ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

(1999) 1 ΑΑΔ 28

14 Ιανουαρίου, 1999

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΑΡΙΣΤΟΣ ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ,

Εφεσείων-Eνάγων,

v.

ΣΩΤΗΡΗ ΕΛΛΗΝΑ (ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΙ) ΛΤΔ,

Εφεσιβλήτων-Eναγομένων.

(Πολιτική Έφεση Aρ. 10000)

 

Ευρήματα Δικαστηρίου — Αξιολόγηση μαρτυρίας — Αξιοπιστία μαρτύρων — Παράλειψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου να προβεί σε ευρήματα αναφορικά με τη διαπίστωση των πραγματικών γεγονότων και τον καταλογισμό ευθύνης σε υπόθεση εργατικού ατυχήματος — Αποδοχή της εκδοχής της υπεράσπισης με την υπεραπλουστευμένη αιτιολογία ότι είναι ο ενάγων που είχε το βάρος να αποδείξει αμέλεια εκ μέρους της εναγομένης εταιρείας — Η επέμβαση του Εφετείου ήταν αναπόφευκτη — Διαταγή για επανεκδίκαση.

Αποζημιώσεις — Το πρωτόδικο Δικαστήριο οφείλει να ασχολείται με το θέμα των αποζημιώσεων, έστω και αν απορρίψει αγωγή για αποζημιώσεις για τον λόγο ότι ο ενάγων δεν απέδειξε αμέλεια εκ μέρους των εναγομένων έτσι ώστε σε περίπτωση έφεσης, το Εφετείο να έχει ενώπιον του την άποψη του πρωτόδικου Δικαστή και επί του θέματος των αποζημιώσεων.

Ο εφεσείων διεκδίκησε αποζημιώσεις για ζημιές που υπέστη σε εργατικό ατύχημα.  Η αγωγή του απορρίφθηκε γιατί ο εφεσείων απέτυχε να αποδείξει αμέλεια εκ μέρους των εφεσιβλήτων.  Εν όψει αυτής της κατάληξης το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έκρινε σκόπιμο να ασχοληθεί με το θέμα των αποζημιώσεων.

Υπήρχαν δύο διϊστάμενες εκδοχές ως προς τα γεγονότα που προηγήθηκαν του ατυχήματος.  Ο εφεσείων πρόβαλε την εκδοχή ότι ενώ ασχολείτο με την ηλεκτρική εγκατάσταση του πρώτου ορόφου εργοστασίου για την ανέγερση του οποίου ήταν υπεύθυνοι οι εφεσίβλητοι, υποχώρησε μέρος του πατώματος που ήταν πρόχειρα κατασκευασμένο με αποτέλεσμα να πέσει στο κενό και να τραυματιστεί.

Ο εφεσείων ισχυρίσθηκε περαιτέρω ότι το άνοιγμα προς το συγκεκριμένο δωμάτιο ήταν ανοικτό και ότι δεν υπήρχαν προειδοποιητικά σήματα κινδύνου.

Οι εφεσίβλητοι ισχυρίστηκαν ότι το άνοιγμα ήταν κλειστό με πλακάζ το οποίο μετακινήθηκε από τον εφεσείοντα και κάποιο άλλο ηλεκτρολόγο.

Με την παρούσα έφεση προσβάλλεται η πρωτόδικη απόφαση και επιδιώκεται η ανατροπή της.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο όφειλε να ασχοληθεί και με το θέμα των αποζημιώσεων, όπως επιβάλλει η πάγια πρακτική έτσι ώστε σε περίπτωση έφεσης το Εφετείο να έχει ενώπιον του την άποψη του πρωτόδικου Δικαστή και επί του θέματος των αποζημιώσεων.

2.  Η παράλειψη του πρωτόδικου Δικαστή να αναζητήσει την αλήθεια ως προς τα γεγονότα της υπόθεσης, μέσα από τη μαρτυρία που αναφερόταν σ' αυτά και η οποία μαρτυρία ήταν αρκετή και κάλυπτε όλα τα κρίσιμα θέματα, καθιστά τρωτή την απόφαση.

3.  Η παράλειψη αξιολόγησης της μαρτυρίας και διατύπωσης ευρημάτων επί ουσιωδών γεγονότων καθιστά αναπόφευκτη την επανεκδίκαση της υπόθεσης.

Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα. Διατάχθηκε επανεκδίκαση υπό άλλη σύνθεση.

Αναφερόμενη υπόθεση:

Meshiou v. Eleftheriou (1982) 1 C.L.R. 486.

Έφεση.

Έφεση από τον ενάγοντα κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Παρασκευαΐδου-Kαρακάννα, E.Δ.) που δόθηκε στις 28 Mαρτίου, 1997 (Aγωγή Aρ. 10283/93) με την οποία απορρίφθηκε με έξοδα η αγωγή του εναντίον των εφεσιβλήτων για γενικές και ειδικές αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες που υπέστη συνεπεία εργατικού ατυχήματος.

Γ. Kαζαντζής, για τον Eφεσείοντα.

Xρ. Tαραμουντάς, για τους Eφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.:  Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:  Ο εφεσείων ήταν το θύμα εργατικού ατυχήματος που συνέβη στις 14.5.90.  Με αγωγή εναντίον των εφεσιβλήτων διεκδίκησε αποζημιώσεις για ό,τι είχε υποστεί συνεπεία του ατυχήματος.  Η αγωγή  απορρίφθηκε με έξοδα γιατί, σύμφωνα με την απόφαση, ο εφεσείων απέτυχε να αποδείξει αμέλεια εκ μέρους των εφεσιβλήτων. Ενόψει αυτής της κατάληξης το πρωτόδικο δικαστήριο δεν έκρινε σκόπιμο να ασχοληθεί με το θέμα των αποζημιώσεων, πράγμα που όφειλε να κάμει όπως επιβάλλει η πάγια πρακτική έτσι ώστε σε περίπτωση έφεσης να έχει το Εφετείο ενώπιόν του την άποψη του πρωτόδικου δικαστηρίου και επί του θέματος των αποζημιώσεων.

Με την παρούσα έφεση προσβάλλεται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης και επιδιώκεται η ανατροπή της. 

Η εκδοχή του εφεσείοντα είναι ότι ενώ ασχολείτο με την ηλεκτρική εγκατάσταση του πρώτου ορόφου εργοστασίου για την ανέγερση του οποίου ήταν υπεύθυνοι οι εφεσίβλητοι, υποχώρησε μέρος του πατώματος δωματίου του ορόφου που ήταν πρόχειρα κατασκευασμένο με αποτέλεσμα να πέσει ο εφεσείων στο κενό και να τραυματισθεί.

Στη δίκη, η συζήτηση περιστράφηκε κυρίως στο κατά πόσο το άνοιγμα από το οποίο είχε περάσει ο εφεσείων για να εισέλθει στο δωμάτιο με το πρόχειρα κατασκευασμένο πάτωμα ήταν προηγουμένως κλειστό καθώς και στο κατά πόσο ο εφεσείων γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει για τον κίνδυνο που αναντίλεκτα ενείχε η χρησιμοποίηση του πατώματος, όπως τούτο ήταν κατασκευασμένο κατά τον ουσιώδη χρόνο.

Ο εφεσείων πρόβαλε την εκδοχή ότι το άνοιγμα προς το συγκεκριμένο δωμάτιο ήταν ανοικτό χωρίς να υπάρχουν προειδοποιητικά σήματα κινδύνου αλλά ούτε ο ίδιος γνώριζε οτιδήποτε για την ύπαρξη ενός τέτοιου κινδύνου.

Οι εφεσίβλητοι ισχυρίστηκαν ότι το άνοιγμα ήταν κλειστό με πλακάζ βάρους 70-80 κιλών και ότι την ημέρα του ατυχήματος ο  εργοδοτούμενος τους Σωτήρης Ελληνας (ΜΥ2) είχε αποτρέψει τον εφεσείοντα να μετακινήσει το πλακάζ από το άνοιγμα.  Αργότερα όμως, ο εν λόγω μάρτυρας είδε τον εφεσείοντα βοηθούμενο από άλλο ηλεκτρολόγο, να μετακινούν το πλακάζ από τη θέση του.

