ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2000) 1 ΑΑΔ 250
24 Φεβρουαρίου, 2000
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]
Αννα Ανδρεα Μιχαηλ Οπλου,
Εφεσείουσα-Αιτήτρια,
v.
Κυπριακhσ Δημοκρατιασ, μεσω του Υπουργου Εσωτερικων,
Εφεσίβλητης-Αποζημιούσης αρχής.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 9974)
Αναγκαστική απαλλοτρίωση και επίταξη ― Διαδικασία παραπομπής για καθορισμό δίκαιης και εύλογης αποζημίωσης ― Χαρακτήρας της διαδικασίας είναι εν μέρει εξεταστικός ― Η δικογραφία δεν επέχει θέση γραπτών προτάσεων που καθορίζουν τα επίδικα θέματα όπως και σε πολιτικές αγωγές ― Υιοθέτηση της προσέγγισης στη Δημοκρατία ν. Πέτσα.
Στην υπόθεση αυτή το Επαρχιακό Δικαστήριο επιδίκασε υπέρ της εφεσείουσας αποζημιώσεις για την περιουσία της που απαλλοτριώθηκε για τη δημιουργία χώρου εναπόθεσης λυμάτων και εγκαταστάσεων εξαγνισμού λυμάτων, όμως δεν της επιδίκασε αποζημιώσεις για την επίταξη του τμήματος που απαλλοτριώθηκε, για τον λόγο ότι δεν προσκόμισε οποιαδήποτε μαρτυρία αλλά και δεν ζητούσε τίποτε με τις έγγραφες προτάσεις της γι' αυτό το θέμα.
Η εφεσείουσα υποστήριξε κατ' έφεση ότι το Δικαστήριο είχε ενώπιον του τα στοιχεία με βάση τα οποία αποδεικνυόταν η επίταξη καθώς και στοιχεία παραδεκτά από την άλλη πλευρά με βάση τα οποία παρεχόταν η δυνατότητα υπολογισμού της πληρωτέας αποζημίωσης. Αναφέρθηκε συναφώς ότι στην ειδοποίηση παραπομπής οι εφεσίβλητοι παραδέχονται το γεγονός της επίταξης και συνάμα υποβάλλουν ότι η αποζημίωση για την επίταξη είναι ΛΚ208 ετησίως ποσό που είχε προσφερθεί νωρίτερα στην εφεσείουσα μέσω του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Λευκωσίας.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η διαδικασία της παραπομπής για τον καθορισμό δίκαιης και εύλογης αποζημίωσης σε απαλλοτριώσεις δεν έχει χαρακτήρα αμιγούς αντιπαράθεσης για τους λόγους που εξηγούνται στην Δημοκρατία ν. Πέτσα. Αν συνέβαινε το αντίθετο, η απαλλοτριούσα αρχή δεν θα ήταν υποχρεωμένη με βάση τον κανονισμό 6 των περί Δικαστηρίων Καθορισμού Αποζημιώσεων Κανονισμών του 1956 να υποβάλλει στην ειδοποίηση παραπομπής το ποσό της αξίας της περιουσίας που αποκτήθηκε και να δηλώνει στην ειδοποίηση παραπομπής το ποσό, τις λεπτομέρειες και τη φύση της αποζημίωσης καθιστώντας έτσι επίδικα τα θέματα.
2. Τα στοιχεία ενώπιον του Εφετείου καθιστούν δυνατό τον υπολογισμό των αποζημιώσεων στις οποίες δικαιούται η εφεσείουσα για την επίταξη. Επιδικάζονται αποζημιώσεις υπέρ της εφεσείουσας για την επίταξη υπολογιζόμενες στις ΛΚ208 ετησίως από 28.3.86 που δημοσιεύθηκε το διάταγμα επίταξης μέχρι τη λήξη του εν λόγω διατάγματος πλέον τόκος προς 4% ετησίως από 28.3.86 μέχρι την πληρωμή.
Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Demetriou and Others v. Republic (1985) 1 C.L.R. 207,
Δημοκρατία ν. Πέτσα (1996) 1 (Β) Α.Α.Δ. 1342.
Έφεση.
Έφεση από την αιτήτρια κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Νικολάου, Α.Ε.Δ.) που δόθηκε στις 12/3/97 (Αρ. Παραπομπής 9/91) με την οποία δεν επιδικάστηκαν αποζημιώσεις για την επίταξη του τμήματος του κτήματός της στο χωριό Δάλι, το οποίο απαλλοτριώθηκε.
Θ. Μόντης, για την Εφεσείουσα.
Γ. Παπαθεοδώρου, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Η εφεσείουσα ήταν ιδιοκτήτρια τεμαχίου γης στο χωριό Δάλι με στοιχεία, αρ. τεμαχίου L.167 (μέρος) Φ/Σχ. ΧΧΧΙ/41.W.2 εκτάσεως τριών εκταρίων, δύο δεκαρίων και 805 τ.μ.
Οι εφεσίβλητοι απαλλοτρίωσαν τμήμα του τεμαχίου για τη δημιουργία χώρου εναπόθεσης λυμάτων και εγκαταστάσεων εξαγνισμού λυμάτων. Το τμήμα που απαλλοτριώθηκε είχε έκταση 25,825 δεκαρίων. Προηγήθηκε της απαλλοτρίωσης η επίταξη του τμήματος που απαλλοτριώθηκε (ΔΠ391 ημερομηνίας 28.3.86).
Οι εφεσίβλητοι με επιστολή που στάληκε μέσω του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Λευκωσίας ημερομηνίας 22.1.87 πρόσφεραν στην εφεσείουσα αποζημίωση· για την απαλλοτρίωση ΛΚ11100 και για την επίταξη ΛΚ208 ετησίως.
Η εφεσείουσα δεν απάντησε στην επιστολή (προσφορά) των εφεσιβλήτων και οι τελευταίοι καταχώρησαν παραπομπή στην οποία καθορίζονται ως επίδικα θέματα ο καθορισμός της πληρωτέας αποζημίωσης για την απαλλοτρίωση και την επίταξη.
Στην παράγραφο 7(β) της ειδοποίησης παραπομπής οι εφεσίβλητοι υποβάλλουν ότι η αποζημίωση για την απαλλοτρίωση είναι ΛΚ11100 για δε την επίταξη ΛΚ208 ετησίως. Η αιτήτρια καταχώρησε έκθεση απαίτησης. Απαίτησε ΛΚ21460 αποζημιώσεις για την περιουσία που απαλλοτριώθηκε. Στο ποσό περιλαμβανόταν και αποζημίωση για δυσμενή επηρεασμό της περιουσίας που απόμεινε μετά την απαλλοτρίωση.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο επιδίκασε υπέρ της εφεσείουσας αποζημιώσεις για την περιουσία που απαλλοτριώθηκε καθώς και για δυσμενή επηρεασμό της περιουσίας που απέμεινε μετά την απαλλοτρίωση. Δεν επιδίκασε όμως αποζημιώσεις για την επίταξη.
Ο λόγος για τον οποίο το Δικαστήριο δεν επιδίκασε αποζημιώσεις για την επίταξη αιτιολογείται στην απόφαση ως εξής:
"Κανένα ποσό υπό μορφή ετήσιου ενοικίου για την επιταχθείσα έκταση δεν θα αποδοθεί στην αιτήτρια γιατί καμιά μαρτυρία από πλευράς της δεν προωθήθηκε στο Δικαστήριο αλλά και γιατί με τις έγγραφες της προτάσεις τίποτε δεν ζητά γι' αυτό το θέμα."
