ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

(2001) 1 ΑΑΔ 1586

19 Οκτωβρίου, 2001

[ΚΑΛΛΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

INTERAMERICAN INSURANCE CO LIMITED,

Εφεσείουσα-Εναγόμενη,

v.

AΝΤΡΗΣ ΜΑΚΡIΔΟΥ,

Εφεσίβλητης-Ενάγουσας.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 10283)

 

Εργοδότης και εργοδοτούμενος — Παράβαση σύμβασης εργοδότησης για καθορισμένη δοκιμαστική περίοδο — Επιδίκαση αποζημιώσεων για παράνομη απόλυση ίσων προς τους μισθούς που απώλεσε η εργοδοτούμενη για το υπόλοιπο της δοκιμαστικής περιόδου που παρέμεινε χωρίς εργασία.

Ευρήματα Δικαστηρίου — Επέμβαση Εφετείου — Προϋποθέσεις επέμβασης Εφετείου.

Η εφεσίβλητη-ενάγουσα η οποία είχε προσληφθεί στη θέση ιδιαιτέρας γραμματέως του Γενικού Διευθυντή της εφεσείουσας-εναγομένης για δοκιμαστική περίοδο έξι μηνών, απολύθηκε πριν την πάροδο της δοκιμαστικής περιόδου και παρέμεινε εκτός εργασίας για τρεις μήνες.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο της επιδίκασε αποζημιώσεις £1.260 για παράνομη απόλυση. Η εφεσείουσα εφεσίβαλε την απόφαση. Η έφεση στρέφεται εναντίον του μέρους της απόφασης με την οποία επιδικάστηκε στην εφεσίβλητη-ενάγουσα το πιο πάνω ποσό ως αποζημίωση για παράνομη απόλυσή της. Η αντέφεση στρέφεται εναντίον του μέρους της απόφασης με το οποίο απορρίφθηκε η απαίτηση της εφεσίβλητης για περαιτέρω αποζημιώσεις για την απόλυσή της, και επίσης εναντίον του ευρήματος ότι η εφεσίβλητη προσλήφθηκε από την εφεσείουσα για δοκιμαστική περίοδο έξι μηνών και όχι για απεριόριστη χρονική περίοδο.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Σύμφωνα με τον «Οδηγό Ενημέρωσης Υπαλλήλων», ο οποίος παραδόθηκε στην εφεσίβλητη όταν προσλήφθηκε, είναι στο τέλος της δοκιμαστικής περιόδου των έξι μηνών που αξιολογείται ο υπάλληλος οπόταν και αποφασίζεται αν θα προσληφθεί κανονικά ή θα απολυθεί.  Το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η ενάγουσα δικαιούται σε αποζημίωση για παράβαση συμφωνίας για το ποσό των £1260, ως απώλεια μισθών που θα έπαιρνε για την περίοδο των τριών μηνών που παρέμεινε εκτός εργασίας, είναι ορθό. Το Δικαστήριο ορθώς έκρινε πως η εφεσείουσα δεν εδικαιούτο να τερματίσει την εργοδότηση της εφεσίβλητης διαρκούσης της δοκιμαστικής περιόδου.

2.  Τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου εστηρίζοντο στη μαρτυρία η οποία είχε αξιολογηθεί πριν από την αποδοχή της και δεν προβλήθηκε οποιαδήποτε πειστική επιχειρηματολογία γιατί η εν λόγω μαρτυρία δεν έπρεπε να γίνει αποδεκτή.

Η έφεση και η αντέφεση απορρίφθηκαν χωρίς έξοδα.

Έφεση και Αντέφεση.

Έφεση από την εναγόμενη-εταιρεία κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 9/7/98 (Αρ. Αγωγής 5898/95) με την οποία επιδικάστηκε στην ενάγουσα ποσό £1.260.- ως αποζημίωση για παράνομη απόλυσή της από την εναγόμενη-εταιρεία.

Αντέφεση από την ενάγουσα κατά του μέρους της ίδιας απόφασης με το οποίο απορρίφθηκε η απαίτησή της για περαιτέρω αποζημιώσεις από την εναγόμενη-εταιρεία για την ίδια απόλυση.

Α. Χαβιαράς, για την Εφεσείουσα.

Στ. Κιττής, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γαβριηλίδης, Δ..

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Η έφεση στρέφεται εναντίον του μέρους της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου με την οποία επιδικάστηκε στην εφεσίβλητη (ενάγουσα) το ποσό των £1.260 ως αποζημίωση για παράνομη απόλυσή της από την εφεσείουσα (εναγομένη). Η αντέφεση στρέφεται εναντίον του μέρους της ίδιας απόφασης με το οποίο απορρίφθηκε η απαίτηση της εφεσίβλητης για περαιτέρω αποζημιώσεις από την εφεσείουσα για την ίδια απόλυση.

Η θέση της εφεσίβλητης ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν ότι ενώ εργαζόταν ως ιδιαιτέρα γραμματέας του Γενικού Διευθυντή κάποιας εταιρείας, για οκτώ περίπου χρόνια, με μηνιαίο μισθό £460, περί τις αρχές Μαρτίου 1995, της τηλεφώνησε κάποια Ανθή Αυγουστή και της πρότεινε τη θέση ιδιαιτέρας γραμματέως του Γενικού Διευθυντή της εφεσείουσας. Αρχικά αρνήθηκε. Τελικά, όμως, ύστερα από επιμονή της Ανθής Αυγουστή, απέστειλε στα γραφεία της εφεσείουσας το βιογραφικό της σημείωμα. Στη συνέχεια, της τηλεφώνησε κάποια Λία Σπανούδη και την κάλεσε για συνέντευξη. Πήγε παρά τις επιφυλάξεις της. Στη συνέντευξη η Λία Σπανούδη της πρότεινε μηνιαίο μισθό £420, αντί £460 που είχε στην εργασία της, της τόνισε, όμως, τα πολλά άλλα ωφελήματα που θα συνεπαγόταν η εργασία της με την εφεσείουσα, όπως π.χ. κάρτα νοσηλείας για όλη την οικογένεια, ασφάλεια ζωής, φιλοδωρήματα και Ταμείο Προνοίας. Εν τούτοις, ήθελε να το σκεφτεί λόγω του χαμηλότερου μισθού, αλλά η Λία Σπανούδη της είπε ότι, σε έξι μήνες, ο μηνιαίος μισθός της θα αυξανόταν σε £470. Και πάλι, όμως, επιφυλάχθηκε να απαντήσει. Τελικά συγκατένευσε και, αφού στις 20.3.1995 είχε συνέντευξη με το Γενικό Διευθυντή, άρχισε εργασία στις 4.4.1995. Την ίδια μέρα της παραδόθηκε ένα δελτάριο με την περιγραφή «Οδηγός Ενημέρωσης Υπαλλήλων». Τοποθετήθηκε στο γραφείο του Γενικού Διευθυντή αλλά, με διάφορες προφάσεις, δεν της ανατέθηκαν ουσιαστικά καθήκοντα, πράγμα για το οποίο παραπονέθηκε επανειλημμένα. Στις 12.5.1995 η Λία Σπανούδη την κάλεσε στο γραφείο της και, χωρίς καμιά εξήγηση, της είπε ότι απολύεται και την κάλεσε να φύγει αμέσως από το γραφείο, λέγοντάς της ότι θα έπαιρνε την επιταγή του μισθού της ταχυδρομικά. Πράγματι, έφυγε αμέσως από το γραφείο και παρέμεινε εκτός εργασίας για τρεις μήνες. Όταν προσλήφθηκε δεν καθορίσθηκε ο χρόνος εργοδότησής της, εκτός από την υπόσχεση που της δόθηκε ότι σε έξι μήνες θα έπαιρνε αύξηση. Τελικά, βρήκε εργασία με £425 μηνιαίως χωρίς όμως άλλα ωφελήματα. Ένεκα της απόλυσής της, απώλεσε τα εξής: Για τρεις μήνες που έμεινε εκτός εργασίας £460 μηνιαίως. Από 1.3.1995 έχασε αύξηση μισθού που θα έπαιρνε στην προηγούμενη εργασία της διότι, από την εν λόγω ημερομηνία, υπάλληλος σε ανάλογη θέση πήρε αύξηση £100 μηνιαίως. Έχασε επίσης τα ποσά που θα εισέπραττε από το ταμείο πλεονάζοντος προσωπικού στην προηγούμενη εργασία της. Πέραν τούτου, απώλεσε διάφορα ωφελήματα όπως, επίσης, την επαγγελματική της σταδιοδρομία.

Η θέση της εφεσείουσας ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν ότι, αν και η εφεσίβλητη συναντήθηκε με τη Λία Σπανούδη, εν τούτοις, η τελευταία δεν τη δελέασε ή την παρέσυρε καθ΄οιονδήποτε τρόπο ώστε να εγκαταλείψει την εργασία της και να συνάψει συμφωνία εργοδότησής της από την εφεσείουσα. Επιπλέον, πριν την πρόσληψή της από την εφεσείουσα, της κατέστη σαφές ότι θα τελούσε υπό δοκιμαστική περίοδο έξι μηνών. Γι' αυτό και θα υπήρχε διαφοροποίηση στη μισθοδοσία της σε περίπτωση κανονικής πρόσληψής της.

Ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου έδωσαν μαρτυρία, για μεν την εφεσίβλητη η ίδια και ο Διευθυντής της εταιρείας στην οποία εργαζόταν προηγουμένως, για δε την εφεσείουσα ο τότε Διευθυντής Διοικητικών Υπηρεσιών της Χρίστος Μηνάς.

Στη βάση των δικογράφων, αλλά και της μαρτυρίας που δόθηκε, πρόβαλαν, ουσιαστικά, προς απάντηση δύο ερωτήματα ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου:

(α) ποιος ήταν ο χρόνος της εργοδότησης της εφεσίβλητης από την εφεσείουσα, και

(β) αν η εφεσίβλητη εδικαιούτο να αποζημιωθεί και, σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, για ποια ή ποιες από τις ισχυριζόμενες ζημιές.

Όσον αφορά το υπό (α) ερώτημα, το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι η πρόσληψη της εφεσίβλητης έγινε, στη βάση συμφωνίας, για δοκιμαστική περίοδο έξι μηνών, και όχι για απεριόριστη χρονική περίοδο, όπως ήταν η θέση της.

Όσον αφορά το υπό (β) ερώτημα, το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι η εφεσίβλητη εδικαιούτο στο ποσό των £1.260, ως αποζημίωση, ποσό που αντιστοιχούσε στην απώλεια των μισθών που θα έπαιρνε από την εφεσείουσα για την περίοδο των τριών μηνών που παρέμεινε εκτός εργασίας (£420 μηνιαίως).

Η πρωτόδικη απόφαση αναφορικά με το υπό (β) ερώτημα είναι το αντικείμενο της έφεσης, ενώ η απόφαση αναφορικά με το υπό (α) ερώτημα είναι το αντικείμενο της αντέφεσης.

Η ΕΦΕΣΗ

Η έφεση επικεντρώθηκε στην εισήγηση ότι το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η ενάγουσα δικαιούται σε αποζημίωση για παράβαση συμφωνίας, για το ποσό των £1.260, ως απώλεια των μισθών που θα έπαιρνε για την περίοδο των τριών μηνών που παρέμεινε εκτός εργασίας, είναι εσφαλμένο για το λόγο ότι το Δικαστήριο παρερμήνευσε την έννοια της υπό δοκιμασία απασχόλησης αποφασίζοντας ότι η εφεσείουσα δεν εδικαιούτο να τερματίσει την εργοδότηση της εφεσίβλητης διαρκούσης της εξάμηνης δοκιμαστικής εργοδότησής της. Η εισήγηση δεν ευσταθεί.  Ο «Οδηγός Ενημέρωσης Υπαλλήλων», που παραδόθηκε στην εφεσίβλητη στις 4.4.1995, και κατατέθηκε ως Τεκμήριο 1, κάτω από τον τίτλο «Παράρτημα Β», στην παράγραφο 1, που τιτλοφορείται «Δοκιμαστική Περίοδος Νεοπροσληφθέντος», αναφέρει τα εξής: «Η πιο πάνω περίοδος είναι έξι μήνες και ανάλογα με την περίπτωση μπορεί να παραταθεί μέχρι ένα χρόνο, κατόπιν γραπτής ενημέρωσης από το Τμήμα Προσωπικού.  Οι προϊστάμενοι των τμημάτων είναι υπεύθυνοι να αποστέλλουν τακτικά reports στο Τμήμα Προσωπικού για να παρακολουθείται η πρόοδος του/της νεοπροσληφθέντος.  Ένα τελικό report παραδίδεται τουλάχιστον μια εβδομάδα πριν από τη λήξη της δοκιμαστικής περιόδου.». Όπως ορθά αποφάσισε το πρωτόδικο Δικαστήριο, από το απόσπασμα αυτό αφήνεται σαφώς να νοηθεί ότι είναι στο τέλος της περιόδου των έξι μηνών που αξιολογείται ο υπάλληλος και είναι τότε που αποφασίζεται κατά πόσο θα προσληφθεί κανονικά ή θα απολυθεί ή, ακόμα, κατά πόσο θα παραταθεί η περίοδος δοκιμασίας του για περαιτέρω έξι μήνες. Η θέση αυτή υποστηρίχθηκε, ουσιαστικά, και από το μάρτυρα της εφεσείουσας Χρίστο Μηνά ο οποίος ανέφερε ότι έκαμε σαφές στην εφεσίβλητη ότι η πρόσληψή της θα ήταν για δοκιμαστική περίοδο έξι μηνών και ότι, μέσα στους έξι μήνες, θάπρεπε η εφεσείουσα να κρίνει αν ήταν κατάλληλη για κανονική πρόσληψη σύμφωνα με τις διαδικασίες αξιολόγησης που γίνονται κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου, δηλαδή τις τακτικές εκθέσεις των οικείων προϊσταμένων που προηγούνται της παράδοσης της τελικής έκθεσης λίγο πριν από τη λήξη της δοκιμαστικής περιόδου.

Η ΑΝΤΕΦΕΣΗ

Ο πρώτος λόγος αντέφεσης είναι ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι η εφεσίβλητη προσλήφθηκε από την εφεσείουσα για δοκιμαστική περίοδο έξι μηνών και όχι για απεριόριστη χρονική περίοδο. Ο λόγος αυτός δεν ευσταθεί. Το σχετικό εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου βρίσκει έρεισμα στη μαρτυρία που αποδέχθηκε και, ιδιαίτερα, στο Τεκμήριο 1.

Ο δεύτερος λόγος αντέφεσης είναι ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εφεσίβλητη εδικαιούτο να αποζημιωθεί μόνο για το ποσό των £1260, που αντιστοιχούσε στην απώλεια των μισθών που θα έπαιρνε από την εφεσείουσα για την περίοδο των τριών μηνών που παρέμεινε εκτός εργασίας. Και τούτο για το λόγο ότι αξιολόγησε εσφαλμένα τη μαρτυρία τόσο του μάρτυρα της εφεσείουσας Χρίστου Μηνά όσο και τη μαρτυρία της εφεσίβλητης. Και αυτός ο λόγος είναι αβάσιμος.  Σύμφωνα με τη νομολογία το ζήτημα της αξιοπιστίας των μαρτύρων ανήκει στο πρωτόδικο Δικαστήριο. Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο αν τα ευρήματα ή τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία ή από τα ίδια τα ευρήματά του. Στην προκείμενη περίπτωση δεν ακούσαμε οποιαδήποτε πειστική επιχειρηματολογία γιατί το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έπρεπε να δεχθεί τη μαρτυρία του μάρτυρα της εφεσίβλητης Χρίστου Μηνά ότι, αφού συζήτησε με την εφεσίβλητη και της έκαμε αναφορά στα ωφελήματα που θα έπαιρνε, της τόνισε ότι η πρόσληψή της ήταν για δοκιμαστική περίοδο έξι μηνών και ότι, μέσα στους έξι μήνες, η εταιρεία θα έκρινε αν ήταν κατάλληλη για κανονική πρόσληψη ή όχι. Και ότι αυτός ήταν, άλλωστε, ο λόγος που η εφεσίβλητη δεν εντάχθηκε και στο Ταμείο Προνοίας. Το ίδιο ισχύει και για τη μαρτυρία της εφεσίβλητης. Δεν προβλήθηκε οποιαδήποτε πειστική επιχειρηματολογία γιατί η μαρτυρία της εφεσίβλητης δεν έπρεπε να απορριφθεί για τους λόγους που εξηγεί το πρωτόδικο Δικαστήριο, ότι δηλαδή αυτή ήταν, σε πολλά σημεία, αντιφατική, συγκρουόταν με το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 1, ενώ, ταυτόχρονα, η εφεσίβλητη απέφυγε να πάρει σαφή θέση, τόσο κατά την κύρια εξέταση όσο και κατά την αντεξέτασή της, αναφορικά με τη σημασία που είχε η διαφοροποίηση του μισθού της από £420 μηνιαίως, για τους πρώτους έξι μήνες, σε £470 μηνιαίως μετά τους πρώτους έξι μήνες.

Η έφεση απορρίπτεται. Το ίδιο και η αντέφεση.

Δεν εκδίδεται διαταγή για τα έξοδα.

Η έφεση και η αντέφεση απορρίπτονται χωρίς έξοδα.

 

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο