ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 1 ΑΑΔ 1021
6 Ιουλίου, 1999
[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
JETTRA MARINE LTD,
Ενάγουσα,
v.
1. GENFREIGHT LIMITED,
2. PETRO GLOBE SHIPPING LIMITED,
Εναγoμένων,
KAI
CASPIAN SHIPPING CO. LTD.,
Προσεπικαλούμενης.
(Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 150/97)
Δικονομία Ναυτοδικείου — Ειδοποίηση προσεπίκλησης — Αίτηση για χορήγηση άδειας για έκδοση ειδοποίησης προσεπίκλησης — Εφαρμοστέες αρχές — Απόρριψη αίτησης λόγω μη απόδειξης εκ πρώτης όψεως υπόθεσης.
Δικονομία Ναυτοδικείου — Ειδοποίηση προσεπίκλησης — Εφαρμοστέοι Θεσμοί — Οι Θεσμοί του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αγγλίας, οι οποίοι ίσχυαν και εφαρμόζονταν από το Τμήμα Ναυτοδικείου κατά την αμέσως προηγούμενη μέρα της ανεξαρτησίας της Κύπρου, στην έκταση που προβλέπει ο θεσμός 237 των Κυπριακών Θεσμών Ναυτοδικείου, του 1893.
Η ενάγουσα συνήψε σύμβαση με τις εναγόμενες - που ασχολούνταν μεταξύ άλλων με τη ναύλωση πλοίων και την διά θαλάσσης μεταφορά εμπορευμάτων - για ναύλωση του πλοίου "SHIRVAN" για τη μεταφορά εμπορευμάτων διά θαλάσσης. Οι εναγόμενες κατά παράβαση της ναύλωσης, παρέλειψαν να διαθέσουν το εν λόγω πλοίο προς εκπλήρωση των συμβατικών τους υποχρεώσεων, με αποτέλεσμα η ενάγουσα να υποστεί ζημιές και απώλειες για τις οποίες απαιτούσε να αποζημιωθεί από τις εναγόμενες. Καταχώρησε για τον σκοπό αυτό αγωγή στις 26.11.97.
Αφού έκλεισαν τα δικόγραφα, η αγωγή ορίσθηκε για ακρόαση στις 3.11.98. Στις 2.4.99 οι εναγόμενες καταχώρησαν αίτηση για άδεια επίδοσης ειδοποίησης προσεπίκλησης μαζί με το κλητήριο ένταλμα στην αγωγή, στην προσεπικαλούμενη Caspian Shipping Co. Ltd., εκτός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, με διπλοσυστημένη επιστολή. Ο δικηγόρος της ενάγουσας καταχώρησε ένσταση στις 27.4.99.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Το Δικαστήριο έχει ευρεία διακριτική εξουσία να επιτρέψει ή να μην επιτρέψει την έκδοση ειδοποίησης προσεπίκλησης. Σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική, εφόσον αποδεικνύεται εκ πρώτης όψεως υπόθεση ότι το θέμα εμπίπτει στο θεσμό 1(ι) της Διαταγής 16(Α), των Κυπριακών Θεσμών Ναυτοδικείου, χορηγείται η σχετική άδεια εκτός εάν, μεταξύ άλλων, το αποτέλεσμα θα είναι να περιπλακεί η υπόθεση ή να καθυστερήσει η προώθηση της υπόθεσης του ενάγοντα.
