ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 1 ΑΑΔ 2004
29 Οκτωβρίου, 1998
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,
Εφεσείων-Eνάγων,
ν.
ΜΑΡΙΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Εφεσιβλήτου-Εναγομένου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 10116)
Αμέλεια — Τροχαίο ατύχημα — Συντρέχουσα αμέλεια — Eπιμερισμός ευθύνης — Μοτοποδήλατο κτύπησε στον αριστερό πισινό τροχό βυτιοφόρου, το οποίο το προσπερνούσε, όταν ο οδηγός του μοτοποδηλάτου έκαμε ελιγμό προς τα δεξιά στην προσπάθειά του να αποφύγει τη σύγκρουσή του με νεκρό σκύλο που βρισκόταν 0.60 εκατοστά από το αριστερό άκρο της ασφάλτου — Δρόμος διπλής κατεύθυνσης πλάτους 7.30 μέτρων με δύο λωρίδες κυκλοφορίας με άσπρη συνεχή και διακεκομμένη γραμμή — Σημείο σύγκρουσης 2.30 μέτρα από το αριστερό άκρο της ασφάλτου — Εύρημα ότι ο οδηγός του μοτοποδηλάτου υπείχε αποκλειστική ευθύνη — Αποφασίστηκε κατ' έφεση ότι το δυστύχημα ήταν το αποτέλεσμα συντρέχουσας αμέλειας και των δύο οδηγών — Η ευθύνη καθορίστηκε σε 60% για τον οδηγό του βυτιοφόρου και σε 40% για τον οδηγό του μοτοποδηλάτου.
Σε τροχαίο ατύχημα που έγινε στις 9.8.1993 στον παλαιό δρόμο Λευκωσίας - Λεμεσού, υπό συνθήκες που αναφέρονται στις πιο πάνω περιληπτικές σημειώσεις, το μοτοποδήλατο του εφεσείοντα (ενάγοντα) κτύπησε στον αριστερό πισινό τροχό του βυτιοφόρου που οδηγούσε ο εφεσίβλητος (εναγόμενος), με αποτέλεσμα τον τραυματισμό του. Κατά τη στιγμή της σύγκρουσης το βυτιοφόρο, πλάτους 2.30 μέτρων, βρισκόταν 1.35 μέτρα μέσα στην αριστερή λωρίδα του δρόμου, ενώ μέχρι το δεξιό άκρο της ασφάλτου, υπήρχαν άλλα 2.70 μέτρα.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού συμπέρανε ότι ο εφεσίβλητος πάντοτε κατά τη στιγμή της σύγκρουσης εκινείτο 1.50 - 2 μέτρα δεξιότερα του εφεσείοντα, έκρινε ότι ο εφεσίβλητος δεν υπείχε καμία ευθύνη για το δυστύχημα και πως την πλήρη ευθύνη έφερε ο εφεσείων.
Ο εφεσείων υπέβαλε έφεση κατά του επιμερισμού της ευθύνης και αμφισβήτησε την ορθότητα του ευρήματος του δικαστηρίου ότι ο εφεσίβλητος εκινείτο 1.50 - 2 μέτρα δεξιότερά του. Υποστήριξε ότι, με βάση την πραγματική μαρτυρία, την πλήρη ευθύνη για το δυστύχημα έφερε ο εφεσίβλητος για το λόγο ότι, στην προσπάθειά του να προσπεράσει το μοτοποδήλατο, οδηγούσε πολύ πλησίον του εφεσείοντα με αποτέλεσμα αυτός να κτυπήσει στο βυτιόφορο μόλις κινήθηκε δεξιότερα για να αποφύγει το σκύλο.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Οι οδηγοί και των δύο οχημάτων ευθύνονται για το ατύχημα. Ο μεν εφεσείων διότι, ενώ, σύμφωνα με τη μαρτυρία του, τη στιγμή που πρόσεξε το νεκρό σκύλο σε απόσταση 10 ή και περισσότερα μέτρα μπροστά του, ταυτόχρονα πρόσεξε και το βυτιόφορο να τον ακολουθεί, εν τούτοις δεν έκανε οποιαδήποτε ενέργεια, με το σηματοδότη ή με το χέρι, ώστε να προειδοποιήσει το βυτιοφόρο, προτού εκείνο αρχίσει να τον προσπερνά, ότι είχε πρόθεση να κινηθεί δεξιότερα για να αποφύγει τον σκύλο, ο δε εφεσίβλητος διότι οδηγούσε πολύ πλησίον του εφεσείοντα ενώ τον προσπερνούσε. Το δυστύχημα ήταν το αποτέλεσμα της συντρέχουσας αμέλειας και των δύο οδηγών. Η ευθύνη καθορίζεται σε 60% για τον εφεσίβλητο και 40% για τον εφεσείοντα.
2. Το ποσό των ειδικών αποζημιώσεων, ύστερα από συμφωνία των μερών, επί πλήρους ευθύνης, καθορίστηκε στις £400 και το ποσό των γενικών αποζημιώσεων καθορίστηκε από το Δικαστήριο σε £700 πάλιν επί πλήρους ευθύνης. Ενόψει του επιμερισμού της ευθύνης που αναφέρεται πιο πάνω, επιδικάζονται υπέρ του εφεσείοντα: (α) £420 ως γενικές αποζημιώσεις με τόκο 6% ετησίως από 9.8.1993 μέχρι 29.11.1996, ημερομηνία έναρξης της ισχύος του Νόμου 101(1) του 1996 και από 29.11.1996 με τόκο προς 8% ετησίως μέχρι τελικής αποπληρωμής και (β) £240 ως ειδικές αποζημιώσεις με τόκο προς 6% ετησίως για το ήμισυ της πιο πάνω περιόδου (9.8.1993 μέχρι 29.11.1996) και από 29.11.1996 με τόκο προς 8% μέχρι τελικής αποπληρωμής.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα τόσο πρωτόδικα, όσο και κατ' έφεση.
Aναφερόμενη υπόθεση:
Poullou v. Constantinou (1973) 1 C.L.R. 177.
Έφεση.
Έφεση από τον ενάγοντα κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Mεττούρης, E.Δ.), που δόθηκε στις 27 Oκτωβρίου, 1997 (Aρ. Aγωγής 7445/95), με την οποία κρίθηκε πως την πλήρη ευθύνη για την πρόκληση του τροχαίου ατυχήματος έφερε ο ενάγων και επιδικάστηκαν υπέρ αυτού £700 ως γενικές αποζημιώσεις και £400 ως ειδικές αποζημιώσεις επί πλήρους ευθύνης.
Π. Πετράκης, για τον Eφεσείοντα.
Στ. Ερωτοκρίτου, για τον Eφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γαβριηλίδης.
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Στις 9/8/1993, γύρω στις 2.00 μ.μ., προκλήθηκε τροχαίο δυστύχημα στο παλαιό δρόμο Λευκωσίας-Λεμεσού με εμπλεκόμενα οχήματα το βυτιοφόρο αυτοκίνητο GA 344, μήκους 7.60 και πλάτους 2.30 μέτρων, που οδηγούσε ο εφεσίβλητος με κατεύθυνση από Λευκωσία προς Λεμεσό, και το μοτοποδήλατο WY 246, μήκους 1.60 μέτρων και πλάτους 0.60 εκατοστών, που οδηγούσε ο εφεσείων προς την ίδια κατεύθυνση προπορευόμενος του εφεσίβλητου και τηρώντας, όπως και το βυτιοφόρο, την αριστερή πλευρά του δρόμου.
Όπως διαπίστωσε το πρωτόδικο δικαστήριο, ενώ τα δύο οχήματα εχώριζε απόσταση γύρω στα 30 μέτρα, ο εφεσίβλητος κινήθηκε προς τα δεξιά και, αφού πλησίασε τον εφεσείοντα, πήρε το κέντρο περίπου του δρόμου και άρχισε να τον προσπερνά. Προτού ολοκληρωθεί πλήρως το προσπέρασμα ο εφεσείων έκανε ένα ελιγμό προς τα δεξιά στην προσπάθεια του να αποφύγει τη σύγκρουση του με νεκρό σκύλο που βρισκόταν μέσα στην άσφαλτο, 0.60 εκατοστά από το αριστερό άκρο της ασφάλτου. Η ενέργεια αυτή του εφεσείοντα είχε ως αποτέλεσμα να χτυπήσει το μοτοποδήλατο του πάνω στον αριστερό πισινό τροχό του βυτιοφόρου με επακόλουθο τον τραυματισμό του.
Από την πραγματική μαρτυρία, που αποδέχτηκε το πρωτόδικο δικαστήριο, προέκυψε ότι το συνολικό πλάτος του δρόμου, που είναι διπλής κατεύθυνσης, είναι 7.30 μέτρα και χωρίζεται σε δύο λωρίδες με άσπρη συνεχή και διακεκομμένη γραμμή. Κάθε λωρίδα έχει πλάτος 3.65 μέτρα. Το σημείο σύγκρουσης των δύο οχημάτων απείχε από το αριστερό άκρο της ασφάλτου 2.30 μέτρα. Κατά τη στιγμή της σύγκρουσης το βυτιοφόρο που, όπως σημειώσαμε, είχε πλάτος 2.30 μέτρα, βρισκόταν 1.35 μέτρα μέσα στην αριστερή λωρίδα του δρόμου και 0.95 εκατοστά μέσα στη δεξιά λωρίδα του δρόμου ενώ, μέχρι το δεξιό άκρο της ασφάλτου, υπήρχαν άλλα 2.70 μέτρα.
Με βάση τα πιο πάνω δεδομένα το πρωτόδικο δικαστήριο, αφού συμπέρανε ότι ο εφεσίβλητος, πάντοτε κατά τη στιγμή της σύγκρουσης, εκινείτο 1.50 έως 2 μέτρα δεξιότερα του εφεσείοντα, έκρινε ότι ο εφεσίβλητος δεν υπείχε καμμία ευθύνη για το δυστύχημα και πως την πλήρη ευθύνη έφερε ο εφεσείων ο οποίος, στην προσπάθεια του να αποφύγει το σκύλο, ελίχθηκε προς τα δεξιά με αποτέλεσμα να προσκρούσει στον αριστερό πισινό τροχό του βυτιοφόρου.
Κατά την ενώπιον μας αγόρευση του ο συνήγορος του εφεσείοντα, αφού αμφισβήτησε την ορθότητα του ευρήματος του δικαστηρίου ότι ο εφεσίβλητος εκινείτο 1.50 έως 2 μέτρα δεξιότερα του εφεσείοντα, υποστήριξε ότι, με βάση την πραγματική μαρτυρία, την πλήρη ευθύνη για το δυστύχημα έφερε ο εφεσίβλητος για το λόγο ότι, στην προσπάθεια του να προσπεράσει το μοτοποδήλατο, οδηγούσε πολύ πλησίον του εφεσείοντα με αποτέλεσμα αυτός να χτυπήσει στο βυτιοφόρο μόλις κινήθηκε δεξιότερα για να αποφύγει το σκύλο. Επικαλέσθηκε σχετικά την υπόθεση Poullou v. Constantinou (1973) 1 C.L.R. 177.
Η συνήγορος του εφεσίβλητου υιοθέτησε την απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου. Αφού υποστήριξε ότι αποκλειστική αιτία του δυστυχήματος ήταν ο προς τα δεξιά ελιγμός του εφεσείοντα, πρόσθεσε ότι, όπως είχαν τα γεγονότα, το δυστύχημα δεν θα απεφεύγετο έστω και αν το βυτιοφόρο εκινείτο ακόμα δεξιότερα του εφεσείοντα.
Δεν συμφωνούμε ούτε με τη θέση του συνήγορου του εφεσείοντα ούτε με τη θέση του συνήγορου του εφεσίβλητου. Έχουμε την άποψη ότι για το δυστύχημα ευθύνονται για αμέλεια τόσο ο εφεσείων όσον και ο εφεσίβλητος. Ευθύνεται ο εφεσείων διότι, ενώ, σύμφωνα με τη μαρτυρία του, τη στιγμή που πρόσεξε το νεκρό σκύλο σε απόσταση 10 ή και περισσότερων μέτρων μπροστά του, ταυτόχρονα πρόσεξε και το βυτιοφόρο να τον ακολουθεί, εν τούτοις δεν προχώρησε σε οποιαδήποτε ενέργεια, με το σηματοδότη ή με το χέρι, ώστε να προειδοποιήσει το βυτιοφόρο, προτού εκείνο αρχίσει να τον προσπερνά, ότι είχε την πρόθεση να κινηθεί δεξιότερα για να αποφύγει το σκύλο. Ευθύνεται όμως και ο εφεσίβλητος. Ως έχει η πραγματική μαρτυρία, η απόσταση που τήρησε από το μοτοποδήλατο ενώ το προσπερνούσε είναι ζήτημα αν εκυμαίνετο γύρω στο 1 μέτρο. Αν ληφθεί υπόψη το μέγεθος του βυτιοφόρου και το γεγονός ότι είναι λογικό να αναμένεται ότι ένα δίκυκλο όχημα, όπως το μοτοποδήλατο, είναι εύκολο να έχει σε κάποια στιγμή απόκλιση από την ευθεία πορεία σε συνάρτηση με το γεγονός ότι ο εφεσίβλητος είχε τη δυνατότητα να κινηθεί πολύ δεξιότερα, αφού μεταξύ της δεξιάς πλευράς του και του δεξιού άκρου της ασφάλτου μεσολαβούσαν 2.70 μέτρα, το συμπέρασμα είναι ότι, υπό τις περιστάσεις, ο εφεσίβλητος οδηγούσε πολύ πλησίον του εφεσείοντα ενώ τον προσπερνούσε. Το κατά πόσο το δυστύχημα δεν θα απεφεύγετο έστω και αν το βυτιοφόρο εκινείτο ακόμα δεξιότερα, όπως υπεστήριξε η συνήγορος του εφεσίβλητου, είναι καθαρά ζήτημα πιθανολόγησης πάνω στο οποίο δεν θα εκφράσουμε άποψη.
Με βάση τις πιο πάνω παρατηρήσεις μας ανατρέπουμε το εύρημα του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι για το δυστύχημα υπείχε πλήρη ευθύνη ο εφεσείων. Ευρίσκουμε ότι το δυστύχημα ήταν το αποτέλεσμα της συντρέχουσας αμέλειας και των δύο οδηγών. Καθορίζουμε την ευθύνη στο 60% για τον εφεσίβλητο και στο 40% για τον εφεσείοντα.
Ύστερα από συμφωνία μεταξύ των μερών, το ποσό που θα εδικαιούτο ο εφεσείων υπό μορφή ειδικών αποζημιώσεων, επί πλήρους ευθύνης, καθορίστηκε στις £400. Το ποσό των £700 καθορίστηκε από το δικαστήριο ως το εύλογο ποσό που θα εδικαιούτο ο εφεσείων υπό μορφή γενικών αποζημιώσεων, πάντοτε επί πλήρους ευθύνης.
Ενόψει του καταμερισμού της ευθύνης, όπως τον καθορίσαμε, επιδικαζόνται υπέρ του εφεσείοντα τα ακόλουθα ποσά:-
(α) £420 ως γενικές αποζημιώσεις με τόκο προς 6% ετήσια από την ημερομηνία που εγεννήθη το αγώγιμο δικαίωμα, δηλαδή από 9/8/1993, μέχρι 29/11/1996, ημερομηνία έναρξης της ισχύος του Νόμου 101(Ι) του 1996, και από 29/11/1996 με τόκο προς 8% ετήσια μέχρι τελικής αποπληρωμής.
(β) £240 ως ειδικές αποζημιώσεις με τόκο προς 6% ετήσια για το ήμισυ της πιο πάνω περιόδου (9/8/1993 μέχρι 29/11/1996) και από 29/11/1996 με τόκο προς 8% μέχρι τελικής αποπληρωμής.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα στην ανάλογη κλίμακα πρωτόδικα και κατ' έφεση.
H έφεση επιτρέπεται με έξοδα τόσο πρωτόδικα, όσο και κατ' έφεση.