ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 1 ΑΑΔ 1595
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10994
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΝΙΚΗΤΑ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, ΔΔ.
Μεταξύ:
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας
Εφεσείοντα
και
Γεώργιου Μιχαήλ, εκ Λατσιών
Εφεσίβλητου
--------------
15 Οκτωβρίου 2002
Για τον Εφεσείοντα: κ. Δ. Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γενικό Εισαγγελέα.
Για τον Εφεσίβλητο: κ. Λ. Ιωαννίδης για κ. Ρ. Σχίζα.
--------------
Νικήτας, Δ.
: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσειο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.
--------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Χατζηχαμπής, Δ.
: Σύμφωνα με τις διαπιστώσεις του δικαστηρίου οι οποίες δεν εφεσιβάλλονται, η σύγκρουση η οποία κατέστη η αφορμή για την παρούσα υπόθεση έγινε υπό τις ακόλουθες συνθήκες:Ο Εφεσίβλητος οδηγούσε μοτοσικλέτα στη Λεωφόρο Μακαρίου στα Λατσιά. Αυτού προπορεύοντο άλλα αυτοκίνητα μεταξύ των οποίων και στρατιωτικό, ο οδηγός του οποίου, προτιθέμενος να στρίψει δεξιά σε συνεργείο, έκαμε σήμα και συγχρόνως ελάττωσε ταχύτητα. Αφού κάλυψε απόσταση 20-25 μ. σταμάτησε για να περάσουν άλλα οχήματα που έρχονταν από απέναντι, όπως σταμάτησαν και άλλα αυτοκίνητα που τον ακολουθούσαν. Ο Εφεσίβλητος προσπέρασε από δεξιά τα σταματημένα αυτοκίνητα που ήσαν πίσω από το στρατιωτικό, όταν δε η μοτοσικλέτα βρισκόταν δίπλα από αυτό ο οδηγός του έστριψε δεξιά και επήλθε η σύγκρουση. Επιχειρώντας να στρίψει, ο οδηγός του στρατιωτικού αυτοκινήτου δεν έλεγξε την κίνηση πίσω του και δεν αντελήφθη τη μοτοσικλέτα παρά μόνο κατά τη σύγκρουση.
Με αυτές τις διαπιστώσεις, ο ευπαίδευτος δικαστής έκρινε ότι ο μεν οδηγός του στρατιωτικού αυτοκινήτου ήταν ένοχος αμέλειας κατά το ότι (σ. 7 της απόφασης):
"... δεν είχε τη δέουσα παρατηρητικότητα και δεν έλεγξε καθόλου τον δρόμο πίσω από το αυτοκίνητο του πριν αρχίσει να στρίβει προς τα δεξιά. Είχε την υποχρέωση να βεβαιωθεί, πριν κινηθεί προς τα δεξιά, ότι η ενέργεια αυτή δεν θα έθετε σε κίνδυνο τους άλλους χρήστες του δρόμου."
Ο δε Εφεσίβλητος ήταν ένοχος συντρέχουσας αμέλειας κατά το ότι (σελίδες 7-8 της απόφασης):
"Απέτυχε να επιδείξει λογική επιμέλεια για την ασφάλεια του επειδή επεχείρησε να προσπεράσει το όχημα που οδηγούσε ο Εναγόμενος 1 ενώ θα έπρεπε να είχε αντιληφθεί την πρόθεση του να στρίψει δεξιά. Η πρόθεση αυτή είχε εκδηλωθεί έγκαιρα και ξεκάθαρα με τον φωτεινό σηματοδότη του οχήματος. Έγινε, ακόμα εμφανής από το γεγονός ότι ο Εναγόμενος 1 σταμάτησε το αυτοκίνητο του ενώ πιο μπροστά δεν υπήρχε οποιαδήποτε κίνηση που να τον εμποδίζει να προχωρήσει. Επίσης ο Ενάγων επιχείρησε να προσπεράσει τα προπορευόμενα οχήματα διατηρώντας μικρή απόσταση, περί το 1½ μέτρο, από αυτά, γεγονός που ουσιαστικά εκμηδένισε την δυνατότητα του να αντιδράσει προς αποφυγή σύγκρουσης σε περίπτωση που τα οχήματα που προσπερνούσε εκινούντο δεξιότερα."
Και κατένειμε την ευθύνη κατά 40% στον οδηγό του στρατιωτικού αυτοκινήτου και κατά 60% στον Εφεσίβλητο.
Ως προς τις αποζημιώσεις, ο ευπαίδευτος δικαστής επεδίκασε £3.000 ως γενικές αποζημιώσεις στη βάση πλήρους ευθύνης και £1.776,50 ως ειδικές αποζημιώσεις στη βάση πλήρους ευθύνης, που σήμαινε συνολικό ποσό £1.910,60 για τον Εφεσίβλητο. Επεδίκασε επίσης έξοδα στην κλίμακα του εν λόγω ποσού. Η απόφαση ήταν εναντίον της Εφεσείουσας Δημοκρατίας ως εκ προστήσεως υπεύθυνης για την αμέλεια του οδηγού του στρατιωτικού αυτοκινήτου.
Πλην της διαπίστωσης ότι η Δημοκρατία ευθύνετο εκ προστήσεως, δεν υπάρχει πτυχή της απόφασης που να μην εφεσιβλήθηκε, από την ευθύνη μέχρι τα έξοδα. Και δεν υπάρχει πτυχή της έφεσης που θα μπορούσε να είχε έρεισμα. Σοφά, στο περίγραμμα αγόρευσης του ευπαιδεύτου συνηγόρου για τη Δημοκρατία εγκαταλείφθησαν έστω οι λόγοι έφεσης 2 και 3 που αφορούν τις γενικές και ειδικές αποζημιώσεις. Ως προς την ευθύνη, λέγεται στο λόγο έφεσης 1 ότι δεν απεκαλύπτετο οποιαδήποτε συντρέχουσα αμέλεια του οδηγού του στρατιωτικού αυτοκινήτου. Εν πρώτοις βέβαια, η αναφορά στην αιτιολογία του λόγου έφεσης 1 ότι από τη μαρτυρία "προέκυπτε αμέλεια του Ενάγοντος και ουδεμία συντρέχουσα αμέλεια του Εναγομένου", δεν είναι ακριβής εφ΄όσον το ζητούμενο ήταν το αντίθετο, η διαπίστωση δηλαδή της οποιασδήποτε αμέλειας του Εναγόμενου και συντρέχουσας αμέλειας του Ενάγοντα. Όπως και να έχει το πράγμα όμως, δεν μας βρίσκει σύμφωνους η αιτιολογία του λόγου έφεσης 1 ότι η διαπίστωση αμέλειας του οδηγού του στρατιωτικού αυτοκινήτου παραγνώρισε "την ειδική επί του θέματος (on the point) δεσμευτική νομολογία του Εφετείου".
Κατ΄αρχή, είναι στοιχειώδες ότι η διαπίστωση αμέλειας δεν είναι νομικό θέμα αλλά κατ΄ εξοχή θέμα γεγονότων που εξαρτάται από το σύνολο των περιστάσεων. Δεν μπορούμε λοιπόν να μιλούμε για δεσμευτική νομολογία επί τούτου. Ύστερα, ούτε η νομολογία στην οποία αναφέρεται ο ευπαίδευτος συνήγορος για τη Δημοκρατία στο περίγραμμα του βοηθά την υπόθεση του ακόμα και ως καθοδηγητική. Στην υπόθεση
Makris et al v. Savvides (1987) 1 CLR 4 το κρινόμενο στην έφεση ήταν η ορθότητα των διαπιστώσεων του πρωτόδικου δικαστηρίου ως προς το διαδραματισθέντα εν όψει συγκρουόμενων εκδοχών και όχι η ορθότητα των συμπερασμάτων του ως προς την ευθύνη. Η άλλη υπόθεση στην οποία αναφέρεται ο κ. Καλλίγερος, Christodoulou et al v. Peppis (1988) 1 CLR 317, ουδεμία σχέση έχει με το ενώπιόν μας θέμα και ουδεμία βοήθεια προσφέρει η αναφορά της ως περιέχουσας, όπως αναφέρεται στο περίγραμμα, "μια γενικότερη, με το αυτό περιεχόμενο, θεώρηση των υποχρεώσεων του οδηγού σε περιστάσεις σαν τις επίδικες". Στην ενώπιον μας υπόθεση η διαπίστωση από τον ευπαίδευτο δικαστή αμέλειας και στους δύο οδηγούς για τη σύγκρουση αιτιολογήθηκε πλήρως στο παραταθέν σκεπτικό του και συνάδει με την ορθή προσέγγιση του θέματος στη βάση της μαρτυρίας.Στα πλαίσια της κατανομής της ευθύνης αυτής καθ΄ αυτής, ενδεχομένως να ετίθετο θέμα διαφορετικής αντίληψης μας ως προς τα ποσοστά που καθόρισε ο ευπαίδευτος δικαστής ώστε να εδικαιολογείτο παρέμβαση μας, εφ΄ όσον ο Εφεσίβλητος φαίνεται να έχει σαφώς βαρύνουσα ευθύνη για τη σύγκρουση. Το θέμα αυτό όμως δεν ηγέρθη καθόλου ενώπιον μας στην έφεση, η οποία περιορίσθηκε στην εισήγηση ότι η Εφεσείουσα δεν φέρει, στη βάση της νομολογίας, οποιαδήποτε ευθύνη για τη σύγκρουση, και δεν κληθήκαμε να εξετάσουμε κατά πόσο, αν η θέση αυτή απορριφθεί, η κατανομή της ευθύνης είναι έκδηλα λανθασμένη. Τούτο βεβαίως ήταν συνέχεια και της ίδιας της Υπεράσπισης της Εφεσείουσας στην οποία διατυπώνετο ευθέως
και αποκλειστικώς η θέση ότι η Δημοκρατία δεν ευθύνετο καθόλου και ουδείς ισχυρισμός, έστω διαζευκτικώς, εγίνετο για συντρέχουσα αμέλεια της. Ούτε η νομολογία ούτε οι λόγοι έφεσης μας επιτρέπουν να υπεισέλθουμε στο θέμα.Με το λόγο έφεσης 4 εκφράζεται το παράπονο ότι κακώς επιδικάσθησαν έξοδα υπέρ του Εφεσίβλητου και εναντίον της Εφεσείουσας Δημοκρατίας εφ΄ όσον η Δημοκρατία ευρέθη να φέρει ευθύνη μόνο κατά 40%, η ευθύνη της διαπιστώθηκε στη βάση της μαρτυρίας των δικών της μαρτύρων μάλλον παρά των του Εφεσίβλητου και η ευθύνη της ήταν εκ προστήσεως. Γίνεται επίσης αναφορά στο σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης για να υποστηριχθεί ότι δεν έπρεπε να εφαρμοσθεί ο συνήθης κανόνας βάσει του οποίου ο επιτυχών διάδικος δικαιούται τα έξοδα του. Κρίνουμε ότι η εισήγηση είναι εντελώς ανεδαφική και ανορθόδοξη.
Η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του Εφεσίβλητου και εναντίον της Εφεσείουσας.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΚΧ"Π