2. Ο χρόνος υποβολής της αίτησης για άδεια έκδοσης ειδοποίησης προσεπίκλησης, καθορίζεται στις σημειώσεις στην Ετήσια Πρακτική του 1960. Αίτηση που υποβάλλεται μετά το κλείσιμο των δικογράφων, γίνεται αποδεκτή μόνο λόγω εξαιρετικών περιστάσεων. Τέτοιες εξαιρετικές περιστάσεις δεν συντρέχουν στην παρούσα περίπτωση. Αντίθετα συντρέχουν λόγοι για απόρριψη της αίτησης. Η αιτήτρια - εναγόμενη αρ. 1 δεν έχει αποδείξει εκ πρώτης όψεως υπόθεση αφού ο ισχυρισμός της για την ύπαρξη ναυλοσυμφώνου μεταξύ της και της προσεπικαλούμενης πάσχει από αβεβαιότητα, το μόνο δε που μπορεί να συναχθεί από την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση είναι ότι η αιτήτρια - εναγόμενη αρ. 1 στηρίζει την ευθύνη της προσεπικαλούμενης να την καλύψει πάνω σε ναυλοσύμφωνο οι όροι του οποίου δεν έχουν τεθεί με σαφήνεια ενώπιον του Δικαστηρίου ώστε να διαφαίνεται κατά πόσο εκτείνονται μέχρι του σημείου να καλύπτουν την αιτήτρια - εναγόμενη αρ. 1 αναφορικά με την ευθύνη της έναντι της ενάγουσας. Αλλά και στην περίπτωση που θα εκρίνετο ότι αποδείχθηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση εκ μέρους της αιτήτριας - εναγόμενης αρ. 1 και πάλι η αίτηση θα απερρίπτετο πάνω στη βάση ότι τυχόν αποδοχή της θα περιέπλεκε και θα καθυστερούσε την ταχεία προώθηση της υπόθεσης της ενάγουσας. Η απαίτηση της αιτήτριας - εναγομένης αρ. 1 έναντι της προσεπικαλούμενης, θα μπορεί, σε περίπτωση επιτυχίας της αγωγής της ενάγουσας, να προωθηθεί εναντίον της προσεπικαλούμενης με ξεχωριστή αγωγή.
Η αίτηση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Photiou v. Azevedo a.o. (1980) 1 C.L.R. 536,
Chrysostomou a.o. v. Plovidba a.o. (1981) 1 C.L.R. 130,
Asimenos v. Paraskeva (1982) 1 C.L.R. 145,
Manchester Lines v. Viamaz Coach Industry (1983) 1 C.L.R. 178.
Aίτηση.
Aίτηση σε Aγωγή Nαυτοδικείου με την οποία η εναγόμενη αρ. 1 ζητά άδεια να επιδώσει ειδοποίηση προσεπίκλησης μαζί με το κλητήριο ένταλμα στην αγωγή στην προσεπικαλούμενη εκτός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, με διπλοσυστημένη επιστολή καθώς και οδηγίες του δικαστηρίου αναφορικά με το χρόνο εμφάνισης της προσεπικαλούμενης.
Α. Χαβιαράς με Γ. Παμπορίδη, για την Eνάγουσα.
Π. Κακόπιερος, για την Eναγόμενη Aρ. 1.
Καμιά εμφάνιση για την Eναγόμενη Aρ. 2.
Cur. adv. vult.
ΓABPIHΛIΔHΣ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση η αιτήτρια-εναγόμενη αρ. 1, ζητά:-
(α) Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να της χορηγείται άδεια να επιδώσει ειδοποίηση προσεπίκλησης μαζί με το κλητήριο ένταλμα στην παρούσα αγωγή στην προσεπικαλούμενη Caspian Shipping Co. Ltd., στη διεύθυνση 5 M.A. Rasulzade Street, Baku, Azerbaijan, στο Αζερπαϊζαν, ήτοι εκτός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, με διπλοσυστημένη επιστολή.
(β) Οδηγίες του Δικαστηρίου αναφορικά με το χρόνο εμφάνισης της προσεπικαλούμενης.
(γ) Οποιαδήποτε άλλη θεραπεία ήθελε θεωρήσει κατάλληλη το Δικαστήριο.
Η ενάγουσα στην αγωγή, που καταχωρήθηκε στις 26/11/1997, περιγράφεται ως κυπριακή ναυτιλιακή εταιρεία η οποία, μεταξύ άλλων, ασχολείται με τη ναύλωση πλοίων και την δια θαλάσσης μεταφορά εμπορευμάτων. Η απαίτηση της είναι για:-
(α) Αποζημιώσεις για ζημιές και απώλειες που υπέστη ως αποτέλεσμα των παραβάσεων και προσδοκομένων παραβάσεων από τις εναγόμενες σύμβασης ναύλωσης του πλοίου "SHIRVAN" και ή άλλων πλοίων για την διά θαλάσσης μεταφορά εμπορευμάτων,
(β) Νόμιμο τόκο και
(γ) Έξοδα.
Σύμφωνα με την αναφορά, που καταχωρήθηκε 12/2/1998, οι εναγόμενες είναι επίσης κυπριακές ναυτιλιακές εταιρείες και ασχολούνται, μεταξύ άλλων, με τη ναύλωση πλοίων και την δια θαλάσσης μεταφορά εμπορευμάτων. Περί τις 3/7/1997, μεταξύ της ενάγουσας και των εναγομένων, συνήφθη σύμβαση ναύλωσης με την οποία οι εναγόμενες συμφώνησαν να ναυλώσουν στην ενάγουσα το πλοίο "SHIRVAN" ή υποκατάστατο αδελφό πλοίο για την τμηματική μεταφορά φορτίου από διάφορα ρωσσικά λιμάνια σε λιμάνια του Μαρόκκου. Οι εναγόμενες, κατά παράβαση της ναύλωσης, παρέλειψαν να διαθέσουν το πλοίο "SHIRVAN" ή οποιοδήποτε άλλο πλοίο προς εκπλήρωση των συμβατικών τους υποχρεώσεων με αποτέλεσμα η ενάγουσα να αναγκασθεί να αποταθεί στη ναυλαγορά και να εξεύρει άλλα πλοία για να εκτελέσουν τη μεταφορά του φορτίου, στο τότε τρέχον μίσθωμα ή ναύλο της αγοράς, το οποίο είχε αυξηθεί, με συνέπεια η ενάγουσα να πληρώσει ψηλότερο μίσθωμα ή ναύλο από εκείνο που συμφωνήθηκε με τις εναγόμενες και, ως εκ τούτου, να υποστεί ζημιές και απώλειες για τις οποίες απαιτεί να αποζημιωθεί από τις εναγόμενες.
Με την υπεράσπιση, που καταχωρήθηκε τις 10/4/1998, η εναγόμενη αρ. 1, αφού εγείρει προδικαστική ένσταση δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, αρνείται την απαίτηση της ενάγουσας και ζητεί απόρριψη της αγωγής.
Στην απάντηση στην υπεράσπιση της εναγόμενης αρ. 1, που καταχωρήθηκε στις 15/4/1998, η ενάγουσα, αφού αρνείται την ένσταση της δικαιοδοσίας, απορρίπτει όλους τους ισχυρισμούς της εναγόμενης αρ. 1 που είναι αντίθετοι ή ασυμβίβαστοι με την αναφορά της.
Αφού έκλεισαν τα δικόγραφα η αγωγή ορίσθηκε για περαιτέρω οδηγίες και, τελικά, ορίσθηκε για ακρόαση στις 3/11/1998. Στις 3/11/1998 ο δικηγόρος της εναγόμενης αρ. 1 ζήτησε ολιγοήμερη αναβολή για να εξετάσει το ενδεχόμενο να υποβάλει αίτηση για άδεια για επίδοση ειδοποίησης προσεπίκλησης. Ο δικηγόρος της ενάγουσας δεν έφερε ένσταση και η υπόθεση αναβλήθηκε για μνεία στις 13/11/1998. Στις 13/11/1998 ο δικηγόρος της ενάγουσας ζήτησε προφορικά άδεια να επιδώσει ειδοποίηση προσεπίκλησης στην Caspian Shipping Co. Ltd.. Δεδομένου ότι ο δικηγόρος της ενάγουσας δεν έφερε ένσταση, χορηγήθηκε η σχετική άδεια με τις κατάλληλες οδηγίες. Η υπόθεση αναβλήθηκε για μνεία στις 14/1/1999. Στις 14/1/1999 ο δικηγόρος της εναγομένης αρ. 1 ζήτησε παράταση τριών εβδομάδων για να πραγματοποιήσει την επίδοση στην Caspian Shipping Co. Ltd.. Με τη συγκατάθεση του δικηγόρου της ενάγουσας δόθηκε και αυτή η παράταση η οποία, στις 2/3/1999, ανανεώθηκε, και πάλι με τη συγκατάθεση του δικηγόρου της ενάγουσας, η δε υπόθεση ορίστηκε για οδηγίες στις 7/4/1999. Εν τω μεταξύ, στις 2/4/1999, καταχωρήθηκε, η επίδικη γραπτή αίτηση. Στις 7/4/1999 ο δικηγόρος της ενάγουσας ζήτησε και εξασφάλισε άδεια να ενστεί στην εν λόγω γραπτή αίτηση. Η ένσταση καταχωρήθηκε στις 27/4/1999.
Με την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση η αιτήτρια-εναγόμενη αρ. 1 ισχυρίζεται ότι η προσεπικαλούμενη ευθύνεται να την καλύψει για την κατ' ισχυρισμό ζημιά που υπέστη η ενάγουσα λόγω παράβασης του ναυλοσύμφωνου καθ' ότι, κατά παράβαση των όρων άλλου ναυλοσύμφωνου, μεταξύ της αιτήτριας-εναγόμενης αρ. 1 και της προσεπικαλούμενης, η τελευταία απέσυρε το πλοίο "SHIRVAN" από την υπηρεσία της αιτήτριας-εναγόμενης αρ. 1 με αποτέλεσμα αυτή να μην είναι σε θέση να εκπληρώσει τις συμβατικές της υποχρεώσεις έναντι της ενάγουσας.
Σύμφωνα με το θεσμό 237 των Κυπριακών Θεσμών Ναυτοδικείου του 1893 οι θεσμοί του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αγγλίας, οι οποίοι ίσχυαν και εφαρμόζονταν από το Τμήμα Ναυτοδικείου κατά την αμέσως προηγούμενη μέρα της ανεξαρτησίας της Κύπρου (15 Αυγούστου του 1960), είναι οι θεσμοί οι οποίοι, στην έκταση που προβλέπει ο θεσμός 237, εφαρμόζονται από το Ανώτατο Δικαστήριο στη δικαιοδοσία του ως Ναυτοδικείο. Αναφορικά με τη διαδικασία της προσεπίκλησης ο σχετικός θεσμός, που εφαρμόζεται στην Κύπρο, είναι η Διαταγή 16(Α) η οποία περιέχεται στην Ετήσια Πρακτική (Annual Practice) του 1960.
Ο θεσμός 1(1) της Διαταγής 16(Α), που είναι ταυτόσημος με το θεσμό 1(1) της Διαταγής 10 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, έχει ως εξής:-
"1.-(1) Where in any action a defendant claims as against any person not already a party to the action (in this Order called the "third party")-
(a) that he is entitled to contribution or indemnity, or
(b) that he is entitled to any relief or remedy relating to or connected with the original subject matter of the action and substantially the same as some relief or remedy claimed by the plaintiff, or
(c) that any question or issue relating to or connected with the said subject matter is substantially the same as some question or issue arising between the plaintiff and the defendant and should properly be determined not only as between the plaintiff and the defendant but as between the plaintiff and defendant and the third party or between any or either of them,
the Court or a Judge may give leave to the defendant to issue and serve a "third-party notice".
Σε μετάφραση:-
"1.(1) Όταν σε οποιανδήποτε αγωγή ο Εναγόμενος απαιτεί εναντίον οιουδήποτε προσώπου που δεν είναι ήδη διάδικος στην αγωγή, (σ΄ αυτή τη Διάταξη καλείται "προσεπικαλούμενος")-
(α) Ότι δικαιούται συνεισφοράς ή κάλυψης ή
(β) Ότι δικαιούται σε οποιαδήποτε θεραπεία σχετική με το αρχικό αντικείμενο της αγωγής και ουσιαστικά την ίδια ή μερική θεραπεία που απαιτείται από τον Ενάγοντα ή,
(γ) Ότι οποιοδήποτε ζήτημα σχετικό με το αντικείμενο της αγωγής είναι ουσιαστικά το ίδιο με το ζήτημα που εγείρεται μεταξύ του Ενάγοντα και του Εναγόμενου και έπρεπε κανονικά να εκδικασθεί όχι μόνον μεταξύ του Ενάγοντα και του Εναγόμενου αλλά μεταξύ του Ενάγοντα και του Εναγόμενου και του προσεπικαλούμενου ή μεταξύ οιουδήποτε εξ αυτών,
το Δικαστήριον ή ο Δικαστής μπορεί να χορηγήσει άδεια στον Εναγόμενο να εκδώσει και να επιδόσει "ειδοποίηση προσεπίκλησης"."
Αναφορικά με το χρόνο κατά τον οποίο πρέπει να επιδίδεται η ειδοποίηση προσεπίκλησης ο θεσμός 2(2) της Διαταγής 16(Α) έχει ως εξής:-
"2(2). The notice shall, unless otherwise ordered by the Court or Judge, be served within the time limited for delivering the defence or, where the notice is served by a defendant to a conterclaim, the reply, and with it there shall be served a copy of the writ of summons or originating summons and of any pleadings delivered in the action."
Σε μετάφραση:-
"2.(2) Η ειδοποίηση πρέπει, εκτός αν διαταχθεί διαφορετικά από το Δικαστήριο ή Δικαστή, να επιδίδεται μέσα στην προθεσμία για παράδοση της υπεράσπισης ή, όπου η ειδοποίηση επιδίδεται από εναγόμενο σε ανταπαίτηση, της απάντησης, και μαζί με αυτή πρέπει να επιδίδεται αντίγραφο του κλητηρίου εντάλματος ή πρωτογενούς αιτήσεως και οποιουδήποτε δικόγραφου που παραδόθηκε στην αγωγή."
Το Δικαστήριο έχει ευρεία διακριτική εξουσία να επιτρέψει ή να μην επιτρέψει την έκδοση ειδοποίησης προσεπίκλησης. Σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική, εφόσον αποδεικνύεται εκ πρώτης όψεως υπόθεση ότι το θέμα εμπίπτει στο θεσμό 1(1) της Διαταγής 16(Α), χορηγείται η σχετική άδεια εκτός εάν, μεταξύ άλλων, το αποτέλεσμα θα είναι να περιπλακεί η υπόθεση ή να καθυστερήσει η προώθηση της υπόθεσης του ενάγοντα.
Στις σημειώσεις στην Ετήσια Πρακτική του 1960, αναφορικά με το χρόνο υποβολής της αίτησης για άδεια έκδοσης ειδοποίησης προσεπίκλησης, αναφέρονται τα εξής στη σελίδα 382:-
"When application made.- The application cannot be made by a defendant until after appearance: it must be made, and the notice served, within the time for delivering the defence, or if made by a plaintiff as defendant to a counterclaim, for delivering reply; but the Court may extend the time. The application will as a rule be refused if not made until after close of the pleadings (Birmingham Land Co. v. L. & N. W. Ry., 56 L.T. 702).
(Βλ. σχετικά Photiou v. Azevedo and Others (1980) 1 C.L.R. 536, Chrysostomou and Another v. Plovidba and Others (1981) 1 C.L.R. 130, Asimenos v. Paraskeva (1982) 1 C.L.R. 145, Manchester Lines v. Viamaz Coach Industry (1983) 1 C.L.R. 178.)
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το ιστορικό του θέματος, η αίτηση καταχωρήθηκε μετά που έκλεισαν τα δικόγραφα και, επομένως, σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική, μόνο λόγω εξαιρετικών περιστάσεων θα έπρεπε να την αποδεχθώ. Τέτοιες εξαιρετικές περιστάσεις δεν βλέπω να συντρέχουν. Αντίθετα συντρέχουν λόγοι για να απορρίψω την αίτηση. Η αιτήτρια-εναγόμενη αρ. 1 δεν έχει αποδείξει εκ πρώτης όψεως υπόθεση αφού ο ισχυρισμός της για την ύπαρξη ναυλοσύμφωνου μεταξύ της και της προσεπικαλούμενης πάσχει από αβεβαιότητα το μόνο δε που μπορεί να συναχθεί από την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση είναι ότι η αιτήτρια-εναγόμενη αρ. 1 στηρίζει την ευθύνη της προσεπικαλούμενης να την καλύψει πάνω σε ναυλοσύμφωνο οι όροι του οποίου δεν έχουν τεθεί με σαφήνεια ενώπιον μου ώστε να διαφαίνεται κατά πόσο εκτείνονται μέχρι του σημείου να καλύπτουν την αιτήτρια-εναγόμενη αρ. 1 αναφορικά με την ευθύνη της έναντι της ενάγουσας. Αλλά και αν ακόμα έκρινα ότι αποδείχθηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση εκ μέρους της αιτήτριας-εναγόμενης αρ. 1 και πάλιν θα απέρριπτα την αίτηση πάνω στη βάση ότι τυχόν αποδοχή της θα περιέπλεκε και θα καθυστερούσε την ταχεία προώθηση της υπόθεσης της ενάγουσας. Η απαίτηση της αιτήτριας-εναγόμενης αρ. 1 έναντι της προσεπικαλούμενης, εάν όντως στοιχειοθετείται, θα μπορεί, σε περίπτωση επιτυχίας της αγωγής της ενάγουσας, να προωθηθεί εναντίον της προσεπικαλούμενης με ξεχωριστή αγωγή.
Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.
H αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.