ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 1 ΑΑΔ 2147
22 Δεκεμβρίου, 1999
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΗΛΙΑΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
ΓΕΩΡΓΙΑ Λ. ΚΟΥΦΤΕΡΟΥ (ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΑ ΤΗΣ
ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΟΣ ΕΠΙΦΑΝΙΟΥ ΕΠΙΦΑΝΙΟΥ)
Εφεσείουσα,
v.
ΑΝΔΡΕΑ ΠΑΝΑΓΙΔΗ,
Εφεσιβλήτου.
(Πολιτική Έφεση Aρ. 10317)
Πολιτική Δικονομία — Δικόγραφα — Καθορίζουν τα επίδικα θέματα — Θέματα τα οποία δεν εγείρονται στα δικόγραφα, δεν εξετάζονται κατά τη δίκη.
Ευρήματα Δικαστηρίου — Ευρήματα πρωτόδικου Δικαστηρίου επί της αξιοπιστίας των μαρτύρων — Υποστηρίζονταν από τη μαρτυρία η οποία έγινε αποδεκτή και δεν παρεχόταν πεδίο για επέμβαση του Εφετείου κατ' έφεση.
Ο εφεσίβλητος καταχώρησε αγωγή κατά της εφεσείουσας, διαχειρίστριας της περιουσίας του επί θυγατρί γαμβρού του, αξιώνοντας ποσά συμποσούμενα σε £9.273 ως πληρωθέντα από τον ίδιο κατόπιν παρακλήσεως του αποβιώσαντος και/ή για λογαριασμό του.
Η υπεράσπιση έγκειτο σε άρνηση της απαίτησης και ισχυρισμό ότι οποιαδήποτε ποσά κατεβλήθησαν από τον εφεσίβλητο κατεβλήθησαν χαριστικά λόγω της συγγενικής σχέσης ή προήρχοντο από χρήματα που ο αποβιώσας του είχε δώσει να τα διαχειρίζεται προς αποπληρωμή υποχρεώσεων του αποβιώσαντα.
Η ακρόαση επικεντρώθηκε ουσιαστικά στα θέματα της απόδειξης των ισχυριζόμενων πληρωμών και το κατά πόσο αυτές είχαν γίνει χαριστικά. Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι το συνολικό ποσό των πληρωμών που έγιναν από τον εφεσίβλητο ανέρχοντο σε £3.532,10, ποσό που δεν είχε πληρωθεί χαριστικά αλλά με την προοπτική πληρωμής από τον αποβιώσαντα.
Η εφεσείουσα εφεσίβαλε την πρωτόδικη απόφαση και υποστήριξε ότι:
α) Η αγωγή ήταν πρόωρη αφού, όπως προέκυψε από τη μαρτυρία του εφεσίβλητου, ο αποβιώσας ανάλαβε να αποπληρώσει την οφειλή του μόνο όταν θα έπαιρνε κάποια κληρονομιά ή θα πωλούσε κάποιο αυτοκίνητο.
β) Η μαρτυρία του Μ.Ε. 3, ότι ο αποβιώσας είχε εμβάσει ποσό £4.000, προερχόμενο από δάνειο που έκανε, στο λογαριασμό του εφεσίβλητου, δεν εξετάστηκε σε σχέση με την εκδοχή της υπεράσπισης ότι οι πληρωμές που έκανε ο εφεσίβλητος προήρχοντο από χρήματα που ο αποβιώσας είχε δώσει στον εφεσίβλητο για να τα διαχειρίζεται προς αποπληρωμή των υποχρεώσεων του αποβιώσαντα, ούτε εξετάστηκε κατά πόσο οποιεσδήποτε πληρωμές που είχε διενεργήσει ο εφεσίβλητος προήρχοντο από το ποσό αυτό. Η καταβολή του εν λόγω ποσού, η οποία τεκμηριώθηκε από ανεξάρτητο μάρτυρα, έπληττε την αξιοπιστία του εφεσίβλητου, ο οποίος αρνήθηκε ότι είχε πάρει οποιοδήποτε ποσό από τον αποβιώσαντα.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Ο λόγος α) ανωτέρω δεν είχε προβληθεί στην υπεράσπιση και δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως επίδικο θέμα στην αγωγή. Ως εκ τούτου το Δικαστήριο δεν είχε υποχρέωση να το εξετάσει. Εφόσον δε προέκυψε κατά την αντεξέταση του εφεσίβλητου, η ενδεδειγμένη διαδικασία θα ήταν η τροποποίηση της υπεράσπισης ούτως ώστε το θέμα αυτό να τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου προς εξέταση.
2. Ο εφεσίβλητος δεν αρνήθηκε ότι πήρε ποτέ χρήματα από τον αποβιώσαντα, αφού σύμφωνα με τη μαρτυρία του, εκτός από τα ποσά που διεκδικούσε με την αγωγή, είχε καταβάλει και άλλα ποσά για λογαριασμό του αποβιώσαντα τα οποία ο αποβιώσας του είχε πληρώσει όταν πήρε το δάνειο, εξ ου και δεν τα διεκδικούσε. Ως εκ τούτου η αξιοπιστία του δεν είχε πληγεί.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από την εναγόμενη ως διαχειρίστρια της περιουσίας του αποβιώσαντος Eπιφάνιου Eπιφανίου κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Παναγή, A.E.Δ.) που δόθηκε στις 19 Iουνίου, 1998 (Aγωγή Aρ. 4665/94) με την οποία επιδικάστηκε το συνολικό ποσό των £3.532,10 σε αγωγή του ενάγοντα-εφεσίβλητου εναντίον της εφεσείουσας ως διαχειρίστριας της περιουσίας του αποβιώσαντα επί θυγατρί γαμβρού του.
Α. Ζαχαρίου, για την Eφεσείουσα.
Α. Ποιητής, για τον Eφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Η έφεση αυτή προκύπτει από απόφαση με την οποία επιδικάσθηκε συνολικό ποσό £3,532.10 σε αγωγή του εφεσίβλητου εναντίον της εφεσείουσας ως διαχειρίστριας της περιουσίας του αποβιώσαντα επί θυγατρί γαμβρού του. Με την αγωγή του ο εφεσίβλητος ζητούσε πέντε ποσά συμποσούμενα σε £9,273 ως πληρωθέντα από τον ίδιο κατόπιν παρακλήσεως του αποβιώσαντος ή και για λογαριασμό του. Η υπεράσπιση έγκειτο σε άρνηση της απαίτησης και ισχυρισμό ότι οποιαδήποτε ποσά κατεβλήθησαν από τον εφεσείοντα κατεβλήθησαν χαριστικά λόγω της συγγενικής σχέσης ή προήρχοντο από χρήματα που ο ίδιος ο αποβιώσας είχε δώσει στον εφεσείοντα να τα διαχειρίζεται προς αποπληρωμή υποχρεώσεων του αποβιώσαντα. Κατά την ακρόαση η μία από τις πέντε απαιτήσεις του εφεσείοντα, για £3,703 που ισχυρίζετο ότι κατέβαλε ως εγγυητής δανείου του αποβιώσαντα, απεσύρθη, εδόθη δε μαρτυρία μόνο από πλευράς του εφεσείοντα. Η ευπαίδευτη πρωτόδικη δικαστής, επισημαίνοντας ότι η αγωγή αφορούσε απαίτηση εναντίον της περιουσίας αποβιώσαντα, ώστε να απαιτείτο ενισχυτική μαρτυρία υπό συνήθεις περιστάσεις και να έπρεπε η απαίτηση να υποβληθεί σε επιμελή εξέταση ως εκ προοιμίου "ύποπτη", εξέτασε κάθε μια από τις εναπομείνασες απαιτήσεις με αυτή την προσέγγιση. Αποδέχθηκε δε την απαίτηση μόνο στο βαθμό που η μαρτυρία του εφεσείοντα ενισχύετο από άλλη ανεξάρτητη και αξιόπιστη προφορική μαρτυρία ή τεκμήρια και όχι στην ολότητά της, καταλήγοντας στο προαναφερθέν επιδικασθέν ποσό, και αφού ικανοποιήθηκε ότι οι πληρωμές δεν είχαν γίνει χαριστικά όπως ισχυρίζετο η εφεσείουσα αλλά με την προοπτική αποπληρωμής από τον αποβιώσαντα.
Οι λόγοι έφεσης έχουν δύο κατευθύνσεις. Κατά πρώτο, προβάλλεται η θέση ότι κακώς το δικαστήριο δεν απεδέχθη τις θέσεις της εφεσείουσας, όπως ήταν η εισήγηση του ευπαίδευτου συνηγόρου της στην αγόρευση του, ότι η αγωγή ήταν πρόωρη καθ' ότι από τη μαρτυρία του εφεσίβλητου προέκυψε ότι ο αποβιώσας ανάλαβε να αποπληρώσει την οφειλή του μόνο όταν θα έπαιρνε κάποια κληρονομιά ή θα πωλούσε κάποιο αυτοκίνητο. Η ευπαίδευτη δικαστής δεν θεώρησε την αναφορά αυτή ως αποκαλύπτουσα συμβατική δέσμευση η οποία θα εμπόδιζε τον εφεσίβλητο να απαιτήσει την αποπληρωμή της οφειλής, παρά μόνο ένδειξη για το πότε ο αποβιώσας ανάμενε να ήταν σε θέση να προβεί στην αποπληρωμή. Δεν εντοπίζουμε οτιδήποτε το τρωτό στην προσέγγιση αυτή. Θα παρατηρούσαμε όμως περαιτέρω, όπως παρατηρεί καταλήγοντας και η ευπαίδευτη δικαστής και όπως επιχειρηματολογεί εκτεταμένα στο περίγραμμα αγόρευσης του ο κ. Ποιητής, ότι ο ισχυρισμός ότι η αγωγή ήταν πρόωρη δεν είχε προβληθεί στην υπεράσπιση και έτσι ήταν εκτός δικογράφων και δεν μπορούσε εν πάση περιπτώσει να θεωρηθεί ως επίδικο θέμα στην αγωγή που να ήταν αναγκαίο να επιληφθεί το δικαστήριο. Ούτε επηρεάζεται η θέση αυτή από το ότι, όπως λέγει ο κ. Ζαχαρίου, το θέμα δεν ήταν σε γνώση της υπεράσπισης αφού προέκυψε κατά την αντεξέταση του εφεσίβλητου - σε τέτοια περίπτωση, αν η υπεράσπιση θεωρούσε ότι το θέμα έπρεπε να εγερθεί, η ορθή διαδικασία θα ήταν η επιδίωξη τροποποίησης.
Η άλλη κατεύθυνση της έφεσης έχει δύο πτυχές οι οποίες αναφέρονται στη μαρτυρία του ΜΕ3 ότι ο αποβιώσας είχε εμβάσει ποσό £4,000, προερχόμενο από δάνειο που έκανε, στο λογαριασμό του εφεσίβλητου. Ο κ. Ζαχαρίου λέγει κατά πρώτο ότι το δικαστήριο δεν εξέτασε την εν λόγω μαρτυρία σε σχέση με την εκδοχή της υπεράσπισης, που προέκυπτε και από το δικόγραφο της, ότι οι πληρωμές τις οποίες είχε κάνει ο εφεσίβλητος προήρχοντο από χρήματα που ο αποβιώσας είχε δώσει στον εφεσίβλητο για να τα διαχειρίζεται προς αποπληρωμή υποχρεώσεων του αποβιώσαντα, ούτε εξέτασε κατά πόσο οποιεσδήποτε από τις πληρωμές που είχε διενεργήσει ο εφεσίβλητος προήρχοντο από το ποσό αυτό. Και κατά δεύτερο, ότι η καταβολή του εν λόγω ποσού, η οποία τεκμηριώθηκε από ανεξάρτητο μάρτυρα, έπληττε την αξιοπιστία του εφεσίβλητου, ο οποίος αρνήθηκε στη μαρτυρία του ότι είχε πάρει οποιοδήποτε ποσό από τον αποβιώσαντα, εις τρόπον ώστε να μην επιτρέπετο στο δικαστήριο να τον θεωρήσει αξιόπιστο.
Είναι γεγονός ότι η ευπαίδευτη δικαστής δεν απευθύνθηκε ευθέως στα πιο πάνω, συζητώντας το θέμα των £4,000 μόνο σε συνάρτηση με το κατά πόσο τα ποσά που διεκδικούσε ο εφεσίβλητος κατεβλήθησαν χαριστικά. Η παράλειψη αυτή όμως δεν επηρεάζει εν πάση περιπτώσει την άποψη της για την αξιοπιστία του εφεσίβλητου. Κατ΄ακρίβεια, ο εφεσίβλητος δεν αρνήθηκε ότι πήρε ποτέ χρήματα από τον αποβιώσαντα, αφού είχε αναφέρει στη μαρτυρία του ότι, εκτός από τα ποσά που διεκδικούσε με την αγωγή, είχε καταβάλει και άλλα ποσά για λογαριασμό του αποβιώσαντα τα οποία ο αποβιώσας του είχε πληρώσει όταν πήρε το δάνειο, εξ ου και δεν τα διεκδικούσε. Η ευπαίδευτη δικαστής αναφέρει τη μαρτυρία αυτή στην παράθεση της μαρτυρίας και περαιτέρω παρατηρεί, στα πιο πάνω πλαίσια, ότι είναι από το ποσό των £4,000 που ο εφεσίβλητος είχε καταβάλει τα άλλα εκείνα ποσά. Με όλα αυτά τα δεδομένα, δεν θεωρούμε ότι το θέμα των £4,000 έπληττε την αξιοπιστία του εφεσίβλητου, όπως αυτή διαπιστώθηκε από το δικαστήριο, με τέτοιο τρόπο που να καθιστά την επ' αυτής κρίση του δικαστηρίου ακροσφαλή.
Απομένει η άλλη πτυχή της εισήγησης του κ. Ζαχαρίου, ότι το δικαστήριο δεν επιλήφθηκε της θέσης της υπεράσπισης ότι οι πληρωμές που διεκδικούσε ο εφεσίβλητος είχαν γίνει από χρήματα που του είχε δώσει ο αποβιώσας για το σκοπό αυτό, και συγκεκριμένα τις £4,000. Ο κ. Ζαχαρίου λέγει ότι, δοθείσης της καταβολής του ποσού των £4,000 από τον αποβιώσαντα στον εφεσίβλητο, που συνιστά και εύρημα του δικαστηρίου, και δοθείσης της διαπίστωσης του δικαστηρίου ότι ο εφεσίβλητος απέδειξε την απαίτηση του στο συνολικό ύψος των £3,532.10, το εν λόγω ποσό υπερκαλύπτετο από τις £4,000 που είχαν δοθεί για το σκοπό πληρωμής οφειλών του αποβιώσαντα, θέμα που δεν εξετάσθηκε καθόλου από το δικαστήριο. Όντως, η ευπαίδευτη δικαστής δεν απευθύνεται στο θέμα με τους πιο πάνω όρους, και όντως στο δικόγραφο της εφεσείουσας τίθεται ευθέως η υπεράσπιση ότι τα απαιτούμενα ποσά επληρώθησαν από χρήματα που ο αποβιώσας έδωσε στον εφεσίβλητο για το σκοπό αυτό. Όμως τα πράγματα δεν είναι ακριβώς όπως τα θέτει ο κ. Ζαχαρίου. Η ευπαίδευτη δικαστής, όπως είπαμε, αναφέρθηκε στα άλλα ποσά που ο εφεσίβλητος κατέβαλε μεν για λογαριασμό του αποβιώσαντα αλλά δεν διεκδικούσε αφού τα είχε πληρωθεί, προφανώς όπως παρατηρεί η ευπαίδευτη δικαστής, από τις £4,000. Αυτό δεν άφηνε ουσιαστικά περιθώρια συσχετισμού των απαιτουμένων ποσών προς τις £4,000, αφού πέραν των εν λόγω αναφερθέντων ποσών, συμποσούμενων σε £1,565, ο εφεσίβλητος, σύμφωνα με τη μαρτυρία του ΜΕ3 και τα κατατεθέντα τεκμήρια, είχε καταβάλει και άλλα μη απαιτούμενα ποσά για λογαριασμό του αποβιώσαντα που ανέβαζαν το σύνολο σε αρκετά πέραν των £4,000. Εξ άλλου, οφείλουμε να παρατηρήσουμε ότι η ακρόαση ουσιαστικά επικεντρώθηκε στα δύο θέματα των οποίων επιλαμβάνεται η ευπαίδευτη δικαστής, δηλαδή της απόδειξης των ισχυριζόμενων πληρωμών και το κατά πόσο αυτές είχαν γίνει χαριστικά.
Η έφεση λοιπόν αποτυγχάνει και απορρίπτεται.
Η εφεσείουσα θα καταβάλει τα έξοδα του εφεσίβλητου.
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.