ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 1 ΑΑΔ 323
16 Mαρτίου, 1999
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
EΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΟΥΜΟΥΛΗ,
Eφεσείουσα-Eνάγουσα,
v.
MICHAEL YASMINGH,
Eφεσιβλήτου-Eναγομένου,
KAI
1. ΝΙΚΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
2. L & D.CHRISTOU LTD
Eφεσιβλήτων-Tριτοδιαδίκων.
(Πολιτική Έφεση Aρ. 10254)
Πολιτική Δικονομία — Ακύρωση διαδικασίας τριτοδιαδίκου — Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας Δ.10 θ.7(3) — Διακριτική ευχέρεια — Εφαρμοστέες αρχές.
Λίγες μέρες πριν από την ακρόαση αγωγής για γενικές και ειδικές αποζημιώσεις, η ενάγουσα καταχώρησε αίτηση για τροποποίηση του κλητηρίου εντάλματος ώστε να προστεθούν οι τριτοδιάδικοι ως εναγόμενοι 2 και 3 επιπρόσθετα του εναγομένου 1. Υπήρξε ένσταση και η αίτηση ορίστηκε την ημέρα της ακρόασης της αγωγής. Οι δικηγόροι των διαδίκων αναγνώρισαν την εξουσία του Δικαστηρίου να διατάσσει ακύρωση της διαδικασίας τριτοδιαδίκου δυνάμει της Δ.10 θ.7(3) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση λόγω της μεγάλης καθυστέρησης στην καταχώρηση της.
Η ενάγουσα εφεσίβαλε την πρωτόδικη απόφαση.
Αποφασίστηκε ότι:
Το Εφετείο σπάνια επεμβαίνει στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας των πρωτόδικων Δικαστηρίων, και μόνο όπου τούτο δικαιολογείται, με κυρίαρχο γνώμονα την ορθή απονομή της δικαιοσύνης, στα πλαίσια βέβαια του νόμου, των δικονομικών κανόνων, και του ισοζυγίου των συμφερόντων των διαδίκων. Η κρίση της πρωτόδικης δικαστού λειτούργησε μέσα στο εύρος της διακριτικής της ευχέρειας.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα υπέρ των τριτοδιαδίκων.
Έφεση.
Έφεση από την ενάγουσα εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Eφραίμ, Προσ. E.Δ.) που δόθηκε στις 29 Mαΐου, 1998 (Aγωγή Aρ. 1280/95) με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή της με την οποία ζητούσε διάταγμα τροποποίησης του κλητηρίου εντάλματος ώστε να προστεθούν οι τριτοδιάδικοι ως εναγόμενοι 2 και 3 επιπρόσθετα του εναγομένου 1. Eπεδίωκε δηλ. ακύρωση της διαδικασίας τριτοδιάδικου.
M. Bορκάς με Mηλιώτου για Π. Σαρρή, για την Eφεσείουσα-ενάγουσα.
Nτ. Πίπη για Kουλία και Mισό, για τον Eφεσίβλητο-εναγόμενο.
Eλ. Kωνσταντίνου για A. Ποιητή, για τους Eφεσίβλητους-Tριτοδιάδικους.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Η εφεσείουσα καταχώρισε στις 30.3.1995 αγωγή εναντίον του εναγόμενου-εφεσίβλητου, με την οποία αξιώνει γενικές και ειδικές αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες και ζημιές που υπέστη σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, που επεσυνέβη στις 2.10.94 και στο οποίο είχαν εμπλακεί έξι στη σειρά αυτοκίνητα. Ο εναγόμενος-εφεσίβλητος, με άδεια του Δικαστηρίου, χρησιμοποίησε τη διαδικασία τριτοδιάδικου για να προστεθούν, με αυτή την ιδιότητα, ένα φυσικό πρόσωπο και μια εταιρεία. Το Δικαστήριο επελήφθη στη συνέχεια αίτησης που καταχώρισε ο εναγόμενος για οδηγίες, που εκδόθηκαν με το σύνηθες περιεχόμενο. Η ακρόαση της υπόθεσης, αφού αναβλήθηκε μερικές φορές, για λόγους που δεν μας αφορούν εδώ, ορίστηκε τελικά στις 13.3.98. Λίγες μέρες προηγουμένως, στις 27.2.98, καταχωρίστηκε από την εφεσείουσα αίτηση, αντικείμενο της παρούσας έφεσης, με την οποία ζητούσε διάταγμα τροποποίησης του κλητηρίου εντάλματος ώστε να προστεθούν οι τριτοδιάδικοι ως εναγόμενοι 2 και 3 αντίστοιχα, επιπρόσθετα του εναγομένου 1. Επιδιωκόταν δηλαδή με την επίδικη αίτηση η ακύρωση της διαδικασίας τριτοδιάδικου. Υπήρξε ένσταση, και η αίτηση ορίστηκε την ημέρα της ακρόασης της αγωγής. Η πρωτόδικος δικαστής, ενώπιον της οποίας συζητήθηκε η αίτηση, αναλύει στην εμπεριστατωμένη και μακροσκελή της απόφαση τις εξουσίες του Δικαστηρίου, όταν επιλαμβάνεται τέτοιας διαδικασίας. Αποφαίνεται δε, και πολύ ορθά, κάτι που αναγνωρίζεται από τους δικηγόρους των διαδίκων, πως το Δικαστήριο έχει τέτοια εξουσία δυνάμει της Δ.10 θ.7(3). Έκανε δε αναφορά και στη σχετική αγγλική νομολογία που άπτεται του ανάλογου διαδικαστικού Κανόνα. Απέρριψε όμως την αίτηση για ένα μόνο λόγο. Έκρινε πως υπήρξε μεγάλη καθυστέρηση στην καταχώριση της, στοιχείο που λαμβάνεται υπόψη όχι μόνο σύμφωνα με τις αρχές της νομολογίας, αλλά και του γενικού κανόνα πως ο διάδικος οφείλει να επιδεικνύει επιμέλεια και ταχύτητα στη διεκδίκηση των δικαιωμάτων του, έτσι που να μην επηρεάζονται δικαιώματα και συμφέροντα άλλων εμπλεκομένων στη διαφορά. Η δικαστής επισημαίνει πως το δυστύχημα έγινε στις 2.10.94 και η αγωγή καταχωρίστηκε στις 30.3.95. Η αίτηση για οδηγίες, αναφορικά με τη διαδικασία τριτοδιαδίκου καταχωρίστηκε από τον εναγόμενο στις 10.1.96, ο δε δικηγόρος της εφεσείουσας συγκατατέθηκε στην έκδοση τους. Η υπό συζήτηση αίτηση καταχωρίστηκε στις 27.2.98, δυο χρόνια δηλαδή μετά και ορίστηκε από το πρωτοκολλητείο στις 13.3.98, ημέρα κατά την οποία η αγωγή εκκρεμούσε για ακρόαση, μετά από πολλές αναβολές. Τα γεγονότα που οδήγησαν στην αγωγή ήσαν πάντοτε γνωστά στην εφεσείουσα, και τίποτε δεν είχε μεταβληθεί μέχρι της ημέρας που καταχώρισε την επίδικη αίτηση.
Το Εφετείο σπάνια επεμβαίνει στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας των πρωτοδίκων Δικαστηρίων, και μόνο όπου τούτο δικαιολογείται, με κυρίαρχο γνώμονα την ορθή απονομή της δικαιοσύνης, στα πλαίσια βέβαια του νόμου, των δικονομικών κανόνων, και του ισοζυγίου των συμφερόντων των διαδίκων. Έχουμε τη γνώμη πως η απόφαση της πρωτόδικης δικαστού είναι απόλυτα ορθή. Η κρίση της λειτούργησε μέσα στο εύρος της διακριτικής της ευχέρειας.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των τριτοδιαδίκων μόνο, γιατί ο εφεσίβλητος-εναγόμενος δεν καταχώρισε περίγραμμα αγόρευσης, όπως προβλεπόταν στις οδηγίες του Δικαστηρίου, και συνεπώς δεν έλαβε μέρος στη συζήτηση της έφεσης.
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των τριτοδιάδικων.