ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
IN RE MALIKIDES AND ANOTHER (1980) 1 CLR 472
IN RE CHARALAMBOUS (1986) 1 CLR 319
IN RE ELLINAS (1989) 1 CLR 106
Βίκτωρος ν. Χριστοδούλου (1992) 1 ΑΑΔ 512
Μακρή κ.ά. ν. Χ'' Ευαγγέλλου (1993) 1 ΑΑΔ 203
Θαλασσινός Γρηγόρης ν. Διευθυντή Yπηρεσιών Kοινωνικών Aσφαλίσεων (1998) 1 ΑΑΔ 239
Kouris Dam Joint Venture κ.ά. ν. Kυριάκου Γ. Πεττή (1998) 1 ΑΑΔ 856
Πουγιούκα Kωστάκης κ.ά. ν. Eυαγόρα Θρασυβούλου (1998) 1 ΑΑΔ 2014
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας Δ.48
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ, Αίτηση Αρ. 33/2007, 20 Ιουνίου 2007
Αριστείδου Γιώργος (Αρ. 2) (2007) 1 ΑΑΔ 749
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΒΑΡΝΑΒΑ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 48/21, 6/4/2021, ECLI:CY:AD:2021:D127
Αριστείδου Γιώργος (Αρ. 3) (2007) 1 ΑΑΔ 928
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ, Αίτηση Αρ. 35/2007, 13 Ιουλίου 2007
(1999) 1 ΑΑΔ 454
2 Aπριλίου, 1999
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ 1964 ΟΠΩΣ
ΑΥΤΗ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ
ΝΟΜΟΥΣ 33/64, 35/75, 72/77, 59/81, 3/87 ΚΑΙ 158/88
ΚΑΙ
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟΥΣ SAYAKHAT AIR COMPANY ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ CERTIORARI ΚΑΙ MANDAMUS
ΚΑΙ
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΣΤΙΚΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ
ΥΠ' ΑΡΙΘΜΟΝ 10280/98 ΤΟΥ
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
ΚΑΙ
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 6 ΜΑΡΤΙΟΥ, 1999 ΠΟΥ ΕΞΕΔΩΣΕ Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ ΣΤΑΛΩ ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ Η ΑΚΡΟΑΣΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΥ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΑΕΡΟΣΚΑΦΟΥΣ ΤΩΝ ΑΙΤΗΤΩΝ ΟΡΙΣΤΗΚΕ ΓΙΑ
ΣΥΝΕΧΙΣΗ ΣΤΙΣ 6 ΚΑΙ 7 ΜΑΪΟΥ, 1999.
(Aίτηση Aρ. 22/99)
Προνομιακά εντάλματα — Certiorari και Mandamus — Αναβολή ή μη υπόθεσης — Είναι θέμα άσκησης διακριτικής εξουσίας και δεν ελέγχεται με προνομιακά εντάλματα.
Δικαστής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, εξέδωσε μετά από ex parte αίτηση παρεμπίπτον διάταγμα με το οποίο απαγορευόταν η απογείωση αεροσκάφους των εναγομένων. Ορίστηκε ως επιστρεπτέο στις 13.8.98, οι εναγόμενοι ενέστησαν και άρχισε η ακρόαση του θέματος.
Στις 27.8.98 οι εναγόμενοι κατέθεσαν τραπεζική εγγύηση για $150.000, το αεροσκάφος εγκατέλειψε την Κύπρο και η ακρόαση περιορίστηκε στην εξέταση ως προς το κατά πόσο θα παρέμενε κατατεθειμένη η εγγύηση. Αφιερώθηκε σειρά ημερών για την ακρόαση η οποία δεν περατώθηκε και στις 6.3.99 η υπόθεση ορίσθηκε για συνέχιση στις 6 και 7 Μαΐου 1999.
Οι εναγόμενοι καταχώρησαν την παρούσα αίτηση για άδεια καταχώρησης αίτησης για έκδοση των προνομιακών ενταλμάτων certiorari και mandamus με τα οποία "να ακυρώνεται η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας για ορισμό της αίτησης για συνέχιση στις 6 και 7 Μαίου και να διατάσσεται το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας να ορίσει την ειρημένη υπόθεση το συντομότερο".
Αποφασίστηκε ότι:
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έθεσαν οι αιτητές, το πρωτόδικο Δικαστήριο όρισε την υπόθεση με γνώμονα τη δυνατότητα που παρέχει το ημερολόγιό του. Αυτό, στην απουσία αντίθετης ένδειξης, εξυπονοείται σε κάθε περίπτωση αλλά εδώ το ανέφερε και ρητά το Δικαστήριο. Δεν μπορεί λοιπόν να εντοπιστεί οποιασδήποτε μορφής εκτροπή, ως θέμα αρχής. Οι αιτητές θεωρούν πως ο συσχετισμός της παρούσας υπόθεσης προς άλλες ήδη ορισμένες θα έπρεπε να οδηγήσει σε ορισμό της κατά προτεραιότητα. Δεν υπάρχουν όμως στοιχεία ενώπιον του Δικαστηρίου που θα καθιστούσαν δυνατό τέτοιο συσχετισμό και δεν θα υπήρχε τίποτε το εμφανές ή το έκδηλο σε καμιά περίπτωση. Το ουσιωδέστερο όμως είναι πως δεν παρέχεται δυνατότητα για ικανοποίηση της εισήγησης των αιτητών να δοθεί προτεραιότητα στη υπόθεση τους. Αυτό θα ισοδυναμούσε με παρέμβαση στον τρόπο άσκησης της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου η οποία δεν ελέγχεται με προνομιακό ένταλμα.
Η αίτηση απερρίφθη.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Charalambous (1986) 1 C.L.R. 319,
Malikides a.o. (1980) 1 C.L.R. 472,
Rex v. Marshland Smeeth and Fen District Commissioners [1920] 1 K.B. 155,
Μαγκάκης (1990) 1 Α.Α.Δ. 1068,
Αεροπόρου (1992) 1 Α.Α.Δ. 861,
Θαλασσινός ν. Διευθυντή Yπηρεσιών Kοινωνικών Aσφαλίσεων (1998) 1 Α.Α.Δ. 239,
Λιασίδης (1999) 1 Α.Α.Δ. 185,
Ellinas (1989) 1 C.L.R. 106,
Βίκτωρος v. Χριστοδούλου (1992) 1 Α.Α.Δ. 512,
Μακρή κ.ά. v. Χ"Ευαγγέλου (1993) 1 Α.Α.Δ. 203,
Αθανασίου κ.ά. v. Κουνούνη (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 614,
Kouris Dam Joint Venture κ.ά. v. Πέττη (1998) 1 Α.Α.Δ. 856,
Πουγιούκκα κ.ά. v. Θρασυβούλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 2014.
Aίτηση.
Aίτηση με την οποία οι αιτητές ζητούν άδεια για την καταχώριση αίτησης για την έκδοση ενταλμάτων Certiorari και Mandamus με τα οποία να ακυρώνεται η απόφαση του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας για ορισμό της αίτησης για έκδοση προσωρινού διατάγματος σύλληψης αεροσκάφους των αιτητών για συνέχιση στις 6 και 7 Mαΐου 1999 και ορισμό της για ακρόαση το συντομότερο.
Ε. Βραχίμη, για τους Aιτητές.
Cur. adv. vult.
KΩNΣTANTINIΔHΣ, Δ.: Δικαστής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας εξέδωσε, μετά από ex parte αίτηση, παρεμπίπτον διάταγμα με το οποίο απαγορευόταν η απογείωση αεροσκάφους των εναγομένων. Ορίστηκε ως επιστρεπτέο στις 13.8.98, οι εναγόμενοι εμφανίστηκαν, ενέστησαν και άρχισε η ακρόαση του θέματος.
Στις 27.8.99 οι εναγόμενοι κατέθεσαν τραπεζική εγγύηση για το ποσό των $150.000, το αεροσκάφος εγκατέλειψε την Κύπρο και η ακρόαση ορίστηκε με αντικείμενο το κατά πόσο θα παρέμενε κατατεθειμένη η εγγύηση. Αφιερώθηκε σειρά ημερών για την ακρόαση, αυτή δεν περατώθηκε και την τελευταία, στις 6.3.99, η δικαστής την όρισε να συνεχιστεί στις 6 και 7 Μαΐου 1999.
Αυτά, σύμφωνα με την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την παρούσα αίτηση. Το πρακτικό του Δικαστηρίου δεν τέθηκε ενώπιόν μου. Σύμφωνα με δεύτερη ένορκη δήλωση ζητήθηκε, αλλά η δικαστής έκρινε αναγκαίο να ετοιμαστούν τα πρακτικά ολόκληρης της διαδικασίας γεγονός που επιβεβαιώνεται από σημείωμα του Πρωτοκολλητή. Αναπαράγονται σ' αυτό οι σχετικές οδηγίες του Δικαστηρίου. Κρίθηκε σκόπιμη η ετοιμασία των πρακτικών ολόκληρης της διαδικασίας για να δοθεί ολοκληρωμένη εικόνα αναφορικά "με την πορεία της εκδίκασης της υπόθεσης και τον αριθμό των ακροαματικών διαδικασιών που έχουν γίνει τόσο κατά τις εργάσιμες όσο και κατά τις μη εργάσιμες ώρες του Δικαστηρίου".
Οι εναγόμενοι δεν ήταν διατεθειμένοι να περιμένουν ή να προβούν σε άλλο διάβημα σε σχέση με τα πρακτικά. Καταχώρισαν την παρούσα αίτηση με την οποία ζητούν άδεια για την καταχώριση αίτησης για έκδοση διαταγμάτων certiorari και mandamus με τα οποία "να ακυρώνεται η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας για ορισμό της αίτησης για συνέχιση στις 6 και 7 Μαΐου 1999 και να διατάσσεται το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας να ορίσει την ειρημένη υπόθεση για ακρόαση το συντομότερο".
Θεωρούν ότι η αναβολή που δόθηκε είναι παντελώς αδικαιολόγητη και αυθαίρετη και ότι συνιστά κατάφορη παραβίαση του δικαιώματος των αιτητών για ολοκλήρωση της δικαστικής διαδικασίας την οποία αντιμετωπίζουν εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος. Επικαλούνται συναφώς το άρθρο 30(2) του Συντάγματος και το άρθρο 6(1) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Είχαν θέσει το θέμα ενώπιον της δικαστού και, όπως αναφέρθηκε ενώπιόν μου, τους εξηγήθηκε πως το ημερολόγιό της ήταν πλήρες και πως δεν παρεχόταν δυνατότητα για ορισμό συντομότερης ημερομηνίας. Οι αιτητές δεν αντιμάχονται αυτή την πραγματικότητα αλλά εισηγούνται πως θα έπρεπε να είχε δοθεί προτεραιότητα στη δική τους υπόθεση. Η παράταση της ισχύος της εγγύησης που είχαν καταθέσει σήμαινε για τους ίδιους σημαντικό κόστος και δανεισμούς που δημιουργούσαν σημαντικά προβλήματα στις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες. Επιπλέον, επιβάτες του αεροσκάφους, με αγωγές τους σε Δικαστήριο της Αλμάτα του Καζακστάν όπου εδρεύουν, αξίωσαν αποζημιώσεις για την ταλαιπωρία που είχαν υποστεί λόγω της αρχικής απαγόρευσης της απογείωσής του. Η απόφαση του Δικαστηρίου θα είναι, όπως αντιλαμβάνονται, ουσιώδης για τους σκοπούς εκείνων των αγωγών, το Δικαστήριο στην Αλμάτα δέχθηκε μικρή μόνο αναβολή τους σε αναμονή της έκδοσης της και υπάρχει ο κίνδυνος να προχωρήσει πλέον "προτού ολοκληρωθεί το εύλογο της έκδοσης του αρχικού διατάγματος". Σε τέτοια περίπτωση, όπως υποστηρίζουν, θα "αντιμετωπίσουν υποχρέωση καταβολής αποζημιώσεων χωρίς αυτοί να ευθύνονται για τη σύλληψη του αεροσκάφους τους". Επίσης, η αξιοπιστία και η εικόνα τους θα υποστεί σοβαρό πλήγμα.
Αναγνώρισε η ευπαίδευτη συνήγορος των αιτητών πως ο ορισμός της ημερομηνίας ανήκε στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου (βλ. συναφώς Δ.48 θ.6 των Θεσμών περι Πολιτικής Δικονομίας) και, όπως ανέφερε, είναι ενήμερη της νομολογίας σε σχέση με το ανέλεγκτο του τρόπου άσκησης από το Δικαστήριο της διακριτικής του εξουσίας δια μέσου της δικαιοδοσίας για έκδοση εντάλματος certiorari. Εισηγήθηκε όμως πως παρέχεται σε ορισμένες περιπτώσεις τέτοια δυνατότητα και σε σχέση με θέμα που εμπίπτει στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου και επικαλέστηκε την υπόθεση Ιn Re Charalambous (1986) 1 C.L.R. 319.
Θα αναφερθώ σ'αυτή την υπόθεση αλλά τώρα παρίσταται ανάγκη κάποιας επεξήγησης αναφορικά με το πραγματικό αντικείμενο της διαδικασίας. Ορθά η κα Βραχίμη είδε ως προϋπόθεση για οτιδήποτε άλλο την ακύρωση του ορισμού που έγινε. Χωρίς αυτή, με υπάρχοντα δηλαδή τον ορισμό, το θέμα θα είναι εγκύρως ρυθμισμένο. Η αναφορά στον Βαzu, 6η έκδοση, Τόμος Ι, σελ. 120 αναφορικά με το συνδυασμό αιτήσεων για certiorari και, κατ΄ακολουθίαν, mandamus, είναι σχετική.
Στην In Re Charalambous, ο Τριανταφυλλίδης Π. ακύρωσε με certiorari την απόφαση Κακουργιοδικείου με την οποία απορρίφθηκε αίτημα για αναβολή· και απαγόρευσε με prohibition τη συνέχιση της δίκης. Κρίθηκε ότι η διαδικασία ήταν μολυσμένη με αντισυνταγματικότητα που ήταν εμφανής στην όψη του πρακτικού και πως απέληγε σε παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης. Δεν χρειάζεται να επεκταθούμε στα εξαιρετικά, όπως χαρακτηρίστηκαν, περιστατικά της υπόθεσης. Εκείνο που έχει σημασία είναι η θεμελίωση της προσέγγισης πως μπορούσε να ελεχθεί η διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου. Υιοθετήθηκε απόσπασμα από το Judicial Review on Administrative Action του S.A. de Smith, 4η έκδοση, σελ 397 και είναι ακριβώς σ' αυτό που στήριξε τα επιχειρήματά της η κα Βραχίμη. Ιδίως στο πιο κάτω.
"Τhere is some English authority going the other way; such an improper exercise of judicial discretion is an error of Law and a ground for appeal, but it is not necessarily an error going to jurisdiction. Βut certiorari will lie if the error is apparent on the face of the record or is such as to involve a denial of natural justice; and in any event a Court need not be embarrassed by a dearth of authority if it wishes to hold that a significant abuse of discretion goes to Jurisdiction".
Σε μετάφραση:
"Yπάρχει ορισμένη Αγγλική νομολογία προς την αντίθετη κατεύθυνση· τέτοια πλημμελής άσκηση διακριτικής εξουσίας αποτελεί νομικό σφάλμα και λόγο για έφεση, αλλά δεν αποτελεί απαραιτήτως σφάλμα που άπτεται της δικαιοδοσίας. Αλλά παρέχεται δυνατότητα για έκδοση certiorari αν το σφάλμα είναι εμφανές στην όψη του πρακτικού ή είναι τέτοιο ώστε να εμπλέκει άρνηση της φυσικής δικαιοσύνης. Και σε κάθε περίπτωση το Δικαστήριο δεν χρειάζεται να ενοχλείται από την έλλειψη νομολογίας εάν επιθυμεί να αποφασίσει ότι μια ουσιώδης κατάχρηση διακριτικής εξουσίας άπτεται της δικαιοδοσίας."
Παρόμοιο θέμα απασχόλησε τον Τριανταφυλλίδη Π. στην υπόθεση In Re Malikides and Others (1980) 1 C.L.R. 472. Υιοθέτησε απόσπασμα από την υπόθεση Rex v. Marshland Smeeth and Fen District Commissioners [1920] 1 K.B. 155 σύμφωνα με το οποίο, όταν το κατώτερο δικαστήριο έχει διακριτική εξουσία αναφορικά με την απόφαση που μπορεί να εκδώσει, εφόσον αυτή ασκείται καλόπιστα και όχι αυθαίρετα ή παράνομα και χωρίς αναφορά σε εξωγενή κριτήρια, το Δικαστήριο δεν θα ελέγξει την άσκησή της. Τονίστηκαν στην πιο πάνω υπόθεση και τα πιο κάτω στη σελίδα 478:
"Ιt should be stressed that a prerogative order cannot be made for the purpose of dictating to a Court in what manner it is to decide on a certain matter within its jurisdiction".
Σε μετάφραση:
"Πρέπει να τονιστεί ότι δεν μπορεί να εκδοθεί προνομιακό διάταγμα προς το σκοπό υπαγόρευσης σε Δικαστήριο του τρόπου με τον οποίο θα αποφασίσει συγκεκριμένο θέμα που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του".
Η υπόθεση Ιn Re Charalambous σχολιάστηκε στις υποθέσεις Μαγκάκης (1990) 1 Α.Α.Δ. 1068 και Αεροπόρου (1992) 1 Α.Α.Δ. 861. Αφορούσαν και οι δυο απόρριψη αιτημάτων αναβολής. Δεν είχε διαπιστωθεί εκεί έστω εκ πρώτης όψεως παραβίαση συνταγματικών δικαιωμάτων αλλά ως προς τον έλεγχο του τρόπου άσκησης διακριτικής εξουσίας, τονίστηκαν τα ακόλουθα:
Από τον Πική Δ., όπως ήταν τότε, στη σελ. 1079 της πρώτης:
"Η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου και το αποτέλεσμα στο οποίο αποληγει δεν υπόκειται σε αναθεωρητικό έλεγχο μέσω των προνομιακών ενταλμάτων, όπως είχα την ευκαιρία να επισημάνω στην Μarie Therese Smith v. Paphos Stone C. Estates Ltd and Others (1989) 1 A.A.Δ (Ε) 499. Καταλήγω ότι η άρνηση του αιτήματος του κατηγορουμένου για αναβολή της υπόθεσης αναγόταν στη διακριτική ευχέρεια του εκδικάζοντος δικαστηρίου και συνεπώς το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας ενήργησε μέσα στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του αποφασίζοντάς το. Η ορθότητα της απόφασής του δεν υπόκειται σε έλεγχο μέσω εντάλματος Certiorari, συνεπώς η αίτηση πρέπει να απορριφθεί."
Από το Νικήτα Δ. στις σελίδες 868 και 869 της δεύτερης:
"Η αναβολή ή μη της υπόθεσης είναι θέμα άσκησης διακριτικής εξουσίας (άρθρ. 48 του Κεφ. 155) και δεν ελέγχεται με προνομιακά διατάγματα: Μ. Μαγκάκης, ανωτέρω. Η άποψη αυτή ισχυροποιείται απ' ότι αναφέρει ο αρχιδικαστής Goddard σε απόφασή του που περιέχεται στο 117 J P Jo 706:
"Το make an order of certiorari because justices had refused to grant an adjournment would be to extend the ambit of the remedy beyond all authority and that the application must be refused."
Συνεπώς η αίτηση πρέπει να απορριφθεί γιατί η απόφαση του Κακουργιοδικείου δεν μπορεί να είναι αντικείμενο αναθεώρησης με προνομιακά διατάγματα. Αλλά και αν ακόμη ήταν αναθεωρήσιμη πάλιν θα την απέρριπτα γιατί δεν θεμελιώθηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση ότι παραβιάστηκαν τα δικαιώματα του αιτητή.
Στην ίδια γραμμή, ως προς τον έλεγχο διακριτικής εξουσίας δια μέσου προνομικών ενταλμάτων, κινήθηκε σειρά άλλων πρωτόδικων αποφάσεων. Αναφέρθηκε όμως στο θέμα και η Ολομέλεια στην Γρηγόρη Θαλασσινού (1998) 1 A.A.Δ. 239. Λέχθηκαν τα ακόλουθα από το Νικολάου Δ., που εξέδωσε την απόφαση:
"Ως προς το ζήτημα επιφύλαξης νομικών ερωτημάτων για γνωμοδότηση από το Ανώτατο Δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 148 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, ορθά ήταν που επισημάνθηκε ότι επρόκειτο για ζήτημα που αφορούσε την άσκηση διακριτικής εξουσίας μέσα σε παραδεκτά όρια και ως εκ τούτου δεν προσφερόταν η δυνατότητα ελέγχου με προνομιακά εντάλματα σκοπός των οποίων είναι μόνο ο έλεγχος της νομιμότητας και όχι η ορθότητα της άσκησης διακριτικής εξουσίας. Δεν χρειάζεται να επεκταθούμε."
Θα παρακάμψω οτιδήποτε το νομοτυπικό συναρτάται προς την προώθηση της υπόθεσης πάνω στη βάση των ενόρκων δηλώσεων που κατατέθηκαν ως πηγής γνώσης σε σχέση με τον ορισμό της υπόθεσης. Ας δούμε τα στοιχεία όπως ακριβώς τα θέτουν οι αιτητές. Το πρωτόδικο δικαστήριο όρισε την υπόθεση με γνώμονα τη δυνατότητα που παρέχει το ημερολόγιό του. Αυτό, στην απουσία αντίθετης ένδειξης, εξυπονοείται σε κάθε περίπτωση αλλά εδώ το ανέφερε και ρητά το Δικαστήριο. Δεν μπορεί λοιπόν να εντοπιστεί οποιασδήποτε μορφής εκτροπή, ως θέμα αρχής. Οι αιτητές θεωρούν πως ο συσχετισμός της παρούσας υπόθεσης προς άλλες ήδη ορισμένες θα έπρεπε να οδηγήσει σε ορισμό της κατα προτεραιότητα. Δεν υπάρχουν ενώπιόν μου τα στοιχεία που θα καθιστούσαν δυνατό τέτοιο συσχετισμό και δεν θα υπήρχε τίποτε το εμφανές ή το έκδηλο σε καμιά περίπτωση. Το ουσιωδέστερο όμως είναι πως δεν παρέχεται δυνατότητα για εγχείρημα αυτής της φύσης. Αυτό θα ισοδυναμούσε με παρέμβαση προς ανατροπή του τρόπου με τον οποίο το πρωτόδικο δικαστήριο στάθμισε τα δεδομένα κατά την άσκηση της εξουσίας που έχει. Ενώ, όπως είδαμε, στη βάση οποιασδήποτε θεώρησης, δεν ελέγχεται από τέτοια άποψη η άσκηση τέτοιας εξουσίας με προνομιακό εντάλμα.
Η κα Βραχίμη αναφέρθηκε και στην απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην υπόθεση Mavronichis v. Cyprus που εκδόθηκε στις 24.4.98. Δεν είναι όμως το αντικείμενο τη παρούσας διαδικασίας η διάγνωση, ως θέματος αυτοτελούς, του κατά πόσον παρήλθε ο εύλογος χρονος μέσα στον οποίο θα έπρεπε να είχε εκδικαστεί το θέμα του παρεμπίπτοντος διατάγματος. Αν αυτό ήταν το αντικείμενο θα ήταν σχετική η πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στην Υπόθεση Ευθύβουλου Λιασίδη (1999) 1 A.A.Δ. 185, στην οποία σχολιάστηκαν οι πρωτόδικες αποφάσεις στην Ιn Re Ellinas (1989) 1 C.L.R. 106 και 508. Και, εν πάση περιπτώσει, οι υποθέσεις Βίκτωρος ν. Χριστοδούλου (1992) 1 Α.Α.Δ. 512, Μακρή κ.ά. ν. Χ"Ευαγγέλου (1993) 1 Α.Α.Δ. 203, Κυριακή Σ. Αθανασίου κ.ά. ν. Αντώνη Κουνούνη (1997) 1 A.A.Δ. 614, Kouris Dam Joint Venture κ.ά. ν. Κυριάκου Γ. Πέττη (1998) 1 A.A.Δ. 856 και Κωστάκης Πουγιούκκας κ.ά. ν. Ευαγόρα Θρασυβούλου (1998) 1 A.A.Δ. 2014.
Εδώ επιδιώκεται η ακύρωση του ορισμού που έγινε από τη δικαστή και η διαπίστωση πως η δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για έκδοση προνομιακού εντάλματος δεν ενεργοποιείται ώστε να είναι δυνατή τέτοια παρέμβαση, σφραγίζει τη τύχη της αίτησης. Η αίτηση απορρίπτεται.
H αίτηση απορρίπτεται.