ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 1 ΑΑΔ 341
20 Φεβρουαρίου, 1998
[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]
ΕΥΑΝΘΙΑ Α. ΚΑΣΑΠΗ,
Εφεσείουσα,
v.
1. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΦΕΣΣΑ,
2. ΔΩΡΑΣ ΚΑΣΙΟΥΛΗ,
(ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΩΝ ΤΗΣ
ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΟΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΚΑΣΙΟΥΛΗ),
Εφεσιβλήτων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 9600)
Παραγραφή — Θανατηφόρο τροχαίο ατύχημα — Παραγραφή αγώγιμου δικαιώματος για αποζημιώσεις μετά την πάροδο δύο ετών από το θάνατο του αποβιώσαντος — Άρθρο 58(20) του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 156/85 — Το Άρθρο 15Α του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλεια υπέρ Τρίτου) Νόμου, Κεφ. 333 για παραγραφή αξιώσεων, σχετίζεται μόνο με το δικαίωμα για ασφαλιστική κάλυψη ώστε να καθίσταται δυνατή η ικανοποίηση δικαστικών αποφάσεων — Σκιαγράφηση του ευρύτερου πεδίου στο οποίο εντάσσεται το πρόβλημα.
Στις 6/11/86 ο αποβιώσας τραυματίστηκε κρίσιμα από αυτοκίνητο που οδηγούσε η εφεσείουσα-εναγόμενη και απεβίωσε την επομένη. Στις 10/2/89 οι διαχειριστές της περιουσίας του καταχώρησαν αγωγή με την οποία αξίωναν αποζημιώσεις προς όφελος τόσο της περιουσίας, όσο και των εξαρτωμένων. Ενόψει της πρόνοιας του Άρθρου 58(20) του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, το Επαρχιακό Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή, αφού αποδέκτηκε προδικαστική ένσταση της εφεσείουσας. Το Εφετείο επικρότησε την πρωτόδικη κατάληξη αλλά αντικατέστησε την απόρριψη με αναστολή της αγωγής, με απόφασή του ημερομηνίας 27/4/94.
Διαρκούσης της εκκρεμότητας της πιο πάνω έφεσης, με τον τροποποιητικό Νόμο 48(Ι)/93 ημερομηνίας δημοσίευσης 19/11/93, τροποποιήθηκε το Άρθρο 15Α του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλεια Υπέρ Τρίτου) Νόμου, Κεφ. 333 έτσι ώστε να μετατίθεται η ημερομηνία έναρξης της σχετικής διετούς περιόδου στην 1/1/92. Οι διαχειριστές στις 7/12/93 καταχώρησαν εναντίον της εφεσείουσας νέα αγωγή όμοια σε αντικείμενο με την προηγούμενη. Η εφεσείουσα αντιτάχθηκε στη νέα αγωγή θέτοντας προδικαστικά ζήτημα παραγραφής βάσει του Άρθρου 58(20) του Κεφ. 148, όπως και ζήτημα δεδικασμένου ή εναλλακτικά, κατάχρησης διαδικασίας. Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι η περίπτωση διέπεται από το Άρθρο 15Α του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλεια Υπέρ Τρίτου) Νόμου, όπως τροποποιήθηκε, ότι δεδικασμένο δεν υπήρχε εφόσον η προηγούμενη αγωγή δεν είχε απορριφθεί αλλά είχε απλώς ανασταλεί και ότι η καταχώρηση της δεύτερης αγωγής δεν αποτελούσε κατάχρηση διαδικασίας ενόψει της τροποποίησης του Νόμου. Η εφεσείουσα προσέβαλε την απόφαση.
Αποφασίστηκε ότι:
Το Άρθρο 15Α συναρτάται με ότι προορίζεται να εξυπηρετήσει ο Νόμος στον οποίο εντάσσεται. Και δεν αποβλέπει παρά μόνο σε περιορισμό της υποχρέωσης ασφαλιστών, όπως ο Νόμος την προβλέπει, για την ικανοποίηση δικαστικών αποφάσεων. Προϋπόθεση για την υποχρέωση είναι πλέον η έγερση αγωγής κατά του αδικοπραγούντα "μέσα σε δύο χρόνια από την ημέρα του ατυχήματος". Καθώς όμως ρητά αναφέρεται στο Άρθρο 15Α, αυτό είναι μόνο "..... για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ...". Αφήνεται έτσι ανοικτή η δυνατότητα έγερσης αγωγής εναντίον αδικοπραγούντα εντός του χρόνου του προβλεπομένου για την παραγραφή του ουσιαστικού δικαιώματος, χωρίς ωστόσο το ωφέλημα της ασφαλιστικής προστασίας που παρέχει αυτός ο Νόμος.
Στην προκείμενη περίπτωση, που αφορά το δικαίωμα καθαυτό εναντίον προβαλλόμενου ως αδικοπραγούντα, την περίοδο παραγραφής την ορίζει το Άρθρο 58(20) του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου. Η αγωγή των εφεσιβλήτων ήταν λοιπόν εκπρόθεσμη ως καταχωρηθείσα μετά τη λήξη της εφαρμοστέας περιόδου παραγραφής την οποία ορίζει το Άρθρο 58(20) του Κεφ. 148.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα τόσο πρωτόδικα όσο και κατ' έφεση. Η αγωγή αναστέλλεται.
Aναφερόμενη υπόθεση:
Φεσσάς κ.ά. v. Κασάπη (1994) 1 Α.Α.Δ. 337.
Έφεση.
Έφεση από την εναγόμενη κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Nικολάου, A.E.Δ.) που δόθηκε στις 7 Δεκεμβρίου, 1996 (Aρ. Aγωγής 11796/93) με την οποία απορρίφθηκε η προδικαστική της ένσταση αναφορικά με την παραγραφή του δικαιώματος έγερσης αγωγής, βάσει του Άρθρου 58(20) του περί Aστικών Aδικημάτων Nόμου, Κεφ. 148, όπως έχει τροποποιηθεί από το Ν. 156/85.
Χρ. Κληρίδης, για την Εφεσείουσα.
Γ. Τριανταφυλλίδης, για τους Εφεσιβλήτους.
Cur. adv. vult.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάου, Δ.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Το βράδυ της 6 Νοεμβρίου 1986 ο Κυριάκος Κασιουλής, τέως εκ Λευκωσίας, τραυματίστηκε κρίσιμα όταν κτυπήθηκε σε δρόμο στη Λευκωσία από αυτοκίνητο που οδηγούσε η εφεσείουσα και απεβίωσε την επομένη.
Στις 10 Φεβρουαρίου 1989 οι διαχειριστές της περιουσίας του καταχώρησαν στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας την αγωγή με αρ. 1331/89 με την οποία αξίωναν αποζημιώσεις προς όφελος τόσο της περιουσίας, δυνάμει του άρθρου 34 του περί Διαχείρισης Κληρονομιών Αποθανόντων Νόμου, Κεφ. 189, όσο και των εξαρτωμένων, δυνάμει του άρθρου 58 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148, όπως είχε τροποποιηθεί (βλ. Ν. 156/85).
Η καταχώρηση ήταν εκπρόθεσμη. Το άρθρο 58(20) του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου προβλέπει ότι:
"Η αγωγή πρέπει να εγείρεται εντός δύο ετών από το θάνατο του αποβιώσαντος."
Στις 11 Σεπτεμβρίου 1990 το Επαρχιακό Δικαστήριο, εγερθέντος προδικαστικά του σημείου, απέρριψε ενόψει της εν λόγω πρόνοιας την αγωγή. Οι διαχειριστές άσκησαν έφεση στην οποία έθεσαν προς εξέταση ζήτημα ερμηνείας της πρόνοιας σε συσχετισμό με άλλες για την παραγραφή, όπως και ζήτημα συνταγματικότητας. Το Εφετείο, με απόφαση ημερ. 27 Απριλίου 1994, επικρότησε την πρωτόδικη κατάληξη ότι το δικαίωμα είχε παραγραφεί αλλά αντικατέστησε την απόρριψη με αναστολή της αγωγής.
Διαρκούσας της εκκρεμότητας της έφεσης εισήχθη στον περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλεια Υπέρ Τρίτου) Νόμο, Κεφ. 333, διάταξη - το νέο άρθρο 15Α - για "παραγραφή αξιώσεων" καθώς αναφέρεται στον πλαγιότιτλο. Αυτό έγινε με τον τροποποιητικό Ν. 206/91 που δημοσιεύτηκε στις 22 Νοεμβρίου 1991. Εν συνεχεία, με τον τροποποιητικό Ν. 48(1)/93 ημερ. δημοσίευσης 19 Νοεμβρίου 1993, η διάταξη αντικαταστάθηκε με νέα, αποτέλεσμα της οποίας ήταν η μετάθεση της ημερομηνίας έναρξης της σχετικής διετούς περιόδου από 22 Νοεμβρίου 1991 στην 1 Ιανουαρίου 1992. Παραθέτουμε την τελευταία διάταξη:
"15Α. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου γενικού ή ειδικού νόμου, οποιαδήποτε αγωγή για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου κατά του αδικοπραγούντα πρέπει να εγείρεται μέσα σε δύο χρόνια από την ημέρα του ατυχήματος:
Νοείται ότι για ατυχήματα που συνέβησαν πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλεια Υπέρ Τρίτου) (Τροποποιητικού) Νόμου του 1991, η περίοδος υπολογισμού των δύο ετών θα αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 1992."
Οι διαχειριστές, θεωρώντας ότι η νέα αυτή διάταξη τους παρείχε πλέον τη δυνατότητα έγερσης αγωγής μέχρι την 31 Δεκεμβρίου 1993 - δύο έτη από 1 Ιανουαρίου 1992 - έσπευσαν και στις 7 Δεκεμβρίου 1993, με επιφυλαγμένη την προαναφερθείσα απόφαση του Εφετείου, καταχώρησαν εναντίον της εφεσείουσας την αγωγή αρ. 11796/93, όμοια σε αντικείμενο με την προηγουμένως καταχωρηθείσα, ώστε να μην απωλεσθεί η ευκαιρία. Η απόφαση του Εφετείου δόθηκε, καθώς είπαμε, στις 27 Απριλίου 1994.
Η εφεσείουσα αντιτάχθηκε στη νέα αγωγή. Έθεσε προδικαστικά για εξέταση ζήτημα και πάλι παραγραφής στη βάση του άρθρου 58(20) του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, ως του ρυθμίζοντος την περίπτωση, όπως και ζήτημα δεδικασμένου ή εναλλακτικά, κατάχρησης διαδικασίας. Το Επαρχιακό Δικαστήριο κατέληξε, με την εκκαλούμενη απόφαση, ότι η περίπτωση διέπεται από το άρθρο 15Α του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλεια Υπέρ Τρίτου) Νόμου, όπως τροποποιήθηκε, ότι δεδικασμένο δεν υπήρχε εφόσον η προηγούμενη αγωγή δεν είχε απορριφθεί αλλά είχε απλώς ανασταλεί και ότι η καταχώρηση της δεύτερης αγωγής δεν αποτελούσε κατάχρηση διαδικασίας ενόψει της τροποποίησης του νόμου, χωρίς ωστόσο να συνυπολογίσει σε σχέση με αυτό το τελευταίο τη δυνατότητα - αν πράγματι η αξίωση θα μπορούσε να προωθηθεί - διαβήματος για άρση της αναστολής της πρώτης αγωγής αντί της καταχώρησης ταυτόσημης νέας.
Η υπόθεση κρίνεται με αναφορά στο ζήτημα της παραγραφής. Θα ήταν ίσως χρήσιμη μια σκιαγράφηση του ευρύτερου πεδίου στο οποίο εντάσσεται το πρόβλημα. Σε σχέση με τα δικαιώματα που παρέχει το άρθρο 58 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου για αποζημιώσεις, υπήρχε εξ αρχής ειδική πρόνοια για την παραγραφή μετά τη λήξη δώδεκα μηνών από τον θάνατο. Ως εκ τούτου ο περί Παραγραφής Νόμος, Κεφ. 15 δεν είχε εφαρμογή. Ακολούθως, ως αποτέλεσμα της έκρυθμης κατάστασης που δημιουργήθηκε κατά το τέλος του 1963, θεσπίστηκε ο περί Αναστολής της Παραγραφής Νόμος του 1964 (Ν. 57/64) που διαλάμβανε την αναστολή της παραγραφής την οποία προέβλεπαν οι μέχρι τότε θεσπισθέντες νόμοι. Τροποποιήθηκε με τον Ν. 36/82 που δεν επέφερε παρά μόνο μηχανιστικές, νέες ρυθμίσεις. Με τον Ν.156/85 που τέθηκε σε ισχύ από 1 Ιανουαρίου 1986, το άρθρο 58 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου αντικαταστάθηκε με νέο αντίστοιχο στο οποίο γίνεται πλέον πρόνοια, έξω από την εμβέλεια του περί Αναστολής της Παραγραφής Νόμου του 1964 (όπως τροποποιήθηκε) για παραγραφή εντός δύο ετών από τον θάνατο: βλ. την προαναφερθείσα απόφαση του Εφετείου στη Φεσσάς κ.α. v. Κασάπη (1994) 1 Α.Α.Δ. 337. Έχουμε ήδη παραθέσει το σχετικό κείμενο της πρόνοιας.
Την πρώτη αυτή περίπτωση μη αναστολής της παραγραφής ακολούθησε και δεύτερη με τον περί Παραγραφής (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμο του 1990 (Ν. 217/90) ως εξαίρεση στο καθεστώς που είχε θέσει ο περί Αναστολής της Παραγραφής Νόμος του 1964 (όπως τροποποιήθηκε). Προβλεπόταν ότι εκτός αν αποδείκνυε κανείς πως εξαιτίας της έκρυθμης κατάστασης δεν μπορούσε να προωθήσει αποτελεσματικά το αγώγιμο δικαίωμα του:
"Δεν εγείρεται αγωγή μετά την 31η Δεκεμβρίου 1993 για αποζημιώσεις λόγω αμέλειας αν η πράξη ή παράλειψη για την οποία εγείρεται έγινε πριν την 31η Οκτωβρίου 1984."
Τέλος, με τους τροποποιητικούς Ν. 206/91 και 48(Ι)/93 εισήχθη και η ήδη αναφερθείσα πρόνοια για παραγραφή στο πλαίσιο του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλεια Υπέρ Τρίτου) Νόμου, Κεφ. 333.
Ο συνήγορος της εφεσείουσας υποστήριξε τη θέση ότι την παρούσα περίπτωση τη διέπει το άρθρο 58(20) του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου γιατί σε αυτό είναι που θεμελιώνεται η βάση της αγωγής, με κρίσιμο μάλιστα γεγονός την έλευση θανάτου. Καθώς πρόσθεσε, η παραγνώριση αυτής της πραγματικότητας θα απέληγε, ανάλογα με την περίπτωση, σε μείωση της περιόδου ή ακόμα, όπου ο θάνατος επέρχεται μετά τη λήξη της, σε εξάλειψη του δικαιώματος. Εισηγήθηκε εξ άλλου ότι η παραγραφή στην οποία αναφέρεται το άρθρο 15Α του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλεια Υπέρ Τρίτου) Νόμου, σχετίζεται μόνο με το δικαίωμα που παρέχει το άρθρο 10 για ασφαλιστική κάλυψη ώστε να καθίσταται δυνατή η ικανοποίηση δικαστικών αποφάσεων όπου εκείνο έχει εφαρμογή.
Ο συνήγορος των εφεσιβλήτων εισηγήθηκε, από την άλλη μεριά, ότι το εν λόγω άρθρο 15Α, το οποίο με τη σαφήνεια του λεκτικού του δεν επιδεχόταν ερμηνευτικής προσέγγισης άλλης από την γραμματική, αποτελούσε μια νέα καθολική ρύθμιση της περιόδου παραγραφής για έγερση αγωγής σε όλες ανεξαίρετα τις περιπτώσεις ατυχημάτων σε σχέση με τις οποίες επιβάλλετο νομοθετικά η ασφαλιστική κάλυψη. Υπογράμμισε ότι ρητώς αναφέρεται σε αυτό ότι έχει εφαρμογή "Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου γενικού ή ειδικού νόμου ......". Πρότεινε εν συνεχεία τις εξής τρεις προϋποθέσεις για την εν προκειμένω νομιμοποίηση έγερσης αγωγής: α) η αγωγή να εδράζεται στο Κεφ. 333. β) το ατύχημα να έγινε πριν από τις 22 Νοεμβρίου 1993. και γ) η αγωγή να καταχωρήθηκε το αργότερο μέχρι 31 Δεκεμβριου 1993. Και πρόσθεσε τα εξής:
"Αν ικανοποιούνται οι τρεις πιο πάνω προϋποθέσεις η αγωγή μπορεί να προχωρήσει και το Δικαστήριο δεν πρέπει ούτε να εξετάσει για ποιο λόγο θεσπίσθηκε ο Νόμος 48(Ι)/93 ούτε τι είχε υπόψη του ο νομοθέτης ούτε και ποιες είναι οι συνέπειες της εφαρμογής του νόμου αυτού."
Το λεκτικό του άρθρου 15Α του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλεια Υπέρ Τρίτου) Νόμου, είναι όντως σαφές. Όμως το ερμηνευτικό έργο δεν εξαντλείται με αυτή τη διαπίστωση. Χρειάζεται η εν συνεχεία αντίκρυση της διάταξης από άποψης λειτουργίας της στο σύνολο του Νόμου στον οποίο εντάσσεται, ακόμα και ο συσχετισμός με άλλες. Συμφωνούμε με τη θέση του συνηγόρου της εφεσείουσας. Το άρθρο 15Α συναρτάται με ό,τι προορίζεται να εξυπηρετήσει ο Νόμος στον οποίο εντάσσεται. Και δεν αποβλέπει παρά μόνο σε περιορισμό της υποχρέωσης ασφαλιστών, όπως ο Νόμος την προβλέπει, για την ικανοποίηση δικαστικών αποφάσεων. Προϋπόθεση για την υποχρέωση είναι πλέον η έγερση αγωγής κατά του αδικοπραγούντα "μέσα σε δύο χρόνια από την ημέρα του ατυχήματος". Καθώς όμως ρητά αναφέρεται στο άρθρο 15Α, αυτό είναι μόνο "..... για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου .....". Αφήνεται έτσι ανοικτή η δυνατότητα έγερσης αγωγής εναντίον αδικοπραγούντα εντός του χρόνου του προβλεπομένου για την παραγραφή του ουσιαστικού δικαιώματος χωρίς ωστόσο το ωφέλημα της ασφαλιστικής προστασίας που παρέχει αυτός ο Νόμος.
Στην προκείμενη περίπτωση, που αφορά το δικαίωμα καθαυτό εναντίον προβαλλόμενου ως αδικοπραγούντα, την περίοδο παραγραφής την ορίζει το άρθρο 58(20) του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου. Το οποίο συνδέεται λειτουργικά με τη βάση αγωγής. Συμμεριζόμαστε την άποψη ότι δεν μπορεί να είναι νοητή η έναρξη περιόδου παραγραφής για την έγερση αγωγής πριν από την έλευση όλων των στοιχείων που συνθέτουν τη βάση της αγωγής γιατί αλλιώς το ουσιαστικό χρονικό διάστημα άσκησης του δικαιώματος θα εποίκιλε ανάλογα με το πότε θα προέκυπτε η στοιχειοθέτηση της βάσης αλλά και θα εκμηδενιζόταν εντελώς αν ένα από τα συστατικά - εδώ ο θάνατος - επερχόταν μετά τη λήξη της περιόδου. Το άρθρο 15Α του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλεια Υπέρ Τρίτου) Νόμου, με την πρόνοια για έναρξη της περιόδου από την ημερομηνία του ατυχήματος, αντιστρατεύεται αυτή την τάξη, όχι όμως ως προς τη διεκδίκηση του ουσιαστικού δικαιώματος αλλά ως προς την ικανοποίηση από ασφαλιστές, εκδοθησομένων δικαστικών αποφάσεων. Κι αυτό ως μέρος μιας νέας πολιτικής του νομοθέτη. Την οποία δεν θα σχολιάσουμε.
Η αγωγή των εφεσιβλήτων για την οποία γίνεται τώρα λόγος ήταν λοιπόν εκπρόθεσμη ως καταχωρηθείσα μετά τη λήξη της εφαρμοστέας περιόδου παραγραφής την οποία ορίζει το άρθρο 58(20) του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148, όπως τροποποιήθηκε.
Η έφεση επιτρέπεται. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Η αγωγή αναστέλλεται. Επιδικάζονται έξοδα υπέρ της εφεσείουσας, τόσο πρωτόδικα, όσο και έφεσης.
H έφεση επιτρέπεται με έξοδα τόσο πρωτόδικα όσο και κατ' έφεση. Η αγωγή αναστέλλεται.