Κατά την ακρόαση της έφεσης η συζήτηση περιορίστηκε στον λόγο έφεσης που αναφέρεται στη μη επιδίκαση αποζημιώσεων για την επίταξη. Οι υπόλοιποι λόγοι έφεσης εγκαταλείφθηκαν. Ο κ. Μόντης υπέβαλε ότι το Δικαστήριο είχε ενώπιόν του στοιχεία με βάση τα οποία αποδεικνυόταν η επίταξη καθώς και στοιχεία παραδεκτά από την άλλη πλευρά με βάση τα οποία παρεχόταν η δυνατότητα υπολογισμού της πληρωτέας αποζημίωσης. Ανέφερε συναφώς ότι στην ειδοποίηση παραπομπής ημερομηνίας 18.1.1991, οι εφεσίβλητοι παραδέχονται το γεγονός της επίταξης και συνάμα υποβάλλουν ότι η αποζημίωση για την επίταξη είναι ΛΚ208 ετησίως δηλαδή το ποσό που προσφέρθηκε νωρίτερα στην εφεσείουσα μέσω του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Λευκωσίας (επιστολή ημερομηνίας 22.1.87). Αναφέρθηκε ακόμα ότι το ποσό των ΛΚ208 που προσφέρθηκε στην εφεσείουσα καθορίστηκε ύστερα από εκτίμηση του εκτιμητή των εφεσιβλήτων και περιλαμβάνεται στην έκθεσή του (τεκμ. 2). Τέλος ο κ. Μόντης ανέφερε ότι τα στοιχεία που παρέθεσαν οι εφεσίβλητοι καθ' όσον αφορά την επίταξη ουδέποτε αμφισβητήθηκαν από την εφεσείουσα γι' αυτό και δεν περιέλαβε ο,τιδήποτε στην έκθεση απαίτησης σχετικά με αυτό το θέμα.
Αντίθετη είναι η άποψη του δικηγόρου των εφεσιβλήτων. Ο κ. Παπαθεοδώρου ανέφερε ότι η αξία του ετήσιου ενοικίου των ΛΚ208 για την επίταξη, αποτελούσε μέρος των γραπτών προτάσεων της αποζημιούσας αρχής - εφεσιβλήτων που δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από το Δικαστήριο ως μαρτυρία για να στηρίξει την αξίωση της εφεσείουσας, εφόσον η τελευταία δεν περιέλαβε στην έκθεση απαιτήσεως αξίωση για το ποσό των ΛΚ208 ετησίως ή άλλο ποσό ως αποζημιώσεις για την επίταξη ούτε προσκόμισε μαρτυρία προς απόδειξη τέτοιας αξίωσης. Το συγκεκριμένο κονδύλι αναφέρεται σε ειδικές αποζημιώσεις και ως τέτοιο θα έπρεπε να είχε εξειδικευθεί στην έκθεση απαιτήσεως και να αποδειχθεί με μαρτυρία.
Είναι φανερό ότι ο πρωτόδικος Δικαστής θεώρησε ότι η δικογραφία σε παραπομπές επέχει θέση γραπτών προτάσεων που καθορίζουν τα επίδικα θέματα όπως και σε πολιτικές αγωγές. Αυτή η προσέγγιση βρίσκει έρεισμα στην Demetriou and Others v. Republic (1985) 1 C.L.R. 207 στην οποία θεωρήθηκε ότι η δικογραφία σε παραπομπές επέχει θέση γραπτών προτάσεων. Στη Δημοκρατία ν. Ανδρέα Ιωάννου Πέτσα (1996) 1 Α.Α.Δ. 1342 το Εφετείο ενδιέτριψε βαθύτερα επί του θέματος και στο τέλος απέκλινε από το λόγο της Demetriou and Others v. Republic (ανωτέρω) για τους λόγους που εξηγούνται στην απόφαση. Παραθέτουμε τη σχετική περικοπή.
"Ωστόσο, ο λόγος της Demetriou and Others v. Republic (ανωτέρω) σε ό,τι συζητούμε τέθηκε με ευρύτητα. Θεωρήθηκε ότι η δικογραφία σε παραπομπές επέχει θέση γραπτών προτάσεων (pleadings) που καθορίζουν τα επίδικα θέματα όπως και σε πολιτικές αγωγές. Κατά τη γνώμη μας ο λόγος της Demetriou and Others v. Republic (ανωτέρω) με αυτή την ευρύτητα είναι εσφαλμένος. Και θα εξηγήσουμε γιατί.
Στη διαδικασία παραπομπής για τον καθορισμό αποζημιώσεων σε απαλλοτριώσεις, ενώ παρέχονται σημαντικά περιθώρια πρωτοβουλίας στα μέρη τόσο για τοποθέτηση τους όσο και για προσκόμιση μαρτυρίας, εντούτοις το δικαστήριο διατηρεί θεσμοθετημένες δυνατότητες διερεύνησης οι οποίες καταδεικνύουν τον τουλάχιστον εν μέρει εξεταστικό χαρακτήρα της διαδικασίας: βλ. τον Καν. 7(1) που προβλέπει ότι το δικαστήριο με ιδίαν πρωτοβουλία μπορεί να απαιτήσει από διάδικο να παράσχει περαιτέρω και καλύτερες λεπτομέρειες των λόγων της παραπομπής. Αυτός ο χαρακτήρας συνάδει άλλωστε με τη συνταγματική πρόνοια στο άρθρο 23.4(γ) του Συντάγματος για τον καθορισμό δίκαιης και εύλογης αποζημίωσης. Η εναπόθεση της ευθύνης εξ ολοκλήρου στα μέρη, με διαδικασία αμιγούς αντιπαράθεσης, θα εξαρτούσε την έκβαση υπέρμετρα από τους χειρισμούς στους οποίους εκείνοι θα προέβαιναν. Και έτσι να μην παρείχετο ενδεχομένως η δυνατότητα για τον καθορισμό αποζημίωσης με τα αναγκαία γνωρίσματα· της δίκαιης και εύλογης. Δεν θα ακολουθήσουμε λοιπόν σε τούτο την Demetriou and Others v. Republic (ανωτέρω)."
Θεωρούμε και εμείς ότι η διαδικασία της παραπομπής για τον καθορισμό δίκαιης και εύλογης αποζημίωσης σε απαλλοτριώσεις δεν έχει χαρακτήρα αμιγούς αντιπαράθεσης για τους λόγους που εξηγούνται στη Δημοκρατία ν. Ανδρέα Ιωάννου Πέτσα (ανωτέρω). Προσθέτουμε πως αν συνέβαινε το αντίθετο, η απαλλοτριούσα αρχή δεν θα ήταν υποχρεωμένη με βάση τον κανονισμό 6 των περί Δικαστηρίων Καθορισμού Αποζημιώσεων Κανονισμών του 1956 να υποβάλλει στην ειδοποίηση παραπομπής το ποσό της αξίας της περιουσίας που αποκτήθηκε και να δηλώνει στην ειδοποίηση παραπομπής το ποσό, τις λεπτομέρειες και τη φύση της αποζημίωσης καθιστώντας έτσι επίδικα τα θέματα.
Κατόπιν των ανωτέρω η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί του συγκεκριμένου θέματος κρίνεται εσφαλμένη. Ενώπιόν μας υπάρχουν στοιχεία με βάση τα οποία καθίσταται δυνατός ο υπολογισμός των αποζημιώσεων στις οποίες δικαιούται η εφεσείουσα για την επίταξη.
Επιδικάζονται αποζημιώσεις υπέρ της εφεσείουσας για την επίταξη υπολογιζόμενες στις ΛΚ208 ετησίως από 28.3.86 που δημοσιεύθηκε το διάταγμα επίταξης μέχρι τη λήξη του εν λόγω διατάγματος πλέον τόκος προς 4% ετησίως από 28.3.86 μέχρι την πληρωμή.
Η έφεση γίνεται αποδεκτή με έξοδα.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα.