ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 1 ΑΑΔ 911
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙO OIKOΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
ΕΦΕΣΗ Αρ. 144
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Α. ΚΡΑΜΒΗ, Δ.Δ.Μεταξύ:
Πέτρου Πετράκη, από τη Λευκωσία
Εφεσείοντα/Καθ΄ου η αίτηση
- και -
Ann-Marie Marks Petraki, από τη Λευκωσία
Εφεσίβλητης/Αιτήτριας
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 27 Ιουνίου, 2002.Για τον εφεσείοντα: Μ. Μοντάνιος.
Για την εφεσίβλητη: Στ. Στεφανή (κα).
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.
: Στις 5.10.2000 Δικαστής του Οικογενειακού Δικαστηρίου εξέδωσε εκ συμφώνου διάταγμα με το οποίο ανατίθεται στην εφεσίβλητη η φύλαξη των ανηλίκων θυγατέρων της που απέκτησε κατά τη διάρκεια του γάμου της με τον εφεσείοντα. Περαιτέρω δε εξέδωσε εκ συμφώνου διάταγμα με το οποίο ρυθμίζεται η άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας του εφεσείοντα με τα ανήλικα τέκνα του. Το σχετικό μέρος της δικαστικής απόφασης που είναι σχετικό με την παρούσα έφεση έχει ως ακολούθως:-"ΕΚ ΣΥΜΦΩΝΟΥ ΕΚΔΙΔΕΤΑΙ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΔΙΑΤΑΓΜΑ με το οποίο ΡΥΘΜΙΖΕΤΑΙ η άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας του καθ΄ου η αίτηση με τα ως άνω ανήλικα τέκνα του ως ακολούθως:"
O Πρωτοκολλητής του Δικαστηρίου όταν συνέταξε την δικαστική απόφαση πρόσθεσε στο κείμενο και μετά την υπογραφή του εκδόσαντος την απόφαση Δικαστού την εξής οπισθογράφηση:-
"Οπισθογράφηση: Εάν εσείς οι αναφερόμενοι Anne-Marie Marks Petraki και Πέτρος Πετράκη, αμελήσετε να συμμορφωθείτε με το διάταγμα αυτό σεις μεν υπόκεισθε σε σύλληψη η δε περιουσία σας σε κατάσχεση."
Δεν αμφισβητήθηκε κατά τη μακρά ακροαματική διαδικασία ότι η πιο πάνω συνταχθείσα δικαστική απόφαση επιδόθηκε στην εφεσίβλητη στις 15.10.2000.
Ο εφεσείων, ισχυριζόμενος ότι η εφεσίβλητη αρνήθηκε να συμμορφωθεί με το πιο πάνω διάταγμα, που αναφέρεται στο δικαίωμα επικοινωνίας του με τα ανήλικα τέκνα του, καταχώρησε αίτηση διά κλήσεως με την οποία ζητούσε την ακόλουθη θεραπεία:-
"Διάταγμα του Δικαστηρίου διατάττον την Anne-Marie Marks Petraki όπως παρουσιασθή και δείξη λόγον γιατί να μη φυλακισθή ή καταβάλη πρόστιμον ως ήθελε το Δικαστήριο διατάξει καθ΄ όσον η Anne-Marie Marks Petraki παρέλειψε να συμμορφωθή με το Συντηρητικό Διάταγμα του Δικαστηρίου ημερομηνίας 5.10.2000."
