ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 1 ΑΑΔ 760
1 Ιουνίου, 2001
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
1. KONIA TOURISM DEVELOPMENT LIMITED,
2. ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΪΣΗΣ,
Εφεσείοντες-Αιτητές,
v.
1. ΜΑΡΙΑΣ ΣΩΤΗΡΗ Χ" ΑΝΤΩΝΗ,
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ
ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ ΚΑΙ ΧΩΡΟΜΕΤΡΙΑΣ,
Εφεσιβλήτων-Καθ'ων η αίτηση.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 10723)
Έφεση ― Τροποποίηση λόγων έφεσης ― Υποβολή αίτησης για τροποποίηση των λόγων έφεσης, υπερβολικά καθυστερημένα ― Οδήγησε σε απόρριψη της αίτησης για τροποποίηση.
Με την έφεση εξετάζεται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με την οποία απορρίφθηκε αίτηση των εφεσειόντων για τροποποίηση της αρχικής αίτησης - έφεσης που καταχωρήθηκε εναντίον του Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας αναφορικά με την εγγραφή μέρους ενός κτήματος, σύμφωνα με τις πρόνοιες της Δ.25, Θ. 1 - 4 και Κανονισμούς 2, 7 και 17 των Περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Διαδικαστικών Κανονισμών του 1956. Η αίτηση των εφεσειόντων καταχωρήθηκε τρεις μήνες μετά τη συμπλήρωση της ακρόασης και της επιφύλαξης της απόφασης από το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού έλαβε υπόψη ότι η αίτηση καταχωρήθηκε μερικούς μήνες μετά τη συμπλήρωση της ακρόασης και ότι δεν προβλήθηκε ικανοποιητικός λόγος για τη συμπερίληψη του νέου λόγου, ως λόγους έφεσης, απέρριψε την αίτηση για τροποποίηση. Στην απόφαση του το Δικαστήριο τόνισε επίσης ότι θα μπορούσε με βάση τα αδιαμφισβήτητα πραγματικά γεγονότα και τη σχετική νομολογία επί του θέματος να προχωρήσει στην εξέταση του νομικού σημείου που προβλήθηκε με την αίτηση, έστω και αν αυτό δεν είχε εγερθεί από τους διαδίκους και ότι ακόμα θα μπορούσε να απονείμει θεραπεία που δεν έχει ζητηθεί.
Αποφασίστηκε ότι:
Η εφαρμογή των αρχών στα υπό κρίση γεγονότα από το πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν απόλυτα ορθή.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα σε βάρος των εφεσειόντων.
Έφεση.
Έφεση από τους αιτητές κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου που δόθηκε στις 14/7/99 (Αρ. Αγωγής 32/90) με την οποία απορρίφθηκε αίτηση των εφεσειόντων για τροποποίηση της αρχικής αίτησης-έφεσης που καταχωρήθηκε εναντίον του Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας αναφορικά με την εγγραφή μέρους ενός κτήματος, σύμφωνα με τις πρόνοιες της Δ.25, θ. 1-4 και Κανονισμούς 2, 7 και 17 των Περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Διαδικαστικών Κανονισμών του 1956
Χρ. Γεωργιάδης, για τους Εφεσείοντες.
Χρ. Κληρίδης, για την Εφεσίβλητη 1.
Ιωαννίδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσίβλητο 2.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Τ. Ηλιάδη.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Η παρούσα έφεση εξετάζει την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με την οποία απορρίφθηκε αίτηση των εφεσειόντων για τροποποίηση της αρχικής αίτησης-έφεσης που καταχωρήθηκε εναντίον του Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας αναφορικά με την εγγραφή μέρους ενός κτήματος, σύμφωνα με τις πρόνοιες της Δ.25, θ. 1-4 και Κανονισμούς 2, 7 και 17 των Περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Διαδικαστικών Κανονισμών του 1956. Η αίτηση των εφεσειόντων καταχωρήθηκε τρεις μήνες μετά τη συμπλήρωση της ακρόασης και της επιφύλαξης της απόφασης από το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Από τα γεγονότα όπως προκύπτουν από το σχετικό φάκελο του Δικαστηρίου φαίνεται ότι στις 28/9/90 καταχωρήθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου η αίτηση-έφεση 32/90 με την οποία η εφεσείουσα εταιρεία εφεσίβαλε την απόφαση του Διευθυντή του Κτηματολογίου να εγγράψει στο όνομα της εφεσίβλητης 1 ένα μέρος του τεμαχίου ενός χωραφιού έκτασης 2 στρεμμάτων στο χωριό Κονιά της Πάφου. Το τεμάχιο αυτό που είχε αγοράσει ο εφεσείων 2 το 1971 έναντι του ποσού των £60 και το μεταβίβασε στην εφεσείουσα εταιρεία 1 το 1973, αποτελούσε μέρος μιας ενιαίας μελλοντικής ανάπτυξης αφού ο εφεσείων είχε ήδη προβεί στην αγορά και άλλων συνεχόμενων κτημάτων. Στις 30/8/90 ο Διευθυντής έδωσε στους εφεσείοντες την καθοριζόμενη ειδοποίηση για την εγγραφή του κτήματος στο όνομα της εφεσίβλητης 1 και τους κάλεσε όπως εντός 30 ημερών καταχωρίσουν αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο για να αποφασιστεί ποιός θα ήταν ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης του κτήματος, διαφορετικά θα προχωρούσε στην εγγραφή του κτήματος στο όνομα της εφεσίβλητης 1 με τα στοιχεία που είχε ενώπιον του, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 82 του Κεφ. 224.
Οι εφεσείοντες αντί να καταχωρίσουν αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο καταχώρησαν στις 28/9/90 την υπ' αριθμό 32/90 αίτηση-έφεση ισχυριζόμενοι ότι ο Διευθυντής ενήργησε λανθασμένα αφού παρέλειψε να αποφασίσει ότι το επίδικο κτήμα τους ανήκε, με αποτέλεσμα να τους εμποδίσει από του να προβούν στην ενοποίηση όλων των κτημάτων που είχαν αγοραστεί για την αξιοποίηση της περιοχής. Η ακρόαση της αίτησης-έφεσης συμπληρώθηκε οκτώ χρόνια αργότερα, την 1/7/98 και το Δικαστήριο επεφύλαξε την απόφαση του. 3½ μήνες μετά την επιφύλαξη της απόφασης οι εφεσείοντες καταχώρησαν αίτηση για τροποποίηση των λόγων της αρχικής αίτησης-έφεσης με την προσθήκη της πιο κάτω παραγράφου:
"(4) Ο Διευθυντής δεν είχε εξουσία να λάβει την απόφαση ημερομηνίας 30.8.90 γιατί σοβαρές διαφορές που αφορούν την κυριότητα, όπως η διαφορά που προκύπτει από την εν λόγω απόφαση, εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα των δικαστηρίων και/ή γιατί η διερεύνηση που έγινε για τη διαπίστωση του ισχυριζόμενου από το Διευθυντή λάθους δεν ήταν απλώς κτηματολογική."
Μετά την καταχώριση ενστάσεων εκ μέρους των εφεσιβλήτων 1 και 2 το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού αναφέρθηκε στη μαρτυρία που είχε παρουσιαστεί και στη σχετική νομολογία επί του θέματος απέρριψε την αίτηση για τροποποίηση. Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στην απορριπτική του απόφαση αφού έλαβε υπόψη ότι η αίτηση καταχωρήθηκε μερικούς μήνες μετά τη συμπλήρωση της ακρόασης και δεν προβλήθηκε ικανοποιητικός λόγος για τη συμπερίληψη του νέου λόγου, ως λόγου έφεσης. Στη σχετική απόφαση του το Δικαστήριο τόνισε επίσης ότι θα μπορούσε με βάση τα αδιαμφισβήτητα πραγματικά γεγονότα και τη σχετική νομολογία επί του θέματος να προχωρήσει στην εξέταση του νομικού σημείου που προβλήθηκε με την αίτηση, έστω και αν αυτό δεν είχε εγερθεί από τους διαδίκους και ότι ακόμα θα μπορούσε να απονείμει θεραπεία που δεν έχει ζητηθεί. Κρίνουμε σκόπιμο να παραθέσουμε σε αυτό το στάδιο το σχετικό εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου:
"Στην περίπτωση αυτή είναι κατά την άποψη μου φανερό ότι η παρούσα αίτηση έχει υποβληθεί υπερβολικά καθυστερημένα. Σημειώνω ότι η έφεση καταχωρήθηκε 28.9.90, η απόφαση του Δικαστηρίου επεφυλάχθηκε 1.7.98 και η αιτούμενη τροποποίηση επιζητείται με αίτηση που καταχωρήθηκε 15.10.98, 8 ολόκληρα χρόνια από την καταχώριση αίτησης-έφεσης και 3 μήνες και κάποιες μέρες μετά την επιφύλαξη της απόφασης του Δικαστηρίου. Δεν παραγνωρίζω το γεγονός ότι το Δικαστήριο μπορεί από τη στιγμή που τέθηκαν ενώπιον του αδιαμφισβήτητα πραγματικά γεγονότα να προχωρήσει στην εξέταση νομικού σημείου έστω και αν αυτό δεν έχει εγερθεί από τους διαδίκους και ότι μπορεί να απονείμει ακόμη και θεραπεία που δεν του έχει ζητηθεί, βλ. Στυλιανού ν. Παπακλεοβούλου (1982) 1 C.L.R. 542, Αριστοδήμου ν. Χαραλάμπους (1990) 1 Α.Α.Δ. 319 και Κένετυ Χοτέλς Λτδ ν. Indgirdjian (1992) 1 Α.Α.Δ. 400 σελ. 407, 408. «Παράλειψη λοιπόν επιδίωξης ειδικής θεραπείας δεν αποτελεί κώλυμα για την απόδοση της».
Καταλήγω λοιπόν ότι το μεγάλο χρονικό διάστημα που έχει διαρρεύσει, το γεγονός ότι η ακρόαση της υπόθεσης έχει περατωθεί και η απόφαση επεφυλάχθη εδώ και μερικούς μήνες, σε συνδυασμό με το ότι δεν έχει προβληθεί ικανοποιητικός λόγος γα τη μη συμπερίληψη του πιο πάνω λόγου ως λόγου έφεσης, ενώ επεσημάνθηκε ήδη από το Δικαστήριο όπως δέχεται και ο ίδιος ο δικηγόρος του Αιτητή, με οδηγούν στο ν' απορρίψω το αίτημα για τροποποίηση το οποίο βρίσκω εν τέλει και ως αχρείαστο εφόσον όπως έχω αναφέρει πιο πάνω, το ίδιο το Δικαστήριο δύναται να ενσκύψει στο λόγο αυτό και να παράσχει ανάλογη θεραπεία. Αν κατέληγα να εγκρίνω την αιτούμενη τροποποίηση βρίσκω ότι θα προκαλείτο αδικαιολόγητη περαιτέρω καθυστέρηση στην υπόθεση χωρίς ουσιαστικό λόγο."
Τα πιο πάνω αντικατοπτρίζουν πλήρως τη νομική εικόνα και τις αρχές που έπρεπε να εφαρμοστούν στα υπό εξέταση γεγονότα. Έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η εφαρμογή των αρχών στα υπό κρίση γεγονότα ήταν απόλυτα ορθή, χωρίς να μας παρέχεται το δικαίωμα επέμβασης προς ανατροπή της.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος των εφεσειόντων.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος των εφεσειόντων.