ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1999) 1 ΑΑΔ 414

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 9625

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΝΙΚΗΤΑ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΔΔ

Τασούλα Κυριάκου, εξ Αγλαντζιάς,

Εφεσείουσα

- και -

Ανδρέα Λοϊζίδη, εκ Δευτεράς,

Εφεσιβλήτου

---------------------------

24 Μαρτίου 1999

Για την εφεσείουσα: Α. Κλεάνθους με Γ. Λουκαΐδη.

Για τον εφεσίβλητο: Στ. Ερωτοκρίτου.

---------------------------

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάου, Δ.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Η εφεσείουσα κίνησε εναντίον του εφεσιβλήτου αγωγή με την οποία αξίωνε αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες, απώλεια και ζημία που υπέστη συνεπεία τροχαίου ατυχήματος για το οποίο του απέδιδε την ευθύνη. Συμφωνήθηκε πριν από τη δίκη ότι η ειδική ζημία ανερχόταν σε £700, οπότε παρέμεινε το θέμα της ευθύνης όπως και ο καθορισμός των γενικών αποζημιώσεων. Το Δικαστήριο έκρινε ότι αποκλειστική ευθύνη για το ατύχημα έφερε η ίδια η εφεσείουσα. Προχώρησε ωστόσο και, σύμφωνα με καθιερωμένη πρακτική, προέβη σε εκτίμηση των γενικών αποζημιώσεων για την περίπτωση που θα επικρατούσε κατ΄ έφεση διαφορετική άποψη στο θέμα ευθύνης. Καθόρισε το ύψος τους σε £6.000.

Η εφεσείουσα άσκησε την παρούσα έφεση κατά της δικαστικής κρίσης στο θέμα ευθύνης. Ενώ ο εφεσίβλητος καταχώρησε ειδοποίηση εφεσιβλήτου με την οποία ζητεί μείωση του ύψους των γενικών αποζημιώσεων τις οποίες χαρακτηρίζει υπερβολικές.

Ο συνήγορος της εφεσείουσας έχει εγείρει με προδικαστική ένσταση ζήτημα ως προς τη δυνατότητα αμφισβήτησης, με την ειδοποίηση εφεσιβλήτου, του μέρους της εκκαλούμενης απόφασης το οποίο αφορά τις αποζημιώσεις αφού αυτό δεν θίγεται καθόλου με την έφεση. Επικαλείται για υποστήριξη τη Φιλίππου ν. Γιαννήταη κ.α., Πολ. Έφ. 8978 ημερ. 27 Νοεμβρίου 1996. Σε εκείνη την υπόθεση τέθηκε, μεταξύ εναγομένου και δύο τριτοδιαδίκων, θέμα ευθύνης αναφορικά με την πρόκληση ατυχήματος στο οποίο είχε τραυματιστεί ο ενάγων. Το δικαστήριο κατέληξε ότι ενώ ο ένας τριτοδιάδικος έφερε μέρος της ευθύνης ο άλλος δεν ευθυνόταν καθόλου. Απορρίφθηκε λοιπόν η απαίτηση εναντίον του δεύτερου, χωρίς όμως έξοδα. Εκείνος, κατόπιν παράτασης του χρόνου και αφού του παρασχέθηκε έγκριση βάσει του θ. 20 της Δ.35, εφεσίβαλε τη διαταγή για έξοδα. Ο εναγόμενος αντέδρασε δίνοντας, βάσει του θ. 10 της Δ.35, ειδοποίηση εφεσιβλήτου η οποία, ας σημειωθεί, επιγραφόταν ως "ειδοποίηση αντεφέσεως" και η οποία προοριζόταν να προσβάλει την απόφαση με την οποία ο εν λόγω τριτοδιάδικος απαλλάγηκε οποιασδήποτε ευθύνης. Το Εφετείο επεσήμανε ότι η ειδοποίηση εφεσιβλήτου ήταν εκπρόθεσμη όπως άλλωστε εκπρόθεσμη - από πολύ πιο πριν μάλιστα - θα ήταν και αντέφεση αν επρόκειτο για τέτοιο διάβημα. Παρατήρησε δε πως, ανεξάρτητα από την πτυχή του εκπροθέσμου, δεν ήταν δυνατή η συμπερίληψη, με ειδοποίηση εφεσιβλήτου, του θέματος στο οποίο αναφερόταν. Λέχθηκαν σχετικά τα εξής:

"Προσθέτουμε, ωστόσο, και την παρατήρηση ότι εν πάση περιπτώσει η πρωτόδικη απόφαση ως προς το θέμα ευθύνης δεν θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο εξέτασης με ειδοποίηση εφεσίβλητου σε έφεση εναντίον του σε σχέση μόνο με τη συνακόλουθη διαταγή για έξοδα. Τέτοιου είδους ειδοποίηση απευθύνεται μόνο σε ό,τι διαλαμβάνει η απόφαση η οποία έχει εφεσιβληθεί και στην οποία ο εφεσείων ως εκ της έφεσης του έχει συμφέρον. Αλλιώς ο εφεσίβλητος οφείλει να προχωρήσει με αντέφεση. Η διαταγή για έξοδα έχει τη δική της αυτοτέλεια, με δικά της κριτήρια σε ό,τι αφορά τη διαμόρφωση κρίσης στην έκδοση, όσο και εάν αυτά προέρχονται από τα όσα προηγήθηκαν: που είναι η έκβαση, το είδος της υπόθεσης, η πορεία της και η υφή της. Επιπλέον, η έφεση από διαταγή για έξοδα δυνάμει της Δ.35 κ. 20 αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση για την οποία απαιτείται άδεια. Αυτή η απαίτηση προδιαγράφει περιοριστικά και το όριο της ενασχόλησης."

 

Εκείνη η υπόθεση διακρίνεται από την παρούσα όπου το θέμα της ευθύνης συνδέεται άμεσα και λειτουργικά με το θέμα των γενικών αποζημιώσεων, έτσι ώστε να συναποτελούν τα δύο μαζί μια ενότητα ως το αντικείμενο της απόφασης. Με την ειδοποίηση εφεσιβλήτου τίθεται λοιπόν εδώ προς εξέταση και το θέμα των γενικών αποζημιώσεων. Θα αρχίσουμε όμως με την ευθύνη.

Το ατύχημα έγινε το απόγευμα της 27 Ιουνίου 1988 στον παλαιό κύριο δρόμο Λευκωσίας-Λεμεσού σε σημείο όπου στα αριστερά, σε σχέση με κατεύθυνση προς Λατσιά, υπήρχε άνοιγμα για πρόσβαση από και σε χωμάτινο πλαγιόδρομο που οδηγούσε σε βιομηχανικές μονάδες. Ο κύριος δρόμος, που είχε ασφαλτικό κατάστρωμα πλάτους 28΄ - όχι 29΄ όπως εκ παραδρομής ανέφερε το πρωτόδικο δικαστήριο - διαχωριζόταν κατά μήκος στη μέση με συνεχή άσπρη γραμμή που όμως στο άνοιγμα ήταν διακεκομμένη. Εκείνη την ώρα σχόλαναν από τα εργοστάσια της περιοχής και η κίνηση προς Λατσιά ήταν πυκνή. Υπήρχε ουρά αυτοκινήτων που προχωρούσαν με αργό ρυθμό. Η εφεσείουσα, η οποία οδηγούσε μοτοσυκλέτα, τα περνούσε από τα δεξιά, αφήνοντας τους, σύμφωνα με την αδιαμφισβήτητη μαρτυρία της, περιθώριο περίπου πέντε πόδια - όχι δύο όπως εκ παραδρομής ανέφερε το πρωτόδικο δικαστήριο - διατηρώντας τη δική της πλευρά του δρόμου. Ένα από τα αυτοκίνητα της ουράς σταμάτησε μπροστά στο άνοιγμα για να βγει από εκεί και να εισέλθει στον κύριο δρόμο το αυτοκίνητο που οδηγούσε ο εφεσίβλητος. Ο οποίος προχώρησε και διαγωνίως έστριψε δεξιά. Επήλθε τότε σύγκρουση του αυτοκινήτου του με τη μοτοσυκλέτα της εφεσείουσας: το μπροστινό μέρος της μοτοσυκλέτας κτύπησε στο πισινό δεξιό φανάρι του αυτοκινήτου.

Η εκδοχή της εφεσείουσας ήταν ότι το αυτοκίνητο ξεπρόβαλε απότομα και συνέχισε να προχωρεί και να στρίβει δεξιά όταν αυτή ήταν τόσο κοντά ώστε να μην μπορεί να σταματήσει παρόλο που πρόλαβε και φρέναρε, αλλά ούτε και να μπορεί να ελιχθεί προς τα δεξιά για να αποφύγει τη σύγκρουση που συνέβηκε στη γραμμή της δικής της πορείας, 10 πόδια από την αριστερή άκρη του δρόμου. Υπενθυμίζουμε ότι το πλάτος της δικής της πλευράς ήταν 14 πόδια. Η εκδοχή του εφεσιβλήτου ήταν ότι η σύγκρουση έγινε στη δεξιά πλευρά του δρόμου, 19½ πόδια από την αριστερή άκρη όταν το αυτοκίνητο του είχε ήδη ευθυγραμμιστεί σε εκείνη την πλευρά και έβλεπε προς την αντίθετη κατεύθυνση. Το Δικαστήριο σημείωσε στα πρακτικά, αναφορικά με τα όσα ο εφεσίβλητος επεξήγησε στην κύρια εξέταση πως:

"Είχε πάρει την οριζόντια θέση στην αριστερή πλευρά του κύριου δρόμου και μετά που πήρε την οριζόντια θέση η Ενάγουσα ήρθε και τον κτύπησε στον δεξιό πισινό τροχό του αυτοκινήτου του."

 

Ας δούμε όμως τώρα αναλυτικότερα τη μαρτυρία του. Καθώς ανέφερε, αφού πρώτα σταμάτησε προτού εισέλθει στον κύριο δρόμο, κατόπιν προχώρησε ως τη μέση του κύριου δρόμου, σταμάτησε για να δει προς τα δεξιά και, μετά από σήμα του οδηγού που τον άφησε να περάσει, έστριψε δεξιά και κατέλαβε την άλλη πλευρά του δρόμου. Τα αποσπάσματα που ακολουθούν είναι από την αντεξέταση:

"Ε. Και πόσο μέσα στον κύριο δρόμο βγήκες μέχρι να σταματήσεις για δεύτερη φορά;

Α. Τα μούτρα μου στον μισό δρόμο για να δω.

Ε. Δηλαδή η άκρια του αυτοκινήτου σου η μπροστινή ήταν στη μέση του δρόμου; Έτσι εννοείς;

Α. Ναι προχώρησα για να δω. Όταν βγήκα από την πάροδο τη δεύτερη φορά για να πάω δεξιά στον κύριο δρόμο τα μούτρα του αυτοκινήτου μου ήταν λοξά μέσα στον δρόμο δηλαδή η αριστερή μπροστινή πλευρά του οχήματος μου ήταν σχεδόν πάνω στη γραμμή του απέναντι κύριου δρόμου και η δεξιά πλευρά του οχήματός μου είχε μια δεξιά κατεύθυνση όπως έστριβα να πάρω την αντίθετη πλευρά.

Ως τη μέση που δικαιούμαι να δω από τα αυτοκίνητα που ήταν σταματημένα.

.................................. .................................................. .......

Ε. Και σε ποιο σημείο είδες τον οδηγό να σου κάμνει το νόημα; Την πρώτη φορά ή τη δεύτερη φορά που σταμάτησες;

Α. Τη δεύτερη.

Ε. Και όταν λες σου έκαμε νόημα τι συγκεκριμένα είδες να σου κάμνει;

Α. Ένεψε μου.

Ε. Πώς;

Α. Ένεψε μου να προχωρήσω.

Ε. Δηλαδή με το χέρι του;

Α. Με το κεφάλι του.

Ε. Τι νόημα σου έκαμε ο άνθρωπος; Υπάρχουν διάφοροι

τρόποι. Με το χέρι, με το κεφάλι του, το trafficator;

Α. Με το χέρι του ένεψε μου έτσι (δείχνει)"

.................................. .................................................. ......

Ε. Σταμάτησες εσύ τη δεύτερη φορά και κοίταξες δεξιά;

Α. Κοίταξα.

Ε. Τι είδες δεξιά;

Α. Τι είδα; Να προσπερνά.

Ε. Ποιος; Είδες τη μοτοσυκλέττα να προσπερνά τα αυτοκίνητα;

Α. Ναι.

Ε. Και πόση απόσταση την είδες να απέχει από εσένα αυτή η μοτοσυκλέττα;

Α. Τέλια κοντά.

Ε. Πόσο;

Α. 2 μέτρα.

.................................. .................................................. ........

Ε. Και στη συνέχεια εσύ τι κάμνεις;

Α. Προχώρησα μπήκα στην αριστερή πάντα.

Ε. Δηλαδή εσύ ενώ ήσουν σταματημένος εκεί πριν τη μέση του δρόμου είδες μια μοτοσυκλέττα να προσπερνά, τη φάλαγγα των αυτοκινήτων σε απόσταση δυο οχημάτων όπως είπες πολύ κοντά και εσύ βγήκες αριστερά να πας στη δεξιά πλευρά του δρόμου, έτσι;

Α. Αφού ήταν σταματημένα τα αυτοκίνητα.

Ε. Λέγεις εσύ ότι είδες τη μοτοσυκλέττα να προσπερνά τη φάλαγγα των αυτοκινήτων και σε απόσταση από εσένα δυο οχημάτων τέλια κοντά εσύ βγήκες στο δρόμο;

Α. Να πάω πίσω;

.................................. .................................................. ........."

 

Στην επανεξέταση εξήγησε ότι εάν παρέμενε ο ίδιος στο σημείο του δρόμου όπου βρισκόταν σταματημένος, η μοτοσυκλέτα θα κτυπούσε στη μέση του αυτοκινήτου του και γι΄ αυτό προχώρησε.

Το δικαστήριο απέρριψε την εκδοχή του εφεσιβλήτου ότι η σύγκρουση έγινε στη δεξιά πλευρά του δρόμου. Βρήκε ότι έγινε στην αριστερή, 10 πόδια από την άκρη, όπως υπέδειξε η εφεσείουσα. Ωστόσο το δικαστήριο, αφού αναφέρθηκε σε διάφορες πτυχές των καθηκόντων οδηγών έναντι αλλήλων όπως εξηγούνται στη νομολογία, κατέληξε ότι η συμπεριφορά του εφεσιβλήτου "δεν μπορεί να θεωρηθεί παρά ότι ήταν φυσιολογική" και έκρινε ότι η εφεσείουσα έφερε αποκλειστική ευθύνη για το ατύχημα. Ας σημειωθεί ότι η εφεσείουσα είχε παραδεχθεί γραπτή κατηγορία που της προσήψε ο αστυνομικός εξεταστής ότι προσπερνούσε σε άσπρη γραμμή και οδηγούσε αμελώς. Όμως η κατηγορία για προσπέρασμα σε άσπρη γραμμή, που συμπεριλήφθηκε και σε ποινική υπόθεση, αποσύρθηκε όταν έφτασε για ακρόαση. Το δικαστήριο στην πολιτική υπόθεση απέδωσε σημασία στην παραδοχή της εφεσείουσας προς τον αστυνομικό. Ενώ δεν έπρεπε. Γιατί τη μαρτυρία της ότι προσπερνούσε την ουρά αυτοκινήτων ενώ διατηρούσε τη δική της πλευρά του δρόμου - στα 10΄ από την άκρη όταν ολόκληρο το πλάτος ήταν 14΄ - το δικαστήριο τη δέχθηκε αφού δέχθηκε ότι η σύγκρουση έγινε στην πορεία της που ήταν 10΄ από την άκρη. Που σήμαινε βέβαια ότι δεν υπήρξε προσπέρασμα σε συνεχή άσπρη γραμμή με την έννοια της μετάβασης στην άλλη πλευρά.

Έπειτα, παρόλον που το δικαστήριο αποδέχθηκε τη μαρτυρία της εφεσείουσας ως προς το σημείο στο οποίο έγινε η σύγκρουση, δεν διατύπωσε εύρημα αναφορικά με το κατά πόσο ο εφεσίβλητος (α) ξεπρόβαλε μόνο λίγο διαμέσου του σταματημένου και των προχωρούντων αυτοκινήτων και σταμάτησε ως προειδοποίηση σε περίπτωση που κάποιο όχημα προσπερνούσε. ή (β) προχώρησε κάπως περισσότερο ώστε να αποκτήσει ορατότητα στα δεξιά του σταματημένου αυτοκινήτου και σταμάτησε εκεί. ή (γ) προχώρησε και διασταύρωσε το δρόμο, στρίβωντας δεξιά χωρίς καθόλου να σταματήσει στο μέσο ή έστω με ταχύτητα στο ελάχιστο.

Διερωτώμαστε πάντως αν, με την απόρριψη της μαρτυρίας του εφεσιβλήτου ότι η σύγκρουση έγινε στη δεξιά πλευρά όταν μάλιστα, καθώς ισχυριζόταν, είχε ήδη ευθυγραμμιστεί, και την αποδοχή της μαρτυρίας της εφεσείουσας ότι η σύγκρουση έγινε στην αριστερή πλευρά 10΄ από την άκρη, θα μπορούσε οποιοδήποτε δικαστήριο να στηριχθεί στην υπόλοιπη μαρτυρία του εφεσιβλήτου αναφορικά με τον τρόπο που προχώρησε διαμέσου της ουράς για να στρίψει δεξιά στον κύριο δρόμο. Εκείνο που παραμένει ως σταθερό γεγονός είναι ότι ο εφεσίβλητος, επιχειρώντας να διασταυρώσει και στρίβωντας δεξιά κατά τη στιγμή της σύγκρουσης, πέρασε με σχεδόν ολόκληρο το μήκος του αυτοκινήτου του από τη γραμμή πορείας της εφεσείουσας αφού η μοτοσυκλέτα συγκρούστηκε με το πισινό δεξιό φανάρι του αυτοκινήτου.

Κατά την άποψη μας, ευθύνη για την πρόκληση του ατυχήματος έφεραν και οι δύο οδηγοί. Η εφεσείουσα που προσπερνούσε ουρά αυτοκινήτων γνώριζε, σύμφωνα με τη μαρτυρία της, ότι υπήρχε άνοιγμα το οποίο ένωνε τον κύριο δρόμο με πλαγιόδρομο που εξυπηρετούσε εργοστάσιο της περιοχής, όπως επίσης γνώριζε ότι ήταν ώρα που σχόλανε το προσωπικό και ήταν ενδεχόμενο κάποιος με αυτοκίνητο να βρισκόταν στο άνοιγμα για να εισέλθει στον κύριο δρόμο. Επομένως, ενώ όφειλε να ήταν ιδιαίτερα προσεκτική ενόψει και της φύσης του εγχειρήματος - του προσπεράσματος ουράς αυτοκινήτων - η ταχύτητα της, που ήταν 30 χ.α.ω., δεν μας φαίνεται να της επέτρεπε να αντιμετωπίσει ευχερώς την απότομη εμφάνιση τέτοιου είδους κινδύνου.

Η απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Βίκης ν. Νεοφύτου (1990) 1 Α.Α.Δ. 345, στην οποία μας παρέπεμψε ο συνήγορος της εφεσείουσας, όπου κρίθηκε ότι μοτοσυκλετιστής που προσπερνούσε ουρά αυτοκινήτων δεν έφερε ευθύνη όταν αυτοκίνητο, που εισήλθε απρόσμενα και απότομα στον κύριο δρόμο από χώρο στάθμευσης οικίας στην αριστερά πλευρά, του απέκοψε την πορεία, διακρίνεται από δύο τινά: πρώτο, ότι δεν υπήρχε εκεί ένδειξη ότι κάποιος θα μπορούσε να βγει από τα αριστερά. και, δεύτερο, ότι ο μοτοσυκλετιστής προσπερνώντας την ουρά προχωρούσε προς διασταύρωση φώτων με πρόθεση να στρίψει δεξιά. Θα πρέπει όμως να αναφερθούμε και στο αντίθετο αποτέλεσμα στην Clarke v. Winchurch & others (1969) 1 All E.R. 275 (C.A.) όπου η πλειοψηφία έκρινε πως εκεί, αποκλειστική ευθύνη έφερε ο μοτοσυκλετιστής που προσπερνούσε, αφού ο οδηγός του αυτοκινήτου που κινήθηκε διαμέσου του κενού σε ουρά αυτοκινήτων όταν ένα από εκείνα σταμάτησε και ο οδηγός του έκαμε σχετικό σήμα, ξεπρόβαλε - όπως θεωρήθηκε - προσεκτικά και αργά, παρέχοντας έτσι προειδοποίηση σε οποιοδήποτε μπορεί να προσπερνούσε. Το ίδιο αποδόθηκε αποκλειστική ευθύνη στον προσπερνούντα μοτοσυκλετιστή στην H.L. Motorworks (Willesden) Ltd v. Alwahbi (1977) R.T.R. 276 στην οποία μας παρέπεμψε η συνήγορος του εφεσιβλήτου. Εκεί όμως ο μοτοσυκλετιστής προσπερνούσε δύο σταματημένα οχήματα που βρίσκονταν το ένα δίπλα στο άλλο και κρατούσε ο ίδιος τη δεξιά πλευρά που χωριζόταν με συνεχή άσπρη γραμμή, ενώ ο οδηγός του ξεπροβάλλοντος αυτοκινήτου είχε προχωρήσει με κάθε προσοχή. Τέλος, να αναφέρουμε και τη Worsfold v. Howe (1980) 1 All E.R. 1028 όπου συζητήθηκε η Clarke v. Winchurch & others (ανωτέρω). Ο πρωτόδικος δικαστής θεώρησε πως ήταν υποχρεωμένος να ακολουθήσει το αποτέλεσμα της υπόθεσης εκείνης αφού υπήρχε ομοιότητα στα ουσιώδη περιστατικά τους. Το Αγγλικό Εφετείο επανέλαβε ότι η κάθε περίπτωση πρέπει να κρίνεται ανάλογα με τις δικές της ιδιαιτερότητες και ενώ το αποτέλεσμα σε άλλες παρόμοιες περιπτώσεις μπορεί να προσφέρει κάποια καθοδήγηση, δεν εκφράζει εντούτοις αρχή δικαίου. Το ίδιο άλλωστε υπέδειξε και το δικό μας Εφετείο στη Μίσιης ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 6287, ημερ. 28 Νοεμβρίου 1997.

Στην προκείμενη περίπτωση ο εφεσίβλητος ήταν, κατά την κρίση μας, αμελής. Γιατί ήταν προβλεπτό το προσπέρασμα από μοτοσυκλέτα. Είναι στους δρόμους μας σήμερα όχι μόνο γνωστό αλλά και συχνό φαινόμενο. Και όφειλε, έχοντας το αυτό κατά νου, να έβγαινε διαμέσου της ουράς των αυτοκινήτων με κάθε δυνατή προφύλαξη: να ξεπρόβαλλε με πολύ αργό ρυθμό και, σε πρώτο στάδιο, σε μόνο μικρό βαθμό. ακόμα και να σταματούσε, έστω για λίγο, για να δώσει την ευκαιρία σε οδηγό που προσπερνούσε να τον αντιληφθεί ώστε να λάβει μέτρα αποφυγής της σύγκρουσης. και όχι να παρεμβάλει απότομα ολόκληρο το μήκος του αυτοκινήτου του μπροστά στη μοτοσυκλέτα, αποκόπτοντας την πορεία της και καθιστώντας αναπόφευκτη τη σύγκρουση.

Ο καταμερισμός ευθύνης αποτελεί κατά πρώτο λόγο έργο του πρωτόδικου δικαστηρίου. Η επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται μόνο όπου προκύπτει φανερό σφάλμα είτε από την εφαρμογή εσφαλμένης αρχής δικαίου είτε από την παραγνώριση ουσιώδους γεγονότος ή παράγοντα: βλ. τη Γεωργίου κ.α. ν. Πιερίδη, Πολ. Έφ. 8959, ημερ. 23 Σεπτεμβρίου 1997, όπου γίνεται αναφορά στη νομολογία. Το πρωτόδικο σφάλμα επί του προκειμένου είναι νομίζουμε προφανές. Τα κύρια από τα όσα θα έπρεπε να είχαν ληφθεί υπόψη τα εκθέσαμε. Πάντως ο καταμερισμός ευθύνης παραμένει σε τέτοιες περιπτώσεις εγχείρημα δύσκολο. Αποκτά δε εδώ ιδιαίτερη σημασία η παρατήρηση του δικαστή Wright στην British Fame (Owners) v. Macgregor (Owners) (1943) A.C. 197 (σελ. 201) σχετικά με τον καταμερισμό ότι: "It involves an individual choice or discretion, as to which there may well be differences of opinion by different minds."

Αφού συνεκτιμήσαμε το καθετί όσο καλύτερα μπορούμε, καταλήξαμε ότι ο εφεσίβλητος έφερε ευθύνη κατά 60% και η εφεσείουσα συντρέχουσα αμέλεια κατά 40%.

Και τώρα για το ύψος των γενικών αποζημιώσεων. Η εφεσείουσα, ηλικίας τότε 20 ετών, υπέστη τις ακόλουθες κακώσεις οι οποίες εκτίθενται σε πιστοποιητικό - στην Αγγλική - ημερ. 22 Νοεμβρίου 1988 που ετοίμασε ο θεράπων ιατρός της, ορθοπεδικός χειρούργος Λ. Λοίζου και τις οποίες ο Δρ. Κ. Κωνσταντινίδης, επίσης ορθοπεδικός χειρούργος, ο οποίος την εξέτασε στις 14 Μαΐου 1990, μετέφερε σε πιστοποιητικό που εκείνος ετοίμασε στην ελληνική:

"1. Επιπλεγμένο κάταγμα της πρώτης φάλαγγος του δεξιού τετάρτου δακτύλου με εμπλοκή της αρθριτικής επιφανείας της 1ης φαλαγγικής αρθρώσεως.

2. Κάταγμα της τελευταίας φάλαγγος του δεξιού 3ου δακτύλου.

3. Θλαστικόν τραύμα της ραχιαίας επιφανείας της δεξιάς χειρός μεταξύ της περιοχής του 4ου και 5ου μετακαρπίου.

4. Επιπεπλεγμένο κάταγμα του δεξιού 5ου μετακαρπίου.

5. Αίμαρθρον δεξιού γόνατος.

6. Δύο μικρά θλαστικά τραύματα προσθίας επιφανείας του δεξιού γόνατος.

7. Μικρόν θλαστικόν τραύμα, με μερικήν απώλειαν μαλακών μορίων της άκρης του δεξιού 3ου δακτύλου του άκρου ποδός."

 

Καθώς δηλώθηκε, τα εν λόγω πιστοποιητικά απεικόνιζαν την κατάσταση της εφεσείουσας κατά τον αντίστοιχο χρόνο εξέτασης και, συνακόλουθα, το μεν πρώτο εξηγούσε την πορεία της θεραπείας, το δε άλλο περιείχε τις διαπιστώσεις ως προς τα κατάλοιπα. Στο πρώτο επισημαίνεται η σοβαρότητα του τραυματισμού στο δεξιό χέρι και δεξιό γόνατο. περιγράφεται τόσο η εγχείρηση κατά την οποία, υπό γενική αναισθησία, τοποθετήθηκαν σύρματα εσωτερικά για ακινητοποίηση των καταγμάτων όσο και η αφαίρεση τους, περίπου ένα μήνα αργότερα, υπό τοπική αναισθησία. εξηγείται η μετεγχειρητική πορεία με τη φυσιοθεραπεία που ακολούθησε. επιβεβαιώνεται ο αρχικά μεγάλος πόνος που σταδιακά μειώθηκε. και διατυπώνονται κάποιες εκτιμήσεις σχετικά με το τί αναμενόταν να παραμείνει ως ανικανότητα.

Ως προς τα κατάλοιπα, αυτά αντικαταστάθηκαν από τις διαπιστώσεις, ενάμισυ χρόνο αργότερα, του Δρ. Κωνσταντινίδη. Σύμφωνα με το πιστοποιητικό του οποίου υπήρχαν μόνο τα εξής αντικειμενικά κατάλοιπα:

"Ουλές

Υπάρχει ουλή μεγέθους 5 εκ περίπου στην ραχιαίαν επιφανεία του δεξιού 5ου μετακαρπίου.

Άλλη ουλή μεγέθους 2 εκ στην ραχιαίαν επιφανεία της πρώτης φάλαγγος του δεξιού τετάρτου δακτύλου.

Ουλή μεγέθους 3 εκ Χ 2 εκ φαίνεται στην εσωτερική πλευρά του δεξιού γόνατος και άλλες δύο μικρές πληγές στην ιδία περιοχή του (δ) γόνατος.

.................................. .................................................. .......

Δεξιό χέρι

.................................. .................................................. ......

Όλες οι άλλες κινήσεις του καρπού είναι φυσιολογικές όπως και αριστερά εκτός από την πρώτη φαλαγγική άρθρωση του δεξιού τετάρτου δακτύλου που υπάρχει 10 μοίρες έλλειψη της εκτάσεως αυτής.

Δηλαδή η κίνησις της αρθρώσεως αυτής είναι από 10° μέχρι 90° αντί να είναι 0° μέχρι 90°.

.................................. .................................................. ......"

 

Επισημαίνεται όμως ότι και υποκειμενικά η εφεσείουσα συνέχιζε να παραπονείται για "πόνο στην περιοχή του 5ου μετακαρπίου. και πόνο και μερική δυσκαμψία του δεξιού τετάρτου δακτύλου χειρός." Ας σημειωθεί ότι η εφεσείουσα απασχολείται σε περίπτερο ως βοηθός της μητέρας της.

Η συνήγορος του εφεσιβλήτου υπέβαλε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν απέδωσε όση θα έπρεπε σημασία στο πιστοποιητικό του Δρ. Κωνσταντινίδη σύμφωνα με το οποίο τα κατάλοιπα εκ του τραυματισμού ήταν λιγότερα από ό,τι ενωρίτερα είχε αναφέρει ο Δρ. Λοίζου. Εισηγήθηκε ότι το ποσό των £6.000 για γενικές αποζημιώσεις ήταν υπερβολικό. Παρέπεμψε σχετικά στη Manthopoulos Plastics Ltd v. Hadjiiosif (1983) 1 C.L.R. 291 όπου για πιο σοβαρό τραυματισμό στα δάκτυλα, με ακρωτηριασμό των φαλάγγων και επακόλουθο επηρεασμό στην καθημερινή ζωή κτλ. επιδικάστηκε ποσό £1.000 και πρότεινε πως ακόμα και με την αναγκαία νομισματική αναπροσαρμογή όπως και με την πιο φιλελεύθερη τάση που έχει επικρατήσει, το ποσό που εδώ επιδικάστηκε υπερέβαινε τη δίκαιη αποζημίωση.

Ο συνήγορος της εφεσείουσας αντέτεινε ότι με δεδομένη τη σύγχρονη τάση για απόδοση μεγαλύτερης, από ό,τι παλαιότερα, σημασίας στον πόνο, την ταλαιπωρία και τα κατάλοιπα που μειώνουν τις ανθρώπινες δυνατότητες, η επιδικασθείσα αποζημίωση ήταν λογική και όχι ψηλή σε βαθμό που να την καθιστούσε υπερβολική ώστε να δικαιολογείται επέμβαση.

Περιοριζόμαστε στην παρατήρηση ότι ο καθορισμός γενικών αποζημιώσεων δεν μπορεί να γίνεται με μέτρο απόλυτης ακρίβειας. Και δεν διακρίνουμε εδώ λόγο που να στηρίζει την άποψη ότι με τα δεδομένα της υπόθεσης και τη σύγχρονη αντίληψη για την αποτίμηση σωματικών βλαβών, δικαιολογείται η επέμβαση μας.

Η έφεση επιτυγχάνει. Αφού το σύνολο των αποζημιώσεων ανέρχεται σε £6.700 (£6.000 γενικές και £700 ειδική ζημία), το 60% της ευθύνης του εφεσιβλήτου αποδίδει προς όφελος της εφεσείουσας ποσό £4.020. Το οποίο αναλύεται σε £3.600 γενικές αποζημιώσεις και £420 ειδική ζημιά. Το ποσό των γενικών αποζημιώσεων θα φέρει τόκο προς 6% από 27 Νοεμβρίου 1989, ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής, μέχρι 27 Δεκεμβρίου 1995 που εκδόθηκε πρωτόδικα απόφαση. ενώ το ποσό της ειδικής ζημίας θα φέρει ομοίως τόκο από 27 Ιουνίου 1988, που προέκυψε το αγώγιμο δικαίωμα, μέχρι την έκδοση της πρωτόδικης απόφασης: βλ. το άρθρο 58Α του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου Κεφ. 148 (όπως τροποποιήθηκε) και τις αρχές που τέθηκαν στη Jefford and another v. Gee (1970) 1 All E.R. 1202. Μετά την ημερομηνία έκδοσης της πρωτόδικης απόφασης θα τρέχει βέβαια και για τα δύο ποσά ο προβλεπόμενος νόμιμος τόκος που, όπως υποδείξαμε πρόσφατα στην D & G Products Ltd v. Premixco Asphalting Company Limited, Πολ. Έφ. 10122, ημερ. 26 Φεβρουαρίου 1999, επιβάλλεται αυτόματα βάσει του άρθρου 33(2) του περί Δικαστηρίων Νόμου, (Ν. 14/1960) όπως τροποποιήθηκε: βλ. ιδιαίτερα εδώ τον τροποποιητικό Ν. 102(1)/96 αναφορικά με το νέο ύψος του νόμιμου τόκου μετά τις 29 Νοεμβρίου 1996.

Εκδίδεται απόφαση ανάλογα, με έξοδα, πρωτόδικα και της έφεσης υπέρ της εφεσείουσας.

 

 

 

 

 

Δ.

 

 

 

Δ.

 

 

 

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο