ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 1 ΑΑΔ 338
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10926.
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΑΡΤΕΜΗ, ΚΑΛΛΗ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, Δ.Δ.Μεταξύ:
Κωστάκη Καρεσίου,
Εφεσείοντα-Ενά γοντα
και
Εφεσιβλήτων-Εναγομένων .
____________________
5 Μαρτίου, 2002
.Για τον εφεσείοντα: Γ. Πιττάτζης.
Για τους εφεσίβλητους 1 και 2: Σ. Χ'' Γιάννης.
Για την εφεσίβλητη 3: Δ. Κούσιου (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας.
______________________
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.
: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίουθα δώσει ο Δικαστής Π. Καλλής.
______________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΑΛΛΗΣ, Δ.
: Η αξίωση του εφεσείοντα εναντίον των εφεσιβλήτων όπως αυτή είχε διατυπωθεί στο σχετικό δικόγραφο του έχει ως εξής:
«Α. Δήλωση ότι ο ενάγων είναι ο νόμιμος κάτοχος ή/και ιδιοκτήτης της οικίας που βρίσκεται στο Συνοικισμό Βρυσούλων 51Α.
Β. Δήλωση ότι οι εναγόμενοι ή/και εκάτερος τούτων δεν έχουν δικαίωμα να κατέχουν ή/και χρησιμοποιούν την οικία που βρίσκεται στο Συνοικισμό Βρυσούλων 51Α.
Γ. Δήλωση ότι οι εναγόμενοι είναι παράνομοι κάτοχοι της οικίας που βρίσκεται στο Συνοικισμό Βρυσούλων 51Α.
Δ. Διάταγμα διατάσσον τους εναγομένους 1 και 2 όπως εκκενώσουν και παραδώσουν στον ενάγοντα την κατοχή της οικίας στο Συνοικισμό Βρυσούλων 51Α.
Ε. Εναντίον όλων των εναγομένων αλληλέγγυα και χωριστά γενικές αποζημιώσεις.»
Μεταφέρουμε τα πραγματικά περιστατικά τα οποία περιβάλλουν την αξίωση του εφεσείοντα όπως αυτά έχουν συνοψισθεί από το Πρωτόδικο Δικαστήριο:
Ο εφεσείων είναι πρόσφυγας από το κατεχόμενο χωριό Αχερίτου. Μέσα στα πλαίσια της γενικότερης πολιτικής του κράτους για στέγαση των εκτοπισθέντων, παραχωρήθηκε στον εφεσείοντα κρατική γή στην περιοχή Αγίου Γεωργίου, του χωριού Φρέναρος. Του παραχωρήθηκε επίσης οικονομική βοήθεια ύψους £800 για να κτίσει κατοικία, προκειμένου να στεγαστεί ο ίδιος και η οικογένεια του. Η παραχώρηση του εν λόγω τεμαχίου από το κράτος στον εφεσείοντα υλοποιήθηκε με την υπογραφή γραπτής συμφωνίας ημερομηνίας 21.3.76 (Τεκμήριο 1).
Η συμφωνία (Τεκμήριο 1) διελάμβανε, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:
(α) Το κράτος (μέσω του Επάρχου Αμμοχώστου) παραχωρούσε στον εφεσείοντα άδεια χρήσεως του ακινήτου.
(β) Ανέλαβε περαιτέρω να καταβάλει στον εφεσείοντα οικονομική βοήθεια (δωρεά) για το ποσό των £800.- έναντι της δαπάνης ανέγερσης κατοικίας επί του ακινήτου.
(γ) Ο εφεσείων ανέλαβε με τη σειρά του την υποχρέωση να κτίσει κατοικία μέσα στο ακίνητο, το συντομότερο δυνατό.
(δ) Ο εφεσείων όφειλε να το χρησιμοποιεί αποκλειστικά σαν ιδιωτική κατοικία του ίδιου και της οικογένειας του.
(ε) Η εκχώρηση ή υπεκμίσθωση του ακινήτου δεν επιτρέπεται.
(στ) Με τον όρο 6 αναγνωρίζεται από τον εφεσείοντα πως η ενέργεια του ιδιοκτήτη να του επιτρέψει να κατοικήσει στο ακίνητο δεν θα δημιουργούσε σε καμιά περίπτωση σχέση ιδιοκτήτου και ενοικιαστού.
Με άλλους όρους αναγνωρίζεται επίσης από τον εφεσείοντα πως τόσο η γη όσο και τα ανεγερθησόμενα κτίρια ή οποιεσδήποτε βελτιώσεις θα αποτελούν ιδιοκτησία του κράτους και ουδεμία υποχρέωση θα υπέχει το κράτος να τον αποζημιώσει για τυχόν έξοδα.
