να εκδοθεί και για τον πρόσθετο λόγο της κατάχρησης της διαδικασίας. Τούτο σε συνάρτηση ιδιαίτερα με την καθυστέρηση η οποία σημειώθηκε στην καταχώρηση της αιτήσεως για την έκδοση του διατάγματος ex parte και την αποτυχία να καταδειχθεί η ανάγκη εκδόσεως διατάγματος ex parte, ιδιαίτερα ως προς το κατεπείγον. Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση για έκδοση του επίδικου διατάγματος δεν αναφέρεται οτιδήποτε που να δείχνει γιατί ήταν κατεπείγον να εκδοθεί το εν λόγω διάταγμα. Αντίθετα η όλη προηγηθείσα συμπεριφορά της Base Metal έδειχνε ότι δεν υπήρχε οτιδήποτε το κατεπείγον και ότι το αίτημα για έκδοση διατάγματος ex parte συνιστούσε κατάχρηση διαδικασίας.
Η αίτηση έγινε δεκτή.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
SCF v. Masri [1985] 1 W.L.R. 876,
Nicolaou Bros Tourist Enterprises Ltd (1999) 1 A.A.Δ. 201,
Resola (Cyprus) Ltd v. Χρίστου (1998) 1 Α.Α.Δ. 598.
Αίτηση.
Αίτηση από τις αιτήτριες εταιρείες για άδεια καταχώρισης αίτησης προς έκδοση διατάγματος Certiorari προς ακύρωση του διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερ. 29/1/02 με το οποίο αναγνωρίζετο η εκτέλεση αλλοδαπής διαιτητικής απόφασης ημερ. 10/12/99 του Εμπορικού Δικαστηρίου Διαιτησίας του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Μόσχας.
Δ. Παπαδόπουλος, για τις Αιτήτριες.
Κουπεπίδου για Α. Αδαμίδη, για τους Καθ΄ων η αίτηση.
Ex tempore
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Οι λόγοι στους οποίους στηρίζεται η αίτηση αυτή για έκδοση διατάγματος Certiorari είναι ακριβώς οι ίδιοι με εκείνους στους οποίους στηρίχθηκε η αίτηση για παραχώρηση άδειας για καταχώρηση της αίτησης αυτής η οποία και ενεκρίθη βεβαίως.
Βασικός λόγος για την έκδοση του διατάγματος είναι η έλλειψη δικαιοδοσίας του δικαστηρίου να εκδώσει το διάταγμα που αποτελεί και το επίδικο θέμα στην υπόθεση. Το διάταγμα αυτό είναι διάταγμα που εξεδόθη κατόπιν αιτήσεως ex parte υποβληθείσας στις 17.1.2002 με το οποίο επηρεάζοντο οι Aιτητές στην παρούσα αίτηση. Το διάταγμα ζητήθηκε και εξεδόθη στα πλαίσια διαδικασίας για αναγνώριση διαιτητικής απόφασης από τη Ρωσία σε σχέση με την οποία είχε εκδοθεί διάταγμα με το οποίο αναγνωρίζετο η εν λόγω απόφαση και εξουσιοδοτείτο η εγγραφή και εκτέλεση της. Τούτο είχε γίνει στις 6.2.2001. Αιτητής στη διαδικασία εκείνη ήταν η Base Metal Trading Ltd και καθ΄ης η αίτηση η Ρωσική εταιρεία Νοβοκουζνετσκι αλιουμινίγεβι ζαβόντ (ΜΕΑΤ "ΝΚΑΖ").
Οι Αιτήτριες εταιρείες στην παρούσα αίτηση δεν ήσαν διάδικοι στη διαδικασία εκείνη. Δεσμεύθησαν όμως από το επίδικο διάταγμα στη βάση των αναφερθέντων και στην ένορκη δήλωση που καταχωρήθηκε σε υποστήριξη της αίτησης της 17.1.2002. Το δε διάταγμα απαγορεύει τόσο στην NKAZ όσο και στις εν λόγω δύο εταιρείες να παρατραβήξουν και/ή αποσύρουν και/ή πληρώσουν και/ή μεταφέρουν και/ή δεσμεύσουν και/ή σπαταλήσουν και/ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο χρησιμοποιήσουν ποσό μέχρι 12.347.402.- δολαρίων Ηνωμένων Πολιτειών σχετιζόμενο με την απόφαση της Base Metal εναντίον της ΝΚΑΖ.
Είναι η θέση του ευπαίδευτου συνηγόρου για τις Aιτήτριες εταιρείες ότι δικαιοδοσία για έκδοση τέτοιου διατάγματος στα πλαίσια διαδικασίας για εγγραφή διαιτητικής απόφασης δεν υπήρχε. Και επομένως η περίπτωση είναι αρμόζουσα για την έκδοση διατάγματος Certiorari.
Είμαι σε απόλυτη συνάφεια με τη θέση αυτή. Θεωρώ ότι όντως η διαδικασία για εγγραφή αποφάσεως είναι ιδιάζουσα διαδικασία με πολύ περιορισμένο σκοπό, όπως έχει δεχθεί και ο ευπαίδευτος συνήγορος για την Base Metal, και αποσκοπεί στην αναγνώριση και εγγραφή της απόφασης με σκοπό την εκτέλεση της. Δεν έχει καταδειχθεί οποιοδήποτε νομοθετικό ή νομολογιακό πλαίσιο το οποίο να επιτρέπει στο δικαστήριο την έκδοση ενδιάμεσου διατάγματος του τύπου ιδιαίτερα mareva όπως στην προκειμένη περίπτωση σε τέτοια διαδικασία. Εξάλλου η ίδια η ιδέα του ενδιάμεσου απαγορευτικού διατάγματος αφορά το στάδιο προ της λήψης απόφασης ώστε τα πράγματα να διατηρηθούν ως έχουν, ενώ προκειμένου περί εγγραφής απόφασης προς εκτέλεση της, η απόφαση έχει ήδη ληφθεί και θα ήταν αντιφατικό να ομιλεί κανείς για ενδιάμεσο διάταγμα. Εν πάση περιπτώσει όμως, όπως ανάφερα, δεν έχει καταδειχθεί οποιαδήποτε βάση για τέτοια δικαιοδοσία και δεν είμαι διατεθειμένος να θεωρήσω ότι η δικαιοδοσία του δικαστηρίου θα μπορούσε να επεκταθεί σε τέτοιες περιπτώσεις.
Ο κ. Αδαμίδης έχει παραπέμψει στην υπόθεση SCF v. Masri [1985] 1 W.L.R. 876, στην οποία έγινε αναφορά και στη δική μας υπόθεση Nicolaou Bros Tourist Enterprises Ltd (1999) 1 Α.Α.Δ. 201, η οποία όμως δεν στηρίζει καθόλου τη βάση για δικαιοδοσία για έκδοση τέτοιου διατάγματος σε διαδικασίες εγγραφής διαιτητικής απόφασης με σκοπό την εκτέλεση τους, παρά μόνο αφορά τη δυνατότητα επεκτάσεως διατάγματος mareva ώστε να καλύπτει περιουσία που βρίσκεται στα χέρια τρίτου προσώπου μη διάδικου ως καταπιστευματοδόχου για τον εναγόμενο. Η υπόθεση εκείνη ήταν αγωγή και το διάταγμα mareva εξεδόθη στα πλαίσια της διαφοράς μεταξύ του ενάγοντα και του εναγόμενου, προ βεβαίως της εκδόσεως απόφασης, και περιορίζεται σε αυτά τα δεδομένα. Στην εν λόγω υπόθεση θα επανέλθω από άλλη σκοπιά.
Συμφωνώ με τον κ. Παπαδόπουλο και κατά το δεύτερο σκέλος της εισηγήσεως που αφορά την έλλειψη δικαιοδοσίας, ότι δηλαδή στην προκειμένη περίπτωση το διάταγμα στρέφεται εναντίον μη διαδίκων στη διαδικασία. Και αν ακόμα δηλαδή υπήρχε δυνατότητα στο δικαστήριο να εκδώσει τέτοιο διάταγμα στα πλαίσια της διαδικασίας αναγνωρίσεως και εγγραφής διαιτητικής απόφασης από τη Ρωσία, το δικαστήριο στερείτο δικαιοδοσίας να εκδώσει διάταγμα στρεφόμενο εναντίον μη διαδίκου.
Επανερχόμενος στην υπόθεση Masri παρατηρώ ότι το διάταγμα όπως και στην υπόθεση Nicolaou δεν μπορεί να στρέφεται εναντίον του τρίτου προσώπου ως να ήτο διάδικος, αλλά μπορεί μόνο να στραφεί εναντίον του εναγόμενου ως διάδικου και να επεκτείνεται σε περιουσία που βρίσκεται στα χέρια τρίτου προσώπου ως καταπιστευματοδόχου για τον εναγόμενο ως πραγματικό (beneficial) ιδιοκτήτη δεσμεύoν το τρίτο πρόσωπο εφόσον επιδίδεται σε αυτό. Παρατηρώ περαιτέρω, και ιδιαίτερα ως προς τη διαδικασία εγγραφής αλλοδαπής απόφασης, ότι η απόφαση στην προκειμένη περίπτωση μόνο εναντίον της NKAZ θα μπορούσε να εγγραφεί και εκτελεστεί και δεν συνάδει με την επιδίωξη της διαδικασίας αυτής, εν πάση περιπτώσει, η επέκταση του διατάγματος σε τρίτο ευθέως παρά μόνο εάν τούτο ήταν δυνατό στα πλαίσια που προδιαγράφει η υπόθεση Masri.
Παρατηρώ περαιτέρω ότι, ακόμα και στην περίπτωση εκείνη, το αποτέλεσμα της ενόρκου δηλώσεως της Base Metal όταν αιτήθηκε την έκδοση του επίδικου διατάγματος, δεν ήταν τόσο να καταδείξει ότι τα χρήματα ευρίσκοντο στην κατοχή των δύο εταιρειών ως καταπιστευματοδόχων για την ΝΚΑΖ ως beneficial owner αλλά κάποια σχέση μεταξύ των εταιρειών που θεμελιώνει μια αλληλεξάρτηση και αλληλοσυνεργασία υπό κοινό έλεγχο. Θεωρώ επομένως ότι ούτε από αυτή την άποψη θα ικανοποιούντο οι πρόνοιες της αρχής της υπόθεσης Masri ότι πρέπει να καταδειχθεί η σχέση που απαιτείται όσον αφορά την κράτηση της περιουσίας προς όφελος του εναγομένου.
Υπάρχει, όμως, και μια άλλη πτυχή του πράγματος που δεν θα μπορούσα να την αφήσω χωρίς απόφαση και τούτο αφορά την κατάχρηση της διαδικασίας. Τούτο σε συνάρτηση ιδιαίτερα με την καθυστέρηση η οποία υπήρξε στην καταχώρηση της αιτήσεως για την έκδοση διατάγματος ex parte και την αποτυχία να καταδειχθεί η ανάγκη εκδόσεως διατάγματος ex parte, ιδιαίτερα ως προς το κατεπείγον. Παρατηρώ ότι η αίτηση εγγραφής ενεκρίθη στις 6.2.2001 αφού υπεβλήθη στις 22.1.2001. Το διάταγμα εγγραφής ουδέποτε επεδόθη ούτε έχει δοθεί εξήγηση γιατί δεν επεδόθη. Και αφού καταχωρήθησαν εν τω μεταξύ άλλες αιτήσεις αφορώσες τις αιτήτριες εταιρείες ως μεσεγγυούχους στις 15.11.2001, οι οποίες αποσύρθησαν στη συνέχεια, κατεχωρήθη η αίτηση για την έκδοση του διατάγματος ex parte στις 17.1.2002, μετά δηλαδή από σχεδόν ένα ολόκληρο χρόνο από της έκδοσης του διατάγματος για εγγραφή της απόφασης, το οποίο ουδέποτε επεδόθη και αφού μεσολάβησαν, όπως είπα, άλλα διαβήματα. Θεωρώ ότι τούτα όχι μόνο συνιστούν καταφανή κατάχρηση της διαδικασίας σε συνάρτηση με το αίτημα για έκδοση διατάγματος ex parte, αλλά και στερούσαν περαιτέρω το δικαστήριο δικαιοδοσίας να εκδώσει το διάταγμα ex parte εφόσον δεν κατεδείχθη στην ίδια την αίτηση το κατεπείγον της εκδόσεως του διατάγματος. Τίποτε από ότι αναφέρεται στην ένορκη δήλωση δεν δείχνει γιατί ήταν κατεπείγον να εκδοθεί το εν λόγω διάταγμα, αντίθετα η όλη προηγηθείσα συμπεριφορά της Base Metal έδειχνε ότι δεν υπήρχε οτιδήποτε το κατεπείγον και ότι το αίτημα για έκδοση διατάγματος ex parte συνιστούσε κατάχρηση διαδικασίας. Καμιά εξήγηση, όπως είπα, δεν εδόθη για την καθυστέρηση και αρκεί να αναφερθεί κανείς στη νομολογία στην οποία έγινε αναφορά, ιδιαίτερα στην υπόθεση Resola (Cyprus) Ltd v. Χάρη Χρίστου (1998) 1 Α.Α.Δ. 598. Σημαντικό μάλιστα στα πλαίσια αυτά είναι και το γεγονός ότι, όπως προανέφερα, καταχωρήθησαν αιτήσεις εναντίον των Αιτητριών εταιρειών ως μεσεγγυούχων οι οποίες αποκαλύπτουν ότι τα γεγονότα που αναφέρονται στην αίτηση για διάταγμα ex parte ήσαν σε γνώση της Base Metal από τότε, από τις 15.11.2001, και δεν υπάρχει λόγος να πιστεύεται ότι δεν ήσαν σε γνώση των προηγουμένως εφόσον καμιά αναφορά δεν έχει γίνει στο πότε περιήλθαν σε γνώση της Base Metal τα εν λόγω γεγονότα για να καταδεχθεί ότι δεν ήταν δυνατό να καταχωρηθεί αίτηση ex parte προηγουμένως. Και για το λόγο αυτό λοιπόν θεωρώ ότι δικαιολογείται η έκδοση του διατάγματος Certiorari.
Δεν χρειάζεται να ασχοληθώ με τα υπόλοιπα θέματα τα οποία εγείρει ο κ. Παπαδόπουλος, παρά μόνο να θίξω ότι σημασία σε συνάρτηση με τα ανωτέρω έχει και το γεγονός της δραστικότητας του διατάγματος στην οποία έχει αναφερθεί, εφόσον καθιστά ακόμα πιο αναγκαία την ανάγκη να ικανοποιηθεί το δικαστήριο πριν εκδώσει τέτοιο διάταγμα, και θα αναφερόμουν απλώς σε μια άλλη πτυχή την οποία το ίδιο το δικαστήριο έθιξε κατά τη διάρκεια της ακρόασης, ότι δηλαδή το διάταγμα εξεδόθη στις 29.1.2002 και ορίσθη επιστρεπτέο στις 13.2.2002. Δεν θα τοποθετηθώ λέγοντας ότι το δικαστήριο ενέργησε έξω από τα πλαίσια της δικαιοδοσίας του ορίζοντας το διάταγμα σε πολύ απομακρυσμένο χρόνο, νοουμένου ότι πρόκειτο για διάταγμα ex parte, εφόσον δεν έχει γίνει αναφορά στις αγορεύσεις σε κάτι τέτοιο. Όμως θα θεωρούσα ότι διατατάγματα τύπου ex parte και μάλιστα όπως στην προκειμένη περίπτωση, με όλα τα χαρακτηριστικά τα οποία έχω επισημάνει πιο πάνω, θα έπρεπε να ορίζονται το συντομότερο δυνατό και όχι μετά από δύο εβδομάδες εφόσον, όπως η νομολογία δείχνει, το διάταγμα ex parte συνιστά παρέκκλιση από τις αρχές και από τις διαδικασίες που μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις πρέπει να δίδεται και μόνο εφόσον το δικαστήριο είναι διατεθειμένο το ίδιο να μεριμνήσει ώστε να μη βρίσκεται σε ισχύ για περισσότερο χρονικό διάστημα από όσο είναι αναγκαίο για να δοθεί η ευκαιρία στην άλλη πλευρά να ακουστεί. Αυτές είναι αρχές απαράβατες και το δικαστήριο οφείλει να είναι πάρα πολύ προσεκτικό όσον αφορά οποιαδήποτε παρέκκλιση από τις αρχές αυτές ορίζοντας το διάταγμα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα.
Καταλήγοντας εκδίδεται το αιτούμενο διάταγμα και το διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που εκδόθηκε στις 29.1.2002 ακυρώνεται.
Έξοδα εναντίον της Base Metal.
Η�αίτηση γίνεται δεκτή.