ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2000) 1 ΑΑΔ 185
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10485
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΠΙΚΗ, Π., ΗΛΙΑΔΗ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, ΔΔ.
Μεταξύ:
Σώζου Οδυσσέως, από το Γέρι
Εφεσείοντα/Εναγόμενου
και
Νιόβης Χ"Λούκα, εξ Αγλαντζιάς
Εφεσίβλητης/Ενάγουσας
-----------------------------
22 Φεβρουαρίου 2000
Για τον Εφεσείοντα: κα. Στ. Ερωτοκρίτου.
Για την Εφεσίβλητη: κ. Π. Φρακάλας.
------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Χατζηχαμπής, Δ.
: Η διάφορη άποψη μου εκείνης των αδελφών μου δικαστών βασίζεται στη δική μου εκτίμηση της μαρτυρίας η οποία είναι δεδομένη. Το κρίσιμο ερώτημα, κατά την άποψη μου, είναι κατά πόσο ο Εφεσείων επέδειξε τη δέουσα προσοχή και έλεγχο του δρόμου ώστε να είχε δει την Εφεσίβλητη από τη στιγμή που αυτή εισήλθε στο δρόμο για να διασταυρώσει και να είχε έτσι λάβει άμεσα τα ενδεικνυόμενα μέτρα για να την αποφύγει. Η ίδια η Εφεσίβλητη, αν και κοίταξε πριν διασταυρώσει, δεν είχε δει το αυτοκίνητο, ο δε Εφεσείων δεν έδωσε μαρτυρία για να δώσει τη δική του αντίληψη ως προς τα πιο πάνω. Το δεδομενο της χρήσης των φρένων του, μήκους πλέον των 12 μέτρων, δεν αναιρεί τη δυνατότητα να όφειλε να είχε δει την Εφεσίβλητη και να είχε λάβει μέτρα πιο έγκαιρα, τοσούτο μάλλον αφού ο ίδιος δεν έδωσε σχετική μαρτυρία. Από την άλλη, λαμβάνω υπ΄όψη μου το ότι η ταχύτητα με την οποία διασταύρωνε η Εφεσίβλητη ασφαλώς ήταν πολύ μικρότερη εκείνης με την οποία εκινείτο το αυτοκίνητο του Εφεσείοντα και ότι η εφεσίβλητη κτυπήθηκε από το αυτοκίνητο αφού κάλυψε 6 από τα 9 μέτρα του πλάτους του δρόμου, που δείχνει ότι το αυτοκίνητο ήταν σε ανάλογα μεγαλύτερη απόσταση από τα 6 μέτρα που διάνυσε η Εφεσίβλητη μέχρι το σημείο που κτυπήθηκε. Υπό αυτές τις συνθήκες θεωρώ ότι, αν ο Εφεσείων, οδηγώντας με τη λογική υπό τις περιστάσεις ταχύτητα, είχε το δέοντα έλεγχο του δρόμου, όφειλε να είχε αντιληφθεί την Εφεσείουσα από τέτοια απόσταση όταν αυτή άρχισε να εισέρχεται στο δρόμο για να διασταυρώσει ώστε να είχε λάβει τα δέοντα μέτρα για να την αποφύγει. Στα πλαίσια αυτά, λαμβάνω υπ΄όψη μου και το ότι υπηρχε κίνηση στο δρόμο και το ότι, όντας βράδυ, ο εφεσείων όφειλε να οδηγεί με από κάθε άποψη τέτοια προσοχή που να του ήταν δυνατό να αντεπεξέλθει στην ιδιαίτερη δυσχέρεια που δημιουργούσε η έλλειψη φωτός της ημέρας. Περαιτέρω, παρατηρώ ότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε μαρτυρία ότι η ορατότητα του Εφεσείοντα και γενικά οι δυνατότητες του για παρατήρηση και αντίδραση επηρεάζοντο. Τα πιο πάνω απολήγουν σε άποψη εκ πρώτης όψεως αμέλειας του Εφεσείοντα που, ελλείψει οποιασδήποτε μαρτυρίας εκ μέρους του, δεν αναιρείται στα πλαίσια του ισοζυγίου των πιθανοτήτων στο τέλος της ημέρας. Η υπόθεση αυτή σαφώς δεν είναι περίπτωση απότομου και απρόσμενου εγχειρήματος διασταύρωσης. Απεναντίας, όπως και στις Omer v. Pavlides (1971) 1 CLR 404 και Patsalides ν. Milikouri (1981) 1 CLR 158, το ιδιαίτερο δεδομένο της κάλυψης από την Εφεσίβλητη του πλείστου μέρους του δρόμου τεκμηριώνει έλλειψη της δέουσας προσοχής και έγκαιρης αντίδρασης του Εφεσείοντα σε αναφορά με τις όλες συνθήκες της οδήγησης του, για τις οποίες ο ίδιος δεν έδωσε μαρτυρία που ενδεχόμενα να αναιρούσε την ως άνω εκ πρώτης όψεως προκύπτουσα αμέλεια του.Συμφωνώ λοιπόν με την κατάληξη του πρωτόδικου δικαστή ότι αποδεικνύεται η αμέλεια του Εφεσείοντα και συμφωνώ περαιτέρω με την κατανομή της ευθύνης στην οποία προέβη.
Δ. Χατζηχαμπής
Δ.
/ΚΧ"Π