Η συμφωνία φέρει τον τίτλο «'Αδεια», και ο εφεσείων αναφέρεται σαν «ο Αδειούχος».
Μέσα στην παραχωρηθείσα κρατική γη, ο εφεσείων έκτισε κατοικία στην οποία διέμενε με την οικογένεια του για πολλά χρόνια. Σε μεταγενέστερο στάδιο (περί το έτος 1989-90) παραχώρησε την κατοχή της κατοικίας στους εφεσίβλητους 1 και 2, οι οποίοι διαμένουν μέσα στην κατοικία μέχρι σήμερα. Ο ίδιος εγκαταστάθηκε σε ιδιόκτητη κατοικία που απέκτησε, στο μεταξύ.
'Ηταν η θέση του εφεσείοντα πως οι εφεσίβλητοι 1 και 2 κατέχουν παράνομα την επίδικη κατοικία και ότι ο ίδιος είναι ο νόμιμος δικαιούχος. Κάλεσε τους εφεσίβλητους να εγκαταλείψουν την κατοικία και να του παραδώσουν την κατοχή και χρήση της. 'Οταν η προσπάθεια του δεν καρποφόρησε προχώρησε με την καταχώριση της παρούσας αγωγής.
Ο εφεσίβλητος 3 ήγειρε ζήτημα δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου. Εισηγήθηκε πως η άδεια χρήσης που παραχωρήθηκε στον εφεσείοντα ακυρώθηκε με την απόφαση της διοίκησης ημερομηνίας 14.2.92 (Τεκμήριο 22) καθώς και με μεταγενέστερη ημερομηνίας 24.10.97 (Τεκμήριο 29) που αποτελούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις.
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο αφού αξιολόγησε την ενώπιον του μαρτυρία έκαμε τις πιο κάτω διαπιστώσεις:
(α) Με την οικονομική βοήθεια που παραχωρήθηκε στον εφεσείοντα από το κράτος, αλλά και με επιπρόσθετα χρήματα που διέθεσε ο ίδιος, έκτισε μέσα στην αναφερθείσα κρατική γη την κατοικία με αριθμό 51Α. Η κατοικία βρίσκεται ανάμεσα σε άλλες κατοικίες του κυβερνητικού οικισμού που είναι γνωστός σαν «Ο Συνοικισμός Αυτοστέγασης Βρυσούλων» (η επίδικη κατοικία).
(β) Για αρκετά χρόνια ο εφεσείων χρησιμοποιούσε την επίδικη κατοικία για τη στέγαση του ιδίου και της οικογένειας του. Με την πάροδο του χρόνου, απέκτησε άλλη, ιδιόκτητη, κατοικία στο Παραλίμνι. Μετά από αυτή την εξέλιξη παραχώρησε τη χρήση της επίδικης κατοικίας στους εφεσίβλητους 1 και 2, ενώ ο ίδιος εγκαταστάθηκε με την οικογένεια του στην αναφερθείσα ιδιόκτητη κατοικία του στο Παραλίμνι. Οι εφεσίβλητοι 1 και 2 ήταν στενοί οικογενειακοί φίλοι του εφεσείοντα.
(γ) Τον Ιούλιο, 1985, ο εφεσείων υπέβαλε αίτημα προς τις αρμόδιες αρχές, για να του χορηγηθεί βοήθημα για αυτοστέγαση σε ιδιόκτητο οικόπεδο (Τεκμήριο 8). Η αρμόδια αρχή, Υπηρεσία Μερίμνης και Αποκατάστασης Εκτοπισθέντων («Υ.Μ.ΑΠ.Ε.»), θεώρησε ικανοποιητικές τις στεγαστικές συνθήκες του εφεσείοντα και απέρριψε το αίτημα του (Τεκμήρια 9 και 10). Ζήτησε να επανεξεταστεί το αίτημα του τον Σεπτέμβριο του έτους 1
(δ) Τον Οκτώβριο του έτους 1991, ο εφεσείων επανήλθε με το ίδιο αίτημα, υποδεικνύοντας και πάλι την κουνιάδα του Κωνσταντίνα Κωνσταντίνου σαν το κατάλληλο πρόσωπο για να της παραχωρηθεί η κατοικία (Τεκμήρια 20 και 21).
Τη φορά αυτή το αίτημα του εισακούστηκε. Η Κεντρική Επιτροπή Επιλογής και Κριτηρίων (Κ.Ε.Ε.Κ.) με απόφαση της ημερομηνίας 14.2.92 (Τεκμήριο 22, βλ. επίσης πρακτικό Τεκμήριο 23) ενέκρινε το αίτημα. Σύμφωνα με την εν λόγω απόφαση, η αρχική άδεια που είχε παραχωρηθεί στον εφεσείοντα ακυρώθηκε και το σπίτι αποφασίστηκε όπως παραχωρηθεί στην κουνιάδα του. Εγκρίθηκε ταυτόχρονα η παραχώρηση στον εφεσείοντα οικονομικής βοήθειας ύψους £3.250.- που αντιστοιχούσε με το 50% της βοήθειας που εδικαιούτο όταν έκτισε το σπίτι στο Παραλίμνι.
(ε) Ο εφεσείων με επιστολή ημερομηνίας 15.9.92 προς τον 'Επαρχο Αμμοχώστου, τον πληροφόρησε πως δεν ενδιαφερόταν να πάρει το πιο πάνω βοήθημα, επειδή η κουνιάδα του δεν επιθυμούσε να στεγαστεί στην επίδικη κατοικία (Τεκμήριο 24). Με την ίδια επιστολή ζητούσε οικονομική βοήθεια για την επιδιόρθωση της. Το τελευταίο αίτημα απορρίφθηκε γιατί δεν προωθήθηκε από τον εφεσείοντα (βλ. Τεκμήρια 25, 26 και 27).
(στ) Το έτος 1997, ο εφεσείων επανήλθε με το ίδιο αίτημα. 'Εθεσε ξανά θέμα οικονομικής βοήθειας από το κράτος για σκοπούς επιδιόρθωσης της κατοικίας. Τη φορά αυτή το αίτημα του εγκρίθηκε. Ο 'Επαρχος Αμμοχώστου ενέκρινε την παραχώρηση στον εφεσείοντα οικονομικής βοήθειας ύψους £5.565.- Κατέβαλε μάλιστα στον εφεσείοντα ποσό £500.- (βλ. Τεκμήρια 2 και 3).
(ζ) Διαπιστώθηκε όμως από τον 'Επαρχο πως στην επίδικη κατοικία διέμενε άλλη οικογένεια (οι εφεσίβλητοι 1 και 2). Για το λόγο αυτό ο 'Επαρχος ανακάλεσε την έγκριση για οικονομική βοήθεια στον εφεσείοντα και τον κάλεσε να επιστρέψει το ποσό των £500.- που του είχε καταβληθεί (βλ. Τεκμήριο 5).
Ακολούθως η «Κ.Ε.Ε.Κ.», με απόφαση της ημερομηνίας 24.10.97 (Τεκμήριο 29), επαναδιατυπώνοντας την απόφαση της ημερομηνίας 14.2.92 (Τεκμήριο 22), αποφάσισε τα ακόλουθα:
(ι) Να ακυρώσει την έγκριση του εφεσείοντα για την επίδικη κατοικία, και
(ιι) Να παραχωρίσει οικονομική βοήθεια στον εφεσείοντα ύψους £3.250.- που αντιστοιχεί στο 50% για την ιδιόκτητη κατοικία του στο Παραλίμνι.
(η) Τον Σεπτέμβριο του έτους 1997 η εφεσίβλητη αρ.1 αποτάθηκε στην Επαρχιακή Διοίκηση Αμμοχώστου ζητώντας να της παραχωρηθεί η επίδικη κατοικία ή άλλο οικόπεδο στον συνοικισμό (βλ. Τεκμήριο 28). Προηγήθηκαν παραστάσεις του εφεσείοντα προς τους εφεσίβλητους 1 και 2 για να εγκαταλείψουν την επίδικη κατοικία. Η επίδικη κατοικία παραχωρήθηκε τελικά στην εφεσίβλητη 1.
Στη συνέχεια το Πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε το θέμα της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου το οποίο είχε εγερθεί από την εφεσίβλητη 3. Με αναφορά κυρίως στα νομολογηθέντα στην Ναυτικός 'Ομιλος Πάφου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1992) 1 Α.Α.Δ. 882, 893, 894, 895, 896 το Πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η παραχώρηση του επίδικου ακινήτου στον εφεσείοντα, η οποία έλαβε χώραν μέσα στα πλαίσια της γενικότερης πολιτικής του κράτους για στεγαστική αποκατάσταση των εκτοπισθέντων συνιστούσε άδεια χρήσης. και ότι σε καμιά περίπτωση δεν ήταν η πρόθεση του κράτους να ενοικιάσει ή να δωρήσει το ακίνητο στον εφεσείοντα. Τον δε χαρακτήρα αυτό της άδειας χρήσης τον διατήρησε μέχρι την ακύρωση της άδειας, με την απόφαση της Κ.Ε.Ε.Κ., ημερ. 14.2.92 (Τεκμήριο 22) και μεταγενέστερα με το Τεκμήριο 29.
Ακολούθως το Πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η παραχώρηση από τον 'Επαρχο Αμμοχώστου της άδειας για χρήση της κρατικής γης από τον εφεσείοντα, που συντελέστηκε με το Τεκμήριο 1, ανάγεται στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου. 'Εκρινε, επίσης, ότι η μεταγενέστερη ακύρωση της άδειας, μετά από άλλα αιτήματα του εφεσείοντα, ανάγεται στο ίδιο πλαίσιο και επενεργεί στον ίδιο τομέα δικαίου. Η ακύρωση της άδειας χρήσης - συνέχισε το Πρωτόδικο Δικαστήριο - συνιστούσε πράξη εξουσίας που λήφθηκε μετά από αίτηση του εφεσείοντα και εξετάστηκε από τα αρμόδια όργανα του κράτους - την Υπηρεσία Μερίμνης και Αποκαταστάσεως Εκτοπισθέντων («Υ.Μ.ΑΠ.Ε.») και την Κεντρική Επιτροπή Επιλογής και Κριτηρίων (Κ.Ε.Ε.Κ.). Τα δύο αυτά όργανα συστάθηκαν με αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου, μετά από την Τουρκική Εισβολή του 1974, με σκοπό την παροχή μερίμνης προς τους εκτοπισθέντες και άστεγους (Βλ. Αποφάσεις Υπουργικού Συμβουλίου αρ. 13.444 ημερ. 18.8.74, 14.397 ημερ. 6.11.75 και 14.471 ημερ. 27.11.75).
Για τους πιο πάνω λόγους - κατέληξε το Πρωτόδικο Δικαστήριο - μόνο το Ανώτατο Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία να αναθεωρήσει την απόφαση για ακύρωση της άδειας χρήσης που είχε παραχωρηθεί στον εφεσείοντα με βάση το Τεκμήριο 1. Η αξίωση συνεπώς του εφεσείοντα εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας για αποζημιώσεις λόγω πράξεων ή παραλείψεων των οργάνων της δεν θα μπορούσε να επιτύχει.
Παρόμοια ήταν και η κατάληξη του Πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με την απόφαση της αρμόδιας υπηρεσίας να παραχωρήσει τη χρήση της επίδικης κατοικίας στους εφεσίβλητους 1 και 2. 'Εκρινε ότι ανάγεται και αυτή στη σφαίρα του δημόσιου δικαίου. Η Κ.Ε.Ε.Κ. - υπέδειξε το Πρωτόδικο Δικαστήριο - είναι μέσα στα πλαίσια της άσκησης των εξουσιών της, που αποφάσισε να ακυρώσει την άδεια που είχε παραχωρηθεί αρχικά στον εφεσείοντα και ακολούθως στους εφεσίβλητους 1 και 2. Η απόφαση της ήταν συνεπώς εκτελεστή διοικητική πράξη και ο έλεγχος της ανάγεται αποκλειστικά στην αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Μόνο μετά την ακύρωση της, θα μπορούσε ο εφεσείων να διεκδικήσει αποζημιώσεις ή τις άλλες θεραπείες που διεκδικεί από τους εφεσίβλητους 1 και 2 με την παρούσα αγωγή.
'Ηταν η τελική κατάληξη του Πρωτόδικου Δικαστηρίου πως οι αξιώσεις του εφεσείοντα, τόσο εναντίον των εφεσιβλήτων 1 και 2 όσο και εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας, συναρτώνται άμεσα με την αναθεώρηση των πιο πάνω διοικητικών πράξεων, που ανάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Εφόσον οι αποφάσεις δεν έχουν προσβληθεί με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, ο εφεσείων δεν δικαιούται σε καμιά από τις αξιούμενες θεραπείες.
Η έφεση
.Ο εφεσείων υποστήριξε πως εσφαλμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο απεφάσισε ότι η συμφωνία (Τεκμήριο 1) ήταν «άδεια και όχι ενοικιαστήριο». Εσφαλμένα, σύμφωνα με τον εφεσείοντα, έκρινε ότι η συμφωνία εκείνη «ήτο δυνατό να τερματισθεί και τερματίσθηκε μονομερώς με διοικητική πράξη». Τέλος ο εφεσείων υποστήριξε πως είναι λανθασμένο το εύρημα του Πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι οι σχέσεις του εφεσείοντα με την εφεσίβλητη Κυπριακή Δημοκρατία «ήσαν σχέσεις δημοσίου δικαίου».
