ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2000) 1 ΑΑΔ 1706
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΦΕΣΕΙΣ ΑΡ. 10559 ΚΑΙ 10560
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΠΙΚΗ, Π., ΗΛΙΑΔΗ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, ΔΔ.
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ 10559
Μεταξύ:
Ανδρέα Πάπαλλου
Εφεσείοντα
και
1. Sally Hodgston
2. Ronald Sidel
Εφεσίβλητων
------------------------------
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ 10560
Μεταξύ:
Μαρούλλα Πάπαλλου
Εφεσείουσα
και
1. Sally Hodgston
2. Ronald Sidel
Εφεσίβλητων
------------------------------
24 Οκτωβρίου 2000
Για τους Εφεσείοντες και στις δύο εφέσεις: κ. Β. Ερωτοκρίτου.
Για τους Εφεσίβλητους: κ. Α. Χαραλάμπους εκ μέρους κ. Κ. Τσιρίδη.
----------------------
Πικής, Π.
: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσειο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Χατζηχαμπής, Δ.
: Οι εφέσεις αυτές προέρχονται από αντίστοιχες αποφάσεις σε συνεκδικασθείσες αγωγές για αποζημιώσεις αναφορικά με σωματικές βλάβες και ζημιές τις οποίες οι Εφεσείοντες-Ενάγοντες σύζυγοι υπέστησαν όταν το αυτοκίνητο τους προσέκρουσε σε σταθμευμένο αυτοκίνητο στο δρόμο Λεμεσού-Πλατρών. Η θέση των Εφεσειόντων στο δικόγραφο τους ήταν ότι η Εφεσίβλητη είχε σταθμεύσει το εν λόγω αυτοκίνητο, ιδιοκτησία του Εφεσίβλητου, εντός του δρόμου, δημιουργώντας εμπόδιο και κίνδυνο στην τροχαία κίνηση ώστε να ήταν ένοχη αμέλειας αλλά και οχληρίας απέναντι τους. Η υπεράσπιση των Εφεσιβλήτων, πέραν της αρνήσεως εκ προστήσεως ευθύνης του Εφεσίβλητου, ήταν ότι το αυτοκίνητο ήταν σταθμευμένο εκτός του δρόμου και ότι ο ίδιος ο Εφεσείων, ο οποίος ήταν ο οδηγός, ήταν αμελής ώστε να συγκρουσθεί με αυτό.Οι θέσεις αυτές είχαν συνεπές αντίκρυσμα στη μαρτυρία που δόθηκε κατά την ακρόαση. Η μαρτυρία των Εφεσειόντων ήταν ότι περί τις 20.45, αφού είχε σκοτεινιάσει και ο δρόμος δεν εφωτίζετο, το αυτοκίνητο τους κατευθύνετο προς τις Πλάτρες με ταχύτητα 40 μαω περίπου. Μετά από μια ελαφρά στροφή και σε απόσταση 10 μέτρων είδαν το αυτοκίνητο το οποίο ήταν σταθμευμένο στα 2.50 μέτρα μέσα στο δρόμο. Παρά τον ελιγμό στα δεξιά και τη χρήση των φρένων από τον Εφεσείοντα, το αυτοκίνητο τους προσέκρουσε στο σταθμευμένο αυτοκίνητο και στη συνέχεια συγκρούσθηκε με άλλο αυτοκίνητο το οποίο ερχόταν από απέναντι.
Η μαρτυρία των Εφεσιβλήτων ήταν ότι το αυτοκίνητο τους, ενώ το οδηγούσε η Εφεσίβλητη προς τις Πλάτρες γύρω στις 18.30-19.00, παρουσίασε μηχανική βλάβη, οπότε αυτή το στάθμευσε εκτός του δρόμου με τους δεξιούς του τροχούς μόλις πάνω στην άσφαλτο κατά 10 ίντσες το πολύ. Δεν άφησε αναμμένα φώτα ούτε αντανακλαστικά τρίγωνα αλλά έβαλε το μοχλό των ταχυτήτων στη στάση "parking" (το αυτοκίνητο ήταν αυτόματο), το χειρόφρενο πάνω και κλείδωσε το τιμόνι. Παρέδωσε δε τα
κλειδιά του στον Αστυνομικό Σταθμό Λάνιας, εξηγώντας τι είχε συμβεί. Υπήρχε και η μαρτυρία του ΜΥ1, ο οποίος, κατευθυνόμενος προς Λεμεσό περί τις 7.30-7.45, είδε το αυτοκίνητο σταθμευμένο εκτός του δρόμου και μόνο κατά 0.20-0.30 μέτρα μέσα από την άσπρη γραμμή του δρόμου.Εκτός από τη μαρτυρία αυτή υπήρχε και η πραγματική μαρτυρία, σύμφωνα με την οποία το αυτοκίνητο των Εφεσειόντων άφησε περί τα 5.50 μέτρα διαγώνια ίχνη τροχοπέδησης τα οποία από την αριστερή άκρη του δρόμου αρχίζουν στα 1.10 μέτρα και καταλήγουν στα 2.50 μέτρα, σημείο στο οποίο και έγινε η σύγκρουση. Το αυτοκίνητο των Εφεσιβλήτων ήταν όλο στο δρόμο με διαγώνια κλίση προς τα αριστερά και απέχοντας μπροστά μεν 0.90 μέτρα πίσω δε 2.50 μέτρα από την αριστερή άκρη του δρόμου.
Η ευπαίδευτη δικαστής, αξιολογώντας τη μαρτυρία, δέχθηκε ως αξιόπιστη όλη την ενώπιον της μαρτυρία, και εκείνη των Εφεσειόντων και εκείνη των Εφεσιβλήτων. Έκαμε λοιπόν, βάσει αυτής, εύρημα ότι η Εφεσίβλητη στάθμευσε το αυτοκίνητο εκτός του δρόμου και με μόνο τους δεξιούς τροχούς να καλύπτουν 0.30-0.40 μέτρα του δρόμου, με το μοχλό των ταχυτήτων στη στάση parking, το χειρόφρενο πάνω και το τιμόνι κλειδωμένο. Συγχρόνως έκαμε εύρημα ότι, όταν το αυτοκίνητο των Εφεσειόντων προσέκρουσε στο αυτοκίνητο των Εφεσιβλήτων, αυτό ήταν σταθμευμένο 2.50 μέτρα μέσα στο δρόμο. Και άλλο εύρημα ότι το εν λόγω αυτοκίνητο (σ.10) "για άγνωστο λόγο και με άγνωστο τρόπο είχε μετακινηθεί από το σημείο που η Εναγόμενη 1 το είχε σταθμεύσει στο σημείο που το αντίκρισε ο ΜΕ2", (δηλαδή ο Εφεσείων)
. Κατέληξε δε ότι η Εφεσίβλητη δεν ήταν ένοχη αμέλειας ή οχληρίας καθ΄όσον, έχοντας σταθμεύσει το αυτοκίνητο εκτός του δρόμου και έχοντας λάβει όλα τα δέοντα μέτρα ώστε αυτό να μην μετακινηθεί, και παρά το ότι δεν άφησε φώτα στο αυτοκίνητο ή αντανακλαστικά τρίγωνα, επέδειξε εύλογη προσοχή υπό τις περιστάσεις. Απέρριψε έτσι τις αγωγές εναντίον της Εφεσίβλητης. Ας σημειωθεί ότι ενωρίτερα στην απόφαση είχε απορρίψει τις αγωγές εναντίον του Εφεσίβλητου για το λόγο ότι δεν είχε αποδειχθεί εκ προστήσεως ευθύνη του αφού καμιά προς τούτο μαρτυρία δεν προσκομίσθηκε. Καθ΄όσον οι λόγοι έφεσης αφορούν αποκλειστικά το θέμα της ευθύνης της Εφεσίβλητης και δεν προσβάλλουν την κατάληξη ότι δεν απεδείχθη εκ προστήσεως ευθύνη του Εφεσίβλητου, οι εφέσεις καταλήγουν να στρέφονται μόνον κατά της απόφασης σε σχέση με την Εφεσίβλητη.Οι λόγοι έφεσης αλληλοσυνδέονται και αφορούν κυρίως την προσέγγιση της ευπαίδευτης δικαστή στα επίδικα θέματα και τη μαρτυρία. Εκτός του ότι προσβάλλουν την κατάληξη επί της αξιοπιστίας της μαρτυρίας της Εφεσίβλητης και του ΜΥ1, παραπονούνται ότι το δικαστήριο έσφαλε στην εξαγωγή των συμπερασμάτων του και ιδιαίτερα ότι αυθαίρετα έκαμε εύρημα ότι το αυτοκίνητο της Εφεσίβλητης μετακινήθηκε για άγνωστο λόγο και με άγνωστο τρόπο. Ο λόγος έφεσης που αφορά την κατάληξη του δικαστηρίου επί της οχληρίας δεν προσθέτει οτιδήποτε στο βασικό θέμα της αμέλειας, τα δεδομένα της οποίας ουσιαστικά διέπουν τόσο την πραγματική όσο και τη νομική πτυχή του θέματος της οχληρίας.