Η πρωτόδικος δικαστής δεν έκαμε ευρήματα καθόσον αφορά  τα πιο πάνω κρίσιμα θέματα όπως  και για άλλα παρεμφερή που σχετίζονται με το ζητούμενο, δηλαδή τη διαπίστωση των πραγματικών γεγονότων και τον καταλογισμό της ευθύνης.  Η παράλειψη της πρωτόδικης δικαστού να διαπιστώσει τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης ανάγεται στη δυσκολία που φαίνεται ότι αντιμετώπισε, και αυτό σαφώς προκύπτει από το κείμενο της απόφασης, να αξιολογήσει σωστά την αξιοπιστία των μαρτύρων, σε συνάρτηση μεταξύ άλλων, προς ό,τι υπαγορεύει η κοινή λογική και η πείρα από την καθημερινή ζωή και ακολούθως  να καταλήξει στα δικά της συμπεράσματα αναφορικά με τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης.

Η μαρτυρία βασικών μαρτύρων της κάθε πλευράς κρίθηκε πως ήταν χωρίς αντιφάσεις και απαλλαγμένη ψεύδους ή πρόθεσης παραποίησης της αλήθειας.  Η αλήθεια όμως, καθόσον αφορά τα γεγονότα της υπόθεσης, θα έπρεπε να είχε αναζητηθεί μέσα από τη μαρτυρία που αναφερόταν στα γεγονότα και η οποία μαρτυρία ήταν αρκετή και κάλυπτε όλα τα κρίσιμα θέματα.

Προδήλως, η πρωτόδικος δικαστής βρέθηκε σε δίλημμα για το ποια από τις δύο εκδοχές θα έπρεπε να αποδεχθεί ως αληθινή.  Τελικά αποδέχθηκε την εκδοχή της υπεράσπισης όχι γιατί  είχε κρίνει προηγουμένως ως αναληθή ή εξωπραγματική την εκδοχή του εφεσείοντα ή γιατί είχε πιστέψει την εκδοχή των εφεσιβλήτων.  Δέχθηκε την εκδοχή της υπεράσπισης με την υπεραπλουστευμένη αιτιολογία ότι "είναι ο ενάγοντας που είχε το βάρος να αποδείξει αμέλεια εκ μέρους της εναγόμενης εταιρείας."  Αυτή η κατάληξη εμπεριέχεται στο πιο κάτω απόσπασμα της προσβαλλόμενης απόφασης:

"Το Δικαστήριο όμως δεν μπορεί να στηρίζεται σε πιθανολογήσεις και ως εκ τούτου σε τέτοια περίπτωση όπου το Δικαστήριο δεν μπορεί να καταλήξει ποια εκδοχή θα αποδεχθεί, το αποτέλεσμα δεν είναι ισοπαλία αλλά αποδοχή της εκδοχής της υπεράσπισης, καθ' ότι είναι ο ενάγοντας που είχε το βάρος να αποδείξει αμέλεια εκ μέρους της εναγόμενης εταιρείας."

Το συμπέρασμα αφήνει δυσαναπλήρωτο κενό καθόσον αφορά την αξιολόγηση της μαρτυρίας.  Η αιτιολογία η οποία εμπεριέχεται στο εν λόγω συμπέρασμα δεν αποτελεί από μόνη της λόγο για αποδοχή της εκδοχής της υπεράσπισης. Η αποδοχή της εκδοχής των εφεσιβλήτων χωρίς προηγούμενη αποτίμηση της μαρτυρίας και προσδιορισμό των πραγματικών γεγονότων καθιστά τρωτή  την απόφαση.  Ενώπιον του δικαστηρίου υπήρχε ουσιαστική μαρτυρία η οποία θα μπορούσε, κατόπιν κατάλληλης αξιολόγησης, να οδηγήσει στη διατύπωση ευρημάτων επί των γεγονότων της υπόθεσης.

Η παράλειψη αξιολόγησης της μαρτυρίας και διατύπωσης ευρημάτων επί ουσιωδών γεγονότων καθιστά αναπόφευκτη την επανεκδίκαση της υπόθεσης.  Βλ. Meshiou v. Eleftheriou (1982) 1 C.L.R. 486.

Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα.  Διατάσσεται η επανεκδίκαση της υπόθεσης από άλλη σύνθεση.  Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της δεύτερης δίκης. Η υπόθεση να επιστραφεί στον Πρωτοκολλητή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας για τα περαιτέρω.

H έφεση επιτρέπεται με έξοδα. Διατάσσεται επανεκδίκαση υπό άλλη σύνθεση.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο