ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 1 ΑΑΔ 1744
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΝΟΜΙΚΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΑΡ. 348
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΠΙΚΗ, Π., ΝΙΚΗΤΑ, ΑΡΤΕΜΙΔΗ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ,ΝΙΚΟΛΑΪΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΑΛΛΗ, ΗΛΙΑΔΗ,
ΚΡΑΜΒΗ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, Δ/στών
Μεταξύ
:Γιαννούλας Φοινικαρίδου,
Βασ. Φρειδερίκης 12, Παλλουριώτισσα, Λευκωσία,
Αιτήτριας
- και -
Γιώργου Οδυσσέως,
Φ/δι Εργοστασίου ΑΠΟΛΛΩΝ, ΄Εγκωμη, Λευκωσία,
Καθ'ου η Αίτηση
------------------------
23 Νοεμβρίου, 2001
Για την Αιτήτρια: Κ. Ευσταθίου.
Για τον Καθ' ου η Αίτηση: Χρ. Μίτσιγγας.
------------------------
------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΙΚΗΣ, Π.: Στη Γιωργαλλά ν. Χ" Χριστοδούλου, Νομικό Ερώτημα Αρ. 346, 20/12/00, αποφασίστηκε ότι:-
(α) Η προστασία της οικογενειακής ζωής, που κατοχυ-ρώνεται ως θεμελιώδες δικαίωμα από το ΄Αρθρο 15.1 του Συντάγματος και, παράλληλα, από το ΄Αρθρο 8(1) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, (Κυρωτικός Νόμος - Ν. 39/62), (η «Σύμβαση»), εκτείνεται και στα διαδικαστικά μέσα, που παρέχονται για τη συγκρότηση της οικογένειας και τις σχέσεις μεταξύ των μελών της.
(β) Δικαιώματα, συνυφασμένα με την οικογενειακή ζωή, συνιστούν «αστικά δικαιώματα», με την έννοια που ο όρος ενέχει στο ΄Αρθρο 30 του Συντάγματος και στο ΄Αρθρο 6(1) της Σύμβασης
(γ) Το ΄Αρθρο 30.1 του Συντάγματος εξασφαλίζει πρόσβαση στο δικαστήριο, για τη διεκδίκηση αστικών δικαιωμάτων. Ανάλογο δικαίωμα προκύπτει και από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του ιδίου ΄Αρθρου του Συντάγματος, το οποίο αποκλείει αυθαίρετους ή παράνομους περιορισμούς στην άσκηση των δικαιωμάτων που κατοχυρώνει.
(δ) Η καθιέρωση προθεσμίας για την άσκηση αστικών δικαιωμάτων είναι παραδεκτή, εφόσον ο περιορισμός, ο οποίος τίθεται, δεν είναι ασφυκτικός και αφήνει λογικό περιθώριο για την άσκηση του δικαιώματος. Περαιτέρω, ο χρονικός περιορισμός πρέπει να συσχετίζεται προς το σκοπό που αποβλέπει να εξυπηρετήσει. Αντικειμενικός σκοπός των προθεσμιών είναι η διασφάλιση της βεβαιότητας ως προς τα δικαιώματα του ατόμου.
Στην ίδια υπόθεση, αποφασίστηκε ότι η αποκήρυξη της πατρότητας συνιστά, κατά φύση, αστικό δικαίωμα, η άσκηση του οποίου μπορεί να υπαχθεί σε χρονικούς περιορισμούς. Η δημιουργία θεσμών, προς ενσωμάτωση εξωγάμου τέκνου στην οικογένεια, αποτελεί υποχρέωση της πολιτείας, την οποία επιβάλλει το ΄Αρθρο 8(1) της Σύμβασης. Η περιεκτική εξασφάλιση του ιδίου δικαιώματος επιβάλλεται από το ΄Αρθρο 15.1 του Συντάγματος
.Με τον περί της Συμβάσεως επί της Νομικής Καταστάσεως Εξωγάμων Τέκνων (Κυρωτικό) Νόμο του 1979, (Ν. 50/79), κυρώθηκε και κατέστη μέρος του ημεδαπού δικαίου η Ευρωπαϊκή Σύμβασις επί της Νομικής Καταστάσεως Εξωγάμων Τέκνων - (βλ.
Malachtou v. Armefti (1987) 1 C.L.R. 207). Το ΄Αρθρο 3 αυτής της σύμβασης προβλέπει:-«Η πατρική αναγνώρισις παντός εξωγάμου τέκνου δύναται να μαρτυρήται ή επιτυγχάνεται δι' εκουσίας αναγνωρίσεως ή δικαστικής αποφάσεως.»
Η Γιαννούλα Φοινικαρίδου γεννήθηκε στις 20 Μαΐου, 1945, εξώγαμο τέκνο της ΄Αννας Γεωργίου. Η φροντίδα της Γιαννούλας περιήλθε σε τρίτο πρόσωπο, τη Μαρία Φοινικαρίδου, η οποία την μεγάλωσε. Από τη φυσική της μητέρα απομακρύνθηκε, χωρίς όμως να χάσει επαφή με αυτή. Η ταυτότητα του πατέρα της τής ήταν άγνωστη. Της την αποκάλυψε η φυσική της μητέρα λίγο πριν πεθάνει, το Δεκέμβριο του 1997, λέγοντάς της ότι πατέρας της ήταν ο καθ' ου η αίτηση. Αυτά τα γεγονότα προβάλλονται σε ένορκη δήλωση της κ. Φοινικαρίδου, στην οποία θεμελιώνεται η αίτησή της στο Οικογενειακό Δικαστήριο για την αναγνώριση της πατρότητάς της. Το αίτημα υποβλήθηκε, αφού έμαθε ποιος ήταν ο πατέρας της.
Το ΄Αρθρο 22(3) του περί Τέκνων (Συγγένειας και Νομικής Υπόστασης) Νόμου του 1991, (Ν. 187/91), (ο «Νόμος»), προβλέπει:-
«(3) Το δικαίωμα του τέκνου να ζητήσει τη δικαστική αναγνώρισή του παραγράφεται τρία χρόνια μετά την ενηλικίωσή του.»
Ο καθ' ου η αίτηση ήγειρε προδικαστική ένσταση στο παραδεκτό εξέτασης της αίτησης, λόγω του εκπρόθεσμού της κατά το προαναφερθέν ΄Αρθρο 22(3) του Νόμου.
Η αιτήτρια υποστήριξε ότι το ΄Αρθρο 22(3) είναι αντισυνταγματικό, λόγω της αντίθεσής του προς:-
(α) Το ΄Αρθρο 28 του Συντάγματος, εξαιτίας της αδικαιολόγητης διάκρισης, η οποία, κατ' ισχυρισμό, γίνεται εις βάρος ατόμων στη θέση της αιτήτριας, σε σύγκριση με τους φορείς ανάλογων δικαιωμάτων, που, επίσης, ανάγονται στην οικογενειακή ζωή.
(β) Το ΄Αρθρο 15.1 του Συντάγματος, που κατοχυρώνει το δικαίωμα της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής
(γ) Το ΄Αρθρο 30.1 του Συντάγματος, το οποίο κατο-χυρώνει πρόσβαση στο δικαστήριο.
Και τα δύο μέρη επικαλέστηκαν τη Γιωργαλλά ν. Χ" Χριστοδούλου, (ανωτέρω): Η μεν Γιαννούλα Φοινικαρίδου, προς υποστήριξη της θέσης ότι το δικαίωμα αναγνώρισης της πατρότητας αποτελεί αδιαχώριστη πτυχή του δικαιώματος της οικογενειακής ζωής και ότι αυτό αναιρείται από τις διατάξεις του ΄Αρθρου 22(3) του Νόμου, ο δε Γεώργιος Οδυσσέως, προς υποστήριξη των θέσεων, αφενός, ότι είναι παραδεκτή η υπαγωγή της άσκησης δικαιωμάτων που ανάγονται στην οικογενειακή ζωή σε λογική προθεσμία, και, αφετέρου, ότι η τεθείσα προθεσμία είναι εύλογος.
Αναμφισβήτητο είναι ότι το δικαίωμα αναγνώρισης της πατρότητας αποτελεί αναπόσπαστη πτυχή της οικογενειακής ζωής του ατόμου, η οποία τυγχάνει προστασίας από το ΄Αρθρο 15.1 του Συντάγματος. Εξίσου βέβαιο είναι ότι η άσκηση του δικαιώματος αυτού από το τέκνο μπορεί να υπαχθεί σε λογικούς χρονικούς περιορισμούς. Το κρίσιμο ερώτημα είναι κατά πόσο μπορεί να τεθεί προθεσμία στην άσκηση του δικαιώματος, ανεξάρτητα από τη γνώση των γεγονότων που στοιχειοθετούν το δικαίωμα ή έστω την, εξ αντικειμένου, δυνατότητα κτήσης γνώσης γι' αυτό με ενέργειες του φορέα του δικαιώματος.
Στο Αστικό Δίκαιο, ο καθορισμός προθεσμιών συναρτάται, κατά κανόνα, με τη γένεση του αγώγιμου δικαιώματος. Αυτό προβλέπει ο περί Παραγραφής Νόμος, ΚΕΦ. 15
*.Η αρχή αυτή υπόκειται σε δύο κατηγορίες εξαιρέσεων: Εκείνες που αφορούν:-
(α) Τη μη δυνατότητα άσκησης του δικαιώματος από πρόσωπα που αντιμετωπίζουν κώλυμα - ανηλικιότης (κάτω των δεκαοχτώ ετών), ψυχική διαταραχή, απαγόρευση διαχείρισης των υποθέσεων του ατόμου ή απουσία από τη χώρα
(β) Τη δολία απόκρυψη του αγώγιμου δικαιώματος ή την ανακούφιση από τις συνέπειες λάθους.
Και στις δύο περιπτώσεις, ο χρόνος για την άσκηση του δικαιώματος αναστέλλεται για όσο χρόνο διαρκεί η άγνοια ή το κώλυμα. Το πνεύμα, από το οποίο διαπνέεται και ο περί Παραγραφής Νόμος, είναι ότι η άγνοια ή η αδυναμία προάσπισης δικαιωμάτων αναστέλλει, στο πλαίσιο που έχουμε εξηγήσει, τις προθεσμίες.
Το θέμα της πατρότητας ανάγεται στα καθιερωμένα αστικά δικαιώματα που άπτονται της υπόστασης του ατόμου. Η αναγνώριση της πατρότητας ισχύει έναντι πάντων και σηματοδοτεί τα πλαίσια της οικογένειας του ατόμου - (βλ.
Nicolaides v. Yerolemi (1984) 1 C.L.R. 742).Το ερώτημα, στην προκείμενη περίπτωση, είναι κατά πόσο δικαίωμα, περί του οποίου ο φορέας του τελούσε σε άγνοια και ήταν, εξ αντικειμένου, αδύνατο να διαπιστώσει την ύπαρξή του, μπορεί να παραγραφεί πριν αυτό περιέλθει σε γνώση του. Το δικαίωμα, περί ου ο λόγος, προστατεύεται ως θεμελιώδες δικαίωμα του ανθρώπου από το Σύνταγμα. Ερωτάται κατά πόσο η παραγραφή του δικαιώματος, ανεξάρτητα από τη γνώση ή τη δυνατότητα κτήσης γνώσης για την ύπαρξή του, είναι συμβατή με το σεβασμό του δικαιώματος της οικογενειακής
ζωής, που κατοχυρώνει το ΄Αρθρο 15.1 του Συντάγματος, και του δικαιώματος προσφυγής στο δικαστήριο, που κατοχυρώνει το ΄Αρθρο 30.1 και 2 του Συντάγματος. Προεκτείνοντας το ερώτημα: Είναι ποτέ δυνατός ο εξοστρακισμός θεμελιώδους δικαιώματος, την ύπαρξη του οποίου ο φορέας δε γνωρίζει και για την οποία δεν είχε τα μέσα να πληροφορηθεί;Η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στην
X v. Sweden, Application No 9707/82, Decision of 6 October 1982, έκρινε ότι οι διατάξεις του Γονικού Κώδικα της Σουηδίας, παρέχουσες δικαίωμα στον πατέρα να αποκηρύξει την πατρότητα τέκνου από την ημερομηνία που τα σχετικά γεγονότα περιήλθαν σε γνώση του, ήταν παραδεκτές. Κρίθηκε ότι η σχετική διάταξη δεν προσέκρουε στις πρόνοιες του ΄Αρθρου 14 της Σύμβασης, που απαγορεύει αυθαίρετες διακρίσεις, με σημείο αναφοράς άλλη διάταξη του Γονικού Κώδικα, που δεν έθετε κανένα χρονικό περιορισμό για την αναγνώριση της πατρότητας που διεκδικείται από το ίδιο το τέκνο. Η απόφαση αυτή δεν άπτεται άμεσα του θέματος που αντιμετωπίζουμε στην προκείμενη περίπτωση, που περιστρέφεται γύρω από το σεβασμό του δικαιώματος της οικογενειακής ζωής. ΄Εμμεσα όμως ρίχνει κάποιο φως στο επίδικο θέμα, στο βαθμό που υποστηρίζει ότι η ξεχωριστή ρύθμιση για τη διεκδίκηση από το τέκνο της αναγνώρισης της πατρότητάς του αποτελεί δικαίωμα ιδιάζοντος χαρακτήρα, που σχετίζεται με τις ιδιαιτερότητες της αναζήτησης της πατρότητας από το ίδιο το τέκνο.΄Αμεσα διαφωτιστική για το ζήτημα που εξετάζουμε είναι η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στη
Eur. Court HR, Kroon and Others v. the Netherlands, judgment of 27 October 1994, Series A no. 297-C, σελ. 43. Το ερώτημα, που κλήθηκε το Δικαστήριο να απαντήσει, ήταν κατά πόσο νομικές διατάξεις, που απέκλειαν τη διόρθωση του Μητρώου Γεννήσεων και Θανάτων ώστε να καταγραφεί ο πραγματικός πατέρας του παιδιού σ' αυτό, συνιστούσαν παραβίαση του ΄Αρθρου 8 της Σύμβασης και, ειδικά, του δικαιώματος της οικογενειακής ζωής. Το Δικαστήριο αποφάσισε ότι ο περιορισμός συνιστούσε παραβίαση του δικαιώματος της οικογενειακής ζωής. Το τέκνο είχε γεννηθεί ενώ η μητέρα ήταν νυμφευμένη με τον Α και, παράλληλα, συζούσε με το Β. Ο περιορισμός προέκυπτε από το νομικό τεκμήριο ότι ο σύζυγος ήταν ο πατέρας του τέκνου, αποκλειομένης της μητέρας από το νόμο να αμφισβητήσει την πατρότητά του. Η πεμπτουσία του σκεπτικού του Δικαστηρίου κατοπτρίζεται στο ακόλουθο απόσπασμα:- (σελ. 58)."40. In the Court's opinion 'respect' for 'family life' requires that biological and social reality prevail over a legal presumption which, as in the present case, flies in the face of both established fact and the wishes of those concerned without actually benefiting anyone. Accordingly, the Court concludes that, even having regard to the margin of appreciation left to the State, the Netherlands has failed to secure to the applicants the 'respect' for their family life to which they are entitled under the Convention.
There has accordingly been a violation of Article 8."
Νωρίτερα, στην απόφαση του Δικαστηρίου, επεξηγείται ότι και η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατέληξε στο ίδιο συμπέρασμα. Το Δικαστήριο θεώρησε ως θεμελιωμένο ότι θέματα πατρότητας ανάγονται στην οικογενειακή ζωή, σεβασμός της οποίας επιβάλλει τη δημιουργία οικογενειακού δεσμού μεταξύ του πραγματικού πατέρα και του τέκνου
"as expeditiously as possible" (όσο πιο σύντομα γίνεται).Τα γεγονότα, που σχετίζονται με την πατρότητα τέκνου, ανάγονται σε χρόνο πριν τη γέννησή του
. στην πραγματικότητα σε χρόνο που αναφέρεται στη σύλληψή του. Εξ αντικειμένου, το τέκνο δε γνωρίζει, ούτε έχει τα μέσα να μάθει για τα γεγονότα που την περιβάλλουν. Οι μόνοι που έχουν αυθεντική γνώση των γεγονότων αυτών είναι οι γονείς, εκάτερος από αυτούς, πρωτίστως η μητέρα. Συμπτωματική γνώση, σε βαθμό που να πιθανολογείται το ενδεχόμενο της πατρότητας τέκνου, μπορεί να αποκτήσουν και τρίτοι, στην έκταση που τα γεγονότα περί την πατρότητα τέκνου φημολογούνται, χωρίς να είναι ποτέ βέβαιο ότι τέτοιο ενδεχόμενο θα περιέλθει σε γνώση του επηρεαζομένου.Η καθιέρωση προθεσμίας για την άσκηση του δικαιώματος αναγνώρισης της πατρότητας, άσχετα και ανεξάρτητα από τη γνώση των γεγονότων που το στοιχειοθετούν, συρρικνώνει το δικαίωμα, σε βαθμό αφανισμού. Παραβιάζεται ο πυρήνας του δικαιώματος της οικογενειακής ζωής και το παρεχόμενο δικαίωμα καθίσταται μόνο κατά νόμο δικαίωμα
. δεν τυγχάνει σεβασμού.Καταλήγουμε ότι οι πρόνοιες του ΄Αρθρου 22(3) του Ν. 187/91 είναι αντίθετες και ασύμφωνες προς -
(α) τις διατάξεις του ΄Αρθρου 15.1 του Συντάγματος
(β) τις διατάξεις του ΄Αρθρου 30.1 και 2 του Συντάγματος, εφόσον καταπνίγουν την άσκηση του περί ου ο λόγος δικαιώματος της οικογενειακής ζωής.
Επομένως, η αίτηση η οποία ηγέρθη δεν μπορεί να θεωρηθεί παραγεγραμμένη.
Αντίθετη είναι η άποψη της πλειοψηφίας, η απόφαση της οποίας σηματοδοτεί και το αποτέλεσμα της παρούσας υπόθεσης.
Γ.Μ. Πικής, Π.
Σ. Νικήτας, Δ.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
Γ. Νικολάου, Δ.
Δ. Χατζηχαμπής, Δ.
/ΜΠ