Ο κ. Πιττάτζης, εκ μέρους του εφεσείοντα, υπέβαλε ότι παρόλο που η συμφωνία (Τεκμήριο 1) τιτλοφορείται άδεια, όλα τα δεδομένα και κριτήρια που υπάρχουν την «καθιστούν ενοικιαστήριο». Ο ενάγων είχε αποκλειστική κατοχή και είχε δικαίωμα ανέγερσης οικοδομών. Σκοπός δε της παραχώρησης «ήτο για να κτισθεί οικία η οποία και εκτίσθηκε και εχρησιμοποιείτο αποκλειστικά σαν κατοικία». Ανεξάρτητα από το νομικό της χαρακτηρισμό η συμφωνία (Τεκμήριο 1) «προνοεί σαφώς τον τρόπο τερματισμού της με γραπτή προειδοποίηση και με συγκεκριμένη προθεσμία δύο μηνών. Αυτό ποτέ δεν έγινε.» Η λήψη διοικητικής απόφασης ανάκλησης μονομερώς και «αν ακόμα έλαβε γνώση του περιεχομένου της ο εφεσείων δεν ήταν αρκετή. Πέραν και επιπρόσθετα από την μονομερή διοικητική απόφαση έπρεπε να γίνει και τερματισμός της συμφωνίας που δεν έγινε». Το ίδιο το κράτος αποφάσισε να δημιουργήσει «σχέση ιδιωτικού δικαίου με τους πολίτες ή και τον εφεσείοντα και υπέγραψε σαν ιδιοκτήτης της γης συμβόλαιο. Είτε είναι άδεια είτε ενοικιαστήριο εδημιούργησε σχέση ιδιωτικού δικαίου».
Το πρώτο ζήτημα που τίθεται προς εξέταση είναι κατά πόσο η συμφωνία (Τεκμήριο 1) αποτελούσε άδεια ή ενοικίαση.
Στην Αγγελίδης και Φιλίππου Λτδ ν. Σπύρος Κολοκασίδης Εστέϊτς Λτδ (1991) 1 Α.Α.Δ. 327 (απόφαση Αρτέμη, Δ.) έχει υιοθετηθεί ο πιο κάτω ορισμός του όρου licence (άδεια) από το σύγγραμμα Hill and Redman΄s Law of Landlord and Tenant, 15η έκδοση, σελ. 21
:"Rule 7 - A licence is a permission which entitles the licensee to do some act on the land which would otherwise be a trespass, but which does not create any estate of interest in the land.
Rule 8 - A licence is either (a) a gratuitous or bare licence, or (b) a licence coupled with the grant of an interest, or (c) a contractual licence. The assignability and the revocability of a licence depend on the category into which it falls."
Σε μετάφραση
:«Κανών 7 - 'Αδεια είναι η συγκατάθεση η οποία παρέχει δικαίωμα στον κάτοχο της άδειας να κάμει κάτι επί της γης το οποίο άλλως θα αποτελούσε παράνομη επέμβαση αλλά δεν δημιουργεί δικαίωμα επί της γης.
Κανών 8 - 'Αδεια είναι (α) χαριστική ή απλή άδεια, ή (β) άδεια συνοδευόμενη με την παροχή συμφέροντος, ή (γ) συμβατική άδεια. Η δυνατότητα εκχώρησης ή ανάκλησης της άδειας εξαρτώνται από την κατηγορία εντός της οποίας εμπίπτει.»
Στην Αγγελίδης και Φιλίππου (πιο πάνω) σελ. 333 γίνεται και αναφορά στο θέμα της ανάκλησης. Υιοθετείται το πιο κάτω απόσπασμα από το σύγγραμμα
Hill and Redman (πιο πάνω) στη σελ. 22:"A bare licence does not even amount to a contract, with the result that it may be revoked by the licensor at any time without giving a right to damages to the licensee."
Σε μετάφραση
:«Η απλή άδεια δεν ισοδυναμεί ακόμη και με σύμβαση με αποτέλεσμα να μπορεί να ανακαλείται από τον χορηγό της χωρίς να δίδεται δικαίωμα αποζημιώσεων στον αδειούχο.»
Λαμβάνουμε υπόψη το λεκτικό της συμφωνίας (Τεκμήριο 1). Επισημαίνουμε ότι δυνάμει της συμφωνίας το κράτος παραχώρησε προς τον εφεσείοντα «άδεια χρήσεως του ακινήτου» με σκοπό να ανεγείρει οικία «η οποία θα χρησιμοποιείται αποκλειστικά ως ιδιωτική κατοικία υπό του αδειούχου και της οικογένειας του». Επισημαίνουμε, επίσης, ότι για την ανέγερση της οικίας το κράτος κατέβαλε στον εφεσείοντα οικονομική βοήθεια.
'Εχουμε την άποψη πως η επίδικη συμφωνία αποτελεί κλασσική περίπτωση άδειας. Περιέχει όλα τα στοιχεία τα οποία χαρακτηρίζουν μιαν άδεια. Εμπίπτει σαφώς εντός του πιο πάνω ορισμού.
Το επόμενο ζήτημα που τίθεται προς εξέταση είναι κατά πόσο η άδεια έχει ανακληθεί με τα Τεκμήρια 22 και 23 όπως έχει κριθεί από το Πρωτόδικο Δικαστήριο. Το Τεκμήριο 22 έχει ως εξής:
«
Το Κλιμάκιο της Κεντρικής Επιτροπής Επιλογής και Κριτηρίων στη συνεδρίασή της ημερομηνίας 14.2.92
Ονοματεπώνυμο: Κωστάκης Καρεσίου
Πολιτική Ταυτότητα:
465073Αποφάσισε: Εγκρίνεται για ποσό £3250 ίσο με το 50% της βοήθειας που εδικαιούτο όταν έκτισε το σπίτι στις 24.9.88. Η προηγούμενη έγκριση αφορούσα το σπίτι Α51 εγκρίθη να παραχωρηθεί στην Κ. Καβάζη, Δ.Τ. 601239.
Υπογραφή Προέδρου
Ημερομηνία:
14.2.92 .................. .................»Παρόμοιου περιεχομένου είναι και το Τεκμήριο 23.
Ανάκληση, στη σφαίρα του διοικητικού δικαίου, είναι η διοικητική πράξη με την οποία αίρεται η ισχύς, για το μέλλον ή αναδρομικώς μιας άλλης διοικητικής πράξεως (Δαγτόγλου, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, Τρίτη έκδοση, παρα. 680)
.Λαμβάνουμε υπόψη το λεκτικό των αποφάσεων Τεκμήρια 22 και 23. Κρίνουμε ότι οι αποφάσεις εκείνες συνιστούν ανάκληση της άδειας Τεκμήριο 1. Συναφώς σημειώνουμε ότι η πράξη της ανάκλησης έχει συντελεσθεί μετά από αίτημα του ιδίου του εφεσείοντα και με τη συνδρομή του. Συνεπώς η εισήγηση του περί αποστολής ειδοποίησης τερματισμού της ισχύος της άδειας, σύμφωνα με τον όρο 7 της συμφωνίας, στερείται βάσεως. Τυγχάνει, στη συνέχεια, εξεταστέο κατά πόσο η πράξη ανάκλησης συνιστά εκτελεστή πράξη η οποία υπόκειται σε προσφυγή δυνάμει του άρθρου 146.1 του Συντάγματος.
Η έννοια του όρου "εκτελεστή διοικητική πράξη" έχει επεξηγηθεί στην Δημοκρατία ν. Sunoil Bunkering Ltd (1994) 3 Α.Α.Δ. 26, 27 (απόφαση Πική, Δ., όπως ήταν τότε), στην οποία το θέμα τέθηκε ως εξής:
"Το κριτήριο για την εκτελεστότητα διοικητικής πράξης ή απόφασης είναι η παραγωγή έννομων αποτελεσμάτων, δηλαδή η γένεση εξ αυτής δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Πράξη είναι εκτελεστή εφόσον επιβάλλει υποχρεώσεις στο διοικούμενο, μη υφιστάμενες πριν την έκδοσή της, η
Σύμφωνα με το "Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο" του Α. Ι. Τάχου, 4η έκδοση, 1993, σελ. 356, εκτελεστή διοικητική πράξη είναι εκείνη που συνεπάγεται ευθέως και αμέσως με την εκτέλεση της έννομες συνέπειες για τους διοικούμενους δηλαδή συνιστά, μεταβάλλει ή καταργεί δικαιώματα ή (και) υποχρεώσεις.
Χαρακτηριστικό γνώρισμα της "εκτελεστής διοικητικής πράξεως" είναι ότι με την δήλωση βουλήσεως που περιέχει καθορίζει δίκαιον δηλαδή δημιουργεί δικαιώματα και υποχρεώσεις είτε κατά τρόπο γενικό με το να θέτει κανόνες δικαίου (κανονιστική πράξη) είτε κατά τρόπο ειδικό στην ατομική περίπτωση (ατομική πράξη) (Βλ. Στασινόπουλου, Δίκαιο των Διοικητικών Πράξεων, 'Εκδοση 1982, σελ. 170)
.Το Ελληνικό Συμβούλιο της Επικρατείας ορίζει τις εκτελεστές πράξεις ως εκείνες "δια των οποίων δηλούται βούλησις διοικητικού οργάνου σκοπούσα στην παραγωγήν εννόμου αποτελέσματος έναντι των διοικούμενων".
Στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-59, σελ. 236-237 αναφέρονται τα ακόλουθα:
"Εις προσβολήν δι' αιτήσεως ακυρώσεως δεν υπόκειται οιαδήποτε πράξις απορρέουσα εκ διοικητικού οργάνου, δρώντος ως τοιούτου, αλλά μόνον αι εκτελεσταί πράξεις, τουτέστιν εκείναι δι' ων δηλούται βούλησις διοικητικού οργάνου, αποσκο- πούσα εις την παραγωγήν εννόμου αποτελέσματος έναντι των διοικουμένων και συνεπαγομένη την άμεσον εκτέλεσιν αυτής δια της διοικητικής οδού. Το κύριον στοιχείον της εννοίας της εκτελεστής πράξεως είναι η άμεσος παραγωγή εννόμου αποτελέσματος, συνισταμένου εις την δημιουργίαν, τροποποίησιν ή κατάλυσιν νομικής καταστάσεως, ήτοι δικαιωμάτων και υποχρεώσεων διοικητικού χαρακτήρος παρά τοις διοικουμένοις."
Θεωρούμε ότι η επίδικη πράξη ικανοποιεί όλα τα κριτήρια της εκτελεστότητας. Πρωτίστως έχει προδιαγράψει τη σχέση του εφεσείοντα με το επίδικο ακίνητο και του έχει δημιουργήσει την υποχρέωση να το εγκαταλείψει και να το παραδώσει στο πρόσωπο που κατονομάζεται στα Τεκμήρια 22 και 23. 'Επεται πως η επίδικη πράξη ήταν εκτελεστή. Ωστόσο η πράξη πρέπει να ικανοποιεί ακόμη ένα κριτήριο. Πρέπει να είναι πράξη που εμπίπτει εντός της έννοιας του άρθρου 146.1 του Συντάγματος. Να είναι δηλαδή πράξη που ανάγεται στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου και όχι του ιδιωτικού δικαίου.
Στην Shoham (Cyprus) Ltd v. Αρχής Λιμένων Κύπρου, Πολιτική 'Εφεση 10390/22.3.2000 έχει επιχειρηθεί επισκόπηση των σχετικών αρχών. Μεταφέρουμε το σχετικό απόσπασμα:
«Κατά την εξέταση του κατά πόσο μια πράξη της διοίκησης εμπίπτει εντός της δυνάμει του άρθρου 146.1 του Συντάγματος δικαιοδοσίας πρέπει να λαμβάνεται πρωτίστως υπόψη η φύση και ο χαρακτήρας της συγκεκριμένης πράξης ή απόφασης. Αυτό το θέμα πρέπει να εξετάζεται επί της ουσίας και υπό τις περιστάσεις της κάθε συγκεκριμένης περίπτωσης. Πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη η υπόσταση του Οργάνου το οποίο έλαβε την απόφαση καθώς και οι περιστάσεις λήψης της. Είναι δυνατό για το ίδιο ΄Οργανο να ενεργει είτε εντός της σφαίρας του ιδιωτικού δικαίου ή εντός της σφαίρας του δημοσίου δικαίου, ανάλογα με τη φύση της πράξης του. Αυτό που αποτελεί τον σημαντικό και αποφασιστικό παράγοντα είναι η φύση και ο χαρακτήρας της συγκεκριμένης λειτουργίας, αντικείμενο της προσφυγής. ΄Οπου η λειτουργία του διοικητικού οργάνου έχει σαν πρωταρχικό σκοπό την προαγωγή δημοσίου σκοπού αυτός ο σκοπός έχει θεωρηθεί σαν χαρακτηριστικό πράξης ή απόφασης εντός της σφαίρας του δημοσίου δικαίου (Βλ.
Το ότι μια πράξη η οποία πρωτίστως επηρεάζει ιδιωτικά δικαιώματα μπορεί να ενταχθεί στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου λόγω κάποιου ιδιαίτερου συμφέροντος του κοινού στη σωστή εφαρμογή της συγκεκριμένης νομοθετικής διάταξης έχει τονιστεί στην
Republic v. M.D.M. Estate Development Ltd (1982) 3 C.L.R. 642, 655 (απόφαση Ολομέλειας).Αυτό που είναι σχετικό για τους σκοπούς της παρούσας υπόθεσης είναι κατά πόσο σε σχέση με τη συγκεκριμένη λειτουργία οι εφεσίβλητοι ενεργούσαν με την ιδιότητα 'οργάνου, αρχής ή προσώπου ασκούντων εκτελεστικήν ή διοικητικήν λειτουργίαν', εντός της έννοιας του άρ. 146.1 του Συντάγματος (Bλ.
Stamatiou v. The Electricity Authority of Cyprus, 3 R.S.C.C. 44, 45-46)................................... .................................................. .....
Σύμφωνα με τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας 1929-59 σελ. 235, πράξεις που απορρέουν από διοικητική αρχή και αφορούν δικαιώματα και υποχρεώσεις που διέπονται από διοικητικούς νόμους υπάγονται εις την αρμοδιότητα του Συμβουλίου Επικρατείας: 'Ούτω εθεωρήθη παραδεκτώς προσβληθείσα πράξις εκδοθείσα κατ' εφαρμογήν διοικητικών νόμων ρυθμιζόντων τα του ελέγχου και της εποπτείας της πολιτείας επί της εν γένει εκμεταλλεύσεως των δασών, δημοσίων τε και ιδιωτικών'.»
(Βλ., επίσης, Ναυτικός 'Ομιλος Πάφου (πιο πάνω), σελ. 896: «Ο τερματισμός της άδειας ανάγεται στο ίδιο πλαίσιο σχέσεων μεταξύ των μερών και επενεργεί στον ίδιο τομέα δικαίου. Το δικαίωμα τερματισμού συνιστούσε επακόλουθο πράξης εξουσίας, συναρτάτο με αυτή και σκοπούσε στον επαναπροσδιορισμό των δικαιωμάτων των εφεσειόντων στον τομέα του δημόσιου δικαίου. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από την εφαρμογή των αρχών που έχουμε εξηγήσει στα γεγονότα της υπόθεσης και υποστηρίζεται άμεσα από την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Stavros Makris v. Cyprus Ports Authority and Others - Υπόθεση Αρ. 499/76, αποφασίστηκε στις 13.3.90 και θα δημοσιευθεί στους τόμους (1990) 3 Α.Α.Δ.. Προς την ίδια κατάληξη κατατείνουν και οι αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη
Chrysanthou and Another v. Republic (1968) 3 C.L.R. 519 και Poyadjis v. Republic (1975) 3 C.L.R. 378. Η απόφαση στη Freeshops Ltd v. Repulic (1987) 3 C.L.R. 2081, διακρίνεται επειδή έρεισμα για την πράξη τερματισμού σ' εκείνη την υπόθεση αποτέλεσαν τα συμβατικά δικαιώματα και όχι η δημόσια εξουσία της Αρχής.»)Στην παρούσα υπόθεση, όπως ορθά έκρινε το Πρωτόδικο Δικαστήριο, η παραχώρηση του επίδικου ακινήτου στον εφεσείοντα έλαβε χώραν μέσα στα πλαίσια της γενικότερης πολιτικής του κράτους για στεγαστική αποκατάσταση των εκτοπισθέντων. Οι τελευταίοι αποτελούσαν ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού. Οι εκτοπισθέντες και γενικά το σύνολο του λαού είχαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον στη σωστή εφαρμογή της σχετικής πολιτικής. Θεωρούμε λοιπόν ότι η σχετική λειτουργία είχε σαν πρωταρχικό σκοπό την προαγωγή δημόσιου σκοπού. Αυτός δε ο σκοπός αποτελεί χαρακτηριστικό πράξης ή απόφασης εντός της σφαίρας του δημοσίου δικαίου. Κρίνουμε πως τόσο η αρχική απόφαση όσο και η ανάκληση της εμπίπτουν εντός της σφαίρας του δημοσίου δικαίου και μπορούν
να προσβληθούν με προσφυγή δυνάμει του άρθρου 146.1 του Συντάγματος.Ο εφεσείων έλαβε γνώση της πράξης (βλ. Τεκμήρια 22 και 23) με την οποία η επίδικη άδεια είχε ανακληθεί αλλά δεν την πρόσεβαλε εντός της προθεσμίας που προβλέπεται από το άρθρο 146.3 του Συντάγματος.
Προσθέτουμε ότι η διοίκηση με νέα απόφαση της ημερ. 24.10.97 επαναβεβαίωσε την ακύρωση της επίδικης άδειας και ενέκρινε στον εφεσείοντα παραχώρηση βοήθειας ύψους £3,250 που αντιστοιχεί με το 50% για την οικία που έκτισε στο Παραλίμνι για την οποία είχε υποβάλει ο ίδιος αίτηση και εγκρίθηκε στις 14.2.92. Επίσης την ίδια ημερομηνία ενεκρίθη η παραχώρηση της επίδικης κατοικίας στην εφεσίβλητη 1. Η απόφαση για παραχώρηση της επίδικης κατοικίας στην εφεσίβλητη 1 συνιστά και αυτή εκτελεστή πράξη εντός της έννοιας του άρθρου 146.1 του Συντάγματος και μπορούσε να προσβληθεί με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο. Ο εφεσείων έλαβε γνώση και αυτής της απόφασης - τουλάχιστο μετά την καταχώριση της υπεράσπισης του εφεσίβλητου 3 - αλλά δεν την προσέβαλε.
Η νομιμότητα ή εγκυρότητα της πράξης ανάκλησης, καθώς και η πράξη παραχώρησης της επίδικης κατοικίας στους εφεσίβλητους, ήταν ζητήματα τα οποία μπορούν να ελεχθούν από το Ανώτατο Δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 146.1 του Συντάγματος και εκφεύγουν του ελέγχου
του Πολιτικού Δικαστηρίου. Ακολουθεί πως η επί του προκειμένου πρωτόδικη κατάληξη ήταν ορθή.Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Δ.
Δ.
/ΕΑΠ.