ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ηρόδοτου (Ρωτή) Αριστοδήμου Αγιώτου (2000) 1 ΑΑΔ 1020
Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Κώστα Ανδρέα Κωνσταντινίδη και Άλλων (2001) 1 ΑΑΔ 2042
(1999) 1 ΑΑΔ 827
7 Ιουνίου, 1999
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΣΩΤΗΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΡΙΜΟΥ,
Eφεσείων-Eνάγων,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Eφεσίβλητης-Eναγομένης.
(Πολιτική Έφεση Aρ. 10041)
Αναγκαστική απαλλοτρίωση — Αποζημιώσεις —Υπεραξία — Σκοπός των απαλλοτριώσεων η κατασκευή δρόμων — Κατασκευή δρόμου κατά λάθος σε μέρος κτημάτων που δεν καλύπτονταν από τις γνωστοποιήσεις των απαλλοτριώσεων — Ανάκληση των εν λόγω γνωστοποιήσεων και δημοσίευση νέας σε σχέση με το μέρος του κτήματος επί του οποίου κατασκευάσθηκε ο δρόμος — Όμως, χωρίς τη νέα γνωστοποίηση και το διάταγμα απαλλοτρίωσης που ακολούθησε, ο δρόμος δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως δημόσιος δρόμος — Ο δρόμος ήταν αποτέλεσμα παράνομης επέμβασης — Η υπεραξία στο υπόλοιπο μέρος του κτήματος προήλθε από τη νέα γνωστοποίηση της απαλλοτρίωσης.
Αναγκαστική απαλλοτρίωση — Αποζημιώσεις —Υπεραξία — Ο περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως (Τροποποιητικός) Νόμος, Ν. 25/83, Άρθρο 6 — Δικαίωμα ή υποχρέωση αναφορικά με την επαύξηση —Επέρχεται κατά την ημερομηνία της γνωστοποίησης της απαλλοτρίωσης — Η αποκρυστάλλωση του δικαιώματος και η έκταση του αποφασίζονται την ημέρα της δίκης.
Έξοδα — Υπόθεση αναγκαστικής απαλλοτρίωσης για καθορισμό της καταβλητέας αποζημίωσης — Μη επιδίκαση εξόδων στον ενάγοντα λόγω του ότι γνώριζε τα σχετιζόμενα με την υπόθεσή του γεγονότα και νομικά σημεία — Δεν επενέβη το Εφετείο.
Το κτήμα του εφεσείοντα υπήρξε αντικείμενο τριών διαδοχικών απαλλοτριώσεων για να κατασκευαστεί ο δρόμος Αγίας Νάπας - Ξυλοφάγου. Οι γνωστοποιήσεις δημοσιεύθηκαν στις 22.6.79, 30.5.80 και 8.10.82. Κατά τη διάρκεια κατασκευής του δρόμου έγιναν λάθη, όταν υπήρξε επέμβαση σε κτήματα που δεν καλύπτονταν από τις απαλλοτριώσεις. Ως αποτέλεσμα οι σχετικές γνωστοποιήσεις της 22.6.79 και της 30.5.80, που αφορούσαν και το επίδικο κτήμα, ανακλήθηκαν μερικώς στις 8.10.82. Την ίδια ημερομηνία γνωστοποιήθηκε και η νέα "διορθωτική", γνωστοποίηση με την οποία ενομιμοποιείτο η όδευση του δρόμου, όπως έγινε στην πράξη με τα κατασκευαστικά έργα.
Στον καθορισμό των αποζημιώσεων για την απαλλοτρίωση, το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχθηκε τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα της απαλλοτριούσας αρχής και καθόρισε την επαύξηση στην αξία της υπόλοιπης ακίνητης ιδιοκτησίας του εφεσίβλητου, που δεν ενέπιπτε στην απαλλοτρίωση, σε ποσοστό 35%. Αυτή δε η επαύξηση που οφείλεται στην απαλλοτρίωση μηδενίζει την καταβλητέα αποζημίωση, για το μέρος της ιδιοκτησίας του εφεσείοντα που ενέπιπτε στις απαλλοτριώσεις.
Κατά την έφεση, υποστηρίχθηκε ότι: (α) Οποιαδήποτε υπεραξία στο επίδικο κτήμα οφείλετο στην κατασκευή του δρόμου πριν την απαλλοτρίωση και (β) η αξία της γης που απαλλοτριώνεται και οποιαδήποτε επαύξηση ή επιβλαβής επηρεασμός στο υπόλοιπο μέρος της, υπολογίζονται με βάση τα υφιστάμενα δεδομένα κατά την ημερομηνία γνωστοποίησης της απαλλοτρίωσης.
Επίσης εγέρθηκε θέμα ως προς την διαταγή του Δικαστηρίου να μη επιδικάσει έξοδα υπέρ του εφεσείοντα, κάτι που όφειλε, κατά τον δικηγόρο του, να κάμει, έστω και αν δεν υιοθετήθηκαν οι θέσεις του.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η απόφαση Μεσαρίτη v. Δημοκρατίας εκφράζει την ορθή νομική προσέγγιση του θέματος που εγείρεται στην παρούσα έφεση. Στην υπόθεση εκείνη αποφασίστηκε ότι δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη ο δρόμος που κατασκευάστηκε παράνομα, ούτε η ύπαρξη του μπορεί να θεωρηθεί ότι συνέτεινε στην βελτίωση του ακινήτου. Ο δρόμος αυτός θα μπορούσε να καταστραφεί από τους ιδιοκτήτες των περιουσιών καθ' οιονδήποτε χρόνο. Ο δρόμος δημιουργήθηκε μόνο μετά την απαλλοτρίωση. Δημιουργήθηκε με την απαλλοτρίωση του ακινήτου και την μετατροπή του δρόμου σε νόμιμα κατασκευασθέντα δρόμο. Κατά συνέπεια, οποιαδήποτε υπεραξία προέκυψε στο υπόλοιπο μέρος του κτήματος του εφεσείοντα ήταν το αποτέλεσμα της απαλλοτρίωσης του εν λόγω κτήματος.
2. Το δικαίωμα ή η υποχρέωση αναφορικά με την επαύξηση επέρχεται κατά την ημερομηνία της γνωστοποίησης της απαλλοτρίωσης. Η αποκρυστάλλωση του δικαιώματος και η έκτασή του, αποφασίζονται την ημέρα της δίκης, και όπως σε κάθε υπόθεση η έκταση του δικαιώματος, εκτός από το ίδιο το δικαίωμα, επηρεάζεται από μεταγενέστερα συμβάντα.
3. Τα γεγονότα και τα νομικά σημεία της παρούσας έφεσης καλύπτονταν πλήρως από την απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Σωτηρίου v. Δημοκρατίας και ήταν, ως εκ τούτου γνωστά στον εφεσείοντα. Η διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου στο θέμα των εξόδων ασκήθηκε ορθά και δεν παρέχεται πεδίο για επέμβαση του Εφετείου.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Σωτηρίου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1988) 1 Α.Α.Δ. 589,
Δημητρίου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1985) 1 Α.Α.Δ. 217,
Μεσαρίτη v. Δημοκρατίας (1988) 1 Α.Α.Δ. 534.
Έφεση.
Έφεση από τον ενάγοντα κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Aμμοχώστου (Kληρίδης, A.E.Δ.) που δόθηκε στις 30 Iουνίου, 1997 (Παραπομπή Aρ. 56/91) με την οποία κρίθηκε ότι δεν μπορεί να λογιστεί οποιαδήποτε υπεραξία στο υπολοιπόμενο κτήμα για την 1η γνωστοποίηση ενώ για τη 2η και 3η γνωστοποίηση κρίθηκαν υπεραξίες στις υπολοιπόμενες εκτάσεις που υπερβαίνουν την αγοραία αξία του απαλλοτριωθέντος μέρους του κτήματος.
Αχ. Φράγκος, για τον Eφεσείοντα.
Γ. Ερωτοκρίτου, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για την Eφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Το κτήμα του εφεσείοντα, αιτητή στην παραπομπή ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου, υπήρξε το αντικείμενο τριών διαδοχικών απαλλοτριώσεων για να κατασκευαστεί, βελτιωθεί και ευθυγραμμιστεί ο δρόμος Αγίας Νάπας - Ξυλοφάγου. Είναι το τεμάχιο 127/2 (νέο τεμάχιο 184) Φ.Σχ.42/13 W2 στην Αγία Νάπα με εμβαδό 2 εκτάρια, 5 δεκάρια και 84 τ.μ.. Οι τρεις διαδοχικές γνωστοποιήσεις και διατάγματα απαλλοτριώσεως δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ως ακολούθως:
1. (α) Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης ΑΔΠ 658/22.6.79: Δεκ.0576
(β) Διάταγμα « « 647/20.6.80
2. (α) Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης ΑΔΠ 520/30.5.80: Δεκ.0,028
(β) Διάταγμα « ΑΔΠ 430/25.5.81
(γ) Διάταγμα Ανάκλησης ΑΔΠ 1051/8/10/82
3. (α) Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης ΑΔΠ 1046/8.10.82: Δεκ.4,014
(β) Διάταγμα « ΑΔΠ 1082/23/9/83
Το συνολικό εμβαδό που επηρεάζει η απαλλοτρίωση είναι 4 δεκάρια και 618 τ.μ. Ο λόγος της έκδοσης των τριών διαδοχικών διαταγμάτων απαλλοτρίωσης ήταν γιατί η κατασκευή του έργου εγνωστοποιείτο σταδιακά. Έγιναν όμως και λάθη κατά την διάρκεια της κατασκευής του δρόμου, όταν υπήρξε επέμβαση σε κτήματα που δεν καλύπτονταν από τις απαλλοτριώσεις. Ως αποτέλεσμα, οι σχετικές γνωστοποιήσεις 658 της 22.6.79, και 520 της 30.5.80, που αφορούσαν και το επίδικο κτήμα, ανακλήθηκαν μερικώς στις 8.10.82. Την ίδια ημερομηνία δημοσιεύθηκε και η νέα, «διορθωτική», γνωστοποίηση ΑΔΠ10/46, με την οποία και ενομιμοποιείτο η όδευση του δρόμου, όπως έγινε στην πράξη με τα κατασκευαστικά έργα. Ο δρόμος άρχισε τον Απρίλη 1979 και συμπληρώθηκε τον ίδιο μήνα του 1982.
Δυο ήσαν τα βασικά ζητήματα που ηγέρθησαν στο πρωτόδικο Δικαστήριο, (α) η αξία στην ελεύθερη αγορά της επίδικης ιδιοκτησίας κατά τον ουσιώδη χρόνο, την ημερομηνία δηλαδή γνωστοποίησης της απαλλοτρίωσης και (β) κατά πόσο υπήρξε επαύξηση στην αξία ή επιβλαβής επηρεασμός στο υπόλοιπο και μη απαλλοτριωθέν μέρος του κτήματος ως αποτέλεσμα της απαλλοτρίωσης, στοιχείο που λαμβάνεται υπόψη στον καθορισμό της καταβλητέας αποζημίωσης σύμφωνα με το άρθρο 10(στ) του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου του 1962, Ν.15/62.
Ο αιτητής υποστήριξε στο πρωτόδικο Δικαστήριο, με την έκθεση και μαρτυρία εμπειρογνώμονα, πως η οποιαδήποτε επαύξηση στο υπόλοιπο μέρος της ακίνητης ιδιοκτησίας του οφείλεται στην πρώτη γνωστοποίηση. Γι' αυτό και δεν αξίωνε αποζημίωση για την πρώτη απαλλοτρίωση. Απαιτεί όμως ένα μικρό ποσό, £130, για ένα μικρό μέρος της γης του που επηρέαστηκαν από τη δεύτερη απαλλοτρίωση και £26.000,091 για την τρίτη απαλλοτρίωση, στη βάση της συμφωνηθείσας αξίας £6.500 κατά δεκάριο.
Αντίθετη είναι η θέση της εφεσίβλητης, απαλλοτριούσας αρχής. Σύμφωνα με την έκθεση και μαρτυρία του δικού της εμπειρογνώμονα η επαύξηση στην αξία της υπόλοιπης ακίνητης ιδιοκτησίας του εφεσίβλητου, που δεν εμπίπτει στην απαλλοτρίωση, ανέρχεται σε ποσοστό 35%. Αυτή δε η επαύξηση που οφείλεται στο έργο της απαλλοτρίωσης, μηδενίζει την καταβλητέα αποζημίωση, για το μέρος της ιδιοκτησίας του εφεσείοντα που εμπίπτει στις απαλλοτριώσεις.
Η εισήγηση της απαλλοτριούσας αρχής, και αυτό είναι το σοβαρό ζήτημα στην υπόθεση, υποστηρίζετια πλήρως επί των γεγονότων και της νομικής πτυχής από την απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Σωτηρίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1988) 1 Α.Α.Δ. 589. Στην υπόθεση εκείνη τα θέματα που απασχόλησαν το Δικαστήριο ήσαν ταυτόσημα με αυτά που εξετάζουμε εδώ, αλλά, και τούτο έχει καταλυτική σημασία, και τα γεγονότα είναι τα ίδια. Αφορούσαν δηλαδή στις ίδιες γνωστοποιήσεις και διατάγματα απαλλοτριώσεων για το ίδιο έργο, και επηρέαζαν κτήματα άλλων ιδιοκτητών σε κάποια απόσταση από το επίδικο. Ηγέρθη και στην υπόθεση Σωτηρίου το ίδιο ακριβώς νομικό ζήτημα, επί του οποίου το Δικαστήριο είπε τα εξής: (σελίδα 592):
«As to the first contention of counsel for appellants that the betterment, if any, had already accrued as a result of the existence of the road which had been constructed by virtue of a previous acquisition, we find ourselves unable to agree with him. The previous acquisition as it appears from the relevant publications was for another part of appellants property and also of all other properties over which the road was to be constructed a mistake which when detected necessisated the revocation of the previous acquisition and the making of a new acquistion in respect of the correct position of the road. Therefore, such road without the acquisition order published on 23rd September, 1983 which sanctioned the notice published on 8th October, 1982, could not be considered as a public road but it was thw product of trespass on appellants' property and all other properties mentioned in the revocation order and thus an illegal road which, had there been no proper acquistion order, it could have been destroyed by the owners of the properties and in any event could not have given a right of access to the appellants through the adjoining properties. As such it would not be considered in law as having added a betterment to the remainder of the property».
Σε μετάφραση:
«Αναφορικά με τον πρώτο ισχυρισμό του δικηγόρου των εφεσειόντων πως η επαύξηση, αν υπήρξε, είχε ήδη επέλθει ως αποτέλεσμα της ύπαρξης του δρόμου που κατασκευάστηκε με την ισχύ της προηγούμενης απαλλοτρίωσης, δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε μαζί του. Η προηγούμενη απαλλοτρίωση, όπως φαίνεται από τις σχετικές δημοσιεύσεις, αφορούσε άλλο μέρος της περιουσίας των εφεσειόντων και επίσης όλες τις άλλες περιουσίες επί των οποίων θα κατασκευαζόταν ο δρόμος, ένα λάθος που όταν αποκαλύφθηκε κατέστησε αναγκαία την ανάκληση της προηγούμενης απαλλοτρίωσης και την έκδοση νέας απαλλοτρίωσης, αναφορικά με την ορθή τοποθέτηση του δρόμου. Επομένως, τέτοιος δρόμος χωρίς διάταγμα απαλλοτρίωσης, που εδημοσιεύθη στις 23 Σεπτεμβρίου 1983, που κύρωσε τη γνωστοποίηση που εδημοσιεύθη στις 8 Οκτωβρίου, 1982, δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως δημόσιος δρόμος, αλλά ήταν το αποτέλεσμα παράνομης επέμβασης επί της περιουσίας των εφεσειόντων και όλων των άλλων περιουσιών που αναφέρονταν στο διάταγμα ανάκλησης, και ως εκ τούτου ένας παράνομος δρόμος, ο οποίος αν δεν υπήρχε νόμιμο διάταγμα απαλλοτρίωσης, θα μπορούσε να καταστραφεί από τους ιδιοκτήτες των περιουσιών, και εν πάση περιπτώσει δεν θα παραχωρούσε δικαίωμα διαβάσεως στους εφεσείοντες μέσω των ομόρων κτημάτων. Με αυτά τα δεδομένα δεν ήταν δυνατό να θεωρηθεί κατά νόμο πως προσέδωσε οποιαδήποτε υπεραξία στο υπόλοιπο του κτήματος».
O συνήγορος του εφεσείοντα, στο σύντομο περίγραμμα της αγόρευσης του που ανέπτυξε ενώπιον μας, προσπάθησε να διαφοροποιήσει την υπόθεση Σωτηρίου από την παρούσα. Το ίδιο έγινε και στο πρωτόδικο Δικαστήριο. Μας είπε πως το ζήτημα διέπεται από την απόφαση του εφετείου στην υπόθεση Δημητρίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1985) 1 Α.Α.Δ. 217, στην οποία ερμηνεύθηκαν οι σχετικές διατάξεις που εισήγαγε ο τροποποιητικός νόμος, Ν.25/83 (άρθρο 6). Σύμφωνα δε με την ερμηνεία που υιοθετήθηκε η αξία της γης που απαλλοτριώνεται, και οποιαδήποτε επαύξηση ή επιβλαβής εσπηρεασμός στο υπόλοιπο μέρος της, αν υπάρχει υπολογίζονται λαμβάνοντας υπόψη τα υφιστάμενα δεδομένα κατά την ημερομηνία γνωστοποίησης της απαλλοτρίωσης.
Δημιουργήθηκε, και ορθά κατά τη γνώμη μας, η εντύπωση πως η υπόθεση Δημητρίου τροποποίησε την μέχρι τότε ισχύουσα νομολογία, ενόψει των πιο πάνω διατάξεων, ώστε ο υπολογισμός στην αξία της επαύξησης ή επιβλαβούς επηρεασμού να γίνονται μόνο στη βάση δεδομένων και στοιχείων που υφίσταντο κατά το χρόνο της γνωστοποίησης της απαλλοτρίωσης.
Την υπόθεση Δημητρίου όμως ακολούθησε η Μεσαρίτη ν. Δημοκρατίας (1988) 1 Α.Α.Δ. 534, στην οποία το Εφετείο είπε πως η υπόθεση Δημητρίου δεν άλλαξε το Νόμο. Επανατοποθέτησε δε τη σχετική νομολογιακή αρχή ως εξής:
«The right or obligation as the case may be, respecting betterment accrues on the date of the notice of acquisition. The crystalisation of the right and its extent fall to be determined at the date of trial as in every case where the extent of the right, other than the right itself is affected by subsequent events».
(Σε μετάφραση):
«Το δικαίωμα ή υποχρέωση, ανάλογα με την περίπτωση, αναφορικά με επαύξηση, επέρχεται κατά την ημερομηνία της γνωστοποίησης της απαλλοτρίωσης. Η αποκρυστάλλωση του δικαιώματος και η έκταση του αποφασίζονται την ημέρα της δίκης, και όπως σε κάθε υπόθεση η έκταση του δικαιώματος, εκτός από το ίδιο το δικαίωμα, επηρεάζεται από μεταγενέστερα συμβάντα».
Κατά τη γνώμη μας η πιο πρόσφατη απόφαση, Μεσαρίτη, είναι νομολογιακά δεσμευτική. Στην κρίση μας εκφράζει την ορθή νομική προσέγγιση του ζητήματος. Θα λέγαμε δε πως η υπόθεση Μεσαρίτη δε συμπλέει με τη Δημητρίου. Η Μεσαρίτη ανέτρεψε, και ορθά κατά την άποψη μας, τη Δημητρίου, έστω και αν τούτο δε γίνεται ρητά. Είναι η γνώμη μας, επομένως, πως η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή.
Εγείρεται ακόμη ένα ζήτημα στην έφεση. Η διαταγή του Δικαστηρίου να μην επιδικάσει έξοδα υπέρ του εφεσείοντα, κάτι που κατά το δικηγόρο του όφειλε να κάνει έστω και αν δεν υιοθετήθηκαν οι θέσεις του. Το Εφετείο δεν επεμβαίνει εύκολα στη διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε θέματα εξόδων. Η εισήγηση του δικηγόρου του εφεσείοντα, όπως την αντιλαμβανόμαστε, είναι πως δικαίως ο πολίτης, θύμα απαλλοτρίωσης, απευθύνεται στο Δικαστήριο για να καθορίσει την καταβλητέα αποζημίωση. Σ' αυτό τον καθορισμό εγείρονται ζητήματα που ανάγονται σε εξειδικευμένες γνώσεις που ο ίδιος ο πολίτης δεν κατέχει.
Η πιο πάνω θέση είναι ορθή. Στην υπόθεση όμως που εξετάζουμε, όπως παρατήρησε το πρωτόδικο Δικαστήριο σε αναφορά με το ζήτημα των εξόδων, τα γεγονότα και νομικά σημεία καλύπτονταν πλήρως από την απόφαση του Εφετείου, στην υπόθεση Σωτηρίου, που αναφέρουμε πιο πάνω, στοιχεία που ήσαν γνωστά στον εφεσείοντα. Μολοντούτο δεν καταδικάστηκε να καταβάλει τα έξοδα της Δημοκρατίας.
Για τους λόγους που αναλύουμε στην απόφαση μας, η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.