Η προσέγγιση της ευπαίδευτης δικαστή ήταν όντως ασυνήθης όσο και εσφαλμένη. Η ενώπιον της υπόθεση εκρίνετο ουσιαστικά επί της αξιοπιστίας της μιας ή της άλλης εκδοχής σε σχέση με τη στάθμευση του αυτοκινήτου, τόσο δικογραφικά όσο και μαρτυρικά. Η θέση των Εφεσειόντων στο δικόγραφο τους ήταν ξεκάθαρα ότι η Εφεσίβλητη είχε σταθμεύσει το αυτοκίνητο εντός του δρόμου, εκεί όπου ήταν όταν έγινε η σύγκρουση. Η θέση της Εφεσίβλητης στο δικό της δικόγραφο ήταν ότι η σύγκρουση έγινε ενώ το αυτοκίνητο της ήταν σταθμευμένο εκεί που το είχε αφήσει, δηλαδή εκτός του δρόμου. Κανένας ισχυρισμός για ενδιάμεση μετακίνηση του από το σημείο εκείνο δεν γίνεται στην υπεράσπιση. Η ευπαίδευτη δικαστής είχε λοιπόν, με δικογραφική συνέπεια, ουσιαστικά να επιλέξει μεταξύ της μιας ή της άλλης αυτής θέσης, αντίστοιχα
εκάστης των οποίων ήταν και η προσφερθείσα μαρτυρία. Δεν της ήταν επιτρεπτό να προβεί στην υπέρβαση στην οποία προέβη με την κατάληξη σε εύρημα, και μάλιστα ρυθμιστικό της όλης υπόθεσης, το οποίο δεν είχε την παραμικρή αντιστοιχία προς τα δικόγραφα, το εύρημα δηλαδή ότι το αυτοκίνητο είχε μετακινηθεί για άγνωστο λόγο και με άγνωστο τρόπο. Η κατάληξη αυτή ήταν όχι μόνο αυθαίρετη και ατεκμηρίωτη επί της ίδιας της μαρτυρίας, όπως και η ίδια η διατύπωση της αποκαλύπτει, αλλά και κυρίως δικογραφικά ανεπίτρεπτη. Ούτε, ως εκ τούτου, θα της ήταν δυνατό να δεχθεί οποιαδήποτε μαρτυρία, αν υπήρχε τέτοια, που θα έτεινε να τη στηρίξει. Ακόμα και πρόσφατα έχουν επανυποδειχθεί οι παράμετροι που καθορίζουν την ανάγκη προσήλωσης στα επίδικα θέματα όπως αυτά προκύπτουν από τα δικόγραφα. Στην υπόθεση Αθηνοδώρου κ.α. ν. Κωνσταντίνου, Πολιτική Έφεση 10252, 27.4.2000, υπομνήσθηκε το απόσπασμα από την απόφαση του Πική, Δ. (ως ήτο τότε), στην υπόθεση Παπαγεωργίου ν. Κλάππα (1991) 1 ΑΑΔ 24, στις σελίδες 28-29:"Οι αρχές του δικονομικού δικαίου περιορίζουν τα επίδικα θέματα σε εκείνα τα οποία προσδιορίζονται από τη δικογραφία
. δηλαδή την απαίτηση, την υπεράσπιση και την απάντηση όπου υπάρχει. Ο επακριβής προσδιορισμός των επίδικων θεμάτων συναρτάται άμεσα με το αντιπαραθετικό σύστημα δίκης που ισχύει στο δικαιϊκό μας σύστημα και απόρροια της φυσικής δικαιοσύνης που επιβάλλει τη διασφάλιση του δικαιώματος διαδίκου για ουσιαστική ευκαιρία απάντησης στις θέσεις και ισχυρισμούς του αντιδίκου του. Η δίκη δρομολογείται, όπως επιγραμματικά ανάφερε ο τότε Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Βασιλειάδης στην υπόθεση Homeros Th. Courtis and Others ν. Panos K. Iasonides (1970) 1 C.L.R. 180, (βλέπε επίσης Christakis Loucaides v. C.D.Hay and Sons Ltd (1971) 1 C.L.R. 134) κατά μήκος των γραμμών που οριοθετεί η δικογραφία και η δίκη διατρέχει την ίδια πορεία όπως και το τραίνο κατά μήκος των προκαθορισμένων γραμμών της διαδρομής."
Ούτε είναι θέμα απλής κοινής λογικής, όπως ο ευπαίδευτος συνήγορος για την Εφεσίβλητη επιχειρηματολογεί. Τα συμπεράσματα τα οποία το δικαστήριο δικαιούται να εξάξει επί της κοινής λογικής οριοθετούνται από το δικογραφικά ζητούμενο που συνιστά και το μαρτυρικά επίδικο.
Η έφεση πρέπει λοιπόν να επιτύχει. Η εφεσιβαλλόμενη απόφαση παραμερίζεται και αναπόφευκτα διατάσσεται η αναδίκαση της υπόθεσης.
Η Εφεσίβλητη θα καταβάλει τα έξοδα των Εφεσειόντων.
Π.
Δ.
Δ.
/ΚΧ"Π