ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 1 ΑΑΔ 921
28 Iουνίου, 2001
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στές]
1. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΥΜΠΑΡΗ,
2. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ Δ. ΚΟΥΜΠΑΡΗ,
Εφεσείοντες,
v.
ΔΗΜΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΦΟΥΤΡΗ,
Εφεσιβλήτου.
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙΣΑ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΗΣ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡ. 13.6.2000
1. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ
ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΟΣ
ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΟΥΜΠΑΡΗ,
2. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΟΥΜΠΑΡΗ,
Εφεσείοντες,
v.
ΔΗΜΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΦΟΥΤΡΗ,
Εφεσιβλήτου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 10652)
Αστικά αδικήματα ― Επίθεση ― Συναδικοπραγούντες ― Κάθε ένας από αυτούς μπορεί να εναχθεί και χωριστά, ευθύνεται δε για όλη τη ζημιά που προκλήθηκε ανεξάρτητα από το βαθμό συμμετοχής του.
Αποζημιώσεις ― Επιβαρυντικές αποζημιώσεις ― Αστικά αδικήματα ― Επίθεση ― Η επιδίκαση επιβαρυντικών αποζημιώσεων ακυρώθηκε κατ' έφεση.
Αποζημιώσεις ― Γενικές αποζημιώσεις ― Απώλεια μελλοντικών απολαβών ― Η παρούσα περίπτωση ήταν κατάλληλη για υπολογισμό των μελλοντικών απολαβών του ενάγοντος με ένα κατ' αποκοπήν πόσο ελλείψει στοιχείων για τα σημερινά εισοδήματά του.
Αποζημιώσεις ― Ειδικές αποζημιώσεις ― Ανάγκη εξειδίκευσης και απόδειξης.
Ο εφεσίβλητος ήταν γείτονας του εφεσείοντα 1, πατέρα του εφεσείοντα 2. Λόγω προβλημάτων στην αποχέτευση του σπιτιού του εφεσείοντα και της συνεπακόλουθης δυσοσμίας που προκαλείτο, δημιουργήθηκε μεταξύ των δύο πλευρών ένταση που κορυφώθηκε στις 11/3/90 και εξελίχθηκε σε συμπλοκή. Το πρωτόδικο Δικαστήριο δέκτηκε ότι ο εφεσείων 2 έπιασε τον εφεσίβλητο από το πουκάμισο και τον έριξε στο έδαφος πατώντας του το πόδι. Ενώ βρισκόταν στο έδαφος, τον κλωτσούσε και ο εφεσείων 1. Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση υπέρ του εφεσίβλητου για £30.440. Στο ποσό αυτό κατέληξε αφού υπολόγισε την απώλεια του εφεσίβλητου για περίοδο 6-7 μηνών που δεν μπορούσε να εργαστεί καθόλου στις £1.920, ποσό £1.120 ως απώλεια απολαβών για 14 βδομάδες που τελούσε υπό αναρρωτική άδεια προς £80 τη βδομάδα, και ποσό £6.920 για απώλεια εισοδημάτων από 13/10/93 μέχρι της εκδίκασης της υπόθεσης (58 μήνες προς £30 τη βδομάδα), πλέον £12.480 για απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων (£30 τη βδομάδα επί συντελεστή 8 δηλαδή επί 416 βδομάδες). Στα πιο πάνω ποσά προστέθηκε υπό μορφή γενικών αποζημιώσεων ποσό £8.000 το οποίο το δικαστήριο επεδίκασε στον εφεσίβλητο ως παραδειγματικές αποζημιώσεις.
Η πρωτόδικη απόφαση προσβλήθηκε για τέσσερις λόγους:
α) Το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα επεδίκασε αποζημίωση εναντίον του εφεσείοντα 2 γιατί δεν αποδείχθηκε η ευθύνη του.
β) Η επιδίκαση στον εφεσίβλητο του ποσού των £8.000 υπό μορφή παραδειγματικών αποζημιώσεων είναι εσφαλμένη.
γ) Το ποσό των αποζημιώσεων για απώλεια μελλοντικών απολαβών που υπολογίστηκαν σε £12.480 δεν ήταν εύλογο.
δ) Το συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο εφεσίβλητος είχε απώλεια εισοδήματος £30 τη βδομάδα είναι εσφαλμένο.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Σε υποθέσεις επίθεσης από δύο ή περισσότερα πρόσωπα δεν έχει σημασία το μέγεθος της συμμετοχής του καθενός χωριστά. Κάθε ένας από τους από κοινού αδικοπραγούντες που προκαλούν την ίδια ζημιά μπορεί να εναχθεί και χωριστά, ευθύνεται δε για όλη τη ζημιά που προκλήθηκε, ακόμα κι' αν είχε πολύ μικρή συμμετοχή σ' αυτήν. Έτσι είναι εντελώς άνευ σημασίας αν ο εφεσείων κτύπησε ή όχι τον εφεσίβλητο. Αρκεί ότι έλαβε μέρος στη συμπλοκή, ρίχνοντας τον μάλιστα στο έδαφος.
2. Στην παρούσα υπόθεση το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξηγεί, ούτε καν σκιαγραφεί τους λόγους που το ώθησαν να θεωρήσει την περίπτωση κατάλληλη για την επιδίκαση επιβαρυντικών αποζημιώσεων. Υπό τις περιστάσεις δεν δικαιολογείται μια τέτοια αντιμετώπιση.
3. Παρ' όλον ότι ο συντελεστής που το πρωτόδικο Δικαστήριο χρησιμοποίησε δεν είναι λανθασμένος, εν τούτοις ενόψει της έλλειψης στοιχείων για τα σημερινά εισοδήματα του εφεσίβλητου, οποιοδήποτε συμπέρασμα ως προς την απώλεια των μελλοντικών απολαβών με τη μέθοδο του συντελεστή θα ήταν παρακινδυνευμένο.
Η παρούσα περίπτωση είναι η κατάλληλη περίπτωση υπολογισμού της απώλειας των μελλοντικών απολαβών με ένα κατ' αποκοπή ποσό. Ένα ποσό γενικών αποζημιώσεων της τάξης των £10.000.- θα ήταν εύλογο, αν περιλάμβανε σ' αυτό και την απώλεια μελλοντικών απολαβών.
4. Όσον αφορά το ποσό των £6.920 που επιδικάστηκε από 13/10/93 μέχρι εκδίκασης της υπόθεσης (58 μήνες προς £30 τη βδομάδα), ελλείπουν τα στοιχεία που θα βοηθούσαν το Δικαστήριο να καταλήξει σε κάποιο ακριβές ποσό. Στην περίπτωση αυτή επειδή πρόκειται για ειδικές αποζημιώσεις, οι οποίες, πρέπει να αποδεικνύονται αυστηρά, δεν μπορεί να επιδικαστεί κατ' αποκοπή ή κατά προσέγγιση οποιοδήποτε ποσό που αφορά την απώλεια των εισοδημάτων του εφεσίβλητου από 13/10/93 μέχρι το Σεπτέμβρη του 99.
Η πρωτόδικη απόφαση τροποποιείται και εκδίδεται απόφαση υπέρ του εφεσίβλητου - ενάγοντα για ποσό £13.040 που αντιπροσωπεύει ποσό £10.000 υπό μορφή γενικών αποζημιώσεων περιλαμβανομένης και της απώλειας μελλοντικών απολαβών και ποσό £3.040 που αντιπροσωπεύει την απώλεια εισοδήματος του εφεσίβλητου μέχρι 13/10/93 υπό μορφή ειδικών αποζημιώσεων, πλέον τόκο.
Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα εναντίον του εφεσίβλητου.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Clark v. Newsam 16 L.J. Ex 297,
Papakokinnou a.o. v. Kanther (1982) 1 C.L.R. 65,
Γιάλλουρος ν. Νικολάου (2001) 1 Α.Α.Δ. 558,
Θεοδούλου ν. A. Panayides Contracting Ltd (1999) 1 Α.Α.Δ. 2134,
Ioannou and Paraskevaides (Overseas) Ltd a.ο. v. Christofis (1982) 1 C.L.R. 789,
Paraskevopoullos v. Georghiou (1970) 1 C.L.R. 116,
Xenophontos a.ο. v. Anastassiou (1981) 1 C.L.R. 521.
Έφεση.
Έφεση από τους εναγόμενους κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 24/9/99 (Αρ. Αγωγής 2311/90) με την οποία επεδίκασε εναντίον τους και υπέρ του εφεσίβλητου-ενάγοντα αποζημιώσεις ύψους £30.480.- για επίθεση και τραυματισμό του εναγόμενου από τους ενάγοντες.
Θ. Σπανού για Λ. Κληρίδη και Υιούς, για τους Εφεσείοντες.
Μ. Ηλιάδης για Μ. Κυπριανού και Συνεργάτες, για τον Eφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
AΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγελθεί από το Δικαστή Νικολαΐδη.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Οι εφεσείοντες στις 17.3.1990 επιτέθηκαν και τραυμάτισαν τον εφεσίβλητο στην Κλήρου. Το πρωτόδικο δικαστήριο του επιδίκασε αποζημιώσεις ύψους £30.480 πλέον τόκους και έξοδα.
Οι εφεσείοντες εγείρουν στην ειδοποίηση έφεσης τέσσερις λόγους. Ισχυρίζονται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα επιδίκασε αποζημίωση εναντίον του εφεσείοντα 2 γιατί δεν αποδείχθηκε η ευθύνη του. Παρατηρούν ότι ο εφεσίβλητος παραδέκτηκε ότι ο εφεσείων 1 ήταν αυτός που τον τραυμάτισε, ενώ ο εφεσείων 2 απλώς τον άρπαξε από το πουκάμισο και τον έρριξε στο έδαφος. Έτσι αφού, σύμφωνα με την ιατρική μαρτυρία, ο τραυματισμός του δεν ήταν δυνατόν να προκληθεί από απλό πέσιμο στο έδαφος, το δικαστήριο δεν έπρεπε να καταλήξει ότι ο εφεσείων 2 ευθύνεται.
Ο εφεσίβλητος είναι κάτοικος Κλήρου, το σπίτι του δε γειτνιάζει με αυτό του εφεσείοντα 1, πατέρα του εφεσείοντα 2. Λόγω προβλημάτων στην αποχέτευση του σπιτιού του και της συνεπακόλουθης δυσοσμίας που προκαλείτο, δημιουργήθηκε μεταξύ των δύο πλευρών ένταση που κορυφώθηκε στις 11.3.1990, οπόταν η λεκτική μέχρι τότε αντιπαράθεση εξελίχθηκε σε συμπλοκή. Το πρωτόδικο δικαστήριο δέκτηκε ότι ο εφεσείων 2 έπιασε τον εφεσίβλητο από το πουκάμισο και τον έριξε στο έδαφος πατώντας του το πόδι. Ενώ βρισκόταν στο έδαφος, τον κλωτσούσε και ο εφεσείων 1.
Σε υποθέσεις επίθεσης από δύο ή περισσότερα πρόσωπα δεν έχει σημασία το μέγεθος της συμμετοχής του καθενός χωριστά. Κάθε ένας από τους από κοινού αδικοπραγούντες που προκαλούν την ίδια ζημιά μπορεί να εναχθεί και χωριστά, ευθύνεται δε για ολόκληρη τη ζημιά που προκλήθηκε, ακόμα κι' αν είχε πολύ μικρή συμμετοχή σ' αυτήν (Clark v. Newsam 16 L.J. Ex 297. Βλέπε επίσης Clerk and Lindsell on Torts, 16η έκδοση, παραγρ. 2-53). Έτσι είναι εντελώς άνευ σημασίας αν ο εφεσείων 2 κτύπησε ή όχι τον εφεσίβλητο. Αρκεί ότι έλαβε μέρος στη συμπλοκή, ρίχνοντας τον μάλιστα στο έδαφος.
Με το δεύτερο λόγο έφεσης προσβάλλεται η κατάληξη του πρωτόδικου δικαστήριου να επιδικάσει στον εφεσίβλητο ποσό £8.000 υπό μορφή παραδειγματικών αποζημιώσεων. Οι εφεσείοντες προβάλλουν το επιχείρημα ότι δεν συντρέχουν λόγοι για κάτι τέτοιο, μια και το συμβάν άρχισε λόγω υπαιτιότητας του εφεσίβλητου και της διαρροής λυμάτων από τις αποχετεύσεις του και τη συνεπαγόμενη οχληρία.
Οι αρχές που διέπουν την επιδίκαση επιβαρυντικών αποζημιώσεων έχουν απασχολήσει τη νομολογία μας (βλέπε Papakokinnou and others v. Kanther (1982) 1 C.L.R. 65, 74-78 και Γιάλλουρος ν. Νικολάου (2001) 1 Α.Α.Δ. 558).
Δεν χρειάζεται επί του παρόντος να εκφέρουμε άποψη για τις περιπτώσεις που θα πρέπει να επιδικάζονται επιβαρυντικές αποζημιώσεις. Στην παρούσα υπόθεση το πρωτόδικο δικαστήριο δεν εξηγεί, ούτε καν σκιαγραφεί τους λόγους που το ώθησαν να θεωρήσει την περίπτωση κατάλληλη για κάτι τέτοιο. Κρίνουμε ότι υπό τις περιστάσεις δεν δικαιολογείται μια τέτοια αντιμετώπιση. Το θέμα του ύψους των αποζημιώσεων θα εξετάσουμε στη συνέχεια σε συνάρτηση με τους άλλους λόγους έφεσης.
Με τον τρίτο λόγο έφεσης προσβάλλεται το ύψος των αποζημιώσεων για απώλεια μελλοντικών απολαβών που το πρωτόδικο δικαστήριο υπολόγισε σε £12.480, ενώ τέλος προσβάλλεται και το συμπέρασμα του Δικαστηρίου ότι ο εφεσίβλητος είχε απώλεια εισοδήματος £30 την εβδομάδα.
Στο Τμήμα Πρώτων Βοηθειών του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας όπου ο εφεσίβλητος μεταφέρθηκε διαπιστώθηκε ότι έφερε εξάρθρημα της δεξιάς ποδοκνημικής άρθρωσης με συντριπτικά κατάγματα του έσω και έξω σφυρού. Υπό γενική αναισθησία υποβλήθηκε την ίδια μέρα σε ανοικτή ανάταξη και συγκράτηση των οστικών τμημάτων των καταγμάτων με βίδες και πλάκα. Η άρθρωση ακινητοποιήθηκε με γύψινο νάρθηκα για περίοδο έξι εβδομάδων. Ο εφεσίβλητος νοσηλεύτηκε στο ορθοπεδικό τμήμα του Νοσοκομείου για οκτώ μέρες και μετά την απόλυσή του παρακολουθήθηκε ως εξωτερικός ασθενής. Μετά την αφαίρεση του γύψινου επίδεσμου υποβλήθηκε σε φυσιοθεραπευτική αγωγή.
Στις 13.10.1993 και πάλι υπό γενική αναισθησία υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση για αφαίρεση των μεταλλικών προσθετικών. Νοσηλεύτηκε ως εσωτερικός ασθενής για δύο ημέρες.
Τριάμιση χρόνια μετά τον τραυματισμό του παρεπονείτο για ελαφρό άλγος της δεξιάς ποδοκνημικής άρθρωσης, ύστερα από κόπωση. Κλινική εξέταση έδειξε ότι η άρθρωση δεν ήταν οιδηματώδης, ενώ οι κινήσεις της ήταν πλήρους εύρους, με ευαισθησία στις ακραίες κινήσεις. Ακτινολογικός έλεγχος έδειξε την απουσία σημείων μετατραυματικής οστεοαρθρίτιδας.
Ο εφεσίβλητος υπέβαλε αίτηση για σύνταξη ανικανότητας η οποία, ύστερα από εξέτασή του από ιατρικό συμβούλιο στις 18.1.1994, εγκρίθηκε, με αποτέλεσμα να του καταβάλλεται από 21.3.1994 μερική σύνταξη ανικανότητας, το ύψος της οποίας καθορίστηκε σε 75% της πλήρους σύνταξης.
Όπως είδαμε το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι ο εφεσίβλητος είχε απώλεια εισοδημάτων της τάξης των £30 την εβδομάδα. Για να καταλήξει στον πιο πάνω αριθμό έλαβε υπ' όψιν μαρτυρία ότι τώρα κερδίζει ως λαχειοπώλης ποσό μέχρι και £50 την εβδομάδα, ενώ, πριν τον τραυματισμό του κέρδιζε ως οικοδόμος £80. Αναφορά στη μαρτυρία γίνεται και σε εισόδημα που είχε ενδιάμεσα ο εφεσίβλητος ως οικοδόμος σε κάποιον Ανδρέα Πολυκάρπου στον οποίο εργάστηκε από 15.3.1993 έως 30.9.1993, με μισθό £175 την εβδομάδα, καθώς και σε εργοδότησή του στη συνέχεια για την περίοδο 10.2.1994 έως 24.6.1994 στο επιπλοποιείο της εταιρείας Klirco Furnishings Ltd με απολαβές £50 την εβδομάδα. Το Δικαστήριο για να καταλήξει στο ποσό των £12.480 χρησιμοποίησε συντελεστή 8, δηλαδή 416 εβδομάδες.
Το συμπέρασμα του πρωτόδικου δικαστηρίου και η συλλογιστική που ακολούθησε είναι λανθασμένη. Κατ' αρχήν δεν υπάρχει αποδεκτή μαρτυρία για το ύψος των απολαβών του εφεσίβλητου ως λαχειοπώλη. Ο ίδιος κατέθεσε μεν ότι σήμερα ασχολείται με την πώληση λαχείων, παρέλειψε όμως να αναφέρει τις απολαβές του από την απασχόλησή του αυτή. Η όποια σχετική αναφορά της συζύγου του δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή, γιατί αποτελεί εξ ακοής μαρτυρία.
Παρ' όλον ότι ο συντελεστής που το πρωτόδικο δικαστήριο χρησιμοποίησε δεν είναι λανθασμένος, εν τούτοις εν όψει της έλλειψης στοιχείων για τα σημερινά εισοδήματα του εφεσίβλητου, οποιοδήποτε συμπέρασμα ως προς την απώλεια των μελλοντικών απολαβών με τη μέθοδο του συντελεστή θα ήταν παρακινδυνευμένο.
Νομίζουμε ότι είναι η κατάλληλη περίπτωση υπολογισμού της απώλειας των μελλοντικών απολαβών που ο εφεσίβλητος υπέστη λόγω της αδικοπραξίας των εφεσειόντων με ένα κατ' αποκοπήν ποσό (Θεοδούλου ν. Α. Panayides Contracting Ltd (1999) 1 Α.Α.Δ. 2134). Θεωρούμε ότι ένα ποσό γενικών αποζημιώσεων της τάξης των £10.000 θα ήταν εύλογο, αν περιλάμβανε σ' αυτό και την απώλεια μελλοντικών απολαβών.
Όπως έχει επανειλημμένα λεχθεί οι αποζημιώσεις θα πρέπει να συνιστούν εύλογη και δίκαιη αποκατάσταση του ενάγοντα (Ioannou and Paraskevaides (Overseas) Ltd and another v. Christofis (1982) 1 C.L.R. 789), αλλά το Δικαστήριο δεν θα πρέπει να αποπειράται να επιδικάσει αποζημιώσεις για το πλήρες ποσό ή να προβεί σε τέλεια χρηματική αποκατάσταση (Paraskevopoullos v. Georghiou (1970) 1 C.L.R. 116 και Xenophontos and another v. Anastassiou (1981) 1 C.L.R. 521). Από την άλλη οι αποζημιώσεις θα πρέπει να είναι κοινωνικά αποδεκτές. Η αποζημίωση επί αδικοπραξιών σκοπό έχει την αποκατάσταση του ζημιωθέντος και όχι την τιμωρία του αδικοπραγούντος.
Το πρωτόδικο δικαστήριο εξέδωσε τελικά απόφαση για £30.440. Στο ποσό αυτό κατέληξε αφού υπολόγισε την απώλεια του εφεσίβλητου για περίοδο έξι έως εφτά μηνών που δεν μπορούσε να εργαστεί καθόλου στις £1.920, ποσό £1.120 απώλεια απολαβών για δεκατέσσερις εβδομάδες που τελούσε υπό αναρρωτική άδεια για την εγχείρηση μετά την αφαίρεση των προσθετικών (13.10.1993) προς £80 την εβδομάδα και ποσό £6.920 για την απώλεια εισοδημάτων από 13.10.1993 μέχρι της εκδίκασης της υπόθεσης το Σεπτέμβρη του 1999, (58 μήνες προς £30 την εβδομάδα, ή £120 μηνιαίως) και τέλος £12.480 για απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων προς £30 εβδομαδιαίως, επί 416 εβδομάδες. Στα πιο πάνω ποσά προστέθηκε υπό μορφή γενικών αποζημιώσεων το ποσό των £8.000.
Η επιδίκαση του ποσού των £1.920 και £1.120 που επιδικάστηκαν υπό μορφή ειδικών αποζημιώσεων δεν έχουν αμφισβητηθεί κατ' έφεση. Αμφισβητήθηκε μόνο η απώλεια των μελλοντικών απολαβών και το συμπέρασμα του Δικαστηρίου για απώλεια εισοδήματος £30 την εβδομάδα. Έτσι δεν έχουμε διέξοδο παρά να επικυρώσουμε το ποσό των £3.040 που αποτελούν υπό μορφή ειδικών αποζημιώσεων τις απώλειες εισοδημάτων του εφεσίβλητου μέχρι 13.10.1993.
Όμως όσον αφορά το ποσό των £6.920 που επιδικάστηκε από 13.10.1993 μέχρι εκδίκασης της υπόθεσης το Σεπτέμβρη του 1999, δηλαδή για περίοδο πενήντα οκτώ μηνών προς £120 το μήνα, το συμπέρασμα αυτό προσβάλλεται με τον τέταρτο λόγο έφεσης ο οποίος αμφισβητεί τον υπολογισμό της απώλειας εισοδημάτων στις £30 την εβδομάδα.
Όπως έχουμε πει και προηγουμένως ελλείπουν τα στοιχεία που θα βοηθούσαν το Δικαστήριο να καταλήξει σε κάποιο ακριβές ποσό. Στην περίπτωση αυτή επειδή πρόκειται για ειδικές αποζημιώσεις, οι οποίες, όπως έχει επανειλημμένα λεχθεί, πρέπει να αποδεικνύονται αυστηρά, αισθανόμαστε ότι δεν μπορεί να επιδικαστεί κατ' αποκοπή ή κατά προσέγγιση οποιονδήποτε ποσό που αφορά την απώλεια των εισοδημάτων του εφεσίβλητου από 13.10.1993 μέχρι Σεπτέμβρη του 1999.
Συνοψίζοντας όλα τα πιο πάνω καταλήγουμε ότι η πρωτόδικη απόφαση θα πρέπει να τροποποιηθεί και έτσι εκδίδεται απόφαση υπέρ του εφεσίβλητου-ενάγοντα και εναντίον των εφεσειόντων-εναγομένων 1 και 2, μαζί και χωριστά, για ποσό £13.040 που αντιπροσωπεύει ποσό £10.000 υπό μορφή γενικών αποζημιώσεων περιλαμβανομένης και της απώλειας μελλοντικών απολαβών και ποσό £3.040 που αντιπροσωπεύει την απώλεια εισοδήματος του εφεσίβλητου μέχρι 13.10.1993 υπό μορφή ειδικών αποζημιώσεων. Εκδίδεται επίσης απόφαση για τόκο προς 6% επί του ποσού των £3.040 από της 11.3.1990 μέχρι πληρωμής και 8% επί του ποσού των £6.000 (£10.000 μείον £4.000 που είναι οι απώλειες μελλοντικών απολαβών), από της ημερομηνίας έκδοσης της απόφασης 24.9.1999 μέχρι πληρωμής, πλέον σχετικά έξοδα στο πρωτόδικο δικαστήριο. Τα έξοδα της έφεσης θα βαρύνουν τον εφεσίβλητο.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα εναντίον του εφεσίβλητου.