ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ανδρέας Ιωάννου κ.ά. (1995) 1 ΑΑΔ 179
Eveline Πέτρου (1995) 1 ΑΑΔ 851
Διευθ. Τμ. Υπηρ. Κοιν. Ευημερίας ν. Ιωάννου κ.ά. (1996) 1 ΑΑΔ 613
Kαλφοπούλου Aσπασία (1998) 1 ΑΑΔ 55
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Κλεάνθους Ανθή και Άλλη (2002) 1 ΑΑΔ 1053
Αναφορικά με την αίτηση της Ανθής Κλεάνθους κ.α., ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 83/2002, 30 Αυγούστου 2002
Παγκύπριος Οδοντιατρικός Σύλλογος και Άλλοι ν. Επιτροπής Προστασίας Ανταγωνισμού (2003) 4 ΑΑΔ 921
Επί τοις αφορώσι την αίτησιν της Ανθής Κλεάνθους, ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 51/2002, 16 Ιουλίου, 2002
(2002) 1 ΑΑΔ 361
6 Μαρτίου, 2002
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]
ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΓΕΡΟΛΕΜΟΥ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ Σ΄ΑΥΤΟΝ ΤΩΝ ΑΝΗΛΙΚΩΝ
ΤΕΚΝΩΝ ΤΟΥ:
1. ΑΡΙΣΤΟΔΗΜΟΥ ΓΕΡΟΛΕΜΟΥ,
2. ΑΝΔΡΕΑ ΓΕΡΟΛΕΜΟΥ,
3. ΓΙΩΤΑΣ ΓΕΡΟΛΕΜΟΥ,
4. ΑΝΔΡΗΣ ΓΕΡΟΛΕΜΟΥ,
5. ΛΟΥΚΙΑΣ ΓΕΡΟΛΕΜΟΥ,
Αιτητή,
ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΟΥΣ ΑΝΗΛΙΚΟΥΣ:
1. ΑΡΙΣΤΟΔΗΜΟ ΓΕΡΟΛΕΜΟΥ,
2. ΑΝΔΡΕΑ ΓΕΡΟΛΕΜΟΥ,
3. ΓΙΩΤΑ ΓΕΡΟΛΕΜΟΥ,
4. ΑΝΔΡΗ ΓΕΡΟΛΕΜΟΥ,
5. ΛΟΥΚΙΑ ΓΕΡΟΛΕΜΟΥ,
Ανηλίκους,
ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΙΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ
ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ
ΗΜΕΡ. 30.1.2002 ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΛΗΨΗ
ΓΟΝΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΑΝΗΛΙΚΩΝ:
1. ΑΡΙΣΤΟΔΗΜΟ ΓΕΡΟΛΕΜΟΥ,
2. ΑΝΔΡΕΑ ΓΕΡΟΛΕΜΟΥ,
3. ΓΙΩΤΑ ΓΕΡΟΛΕΜΟΥ,
4. ΑΝΔΡΗ ΓΕΡΟΛΕΜΟΥ,
5. ΛΟΥΚΙΑ ΓΕΡΟΛΕΜΟΥ,
ΚΑΙ
ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ
ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ,
Καθ΄ου η αίτηση.
(Αίτηση Αρ. 9/2002)
Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Αίτημα πατέρα να του παραδοθούν τα ανήλικα τέκνα του που τέθηκαν υπό την επιμέλεια του Διευθυντή Τμήματος Κοινωνικής Ευημερίας με βάση το Άρθρο 3 του Περί Παίδων Νόμου, Κεφ. 352.
Νόμος ― Σιωπηρή κατάργηση προηγούμενου από μεταγενέστερο ― Διατάξεις μεταγενέστερου αντίθετες με εκείνες προγενέστερου.
Ανήλικοι ― Τοποθέτηση ανηλίκων υπό την επιμέλεια του Διευθυντή Τμήματος Υπηρεσίας Κοινωνικής Ευημερίας δυνάμει του Άρθρου 3 του Περί Παίδων Νόμου, Κεφ. 352 ― Διαδικασία και προϋποθέσεις ασυμβίβαστες με τις σχετικές πρόνοιες του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990 (Ν. 216/90) ― Υιοθέτηση των θέσεων της πρωτόδικης απόφασης στην Ιωάννου (1995) 1 Α.Α.Δ. 179.
Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus με το οποίο διατάχθηκε η παράδοση ανηλίκων στον πατέρα τους ― Ανάληψη επιμέλειας ανηλίκων από το Διευθυντή του Τμήματος Υπηρεσίας Κοινωνικής Ευημερίας δυνάμει καταργηθέντων νομοθετικών διατάξεων.
Τα πέντε ανήλικα τέκνα του αιτητή τέθηκαν κάτω από την επιμέλεια του Διευθυντή Τμήματος Υπηρεσίας Κοινωνικής Ευημερίας με βάση το Άρθρο 3 του Περί Παίδων Νόμου, Κεφ. 352.
Ο αιτητής, με αίτησή του ζήτησε από το Ανώτατο Δικαστήριο την έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus για να παραδοθούν σ' αυτόν τα ανήλικα τέκνα του.
Ο αιτητής εισηγήθηκε, μεταξύ άλλων, ότι η ενέργεια του Διευθυντή ήταν παράνομη αφού το Άρθρο 3 του Περί Παίδων Νόμου, Κεφ. 352 έχει σιωπηρά καταργηθεί από τις πρόνοιες του Περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990, Ν. 216/90. Παρέπεμψε δε στην πρωτόδικη απόφαση στην Ιωάννου (1995) 1 Α.Α.Δ. 179.
Το Ανώτατο Δικαστήριο υιοθέτησε τις θέσεις της Ιωάννου (ανωτέρω) παραθέτοντας στην απόφασή του και το σχετικό απόσπασμα από την Ιωάννου. Οι θέσεις αυτές είναι οι ακόλουθες:
1. Μεταγενέστερος νόμος καταργεί σιωπηρά προηγούμενο αν προκύπτει καθαρά πως οι διατάξεις του είναι αντίθετες ή ασυμβίβαστες με αυτές του προηγούμενου, έτσι που να είναι αδύνατον να εφαρμόζονται στους ίδιους τομείς που καλύπτουν.
2. Στον περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμο του 1990, Άρθρο 18 και επ. γίνονται σαφείς ρυθμίσεις αναφορικά με τις συνέπειες κακής άσκησης της γονικής μέριμνας την αφαίρεση και ανάθεσή της σε Επίτροπο και τη διαδικασία που ακολουθείται, οι οποίες είναι ολωσδιόλου διαφορετικές από τις πρόνοιες των Άρθρων 3 και 4 του περί Παίδων Νόμου, Κεφ. 352.
Το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι:
1. Εφόσον υπάρχουν ρητές πρόνοιες στο νέο Νόμο 216/90, που αφορούν τα ίδια θέματα, με βάση τις αρχές της σιωπηρής κατάργησης και ανάκλησης προηγούμενης νομοθεσίας, τα Άρθρα 3 και 4 του Κεφ. 352 έχουν καταργηθεί στο μέτρο που είναι ασυμβίβαστα με την νέα νομοθεσία.
2. Ενόψει των ανωτέρω, ο Διευθυντής δεν είχε εξουσία να ενεργήσει όπως ενήργησε και έτσι ήταν παράνομα τα διαβήματα στα οποία προέβη.
Η αίτηση έγινε δεκτή, διατάχθηκε η παράδοση των ανηλίκων στον πατέρα τους.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Ιωάννου (1995) 1 Α.Α.Δ. 179,
Πέτρου (1995) 1 Α.Α.Δ. 851,
Διευθυντής Τμήματος Υπηρεσίας Κοινωνικής Ευημερίας ν. Ιωάννου κ.ά. (1996) 1 Α.Α.Δ. 613,
Καλφοπούλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 55.
Αίτηση.
Αίτηση από τον αιτητή, πατέρα πέντε ανηλίκων παιδιών, για έκδοση διατάγματος Habeas Corpus ώστε να του παραδοθούν τα παιδιά του, αφού στις 30.1.02 αυτά τέθηκαν υπό την επιμέλεια του Διευθυντή Τμήματος Υπηρεσίας Κοινωνικής Ευημερίας με βάση το Άρθρο 3 του Περί Παίδων Νόμου, Κεφ. 352.
Δ. Κακουλλής με Μ. Χλωρακιώτου, για τον Αιτητή.
Λ. Χριστοδουλίδου, για τον Καθ' ου η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Ο αιτητής είναι πατέρας πέντε ανήλικων παιδιών, ηλικίας 6 μηνών μέχρι 5 ετών και ζητά από το Ανώτατο Δικαστήριο την έκδοση εντάλματος Habeas Corpus για να του παραδοθούν, αφού στις 30.1.02 τέθηκαν υπό την επιμέλεια του Διευθυντή Τμήματος Υπηρεσίας Κοινωνικής Ευημερίας με βάση το άρθρο 3 του Περί Παίδων Νόμου, Κεφ. 352.
Τα γεγονότα της υπόθεσης όπως περιγράφεται στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την ένσταση είναι τραγικά, είχαν δε απασχολήσει εκτενώς τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Δεν επιθυμώ να επαναλάβω λεπτομερώς τα περιστατικά και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες βρέθηκαν να διαβιούν τα ανήλικα, παρά μόνο θα αναφέρω ότι βρέθηκαν να ζουν σε άθλιες συνθήκες σε κατάσταση παραμέλησης και, σύμφωνα με την ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την ένσταση, υπήρξαν θύματα κακοποίησης από τους γονείς και συγκεκριμένα τη μητέρα τους, η οποία όταν επενέβη το Τμήμα Κοινωνικής Ευημερίας είχε ήδη εγκαταλείψει την οικογενειακή οικία.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή υπέβαλε, μεταξύ άλλων, ότι η ανάληψη της φροντίδας των ανηλίκων από το Τμήμα Κοινωνικής Ευημερίας είναι παράνομη γιατί το άρθρο 3 του Περί Παίδων Νόμου, Κεφ. 352 έχει σιωπηρά καταργηθεί από τις πρόνοιες του Περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990, Ν. 216/90. Με παρέπεμψε δε στην πρωτόδικη απόφαση στην Ιωάννου (1995) 1 Α.Α.Δ. 179.
Η ευπαίδευτος συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση αντέκρουσε το πιο πάνω επιχείρημα παραπέμποντάς με με τη σειρά της στην πρωτόδικη απόφαση στην υπόθεση Eveline Πέτρου (1995) 1 Α.Α.Δ. 851.
Στην πρώτη πιο πάνω απόφαση κρίθηκε από τον Αρτεμίδη, Δ., αφού έγινε αναφορά στις αρχές που διέπουν το θέμα της σιωπηρής κατάργησης προηγούμενου νόμου, πως οι διατάξεις του Νόμου 216/90, άρθρο 18 και επ. περιλαμβάνουν σαφείς ρυθμίσεις σχετικά με τις συνέπειες της κακής άσκησης της γονικής μέριμνας εντελώς διαφορετικές από τις πρόνοιες των άρθρων 3 και 4 του Περί Παίδων Νόμου, Κεφ. 352 και ότι η ενέργεια του Διευθυντή του Τμήματος Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας να αφαιρέσει τη γονική μέριμνα από τους γονείς της ανήλικης στην περίπτωση εκείνη κατ΄επίκληση των άρθρων 3 και 4, έγινε βάσει ανακληθέντων νομοθετικών διατάξεων. Παρόλον ότι ο δικηγόρος της Δημοκρατίας στην υπόθεση εκείνη συμφώνησε στο θέμα της σιωπηρής ανάκλησης, εντούτοις καταχωρήθηκε έφεση, στην οποία αναπτύχθηκε η θέση πως ήταν λανθασμένη η πρωτόδικη απόφαση στο σημείο αυτό. Ας σημειωθεί ότι η πρωτόδικη απόφαση έκδοσης εντάλματος Habeas Corpus επικυρώθηκε με άλλο σκεπτικό, δηλαδή το γεγονός ότι θέματα κακομεταχείρισης δεν καλύπτονταν από τα άρθρα 3 και 4 αλλά από το άρθρο 63 του Κεφ. 352, και το θέμα της σιωπηρής ανάκλησης των άρθρων 3 και 4 αφέθηκε ανοικτό (Διευθυντής Τμήματος Υπηρεσίας Κοινωνικής Ευημερίας ν. Ιωάννου κ.ά. (1996) 1 Α.Α.Δ. 613).
Στην υπόθεση Πέτρου (πιο πάνω) η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστή ήταν αντίθετη. Εκεί κρίθηκε ότι δεν υπήρχε σιωπηρή ανάκληση των άρθρων 3 και 4, γιατί, όπως υποστήριξε ο πρωτόδικος Δικαστής, αν υπήρχε τέτοια πρόθεση του Νομοθέτη, τούτο θα αναφερόταν καθαρά στο Νόμο, όπως καθαρά και ρητά με το άρθρο 43 του Νόμου 216/90 ο Περί Κηδεμονίας Ανηλίκων και Ασώτων Νόμος καταργήθηκε στην έκταση που αφορούσε ανήλικους. Ο πρωτόδικος Δικαστής έκαμε και αναφορά στο Νόμο που κυρώνει τη σύμβαση για τα δικαιώματα του παιδιού, Ν. 243/90, αλλά είμαι της άποψης ότι η σύμβαση αυτή δεν μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρξε σιωπηρή ανάκληση, αφού με το νέο Νόμο προσφέρεται και πάλι διαδικασία για την προστασία του παιδιού και την τοποθέτηση του σε ασφαλές μέρος για να προστατευθεί από τη βία, εγκατάλειψη κ.λ.π. που θεώρησε ο πρωτόδικος Δικαστής ως επιχείρημα που υποστήριζε τη μη ανάκληση.
Ο τρίτος λόγος που έδωσε, ότι δηλαδή θα ήταν λανθασμένο να δεχθεί ότι καταργήθηκε το άρθρο 3 και έτσι δεν υπήρχε τρόπος προστασίας του παιδιού προσωρινά μέχρι τελικής απόφασης του Δικαστηρίου σε περίπτωση κακομεταχείρισης, δεν μπορεί να ισχύει, αφού στην απόφαση του Εφετείου Διευθυντής Τμήματος Υπηρεσίας Κοινωνικής Ευημερίας ν. Ιωάννου (ανωτέρω) κρίθηκε ότι το άρθρο 3 δεν κάλυπτε περιπτώσεις κακομεταχείρισης.
Παραθέτω πιο κάτω σχετικό απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση στην Ιωάννου (ανωτέρω από τις σελ. 182 - 184, το οποίο και υιοθετώ:
"Όπως έχω ήδη επισημάνει, ο Διευθυντής προέβη στις παραπάνω ενέργειες κατ΄επίκληση των άρθρων 3 και 4 του περί Παιδιών Νόμου.
Οι δικηγόροι των αιτητών εισηγούνται πως οι πιο πάνω διατάξεις δεν ισχύουν, γιατί έχουν σιωπηρά καταργηθεί από τον περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμο του 1990, Ν.216/90, που δημοσιεύθηκε και τέθηκε σε εφαρμογή τις 30.11.90. Ο Νόμος αυτός ίσχυε όταν ο Διευθυντής πήρε την ανήλικη από τους γονείς της, στις 19.12.90.
Είναι γνωστός κανόνας του δικαίου πως μπορεί να θεωρηθεί ότι μεταγενέστερος νόμος καταργεί σιωπηρά προηγούμενο, αν προκύπτει καθαρά πως οι διατάξεις του είναι αντίθετες ή ασυμβίβαστες με αυτές του προηγούμενου, έτσι που να είναι αδύνατο να εφαρμόζονται στους ίδιους τομείς που καλύπτουν. (Βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Πουρής και Άλλων (1979) 2 Α.Α.Δ. 15 και Λουκά και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1984) 2 Α.Α.Δ. 386.
Οι διατάξεις των άρθρων 3 και 4 του περί Παιδιών Νόμου, Κεφ. 352, απασχόλησαν σε έκταση το Εφετείο στην πολιτική έφεση 8207 (Επί τοις αφορώσι τον Τίτο Χαραλάμπους, από τη Λεμεσό και Επί τοις αφορώσι το Διευθυντή του Τμήματος Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, από τη Λευκωσία) (1994) 1 Α.Α.Δ. 398. Δεν ίσχυε τότε, για να εφαρμοστεί στα γεγονότα εκείνης της υπόθεσης, ο Ν. 216/90.
Στον περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμο του 1990, άρθρο 18 και επ., γίνονται σαφείς ρυθμίσεις αναφορικά με τις συνέπειες κακής άσκησης του λειτουργήματος της γονικής μέριμνας που αποσκοπεί στην ευημερία του ανηλίκου, την αφαίρεση της γονικής μέριμνας και ανάθεσής της σε Επίτροπο και τη διαδικασία που ακολουθείται. Οι διατάξεις αυτές είναι ολωσδιόλου διαφορετικές από τις πρόνοιες των άρθρων 3 και 4 του περί Παιδιών Νόμου. Ο τελευταίος αυτός Νόμος παρέχει δικαίωμα στο Διευθυντή, χωρίς να αποταθεί στο Δικαστήριο, εφόσον ακολούθησε τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 3, να αναλάβει τη γονική μέριμνα ανήλικου. Το Δικαστήριο εμπλέκεται μόνο μετά τη διαδικασία που καθορίζει το άρθρο 4. Επίσης, ο Διευθυντής δικαιούται, ενεργώντας σύμφωνα με τη δική του κρίση, να επιλέξει θετούς γονείς στους οποίους αναθέτει την επιμέλεια του παιδιού.
Αντίθετα, ο περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμος, στο άρθρο 5, διακηρύσσει πως η γονική μέριμνα των παιδιών είναι καθήκον και δικαίωμα των γονέων, που την ασκούν από κοινού. Το άρθρο 18 προνοεί πως, αν ο πατέρας ή η μητέρα παραβαίνουν τα καθήκοντα που τους επιβάλλει το λειτούργημα τους για την ευημερία του παιδιού, τότε, και μετά από αίτηση του αθώου από τους γονείς, ή του Διευθυντή Τμήματος Υπηρεσιών και Κοινωνικής Ευημερίας, το Δικαστήριο διατάσσει να ληφθεί οποιοδήποτε πρόσφορο μέτρο. Το Δικαστήριο μπορεί επίσης να αφαιρεί από τον ένα γονέα την άσκηση της γονικής μέριμνας και να αναθέτει στον άλλο, ή να δώσει την επιμέλεια του παιδιού, μερικώς ή εξολοκλήρου, σε Επίτροπο, τον οποίον όμως εγκρίνει το Δικαστήριο, αφού εφαρμόσει τα κριτήρια που τίθενται στην παρ. 4 του άρθρου 18. Η αφαίρεση μάλιστα της επιμέλειας του τέκνου από τους γονείς του, και η ανάθεση της σε Επίτροπο, γίνονται από το Δικαστήριο μόνον όταν άλλα μέτρα δεν έφεραν αποτέλεσμα, και εφόσον κριθεί πως αυτά δεν επαρκούν για να αποτρέψουν κίνδυνο στη σωματική, πνευματική ή ψυχική υγεία του τέκνου, (παρ. 3 του άρθρου 18).
Αυτές είναι οι βασικές, όχι όμως όλες, οι ρυθμίσεις που γίνονται στο Νόμο 216/90. Οι πρόνοιες δε αυτές προδήλως συνάδουν με τις νέες αντιλήψεις που επικρατούν στο δικό μας γεωγραφικό και πολιτιστικό χώρο αναφορικά με τις σχέσεις γονέων και τέκνων και την παρέμβαση της πολιτείας σε αυτές, όπου και όταν χρειαστεί.
Ο δικηγόρος της Δημοκρατίας, πολύ ορθά, συμφώνησε πως οι πρόνοιες του Νόμου 216/90 δεν μπορεί να συνυπάρχουν με αυτές στον περί Παιδιών Νόμο, Κεφ. 352, και επομένως θεωρείται πως, στο μέτρο που είναι ασυμβίβαστες, ισχύει ο Νόμος 216/90. Προχώρησε μάλιστα να βεβαιώσει το Δικαστήριο πως θα φροντίσει να ακολουθηθούν οι νόμιμες διαδικασίες στην περίπτωση που εξετάζουμε.»
Είμαι της άποψης πως οι θέσεις που εκφράζονται στο πιο πάνω απόσπασμα είναι ορθές και κρίνω ότι εφόσον υπάρχουν ρητές πρόνοιες στο νέο Νόμο 216/90, που αφορούν τα ίδια θέματα, με βάση τις αρχές σιωπηρής κατάργησης και ανάκλησης προηγούμενης νομοθεσίας, κρίνω ότι τα άρθρα 3 και 4 του Κεφ. 352 έχουν καταργηθεί στο μέτρο που είναι ασυμβίβαστα με τη νέα νομοθεσία.
Παρεμπιπτόντως παρατηρώ ότι, έστω και αν εξακολουθούσαν να βρίσκονται σε ισχύ οι πρόνοιες του άρθρου 3, εν όψει της απόφασης στη Διευθυντής Τμήματος Υπηρεσίας Κοινωνικής Ευημερίας ν. Ιωάννου κ.ά. (ανωτέρω), σε όποιο μέτρο ή επίκληση του άρθρου 3 από το Διευθυντή αφορούσε κακομεταχείριση των ανηλίκων, θα ήταν και πάλιν εσφαλμένη.
Επισημαίνω, τέλος, ότι δεν αποτέλεσε επίδικο θέμα ενώπιον μου ότι το αποτέλεσμα των ενεργειών του Διευθυντή ήταν η στέρηση της ελευθερίας των ανηλίκων αφού τούτο ορθά θεωρήθηκε ως δεδομένο από τις δύο πλευρές. (Δέστε Καλφοπούλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 55.)
Εν όψει των πιο πάνω, θεωρώ ότι ο Διευθυντής δεν είχε εξουσία να ενεργήσει όπως ενήργησε και έτσι ήταν παράνομα τα διαβήματα στα οποία προέβη.
Ως συνέπεια των πιο πάνω η αίτηση του πατέρα των ανηλίκων για έκδοση εντάλματος Habeas Corpus εγκρίνεται και διατάσσεται όπως του παραδοθούν τα ανήλικα τέκνα του.
Η�αίτηση γίνεται δεκτή και διατάσσεται η παράδοση των ανηλίκων στον πατέρα τους.