ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

(2000) 1 ΑΑΔ 1317

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΝΑΥΤΟΔΙΚΕΙΟΥ

< FONT FACE="Arial,Arial">ΑΙΤΗΣΗ ΓΙ΄ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ

ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΑΡ. 132/97

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΧΡ.ΑΡΤΕΜΙΔΗ, Π.ΑΡΤΕΜΗ, Γ.ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Π.ΚΑΛΛΗ, Α.ΚΡΑΜΒΗ, ΔΔ.

ΜΕΤΑΞΥ:

LEXICON SHIPPING COMPANY LIMITED, εκ Κύπρου

Εναγόντων

και

REMONTOWA GDANSK SHIPREPAIR YARD, εκ Πολωνίας μέσω

των Διευθυντών τους KRZYSTZTOF JUCHNIEWICZ εκ Πολωνίας και

τώρα στην Κύπρο και/ή PIOTR SOYKA εκ Πολωνίας και τώρα στην

Κύπρο και/ή S. MACIEJEWSKI, εκ Πολωνίας και τώρα στην Κύπρο

και/ή JERSEY PACZKOWSKI εκ Πολωνίας και τώρα στην Κύπρο

Εναγομένων

---------------------------

19 Ioυλίου, 2000.

Για τους ενάγοντες: Σ. Πίττας για Α. Νεοκλέους

Για τους εναγομένους: Μ. Βορκάς για Π. Σαρρή

----------------------------

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει

ο Δικαστής Π. Καλλής.

------------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

KAΛΛΗΣ, Δ.: Με την παρούσα διαδικασία οι ενάγοντες ζητούν αναθεώρηση του διατάγματος του πρωτόδικου Δικαστηρίου με το οποίο έχει διαταχθεί αναστολή κάθε περαιτέρω διαδικασίας στην πιο πάνω αγωγή.

Παραθέτουμε τα πραγματικά περιστατικά που σχετίζονται με την αξίωση των εναγόντων όπως τα έχει συνοψίσει το πρωτόδικο Δικαστήριο:

«Η ενάγουσα είναι ναυτιλιακή εταιρεία. Εχει την έδρα της στη Λεμεσό. Φαίνεται όμως ότι το κέντρο των επιχειρηματικών της δραστηριοτήτων βρίσκεται στην Ελλάδα. Τα γραφεία της είναι, όπως αποκαλύπτει η μαρτυρία, στο Καστρί. Με την παρούσα αγωγή αξιώνει από την εναγομένη/αιτήτρια (εναγομένη) Δ.Α.1,348.500 για παράβαση συμφωνίας επιδιόρθωσης του υπό κυπριακή σημαία πλοίου M/V NIKITAS ROUSSOS, ιδιοκτησίας της ενάγουσας. Το πλοίο μετονομάστηκε αργότερα σε Μ/V KLIA. Το παραπάνω ποσό αντιπροσωπεύει, κατά τους ισχυρισμούς της ενάγουσας, τις ζημίες ή απώλειες της για την καθυστέρηση στην εκτέλεση των εργασιών επιδιόρθωσης από την εναγομενη, πέρα από την ταχθείσα προθεσμία των 60 ημερών. Η τελευταία κατηγορείται επίσης για υπερχρεώσεις αναφορικά με την εκτελεσθείσα εργασία. Διαζευκτικά απαιτεί το ίδιο ποσό 'ως αποζημιώσεις για ψευδείς παραστάσεις εν σχέσει με το εν λόγω συμβόλαιο'. Περαιτέρω απαιτεί Δ.Α.300.000 ποσό που, πάλιν κατά τους ισχυρισμούς της, η εναγόμενη απέσπασε από αυτήν παράνομα, χωρίς νόμιμη δικαιολογία 'και ή κατόπιν εξαγκασμού και/ή κατόπιν οικονομικής πίεσης...'. Το αιτητικό της αγωγής συμπληρώνει η γενική απαίτηση για τιμωρητικές ή παραδειγματικές αποζημιώσεις.

Η εναγόμενη είναι εταιρεία πολωνικής εθνικότητας, που εδρεύει στο Gdansk. Οπως εξυπακούεται και από την επωνυμία της, Remontowa Gdansk Shiprepair Yard, η εκτέλεση εργασιών επισκευής πλοίων είναι μεταξύ των κορυφαίων δραστηριοτήτων της. Ενάγεται μέσω των διευθυντών της, όπως χαρακτηρίζονται στο κλητήριο ένταλμα της αγωγής τα 4 πρόσωπα, των οποίων τα ονόματα αναφέρονται σ΄ αυτό διαδοχικά.»

 

Με αίτηση της ημερ. 14.11.1997 η εναγόμενη ζήτησε τις πιο κάτω θεραπείες:

«(α) Διάταγμα του Δικαστηρίου δια του οποίου η ως άνω αγωγή και/ή επίδοση αυτής στους Εναγόμενους ακυρωθούν και/ή παραμερισθούν. ΚΑΙ/Η

(β) Διάταγμα του Δικαστηρίου δια του οποίου η ως άνω αγωγή ακυρωθεί και/ή παραμερισθεί λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου να εκδικάσει αυτή και/ή λόγω μη καταλληλότητας (forum non convenience) των Κυπριακών Δικαστηρίων. ΚΑΙ/Η

(γ) Διάταγμα του Δικαστηρίου δια του οποίου η ως άνω αγωγή παραμερισθεί και/ή διαδικασία αυτής ανασταλεί λόγω ρήτρας διαιτησίας στην επίδικη συμφωνία των διαδίκων. ΚΑΙ/Η

(δ) Οποιαδήποτε άλλη θεραπεία ήθελε κρίνει ορθή και δίκαιη υπό τις περιστάσεις το Σεβαστό Δικαστήριο.

(ε) Τα έξοδα της παρούσας Αιτήσεως.»

 

Νομική βάση της αίτησης ήταν οι Καν.15, 19-27 των Κυπριακών Θεσμών Ναυτοδικείου, το άρθρο 8 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, ΚΕΦ.6, τα άρθρα 19-21 του περί Δικαστηρίων Nόμου 1960 (Ν.14/60) η γενική πρακτική και η συμφυής εξουσία του Δικαστηρίου.

Η ενάγουσα κατεχώρησε ένσταση η οποία συνοδευόταν από ένορκη δήλωση της Εβελίνας Κουδουνάρη. Στο περιεχόμενο της θα γίνει αναφορά σε μεταγενέστερο στάδιο.

Η υπόθεση της εναγομένης όπως αυτή τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου με την ένορκη δήλωση που συνόδευε την πιο πάνω αίτηση της ήταν ότι η συμφωνία της 27.4.95, που υπέγραψε με την Transmed Shipping Ltd., για επισκευές του πλοίου, την οποία επικαλείται, περιέχει ρήτρα διαιτησίας. Σύμφωνα με την παράγραφο 8 της συμφωνίας, όλες οι διαφορές που προκύπτουν από τη συμφωνία παραπέμπονται σε Διαιτητικό Δικαστήριο, το οποίο εδρεύει στη Βαρσοβία. Σύμφωνα δε με την παράγραφο 9 της εν λόγω συμφωνίας, το εφαρμοστέο για τη συμφωνία δίκαιο είναι εκείνο της Πολωνίας.

Η ενάγουσα με την ένορκη δήλωση της πιο πάνω Εβελίνας Κουδουνάρη, παραδέχθηκε ότι η παραπάνω συμφωνία υπογράφηκε από την Transmed Shipping Ltd. Ισχυρίστηκε όμως ότι το έπραξε κατόπιν πιέσεων ή εκβιαστικής συμπεριφοράς της εναγομένης, στην οποία θα γίνει αναφορά πιο κάτω. Ο κύριος ισχυρισμός της ενάγουσας ήταν ότι η συμφωνία είχε ήδη ολοκληρωθεί από 31.1.95. Περιλαμβανόταν δε στην αλληλογραφία (μηνύματα με συσκευές fax και telex) που η εταιρεία Transmed αντάλλαξε, από τα γραφεία της στο Καστρί, με την εναγομένη στην Πολωνία. Μετά που τέθηκε σε εφαρμογή η παραπάνω συμφωνία και αφού πληρώθηκε στις 5.4.95 η προκαταβολή από Δ.Α.300.000 η εναγόμενη, κατά παράβαση των ήδη συμφωνηθένων, ζήτησε από την ενάγουσα: (α) τραπεζική εγγύηση για εξασφάλιση ολόκληρου του ποσού του συμβολαίου και (β) να υπογράψει τη νέα συμφωνία της 27.4.95, που ετοίμασε η εναγόμενη. Διαφορετικά απείλησε πως δεν θα τηρούσε τα υπεσχημένα. Αρχισε δε τότε ο εκβιασμός σε βάρος της στον οποίο υπέκυψε διότι, όπως ισχυρίσθηκε, δεν είχε άλλη εκλογή.

Η Εβελίνα Κουδουνάρη ανέφερε και τα εξής στην ένορκη δήλωση της (παράγραφοι 5(ι) και (κ) αντίστοιχα):

«(ι) Την 21/4/95 και 25/4/95 οι Εναγόμενοι παράνομα και/ή κατά παράβαση των συμβατικών τους υποχρεώσεων εσυνέχισαν να απαιτούν από τους Ενάγοντες να υπογράψουν τη συμφωνία που είχαν ετοιμάσει οι ίδιοι. Περαιτέρω, οι Εναγόμενοι προειδοποιούσαν πως θα σταματούσαν οιεσδήποτε επισκευές, πριν την υπογραφή της νέας συμφωνίας που είχαν ετοιμάσει οι ίδιοι.

(κ) Την 27/4/95 και μη έχοντας άλλη επιλογή οι Ενάγοντες αναγκάστηκαν όπως υπογράψουν τη συμφωνία ημερομηνίας 27/4/95. (Βλέπε ΤΕΚΜΗΡΙΟ "Α" που επισυνάπτεται στην Ενορκη Δήλωση της κας Μηλιώτου). Η εν λόγω Συμφωνία δεν περιελάμβανε όλους τους όρους της Συμφωνίας των διαδίκων ημερομηνίας κατά ή περί την 31/1/95 και περαιτέρω περιελάμβανε όρους που επιβλήθησαν εκβιαστικά επί των Εναγόντων.»

 

Ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου η εναγόμενη εισηγήθηκε ότι και στην περίπτωση που το Δικαστήριο θα κατέληγε, όπως έχει συμβεί, ότι ήταν πρόωρο να αποφασισθεί σε εκείνο το στάδιο ποία από τις δύο συμφωνίες δεσμεύει τους διαδίκους, το Κυπριακό Δικαστήριο εξακολουθεί να μην είναι το φυσικό forum της υπόθεσης. Στο θέμα αυτό εντοπιζόταν η διαφωνία με την ενάγουσα, η οποία υποστήριξε την καταλληλότητα του Δικαστηρίου.

Ηταν η πρωταρχική θέση της ενάγουσας - ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου - ότι το Δικαστήριο δεν έχει, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, εξουσία να παράσχει τη θεραπεία αναστολής της διαδικασίας. Τέτοιο αίτημα δεν περιείχε η αίτηση της εναγομένης. Ερεισμα γι΄ αυτή την τοποθέτηση της ενάγουσας αποτέλεσε η απόφαση στην Geto Trading v. Του Πλοίου M/V Vladimir Vaslyayev Αίτηση για Αναθεώρηση στην Αγωγή Ναυτοδικείου αρ. 56/93/21.3.96.

Περαιτέρω η ενάγουσα ισχυρίστηκε ότι (α) θα αντιμετώπιζε υπέρογκα έξοδα αν η δίκη διεξαγόταν στην Πολωνία, (β) θα αναγκαστεί να δώσει ασφάλεια για τα έξοδα της δίκης στην Πολωνία, ενώ εδώ, ως ημεδαπή εταιρεία, δεν έχει τέτοια υποχρέωση και ότι στην Πολωνία ".....δεν θα απονεμηθεί δικαιοσύνη γιατί οι Εναγόμενοι είναι ένας από τους μεγαλύτερους κρατικούς οργανισμούς στην Πολωνία με μεγάλη και έντονη επίδραση επί των Πολωνικών Δικαστηρίων και ιδιαίτερα των Δικαστηρίων της πόλης Gdansk όπου είναι τα ναυπηγεία των εναγομένων.»

Το πρωτόδικο Δικαστήριο παρατήρησε ότι στην ένορκη δήλωση της Εβελίνας Κουδουνάρη δεν διευκρινίζεται ποίες ήταν οι διαφορές μεταξύ των δύο συμφωνιών. Ωστόσο, σύμφωνα με το πρωτόδικο Δικαστήριο, φαίνεται πως οι διαφορές περιλαμβάνουν τους όρους 8 και 9 αναφορικά με το δίκαιο που διέπει τη συμφωνία και την παραπομπή διαφορών στο Πολωνικό Δικαστήριο Διαιτησίας. Πέραν των όσων ανέφερε η προμνησθείσα δικηγόρος - υπέδειξε το πρωτόδικο Δικαστήριο - δεν προσκομίστηκε οτιδήποτε που να δείχνει ότι ζητήθηκε ή τελικά δόθηκε η πιο πάνω τραπεζική εγγύηση που ζητήθηκε από την εναγομένη. Κατά τα λοιπά δεν φαίνεται να υπήρχαν ούτε προβλήθηκαν άλλες διαφορές ή ουσιώδεις διαφορές μεταξύ των δύο συμφωνιών.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αποφάσισε τελικά ποία ήταν η έγκυρη συμφωνία. Υπήρχαν - όπως το έθεσε - αντιθετικές θέσεις, που μπορεί να αποκρυσταλλωθούν μόνο με την πλήρη διερεύνηση κάθε πτυχής των εκδοχών που προβλήθηκαν και στο πλαίσιο των εγγράφων που κατατέθηκαν, αλλά δεν επεξηγήθηκαν στην έκταση που έπρεπε από κατάλληλη μαρτυρία.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η επίδοση της αγωγής ήταν έγκυρη. Δεν χρειάζεται, όμως, να αναφερθούμε στις λεπτομέρειες αυτής της πτυχής της υπόθεσης γιατί η επίδοση δεν αποτελεί επίδικο θέμα της παρούσας διαδικασίας.

Σύμφωνα με το πρωτόδικο Δικαστήριο αποτελούσε κοινό έδαφος ότι η απαίτηση στην αγωγή αυτή εμπίπτει στις δικαιοδοτικές διατάξεις του Administration of Justice Act του 1956 γιατί το άρθρο 1(1)(h) απονέμει αρμοδιότητα στο Ναυτοδικείο για οποιαδήποτε απαίτηση "in respect of the construction, repair or equipment of a ship or dock charges or dues".

Ανεξάρτητα από το ποία ήταν η πραγματικότητα σχετικά με τη σύναψη της συμφωνίας, σύμφωνα με το πρωτόδικο Δικαστήριο, ήταν βέβαιο ότι ο τόπος καταρτισμού της είναι στο εξωτερικό. Τα έγγραφα που παρουσίασε η ενάγουσα είναι μηνύματα μεταξύ Αθηνών και Gdansk, ενώ η συμφωνία που κατέθεσε η εναγόμενη φέρεται να έχει υπογραφεί από τον εκπρόσωπο της εταιρείας Transmed Shipping Ltd., κο Πετρουλάκη, στο Gdansk. Ηταν επίσης σημαντικό - υπογράμμισε το πρωτόδικο Δικαστήριο - ότι η παράβαση της συμφωνίας έγινε, κατά την εκδοχή της ίδιας της ενάγουσας στην Πολωνία, όπου έγιναν οι επισκευές του πλοίου. Τα σχετικά με την υπόθεση αυτή έγγραφα καταρτίστηκαν ή βρίσκονται στο εξωτερικό. Αλλος σοβαρός παράγοντας που έλαβε υπόψη το πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν ότι η μαρτυρία η οποία έχει σχέση με τις επιδιορθώσεις (αμφισβητήσεις, υπερχρεώσεις, πρόσθετες εργασίες, κλπ.) θα προέλθει βασικά από μάρτυρες κατοίκους Πολωνίας. Ακόμη και οι μάρτυρες της ενάγουσας, που η μαρτυρία έδειξε να εμπλέκονται στην υπόθεση, όπως οι κκ. Πετρουλάκης, Shellien και Λαός, μένουν στο εξωτερικό. Η έδρα της ενάγουσας φαίνεται να είναι στην Κύπρο. Εντούτοις η μαρτυρία αποκαλύπτει ότι έχει τα γραφεία της στο Καστρί, που είναι η βάση από την οποία λειτουργεί. Τουλάχιστον η συγκεκριμένη αυτή υπόθεση έτυχε χειρισμού, απαρχής μέχρι τέλους, σύμφωνα πάντοτε με τους ισχυρισμούς της ενάγουσας, από την Ελλάδα.

Ενας άλλος ισχυρός παράγων στη διαμόρφωση της κρίσης του Δικαστηρίου ήταν το δίκαιο που διέπει την περίπτωση. Η ενάγουσα εξασφάλισε γνώμη (τεκμ.Ζ) από Πολωνό δικηγόρο ότι η μεταγενέστερη σύμβαση της 27/4/95 είναι, σύμφωνα με το άρθρο 87 του Πολωνικού Αστικού Κώδικα, άκυρη. Φαινόταν λοιπόν, σύμφωνα με το πρωτόδικο Δικαστήριο, ότι το εφαρμοστέο στην παρούσα περίπτωση είναι το Πολωνικό δίκαιο.

Αναφορικά με τη δικαστική και δικηγορική δαπάνη υπήρχε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου πληροφόρηση από Πολωνό δικηγόρο από την οποία προέκυπτε ότι δεν δημιουργείται απαγορευτική κατάσταση για προσφυγή στα δικαστήρια της χώρας εκείνης. Προέκυπτε επίσης ότι δεν είναι απαραίτητη η εκ των προτέρων εξασφάλιση των εξόδων της δίκης.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η κρινόμενη υπόθεση διαφέρει από την υπόθεση Geto Trading Ltd (πιο πάνω). Παραθέτουμε το σχετικό μέρος της πρωτόδικης απόφασης γιατί αποτελεί ένα από τα επίδικα θέματα της παρούσας διαδικασίας:

 

«Η κρινόμενη υπόθεση διαφέρει. Στην προμνησθείσα υπόθεση δε ζητήθηκε αναστολή της ημεδαπής διαδικασίας με κανένα τρόπο. Ούτε υπήρξε υλικό για να τη στηρίξει. Η αίτηση εδώ θέτει θέμα 'μη καταλληλότητας' (forum non

 

 

 

 

 

 

 

 

 

conveniens) των κυπριακών δικαστηρίων για τους λόγους που θίγονται σε κάποια έκταση στην παράγραφο 13της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει την αίτηση. Είναι γεγονός ότι η εναγομένη ζητά ακύρωση ή παραμερισμό του κλητηρίου (και/ή για έλλειψη δικαιοδοσίας) χωρίς να αναφέρεται σε αναστολή ρητά. Αυτό όμως δεν μπορεί να αποτρέψει το δικαστήριο να επιληφθεί του θέματος και να χορηγήσει θεραπεία εφόσον η ουσία του είναι αντικείμενο του αιτητικού και δίνεται συνέχεια στην ένορκη δήλωση αναφορικά με το υπόβαθρο του αιτήματος.»

 

Οπως έχει ήδη υποδειχθεί το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αποφάνθηκε πάνω στο ζήτημα του κύρους της συμφωνίας της 27.4.95 που περιέχει ρήτρα υπέρ διαιτητικού Δικαστηρίου στην Πολωνία και εφαρμογή του Πολωνικού δικαίου. Υπέδειξε ωστόσο ότι διατηρεί τη συμφυή δικαιοδοσία του για αναστολή της αγωγής εφόσον συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις (In re Pelmako Development Ltd. (1991) 1 A.A.Δ. 246).

Αναφορικά με το θέμα της "μη καταλληλότητας" (forum non conveniens) το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ως εξής:

«Το συμπέρασμα στο οποίο οδηγούμαι είναι ότι η αγωγή έχει 'το ρεαλιστικότερο και ουσιαστικότερο δεσμό με το πολωνικό forum'. Η εναγόμενη έδειξε όχι μόνο ότι το κυπριακό δικαστήριο δεν είναι το φυσικό ή κατάλληλο forum εκδίκασης, αλλά ότι το άλλο forum είναι πιο πρόσφορο για το σκοπό αυτό. Και εξυπηρετεί το συμφέρον των διαδίκων και τους σκοπούς της δικαιοσύνης. Από την άλλη δεν υπάρχουν περιστάσεις που καθιστούν άδικη τη χορήγηση της αναστολής. Ελλείπει οποιοδήποτε στοιχείο. Αλλωστε δεν προβλήθηκε ισχυρισμός ότι η ενάγουσα χάνει ουσιαστικά πλεονεκτήματα αν δεν δικαστεί η υπόθεση στην Κύπρο, όπως είναι, για παράδειγμα η παραγραφή της απαίτησης της στην Πολωνία.

Για τους λόγους που εξέθεσα διατάσσεται η αναστολή κάθε περαιτέρω διαδικασίας στην παρούσα αγωγή. Τα έξοδα της αίτησης θα καταβάλει, κατά το ήμισυ, η ενάγουσα/καθ΄ ης η αίτηση.»

 

Η αίτηση για αναθεώρηση.

Με τον πρώτο λόγο της αίτησης για αναθεώρηση η ενάγουσα αμφισβήτησε την ορθότητα του ευρήματος του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι «οι νομικές αρχές που καθιερώθηκαν στην Geto Trading Ltd. (πιο πάνω) δεν είχαν καθόλου εφαρμογή στην υπό εξέταση υπόθεση.»

Ο πιο πάνω λόγος αναθεώρησης καθιστά επιβεβλημένη την παράθεση των γεγονότων της Geto Trading Ltd. (πιο πάνω).

Στην υπόθεση εκείνη τα αιτήματα του εναγομένου για την παροχή θεραπείας είχαν ως ακολούθως:

«(α) Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου με το οποίο να ακυρώνεται ή/και παραμερίζεται το κλητήριο ένταλμα ή/και επίδοση του Κλητηρίου Εντάλματος στο Εναγόμενο πλοίο καθότι το Σεβαστό Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να επιληφθεί της παρούσας αγωγής.

(β) Οποιανδήποτε άλλην διαταγήν ή/και θεραπείαν την οποίαν το Δικαστήριον ήθελε θεωρήσει ή/και εύλογον υπό τας περιστάσεις.»

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο - στην Geto Trading Ltd. - ανέστειλε την εκδίκαση της υπόθεσης, αποδεχόμενο τη θέση του εναγομένου-αιτητή ότι έπρεπε να τηρηθεί η συμφωνία των διαδίκων για την παραπομπή κάθε διαφοράς αναφυόμενης σε σχέση με την εκτέλεση της συμφωνίας σε αρμόδιο δικαστήριο της Ουκρανίας.

Μετά από αίτηση αναθεώρησης η Ολομέλεια έκρινε ότι το μοναδικό ζήτημα που τέθηκε με την αίτηση και, επομένως, ήταν δυνατό να εξετάσει, αφορούσε τη δικαιοδοσία του Ναυτοδικείου να επιληφθεί του αντικειμένου της αγωγής. Η Ολομέλεια κατέληξε στα εξής συμπεράσματα:

«(α) Δεν τέθηκε και δεν μπορούσε να εξεταστεί αίτημα για την αναστολή της εκδίκασης της υπόθεσης.

(β) Το Δικαστήριο είχε δικαιοδοσία να επιληφθεί της αγωγής. Η αίτηση για την ακύρωση και παραμερισμό του κλητηρίου εντάλματος είναι απορριπτέα.»

 

Εχουμε παραθέσει τα αιτήματα των εναγομένων στην παρούσα διαδικασία (βλ. σελ.2-3 πιο πάνω). Εχουμε, επίσης, παραθέσει τους λόγους για τους οποίους κρίθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι η παρούσα υπόθεση διαφέρει από την Geto Trading Ltd (βλ. σελ.6-7 πιο πάνω).

Κρίνουμε ότι το σχετικό συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ευσταθεί. Βρίσκει έρεισμα στο ενώπιον του υλικό. Τα επίδικα αιτήματα στις δύο υποθέσεις ήταν διαφορετικού περιεχομένου. Η εναγόμενη στην παρούσα υπόθεση, σε αντίθεση με τον εναγόμενο στην Geto Trading Ltd. (πιο πάνω), έθεσε και θέμα "μη καταλληλότητας" (forum non conveniens) του Κυπριακού Δικαστηρίου και έδωσε, με πλήρη λεπτομέρεια, τους λόγους πάνω στους οποίους στηριζόταν το αίτημα της (βλ. παράγρ.13 της ένορκης δήλωσης της η οποία παρατίθεται στη σελ.7 πιο πάνω). Παρόλο ότι το αίτημα της εναγομένης δεν αναφερόταν ρητά σε αναστολή κρίθηκε πρωτόδικα ότι αυτό "δεν μπορεί να αποτρέψει το Δικαστήριο να επιληφθεί του θέματος και να χορηγήσει θεραπεία εφόσον η ουσία του είναι αντικείμενο του αιτητικού και δίνεται συνέχεια στην ένορκη δήλωση αναφορικά με το υπόβαθρο του αιτήματος.»

Η πιο πάνω προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου εγείρει το πιο κάτω ζήτημα:

Κατά πόσο είναι δυνατή η χορήγηση θεραπείας η οποία δεν ζητείται ευθέως. Στην Kennedy Hotels v. Indjirdjian (1992) 1 Α.Α.Δ. 400, 407, 408, ο Πικής, Δ. - όπως ήταν τότε - έθεσε το θέμα ως εξής:

«Στη Stylianou v. Papacleovoulou (1982) 1 C.L.R. 542, κρίθηκε ότι οι κυπριακοί δικονομικοί θεσμοί προσαρμοσμένοι στους παλιούς δικονομικούς θεσμούς του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αγγλίας δεν καθιστούν απαραίτητο, επιθυμητό όσο και αν είναι, τον επακριβή προσδιορισμό της θεραπείας η οποία επιδιώκεται, ούτε αποκλείουν την παροχή θεραπείας άλλης από εκείνη η οποία επιζητείται. Εφόσον στοιχειοθετούνται τα γεγονότα στο σώμα της έκθεσης απαιτήσεως για την παροχή θεραπείας, αυτή μπορεί να αποδοθεί χωρίς να έχει επιζητηθεί (βλ. επίσης Re Vandervell's Trusts (No.2) [1974] 3 All E.R. 205 και Drane v. Evangelou [1978] 2 All E.R. 437). Η θέση αυτή επαναβεβαιώθηκε από το Εφετείο στην Αριστοδήμου ν. Χαραλάμπους, Πολ.Εφεση 6831, αποφασίστηκε στις 11/5/90και θα δημοσιευθεί στους τόμους (1990) 1 Α.Α.Δ.. Οπως επισημαίνεται στην τελευταία απόφαση, η υποχρέωση για αποκάλυψη περιορίζεται από τις πρόνοιες της Δ.19 θ.4 στα ουσιώδη γεγονότα, και δεν επεκτείνεται στη μαρτυρία η οποία τα υποστηρίζει ή τις νομικές συνέπειες που συνεπάγεται η ύπαρξη τους. Το Εφετείο επαναβεβαίωσε ότι μπορεί να παρασχεθεί οποιαδήποτε θεραπεία η οποία στοιχειοθετείται από τα γεγονότα που περιέχονται στην έκθεση απαιτήσεως, εφόσον αποδεικνύονται κατά τη δίκη. Κρίθηκε ότι παράλειψη επιδίωξης ειδικής θεραπείας δεν αποτελεί κώλυμα για την απόδοση της.»

 

Εχουμε υπόψη μας ότι τα πιο πάνω λέχθηκαν στα πλαίσια θεραπείας που είχε επιδιωχθεί με αγωγή. Θεωρούμε, ωστόσο, ότι οι αρχές που έχουν διατυπωθεί μπορούν κατ΄ αναλογία να τύχουν εφαρμογής και στις περιπτώσεις θεραπείας που επιζητείται με αίτηση. Κρίνουμε, επομένως, πως η πρωτόδικη προσέγγιση βρίσκει έρεισμα στη νομολογία. Επεται πως ο σχετικός λόγος αναθεώρησης δεν ευσταθεί.

Με το δεύτερο λόγο αναθεώρησης αμφισβητείται το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η διαδικασία θα έπρεπε να ανασταλεί γιατί οι εναγόμενοι απέδειξαν ότι η Κύπρος δεν ήταν το κατάλληλο βήμα για να εκδικαστεί η παρούσα υπόθεση.

Η ενάγουσα υπέβαλε ότι το βάρος απόδειξης ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις αναστολής της διαδικασίας στην Κύπρο λόγω του ότι υπάρχει κάποιο άλλο κατάλληλο βήμα το φέρουν οι εναγόμενοι γιατί δεν υπάρχει καμιά ρήτρα δικαιοδοσίας στις συμφωνίες "που έθεσαν ενώπιον του δικαστηρίου οι διάδικοι ότι αποτελούσε τη συμφωνία που ρυθμίζει τις σχέσεις τους." Στην παρούσα υπόθεση, συνεχίζει η εισήγηση της ενάγουσας, οι εναγόμενοι απέτυχαν να αποσείσουν το βάρος απόδειξης για να πείσουν το πρωτόδικο Δικαστήριο "ότι υπάρχει άλλο κατάλληλο βήμα από τα Κυπριακά Δικαστήρια για την εκδίκαση της παρούσας υπόθεσης." Ο ευπαίδευτος συνήγορος της ενάγουσας έκαμε αναφορά στο περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης που συνόδευε την ένσταση της, για να υποστηρίξει ότι "όλοι οι παράγοντες συνηγορούν ότι τα Κυπριακά Δικαστήρια είναι τα πιο κατάλληλα να εκδικάσουν την παρούσα υπόθεση". Αναφερόμενος στην ένορκη δήλωση που συνόδευε την αίτηση της εναγομένης υποστήριξε ότι αυτή πρέπει να αγνοηθεί γιατί η ομνύσασα την ένορκη δήλωση δεν είχε προσωπική γνώση για τα γεγονότα που αποτελούν επίδικα θέματα ενώπιον του Δικαστηρίου.

Παρατηρούμε: Η υπό αναθεώρηση πρωτόδικη κατάληξη δεν είχε σαν αποκλειστικό πραγματικό βάθρο το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης της πλευράς της εναγομένης. Πραγματικό βάθρο της ήταν ό,τι αποτελούσε κοινό έδαφος και το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης της πλευράς της ενάγουσας.

Οι αρχές οι οποίες διέπουν το πεδίο εφαρμογής της αρχής "της μη καταλληλότητας" (forum non conveniens) έχουν παρατεθεί σε δύο πρόσφατες εφετειακές αποφάσεις: Cyprus Trading Corporation Ltd. v. Zim Israel Navigation Co. Ltd., Αίτηση για αναθεώρηση στην Αγωγή Ναυτοδικείου αρ.55/97/21.7.99 και Λοϊζος Λουκά & Υιοι Λτδ ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας, Πολιτική Εφεση 9512/10.9.99. Δεν θεωρούμε σκόπιμη την επανάληψη τους.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκαμε αναφορά στις πιο πάνω δύο υποθέσεις καθώς και στη θεμελιακή υπόθεση Spiliada Maritime Corporation v. Consulex Ltd (1986) 3 All E.R. 843. Παρέθεσε το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση στη Λοϊζος Λουκά & Υιοι Λτδ (πιο πάνω) στο οποίο συνοψίζονται οι κανόνες που έθεσε η Spiliada (πιο πάνω):

«...ο θεμελιώδης κανόνας σε θέματα αναστολής που έθεσε η Spiliada, ανωτέρω, είναι ότι καταλληλότερο είναι το forum στο οποίο μπορεί να εκδικαστεί με μεγαλύτερη ευχέρεια μια υπόθεση `for the interest of all the parties and for the ends of justice'. Αυτό εξυπακούει έρευνα αν άλλο forum είναι πράγματι καταλληλότερο και αν λόγοι δικαιοσύνης συνηγορούν υπέρ της εκδίκασης από αγγλικό δικαστήριο. Περαιτέρω, βεβαίωσε τον κανόνα για το βάρος απόδειξης. Ο εναγόμενος οφείλει να δείξει όχι μόνο ότι το αγγλικό (εδώ το κυπριακό) δικαστήριο δεν είναι το κατάλληλο ή φυσικό forum, αλλά και ότι το εναλλακτικό forum είναι καθαρά ή ευδιάκριτα (clearly or distinctly) πιο πρόσφορο από το αγγλικό.

Για το σκοπό αυτό η παραπάνω υπόθεση έθεσε γενικά κριτήρια, που συναρτώνται με το εφαρμοστέο δίκαιο, τους μάρτυρες, την έδρα, πού είναι ο πιο βολικός τόπος διεξαγωγής της δίκης κλπ. και διαγράφουν το forum με το οποίο η αγωγή έχει `το ρεαλιστικότερο και ουσιαστικότερο σύνδεσμο' (real and substantial connection). Το θέμα, που δεν είναι μονοδιάστατο, αντιμετωπίζεται από το δικαστήριο με την απαιτούμενη σφαιρικότητα: βλ. για παράδειγμα Τhe Hamburg Star (1994) 1 Lloyd's Rep. 399, 407.»

 

Εφόσον πρόκειται για διαδικασία αναθεώρησης τα επίδικα θέματα που αποτέλεσαν το αντικείμενο του υπό αναθεώρηση διατάγματος εξετάζονται και λύνονται ανάλογα με τη θεώρηση τους από το Εφετείο (Williams' & Glyn's Bank PLC v. Kouloumbis (1984) 1 C.L.R. 674, Caspi Shipping Ltd v. Πλοίου Saphire Seas, Αγωγή Ναυτοδικείου 112/96/20.5.97 και Cyprus Trading Corporation Ltd (πιο πάνω)).

Εχουμε λάβει υπόψη όλα τα γεγονότα που έχουν επικαλεσθεί οι δύο πλευρές προς υποστήριξη των αντίστοιχων θέσεων τους. Από αυτά τα γεγονότα προκύπτει σαφώς ότι η αγωγή έχει "το ρεαλιστικότερο και ουσιαστικότερο δεσμό με το Πολωνικό forum". Οι εναγόμενοι έχουν αποσείσει το βάρος απόδειξης με το οποίο βαρύνονται. Εχουν αποδείξει όχι μόνο ότι το Κυπριακό Δικαστήριο δεν είναι το φυσικό ή κατάλληλο forum εκδίκασης αλλά και ότι το άλλο forum - το Πολωνικό - είναι καθαρά ή ευδιάκριτα πιο πρόσφορο από το Κυπριακό. Εχουμε, επομένως την άποψη πως η υπό αναθεώρηση πρωτόδικη κατάληξη είναι ορθή και δεν παρέχεται πεδίο επέμβασης μας. Ο σχετικός λόγος αναθεώρησης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

Η αίτηση για αναθεώρηση απορρίπτεται με έξοδα.

 

Δ.

 

Δ.

 

Δ.

 

Δ.

 

Δ.

 

/ΦΚ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο