ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 1 ΑΑΔ 1417
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 70/98.
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.
Αναφορικά με την Ex-Parte Αίτηση των (1) Κύρα Τσίμον, από τη
Λευκωσία και (2) Γιάννη Καλαβά, από τη Λευκωσία για τη χορήγηση
άδειας για την καταχώρηση αίτησης Προνομιακών Ενταλμάτων
CERTIORARI και PROHIBITION.
Αναφορικά με το ΄Αρθρο 155.4 του Συντάγματος, τα άρθρα 3, 9, 11
και 15 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου
του 1964 (Ν 33/64) και το ΄Αρθρο 19 του περί Δικαστηρίων Νόμου του
1960 (Ν 14/60).
Αναφορικά με την Αίτηση Διαχείρισης υπ΄ αρ. 265/92 του Επαρχιακού
Δικαστηρίου Λεμεσού:
Αναφορικά με τον περί Διαχειρίσεως Κληρονομιών Νόμον, Κεφ. 189
και
Αναφορικά με τον Γεώργιο Τσίμον, τέως από τη Λεμεσό,
Αποβιώσαντα.
____________________
30 Ιουλίου, 1998
.Για τους αιτητές: Κ. Χρυσοστομίδης με Αλ. Ταλιαδώρο.
_____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Στις 17.7.1998 το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού εξέδωσε απόφαση με την οποία διόρισε τους Κύρα Τσίμον και Γιάννη Καλαβά ("οι διαχειριστές") ως διαχειριστές της περιουσίας του αποβιώσαντος Γεώργιου Τσίμον διαρκούσης της διαχείρισης σε αντικατάσταση της αποβιώσασας διαχειρίστριας ΄Αγκνες Τσίμον. Στις 21.7.1998 οι Wilfrid Wortham και George Wortham κατέθεσαν μονομερή αίτηση με την οποία ζήτησαν αναστολή της εκτέλεσης της πιο πάνω απόφασης μέχρι την εκδίκαση της έφεσης. Την ίδια ημερομηνία το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού ("το πρωτόδικο δικαστήριο") εξέδωσε απόφαση ("το προσωρινό διάταγμα") με την οποία ανέστειλε την εκτέλεση της απόφασης ημερ. 17.7.1998 μέχρι την εκδίκαση της έφεσης, "εκτός εάν οι καθ΄ ων η αίτηση εμφανισθούν ενώπιον του Δικαστηρίου την 12.8
.1998 και δείξουν λόγο γιατί το παρόν διάταγμα να μην εξακολουθήσει να ισχύει".Στις 27.7.98 οι διαχειριστές καταχώρισαν την παρούσα αίτηση για χορήγηση άδειας:
1. Για καταχώριση αίτησης με την οποία θα ζητείται η έκδοση εντάλματος
Certiorari για παραπομπή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου για να
ακυρωθεί το προσωρινό διάταγμα ημερ. 21.7.98.
2. Για την καταχώριση αίτησης με την οποία θα ζητείται η έκδοση
εντάλματος Prohibition "με το οποίο να απαγορεύεται στο Επαρχιακό
Δικαστήριο Λεμεσού και/ή στον Πρόεδρο του Επαρχιακού Δικαστηρίου
κύριο Μ. Φωτίου να συνεχίσει την περαιτέρω εκδίκαση και/ή να επι-
ληφθεί της αίτησης ημερ. 21.7.98".
Με την ίδια αίτηση επιδιώκεται και η έκδοση δύο άλλων παρεπόμενων διαταγμάτων.
΄Ηταν η θέση των αιτητών ότι το πρωτόδικο δικαστήριο "υπερέβηκε την δικαιοδοσία και την εξουσία που του παρέχει ο Νόμος και/ή οι Κανονισμοί και εξέδωσε το διάταγμα ημερ. 21.7.98 καθ΄ υπέρβαση της δικαιοδοσίας και εξουσίας του και/ή με πλάνη νόμου πρόδηλη στα πρακτικά και στο διάταγμα του Δικαστηρίου 21.7.98 για δύο βασικά λόγους":
1. Το πρωτόδικο δικαστήριο αποδέκτηκε την μονομερή αίτηση ημερ. 21.7.98
παρά το γεγονός ότι "στην ένορκη δήλωση που την συνοδεύει αναφέρεται
ότι οι αιτητές είχαν πρόθεση να καταχωρήσουν έφεση". Σύμφωνα με την
Δ.35 θ.18 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών για
να είναι νόμιμη η καταχώρηση μιας αίτησης για αναστολή εκτέλεσης και
να μπορεί αυτή να εξεταστεί προαπαιτείται η καταχώριση έφεσης. Η
πρόθεση για καταχώριση έφεσης δεν είναι αρκετή.
2. Το πρωτόδικο δικαστήριο εκδίδοντας το προσωρινό διάταγμα εφάρμοσε
για δεύτερη φορά εσφαλμένα τη Δ.35 θ.18, στην οποία στηριζόταν η
αίτηση και ενήργησε με πλάνη νόμου και καθ΄ υπέρβαση της εξουσίας που του παρέχεται. Το πρωτόδικο δικαστήριο είχε "διακριτική εξουσία, είτε
να αποδεκτεί την αίτηση και να εκδώσει τελικό διάταγμα αναστολής
εκτέλεσης, είτε να απορρίψει την αίτηση, είτε να δώσει οδηγίες, δυνάμει
της Δ.48 θ.8(3), για να επιδοθεί η αίτηση στα επηρεαζόμενα πρόσωπα".
Στην προκείμενη περίπτωση το πρωτόδικο δικαστήριο υπερέβηκε τα όρια
της διακριτικής του εξουσίας που του παρέχει ο Νόμος και οι Κανονισμοί
και λανθασμένα εξέδωσε προσωρινό διάταγμα το οποίο όρισε επιστρεπτέο
την 12.8.98 "παραλείποντας να εφαρμόσει τις ορθές νομοθετικές και/ή
κανονιστικές διατάξεις της Δ.48 θ.8(1) (εε), (3) και (4)".
Στο στάδιο αυτό οι αιτητές βαρύνονται με την υποχρέωση να αποδείξουν ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως ή συζητήσιμη υπόθεση. Ωστόσο, αυτό δεν είναι αρκετό. Εκεί όπου προβλέπεται άλλο ένδικο μέσο σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, κάτω από εξαιρετικές περιστάσεις, είναι που δικαιολογείται η χορήγηση άδειας προς καταχώριση αίτησης για την έκδοση τέτοιου εντάλματος (Βλ. Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 4 - απόφαση της Ολομέλειας)
.Ενόψει αυτής της θέσης της νομολογίας, στη διάρκεια της αγόρευσης του ευπαίδευτου συνήγορου των αιτητών, το δικαστήριο επέστησε την προσοχή του
στις διατάξεις της Δ.48 θ.8(4) και ζήτησε τις απόψεις του αναφορικά με το κατά πόσο αποτελούν εναλλακτικό ένδικο μέσο. Ο ευπαίδευτος συνήγορος έδωσε αρνητική απάντηση. Υποστήριξε ότι η Δ.48 θ.8(4) δεν τυγχάνει εφαρμογής σε περιπτώσεις - όπως η παρούσα - στις οποίες δεν εξεδόθει οριστικό διάταγμα.
Η θέση του ευπαίδευτου συνήγορου δεν βρίσκει έρεισμα στο λεκτικό της Δ.48 θ.8(4) και στη Νομολογία. ΄Οπως έχει νομολογηθεί ακόμη και στις περιπτώσεις επιστρεπτέου συντηρητικού διατάγματος ο ενδιαφερόμενος διάδικος έχει δικαίωμα να προστρέξει στην Δ.48 θ.8(4) προκειμένου να προσβάλει διάταγμα το οποίο εκδόθηκε μονομερώς. Αυτό το δικαίωμα ή δυνατότητα λειτουργίας της Δ.48 θ.8(4) παρέχεται και "εκεί όπου διάταγμα εκδόθηκε σε μονομερή αίτηση αναγόμενη έξω από την σφαίρα της παραγ. 1 του θ.8 της Δ.48" (Βλ. ΄Ελληνας ν. Χριστοδούλου κ.α. (1995) 1 Α.Α.Δ. 438, 444, 445, και HadjiSoteriou (1986) 1 C.L.R. 429. Βλ. και Αίγλη Κωνσταντινίδου κ.α. (1992) 1 (Β) Α.Α.Δ. 853 στην οποία δεν χορηγήθηκε άδεια ακριβώς εξ αιτίας της Δ.48 θ.8(4))
.Έχω λοιπόν την άποψη πως η λειτουργία της Δ.48 θ.8(4) δεν περιορίζεται από τον παράγοντα που έχει επικαλεστεί ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών. Η εμβέλεια της Δ.48 θ.8(4) καλύπτει όλο το φάσμα των διαταγμάτων που εκδίδονται μετά από μονομερή αίτηση περιλαμβανομένου και του επίδικου διατάγματος. Για μετριασμό των τυχόν επιπτώσεων από την έκδοση διαταγμάτων μονομερώς και την επίλυση της διαφοράς σε πρώτο βαθμό από το πρωτόδικο δικαστήριο η σοφία του Νομοθέτη έχει οδηγήσει στη θέσπιση της Δ.48 θ.8(4). Η δυνατότητα επίλυσης της διαφοράς από το πρωτόδικο δικαστήριο αποτελεί ένα ενδεδειγμένο διαδικαστικό μέτρο το οποίο προάγει τους σκοπούς της δικαιοσύνης. Μόνο όταν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις είναι πρόσφορη η αδρανοποίηση της Δ.48 θ.8(4) και η επίκληση της διαδικασίας των προνομιακών διαταγμάτων. Η ύπαρξη του ένδικου μέσου που προσφέρεται από τη Δ.48 θ.8(4) λειτουργεί εναντίον της χορήγησης της αιτούμενης άδειας. Δεν έχει τεθεί οτιδήποτε ενώπιον του δικαστηρίου που να κατατάσσει την παρούσα υπόθεση στις σπάνιες και εξαιρετικές περιπτώσεις που θα δικαιολογούσαν την χορήγηση της άδειας παρά την ύπαρξη άλλου ένδικου μέσου.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Π. ΚΑΛΛΗΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.