ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 1 ΑΑΔ 1122
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 9641
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗ, ΚΡΑΜΒΗ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, ΔΔ.
Ερμογένης Κυριάκου Χριστοδούλου, από την Επισκοπή,
Εφεσείων-εναγόμενος,
- ν -
Γιαννάκη Περικλέους, από την Επισκοπή,
Εφεσίβλητου-ενάγοντα.
- - - - - -
25 Μαϊου, 1998
.Για τον εφεσείοντα: κ. Στ. Παύλου και κα Μ. Προκοπίου.
Για τον εφεσίβλητο: κ. Ν. Πιριλλίδης.
- - - - - -
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει
ο δικαστής Α. Κραμβής.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ
.: Η έφεση στρέφεται κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού με την οποία το δικαστήριο:(α) κατελόγισε αποκλειστική ευθύνη στον εφεσείοντα για τον σοβαρό τραυματισμό και τις επακόλουθες βλάβες που υπέστη ο εφεσίβλητος από πλήγμα που δέχθηκε στο αριστερό μάτι κατόπιν πυροβολισμού με κυνηγετικό όπλο.
(β) επεδίκασε υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον του εφεσείοντα γενικές και ειδικές αποζημιώσεις συνολικού ύψους £25130 πλέον τόκους και έξοδα.
Το ατύχημα συνέβη περί ώραν 09.00 της 13.1.91 κατά την επιστροφή του εφεσίβλητου από κυνηγετική εξόρμηση. Ο εφεσίβλητος δέχτηκε το πλήγμα στο μάτι ενώ οδηγούσε αυτοκίνητό σε χωματόδρομο έξω από το χωριό Επισκοπή με συνεπιβάτη στο μπροστινό κάθισμα τον πεθερό του Ανδρέα Λεωνίδα.
Οι συνθήκες του ατυχήματος και γεγονότα σχετικά με τα επίδικα ήταν κατά τη δίκη αμφιλεγόμενα. Το πρωτόδικο δικαστήριο αφού αξιολόγησε τη μαρτυρία και τις διιστάμενες εκδοχές αναφορικά με τις συνθήκες του ατυχήματος αποδέχθηκε την εκδοχή του εφεσίβλητου όπως αυτή αναδύεται από τη μαρτυρία του ιδίου και των μαρτύρων που κάλεσε. Η μαρτυρία του εφεσίβλητου καθώς και εκείνη του πενθερού του Ανδρέα Λεωνίδα αποτέλεσαν τον πυρήνα των ευρημάτων του δικαστηρίου καθόσον αφορά τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης. Δυστυχώς λόγω κακής διατύπωσης του σχετικού μέρους της πρωτόδικης απόφασης τα ευρήματα του δικαστηρίου δεν καταγράφονται με την πρέπουσα σειρά και τον επιθυμητό βαθμό σαφήνειας. Ομως, παρά την ατέλεια, παρέχεται δυνατότητα ελέγχου, σύνοψης και κατάταξης των γεγονότων στην πιο κάτω σειρά:
(α) Η ημερομηνία του ατυχήματος ήταν επιτρεπόμενη ημέρα κυνηγίου. Στην περιοχή ευρύτερα εκείνης που συνέβη το ατύχημα, υπήρχαν αρκετοί κυνηγοί.
(β) Το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου ενώ βρισκόταν επί στροφής χωματόδρομου, ακούστηκαν δυο αλλεπάλληλοι πυροβολισμοί. Ταυτόχρονα με τον δεύτερο πυροβολισμό ο εφεσίβλητος πληγώθηκε στο αριστερό μάτι.
(γ) Εκείνη ακριβώς τη στιγμή ο εφεσείων βρισκόταν στα δεξιά σε σχέση με την κατεύθυνση του εφεσίβλητου και σε απόσταση 30 - 40 βημάτων από το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου. Μεταξύ εφεσείοντα και εφεσίβλητου υπήρχε οπτική επαφή. Ο πυροβολισμός ο οποίος έπληξε στο μάτι τον εφεσίβλητο ακούστηκε από την πλευρά που βρισκόταν ο εφεσείων. Στο συγκεκριμένο μέρος δεν υπήρχαν άλλα πρόσωπα εκτός από τον εφεσείοντα και τον Αντώνη Κώστα.
(δ) Ο εφεσίβλητος μετά το πλήγμα που δέχθηκε, μπόρεσε και οδήγησε το αυτοκίνητο ακόμα μερικά μέτρα και το ακινητοποίησε στην άκρη του δρόμου.
(ε) Ο εφεσείων πλησίασε το ακινητοποιημένο αυτοκίνητο του εφεσίβλητου και ο τελευταίος αποτεινόμενος προς τον εφεσείοντα και τον Αντώνη Κώστα τους είπε: "Με επαίξετε μου χάσατε το φως μου". Ο εφεσείων αγκάλιασε τον εφεσίβλητο και του είπε: "Δεν σε είδα συγνωμη έκαμα λάθος επήα να παίξω την τζίκλα." Πέταξε το όπλο που κρατούσε σε μια σχοινιά και έπεσε στο έδαφος.
(στ) Μετά το ατύχημα ο εφεσείων επισκέφθηκε δύο φορές τον εφεσίβλητο. Κατά την επίσκεψη του εφεσείοντα στο νοσοκομειο όπου νοσηλευόταν ο εφεσίβλητος για το τραύμα στο μάτι, ο εφεσείων ανέφερε στον κουνιάδο του εφεσίβλητου ότι "έπαιξε" άθελα του τον εφεσίβλητο. Κατά την επίσκεψη του εφεσείοντα στο σπίτι του εφεσίβλητου, ο εφεσείων πρόσφερε χρηματική βοήθεια στον εφεσίβλητο για κάλυψη αναγκών που είχαν προκύψει εξαιτίας του ατυχήματος.
Η εκδοχή του εφεσείοντα είναι ότι ρίφθηκαν δύο πυροβολισμοί
. ο ένας από τον Αντώνη Κώστα και ο άλλος από τον ίδιο. Ο πυροβολισμός που ρίφθηκε με το όπλο του ήταν προς την αντίθετη κατεύθυνση του εφεσίβλητου και κατά συνέπεια δεν ήταν δυνατό να πληγεί ο εφεσίβλητος από το δικό του πυροβολισμό.Τα επίδικα θέματα περιστρέφονται σε μεγάλο βαθμό γύρω από τα ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου και τις προεκτάσεις τους καθόσον αφορά την ευθύνη για τον τραυματισμό του εφεσείοντα.
Ο εφεσείων υπέβαλε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο προέβη σε αλληλοσυγκρουόμενα ευρήματα αναφορικά με την παρουσία κυνηγών στην περιοχή κατά την ώρα του ατυχήματος. Τα ευρήματα του δικαστηρίου σχετικά με αυτό το θέμα δεν είναι αλληλοσυγκρουόμενα. Σαφώς προκύπτει από το κείμενο της απόφασης ότι η παρουσία αρκετών κυνηγών στην περιοχή αναφέρεται στην ευρύτερη περιοχή. Το εύρημα του δικαστηρίου ότι στην περιοχή που κυνηγούσε ο εφεσείων δεν υπήρχαν άλλοι κυνηγοί εκτός από τον εφεσείοντα και τον Αντώνη Κώστα αναφέρεται στην περιοχή του αρκατζιού όπου κυνηγούσε ο εφεσείων και ο Α. Κώστα. Το εν λόγω εύρημα στηρίζεται στη μαρτυρία του εφεσίβλητου και του πενθερού του προς την οποία συγκλίνει και η μαρτυρία του ίδιου του εφεσείοντα ο οποίος κατέθεσε ότι δεν είδε άλλους κυνηγούς στην περιοχή του αρκατζιού που κυνηγούσε.
Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο ότι κατά την ώρα του ατυχήματος ρίφθηκαν μόνο δυο πυροβολισμοί. Ο πρώτος ήταν εκείνος ο οποίος επέσυρε την προσοχή του εφεσίβλητου και τον έκανε να στρέψει την κεφαλή του προς τα δεξιά
. ήταν η στιγμή που ο εφεσίβλητος είδε τον εφεσείοντα. Ο δεύτερος πυροβολισμός ήταν εκείνος που έπληξε τον εφεσίβλητο στο μάτι και δεν πρέπει να ήταν άλλος από αυτό που ρίφθηκε από τον εφεσείοντα. Διαπιστώνουμε πως δεν προκύπτει από τη μαρτυρία ότι κατά την ώρα του συμβάντος ακούστηκαν άλλοι πυροβολισμοί σε εκείνα τα στενά όρια της περιοχής στην οποία κυνηγούσε ο εφεσείων και ούτε υπήρχαν άλλοι κυνηγοί στην εν λόγω περιοχή. Αν κατά την ώρα που πυροβόλησε ο εφεσείων αυτός βρισκόταν σε πιο χαμηλό σημείο από το σημείο του δρόμου που οδηγούσε ο εφεσίβλητος, αυτό δεν διαφοροποιεί τα πράγματα εφόσον μεταξύ των δύο υπήρχε οπτική επαφή και η μεταξύ τους απόσταση των 20-30 μέτρων ήταν ικανή ώστε ο πυροβολισμός σύμφωνα με τη μαρτυρία να μπορούσε να προκαλέσει το συγκεκριμένο τραύμα στον εφεσίβλητο.Η θέση του εφεσείοντα ότι δεν προσκομίστηκε μαρτυρία εμπειρογνώμονα για τον συσχετισμό του σφαιριδίου που έπληξε στο μάτι τον εφεσίβλητο με το όπλο του εφεσείοντα κρίνεται υπό τις περιστάσεις ανεδαφική. Μια τέτοια μαρτυρία θα ήταν χωρίς σημασία εφόσον ο εφεσείων από την πρώτη στιγμή παραδέχθηκε ότι πυροβόλησε προς την κατεύθυνση του εφεσίβλητου. Ο εφεσείων ήταν το μόνο πρόσωπο που βρισκόταν σε μοναδική θέση να γνωρίζει καλύτερα από
οποιοδήποτε άλλο την κατεύθυνση προς την οποία αυτός πυροβόλησε με το όπλο του. Κανένας λογικός άνθρωπος δεν θα παραδεχόταν ένα τέτοιο επιβαρυντικό για τον ίδιο γεγονός αν δεν αισθανόταν έντονη την ευθύνη της πράξεως του. Η μετέπειτα στάση και συμπεριφορά του εφεσείοντα έναντι του εφεσίβλητου σε συνάρτηση με την παραδοχή του τόσο προς τον εφεσίβλητο αμέσως μετά το ατύχημα όσο και προς τον κουνιάδο του εφεσίβλητου μεταγενέστερα, βρίσκεται σε πλήρη αντίφαση με τον ισχυρισμό που ο εφεσείων προώθησε στο δικαστήριο ότι ο πυροβολισμός που έρριξε ήταν προς την αντίθετη κατεύθυνση του εφεσείοντα. Η αντιφατικότητα του εφεσείοντα επί ουσιωδών πτυχών της υπόθεσης εκμηδένισε τα περιθώρια για οποιαδήποτε άλλη κατάληξη εκτός από εκείνη στην οποία ορθά οδηγήθηκε το πρωτόδικο δικαστήριο.Η αμφισβήτηση της ορθότητας της αξιολόγησης της μαρτυρίας και αποδοχή της μαρτυρίας του εφεσίβλητου κατά προτίμηση της μαρτυρίας του εφεσείοντα στερείται ερείσματος. Είναι νομολογημένη αρχή ότι το Εφετείο δεν επεμβαίνει στην αξιολόγηση μαρτυρίας και σε ευρήματα αξιοπιστίας εκτός αν είναι προφανές ότι το πρωτόδικο δικαστήριο έσφαλε στην κρίση του ή ότι τα ευρήματα του δικαστηρίου εξ αντικειμένου φαίνονται ως ανυπόστατα. Βλ.
Mavrovouniotis v. Georghiou and Others (1989) 1 CLR 344, Agisilaou v. Christou (1989) 1 AAΔ E 713, Αθανάσιος ν. Κουνούνης, Π.Ε. 9041, 29.5.97 και Καράλουκας ν. Πάρπας Π.Ε. 9853, 30.4.98.Στην προκείμενη περίπτωση τα ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου που αναφέρονται στις συνθήκες του ατυχήματος υποστηρίζονται από τη μαρτυρία που το δικαστήριο εκτίμησε στην ολότητά της και έκρινε ως αξιόπιστη και συνεπώς δεν υπάρχουν περιθώρια επέμβασης
.Ο ισχυρισμός του εφεσείοντα ότι ο εφεσίβλητος οδηγούσε το αυτοκίνητό του σε επιτρεπόμενη περιοχή κυνηγίου με ανοικτά παράθυρα και κοίταξε προς τα έξω όταν άκουσε τον πυροβολισμό συνιστούσε υπό τις περιστάσεις πράξεις οι οποίες θεμελιώνουν συντρέχουσα αμέλεια, κρίνεται ως παντελώς ανεδαφικός. Ο εφεσίβλητος οδηγούσε νόμιμα το αυτοκίνητό του επί δημόσιου δρόμου και δεν είχε υπό τις περιστάσεις οποιαδήποτε υποχρέωση λήψης ειδικών μέτρων αυτοπροστασίας. Ο εφεσίβλητος δεν είχε λόγο να προβλέψει ότι οι κυνηγοί που μπορούσε να βρίσκονταν πλησίον του δημόσιου δρόμου θα πυροβολούσαν σε χαμηλό ύψος προς την κατεύθυνση του δρόμου και ούτε βέβαια προκύπτει από τη μαρτυρία ότι ο εφεσίβλητος αποδέχθηκε να αναλάβει οποιοδήποτε συναφή κίνδυνο όπως ο εφεσείων ισχυρίζεται.
Η εισήγηση του εφεσείοντα ότι τα ευρήματα του δικαστηρίου είναι προϊόν αυθαίρετης εικασίας δεν ευσταθεί. Οι εικασίες γενικά δεν έχουν νομική ισχύ και είναι άγνωστες στο νομικό μας σύστημα. Βλ.
Searay Ltd v. M/V "Angostino Neto", Αγωγή Ναυτοδικείου 155/90 - 23.3.95.Στην υπό εξέταση υπόθεση το δικαστήριο κατέληξε σε ορισμένα εύλογα συμπεράσματα συναγόμενα από τη μαρτυρία που κρίθηκε ως αξιόπιστη. Πρόκειται για συμπεράσματα τα οποία είναι τόσο ισχυρά ώστε να προσλαμβάνουν αξία νομικής απόδειξης. Βλ.
Charlesworth & Percy on Negligence, 8η έκδοση, παράγρ. 5-23. Το συμπέρασμα ότι ο πυροβολισμός που έπληξε τον εφεσίβλητο στο αριστερό μάτι ρίφθηκε από τον εφεσείοντα συνάγεται από το σύνολο στοιχείων μαρτυρίας που με ορθή αιτιολόγηση κρίθηκε ως αξιόπιστη και αποτέλεσε το υπόβαθρο των ευρημάτων του πρωτόδικου δικαστηρίου.Ο εφεσείων πέτυχε εν προκειμένω να παρουσιάσει μαρτυρία η οποία ξεπέρασε τα όρια της πιθανολόγησης και έφθασε το πεδίο των νομικών συμπερασμάτων. Βλ.
Charlesworth & Percy on Negligence, παράγρ. 5-23 (ανωτέρω). Η στάση και συμπεριφορά του εφεσείοντα έναντι του εφεσίβλητου αμέσως μετά το ατύχημα, η ομολογία του ότι άθελα πυροβόλησε τον εφεσίβλητο, η απολογία του και η μεταγενέστερη παραδοχή του προς τον κουνιάδο του εφεσίβλητου στο νοσοκομείο καθώς και η προσφορά χρηματικής βοήθειας στον εφεσίβλητο είναι στοιχεία τα οποία στο σύνολό τους και σε συνάρτηση με τα πραγματικά γεγονότα που άπτονται των περιστάσεων του ατυχήματος όπως προσδιορίζονται από το πρωτόδικο δικαστήριο καθιστούν ακλόνητο το συμπέρασμα του δικαστηρίου ότι ο εφεσείων ήταν εκείνος που έρριξε τον πυροβολισμό που έπληξε τον εφεσίβλητο στο αριστερό μάτι.Η υπεράσπιση volenti non fit injuria που προώθησε ο εφεσείων δεν συσχετίζεται με τον ισχυρισμό του για συντρέχουσα αμέλεια ούτε και προσήχθη μαρτυρία η οποία να τείνει έστω στη στοιχειοθέτηση αυτής της υπεράσπισης. Η συντρέχουσα αμέλεια έχει ως λόγο την συμβολή του θύματος με πράξεις ή παραλείψεις του ιδίου στην πρόκληση της βλάβης την οποία υπέστη ή τη σοβαρότητά της. Από τη στιγμή που θα αποδειχθεί συντρέχουσα αμέλεια η ευθύνη επιμερίζεται μεταξύ του ενάγοντα και του αμελούς εναγομένου ανάλογα με την υπαιτιότητα ενός εκάστου και την αιτιώδη σχέση μεταξύ των υπαίτιων πράξεων ή παραλείψεων ενός εκάστου και της επελθούσας βλάβης. Η συντρέχουσα αμέλεια επενεργεί ως παράγων μείωσης των αποζημιώσεων τις οποίες είναι δυνατό να κληθεί να καταβάλει το πρόσωπο το οποίο ευθύνεται
για αμελή πράξη ή παράλειψη. Ευρήματα επί γεγονότων τα οποία θεμελιώνουν την αρχή volenti non fit injuria παρέχουν υπεράσπιση η οποία απαλλάσσει από κάθε ευθύνη το πρόσωπο που προκάλεσε τη ζημιά. Για τη διάκριση μεταξύ της αρχής volenti non fit injuria και της συντρέχουσας αμέλειας βλ. Clerk and Lindsell on Torts, 16η έκδοση, σελίς 130 και Ευαγγέλου ν. 1. Ναυτιλιακής Εταιρείας Αμαθούς Λτδ, 2. JUGOSLAVENSKA OCEANSKA PLOVIDBA, Π.Ε. 92177 - 24.2.97.O τελευταίος λόγος έφεσης άπτεται του θέματος γενικών αποζημιώσεων. Η θέση του εφεσείοντα είναι ότι ο υπολογισμός των γενικών αποζημιώσεων εδράζεται επί ευρημάτων τα οποία αναφέρονται σε σωματικές βλάβες για τις οποίες δεν γίνεται λόγος στις γραπτές προτάσεις. Το επίμαχο μέρος της πρωτόδικης απόφασης εντοπίζεται στο εξής απόσπασμα:
"Σύμφωνα με τη μαρτυρία του ΜΕ4 Χρίστου Μαυρομάτη, οφθαλμολόγου, σήμερα το αριστερό μάτι του ενάγοντα αφαιρέθη μερικώς, δεν βλέπει ούτε από το δεξί λόγω συμπαθητικής οφθαλμίας η οποία επιφέρει σοβαρή απώλεια της όρασης μέχρι τύφλωσης. Δεν μπορεί να εξασκήσει το επάγγελμα του μηχανικού.
Εκ της ανωτέρω αντίλεκτης ιατρικής μαρτυρίας σχετικά με τη σωματική βλάβη του ενάγοντα έχουν αποδειχθεί τα εξής: Το αριστερό του μάτι αφαιρέθηκε μερικώς δεν βλέπει ούτε από το δεξί μάτι λόγω συμπαθητικής οφθαλμίας η οποία επιφέρει σοβαρή απώλεια της όρασης μέχρι τύφλωσης. Δεν μπορεί να εξασκήσει το επάγγελμα που είχε δηλαδή του μηχανικού."
Εξετάσαμε τα πρακτικά και διαπιστώσαμε ότι όντως έγινε αποδεκτή μαρτυρία που είχε ως λόγο βλάβη του δεξιού οφθαλμού (συμπαθητική οφθαλμία) ως επακόλουθη βλάβη του τραύματος του αριστερού οφθαλμού. Πρόκειται για μαρτυρία η οποία αφορά ουσιώδη πτυχή της υπόθεσης η οποία κατά παράβαση των αρχών του δικονομικού δικαίου βρίσκεται εκτός της δικογραφίας. Στην Βραχίμη ν. Κουλουμπρή (1992) 1 ΑΑΔ 830 αναφέρονται τα εξής:
"Η δικογραφία συνιστά το θεμέλιο της δίκης και αποτελεί το αποκλειστικό μέσο για τον προσδιορισμό των επιδίκων θεμάτων. Η σημασία των εγγράφων προτάσεων συνοψίζεται στο απόσπασμα που ακολουθεί από την απόφαση Παπαγεωργίου ν. Λούη Κλάππα (Investments Services Ltd) (Πολιτική Εφεση 7367, αποφασίστηκε στις 14/1/90 και θα δημοσιευτεί στους τόμους (1990) 1 Α.Α.Δ.):
"Οι αρχές του δικονομικού δικαίου περιορίζουν τα επίδικα θέματα σε εκείνα τα οποία προσδιορίζονται από τη δικογραφία
Σαφώς συνάγεται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο κατά τον υπολογισμό των γενικών αποζημιώσεων έλαβε υπόψη την κατάσταση του δεξιού οφθαλμού του εφεσίβλητου όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά το ατύχημα σύμφωνα με τα ιατρικά ευρήματα. Αυτή η κατάσταση κρίθηκε ως επιβαρυντική της κατάστασης της υγείας του εφεσίβλητου.
Μας απασχόλησε το ζήτημα κατά πόσο επιβάλλεται υπό τις περιστάσεις η παραπομπή της υπόθεσης για επανεκδίκαση κατά το μέρος που αναφέρεται στις γενικές αποζημιώσεις. Καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι με βάση τα υπάρχοντα στοιχεία, παρέχεται η δυνατότητα εξέτασης και επανακαθορισμού των γενικών αποζημιώσεων εξ υπαρχής και επί της ορθής βάσης χωρίς να παρίσταται ανάγκη για επανεκδίκαση.
Στην υπόθεση Παναγή ν. Θεοδώρου κα (1992) 1 (Β) 1303 ο εφεσείων απώλεσε το αριστερό του μάτι και την όσφρηση, Μειώθηκε επίσης η ακοή του κατά 10%. Χρειάστηκε πλαστική εγχείρηση σε δυο φάσεις για αποκατάσταση του προσώπου και διαπιστώθηκε κίνδυνος εμφάνισης συμπαθητικής οφθαλμίας δηλαδή φλεγμονής στον δεξιό οφθαλμό λόγω της εξόρυξης του αριστερού. Υπέστη επίσης άλλες μικρότερες βλάβες. Κατά τον χρόνο του ατυχήματος στις 30.4.88 ο εφεσείων ήταν 32 χρόνων και ήταν λοχαγός στην Εθνική Φρουρά. Το Εφετείο αύξησε το ποσό των γενικών αποζημιώσεων από τις £16000 που επεδίκασε το πρωτόδικο δικαστήριο στις £30000.
Παραγνωρίζοντας τη μαρτυρία την οποία εσφαλμένα αποδέκτηκε το πρωτόδικο δικαστήριο και περιοριζόμενοι μόνο στα ευρήματα που αναφέρονται στην απώλεια του αριστερού οφθαλμού του εφεσίβλητου και τα εξ αυτής δυσμενή επακόλουθα κατά την έκταση που αυτά βρίσκονται μέσα στα όρια των γραπτών προτάσεων και αποτελούν ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου, καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι το ποσό των ΛΚ25000 που επεδίκασε το πρωτόδικο δικαστήριο υπέρ του εφεσίβλητου αποζημιώνει στα κανονικά όρια του νομικά εφικτού τον εφεσίβλητο. Το ποσό των ΛΚ25000 δεν κρίνεται υπό τις περιστάσεις υπερβολικό λαμβανομένου υπόψη του χρόνου που πέρασε από την ημερομηνία του δυστυχήματος μέχρι το χρόνο της δίκης σε συνάρτηση προς το συνεχώς αυξανόμενο κόστος ζωής. Κατά τον υπολογισμό δεν έχει προσμετρήσει οτιδήποτε που έχει σχέση ή που αναφέρεται σε βλάβη του δεξιού οφθαλμού ούτε σε αυξημένες δυσχέρειες ή άλλες δυσμενείς επιδράσεις λόγω άλλης βλάβης εκτός από τη σοβαρή βλάβη του αριστερού οφθαλμού και τις απορρέουσες επακόλουθες συνέπειες στην έκταση που βρίσκονται εντός των ορίων των γραπτών προτάσεων.
Η έφεση επιτυγχάνει μερικώς. Ωστόσο, για τους λόγους που έχουμε εξηγήσει το ποσό των γενικών αποζημιώσεων παραμένει αμετάβλητο. Υπό τις περιστάσεις δεν εκδίδουμε διαταγή για έξοδα.
Δ.
Δ.
Δ.
ΣΦ.