Μετά από μακρά ακροαματική διαδικασία ο πρωτόδικος Δικαστής, παρά το γεγονός ότι κατέληξε στο εύρημα ότι η εφεσίβλητη παρέβηκε το διάταγμα, απέρριψε την αίτηση του εφεσείοντα για το λόγο ότι το υπό αναφορά διάταγμα δεν είχε τα στοιχεία του "επιβλητού" και ότι ήταν ένα αναγνωριστικό διάταγμα. Αναφέρει ο πρωτόδικος Δικαστής μετά από ενδελεχή αναφορά στη νομολογία τα εξής:-
"Το επίδικο διάταγμα εκδόθηκε με βάση τις δηλώσεις των συνηγόρων των διαδίκων και στην παρουσία αυτών. Στο διάταγμα αυτό αναφέρεται ότι με αυτό "Ρυθμίζεται η άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας του καθ΄ου η αίτηση με τα ανήλικα τέκνα του" σε συγκεκριμένες ημέρες και ώρες, πράγμα το οποίο δεν προσδίδει κατά την κρίση μου στο διάταγμα το χαρακτήρα του επιβλητού. Δεν καθορίζεται πουθενά στο διάταγμα προσταγή προς την καθ΄ης η αίτηση να προβεί σε οποιαδήποτε πράξη ή να της απαγορεύει από του να προβεί σε κάποια συγκεκριμένη πράξη. Το διάταγμα ημερομηνίας 5.10.2000 είναι ένα αναγνωριστικό διάταγμα και έτσι η καθ΄ης η αίτηση με βάση τα όσα εκτενώς αναφέρθηκαν ανωτέρω δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι διέπραξε το αστικό αδίκημα της καταφρόνησης διατάγματος του Δικαστηρίου."
Ο εφεσείων καταχώρησε την παρούσα έφεση προβάλλοντας ένα και μοναδικό λόγο έφεσης ότι το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το διάταγμα δεν ήταν επιβλητό γιατί δεν καθορίζει καμιά προσταγή προς την εφεσίβλητη είναι λανθασμένο.
Το άρθρο 42 του Νόμου 14/60, στο οποίο βασίζεται η αίτηση του εφεσείοντα στο πρωτόδικο Δικαστήριο, έχει ως ακολούθως:-
"42. Τηρουμένου οιουδήποτε διαδικαστικού κανονισμού έκαστον δικαστήριον θα έχει εξουσίαν να εξαναγκάσει εις υπακοήν προς οιονδήποτε διάταγμα εκδοθέν υπ΄ αυτού, διατάττον ή απαγορεύον την εκτέλεσιν οιασδήποτε πράξεως, δια προστίμου ή φυλακίσεως ή μεσεγγυήσεως πραγμάτων. Και το δικαστήριον δύναται επιπροσθέτως να επιδικάσει εις το πρόσωπον προς το συμφέρον του οποίου εξεδόθη το διάταγμα τοιούτο ποσόν υπό μορφήν αποζημιώσεως, ως το δικαστήριον δύναται να θεωρήσει πρέπον."
Για την εφαρμογή του πιο πάνω άρθρου του νόμου πρέπει απαρέγκλιτα και με αυστηρότητα να τηρηθούν οι προϋποθέσεις της Δ.42Α(1) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, που προνοεί τα εξής:-
"Where any order is issued by any Court directing any act to be done or prohibiting the doing of any act there shall be endorsed by the Registrar on the copy of it, to be served on the person required to obey it, a memorandum in the words or to the effect following:
If you, the within-named A.B., neglect to obey this order, by the time therein limited, you will be liable to be arrested and to have your property sequestered."
Σύμφωνα με την Krashias Shoe Factory v. Adidas (1989) 1 ΑΑΔ 750 "η διαταγή 42(Α) πραγματεύεται αποκλειστικά τη διαδικασία για την αναφορά παρακοής διατάγματος στο Δικαστήριο. Είναι η μόνη διάταξη η οποία κάμνει πρόβλεψη γι΄ αυτό το θέμα. Οι πρόνοιες της συνιστούν τις δικονομικές διατάξεις που διέπουν και ρυθμίζουν την άσκηση της πολιτικής δικαιοδοσίας που παρέχει το άρθρο 42 του Ν. 14/60."
Δεν θα επεκταθούμε περαιτέρω, στην ερμηνεία και τις προϋποθέσεις της πιο πάνω Διαταγής γιατί το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο εύρημα ότι συνέτρεχαν όλες οι προϋποθέσεις που απαιτούνται, το δε εύρημα του αυτό δεν αμφισβητήθηκε στην παρούσα έφεση.
Το άρθρο 42 του Ν. 14/60 περιέχει το ουσιαστικό δίκαιο για τη χορήγηση της επίδικης θεραπείας. (Βλέπε: K. Wunderlich v. Ε. Παναγιώτου, Πολ. Έφ. 10196, ημερ. 23.3.1999 και Οικονομίδου ν. Ph. Economides Estates Ltd., Πολ. Έφ. 10017, ημερ. 20.7.1999).
Από το κείμενο του άρθρου 42 του Ν. 14/60, όπως και η νομολογία το έχει ερμηνεύσει, προκύπτει ότι για να είναι επιβλητό (enforceable) ένα διάταγμα του Δικαστηρίου πρέπει να είναι είτε αναγκαστικό (coercive order) είτε διατακτικό (mandatory) είτε απαγορευτικό (prohibitory). Αναγνωριστικά διατάγματα δικαιώματος, τα οποία εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 41 του Ν. 14/60, δεν είναι επιβλητά δυνάμει του άρθρου 42.
Στο σύγγραμμα των
Borvie and Lowe's Law of Contempt, 2η έκδοση, σελ. 418, αναφέρονται τα εξής:-"Not every order that the courts make is enforceable......it was established that declaratory order was not a coercive order and that a refusal to comply with it did not amount to contempt. If therefore a litigant or even the court is in doubt as to whether a declaration will be observed they would be better advised to seek an injunction."
(Βλέπε επίσης: Π. Κυριάκου ν. Υπουργού Εσωτερικών (1986) 3 ΑΑΔ 300 και
Webster v. Southwark London B. Council (1983) 2 WLR 217 όπου στις σελίδες 222-3 αναφέρεται:-"....Where a court makes only a declaratory order, it is not contempt for the party affected by the order to refuse to abide by it. ....but mere refusal of one party to an action to abide by a declaratory order it not, as I understand it, contempt of court."
Στην απόφαση του Αγγλικού Εφετείου D. v. D. (1991) FCR 323 που αφορούσε παρόμοια υπόθεση με την παρούσα έφεση έχουν λεχθεί τα εξής στη σελίδα 329:-
"What is fundamental in each case is that an order can only be enforced by committal if it is an order requiring a person to do an act or to abstain from doing an act.
Thus an order which makes a declaration of rights cannot be enforced by committal against a person who chooses to ignore it....
So it was held by court in Re P (Minors) [1990] F.C.R. 909 that it is not appropriate to include the penal notice in the common form order in matrimonial proceedings giving interim care and control or custody of children to one parent with reasonable access to the other, and with the usual directions that the children are not to be removed from the jurisdiction of the court and their names are not to be changed. The reason why this penal notice is inappropriate is that the order is not an injunction susceptible of enforcement by committal.
.............................. .................................................. .................................................. .................................................. .................................................. .................................................. ...............................................
There has been no order of the court requiring the husband to do any act or abstain from doing any act in relation to that, or any other period of access."
Και στη σελίδα 330 καταλήγει:-
"The fundamental point is that the penal notice was inappropriate because the order of May 24 was not an order capable of founding a commital for breach."
Έχοντας υπόψη τις πρόνοιες του άρθρου 42 του Ν. 14/60 και την ορθή ερμηνεία τους, το επίδικο διάταγμα με το οποίο ρυθμίζεται (όπως ρητά αναφέρει) η άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας του εφεσείοντα με τα ανήλικα τέκνα του καθώς και τη νομολογία επί του θέματος, όπως έχει εκτεθεί πιο πάνω, έχουμε καταλήξει, σε συμφωνία με το πρωτόδικο Δικαστήριο, ότι το διάταγμα, το οποίο εκ συμφώνου εκδόθηκε στις 5.10.2000, έχει αναγνωριστικό χαρακτήρα ως ρυθμιστικό της επικοινωνίας του εφεσείοντα με τα ανήλικα τέκνα του και ως εκ τούτου δεν είναι επιβλητό (enforceabl
e) με αίτηση φυλάκισης ή προστίμου. Το διάταγμα δεν περιέχει καμιά διαταγή προς την εφεσίβλητη να προβεί σε συγκεκριμένη πράξη ή να της απαγορεύει να πράξει κάτι.Για τους πιο πάνω λόγους η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΕΠσ