ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 1 ΑΑΔ 483
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Αίτηση αρ. 12/98
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.
Αναφορικά με το Άρθρο 155.4 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας και τα άρθρα 3 και 9 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλες Διατάξεις) Νόμου 1964 και του άρθρου 10 του περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου του 1970.
Αναφορικά με την αίτηση του CONSTANTIN PERPECHIDIS από τη Ρουμανία και τώρα κρατούμενου στις Κεντρικές Φυλακές για την έκδοση εντάλματος της φύσεως HABEAS CORPUS.
και
Αναφορικά με την απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με ημερομηνία 30.1.98 στην Αίτηση Έκδοσης 5/97.
----------------------
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 11 Μαρτίου, 1998.Για τον αιτητή: Στ. Ρήγας.
Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Μ. Ευαγγέλου.
----------------------
A Π Ο Φ Α Σ Η
Ο Constantin Perpechidis από τη Ρουμανία και τώρα στις Κεντρικές Φυλακές στη Λευκωσία, έχει θέσει προς έλεγχο, με αίτηση για habeas corpus, τη νομιμότητα της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, ημερομηνίας 30.1.98, με την οποία κρίθηκε δικαιολογημένη η έκδοση του στη Ρουμανία ώστε να δικαστεί εκεί για ισχυριζόμενα ως διαπραχθέντα αδικήματα και με την οποία, ως αποτέλεσμα, διατάχθηκε η κράτησή του.
Ο συνήγορος του αιτητή συζήτησε ενώπιον μου δύο ζητήματα τα οποία ήγειρε και στο Επαρχιακό Δικαστήριο. Το πρώτο, όπως τίθεται και στην αίτηση στην παράγραφο 3(1) και (2) είναι ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο έλαβε, λανθασμένα, υπόψη του τις δηλώσεις των παραπονουμένων οι οποίοι ενεργούσαν και ως αντιπρόσωποι άλλων και επίσης, λανθασμένα και πάλι, δεν έλαβε υπόψη του τη μαρτυρία του αιτητή που δόθηκε ενώπιόν του. Και δεύτερο, όπως τίθεται στην παράγραφο 3(3), (4) και (5), το Επαρχιακό Δικαστήριο λανθασμένα διέταξε την κράτησή του μέχρι την έκδοση στη χώρα του γιατί, κατά την εισήγησή του τα γεγονότα δεν δικαιολογούν την κράτησή του και λόγω ειδικών συνθηκών, επιβεβαιωμένων από ιατρική μαρτυρία, έπρεπε να αφεθεί ελεύθερος υπό όρους.
Ως προς το πρώτο ζήτημα, προς υποστήριξη της έκδοσης του αιτητή προβλήθηκαν τα εξής γεγονότα:
Ο αιτητής, Ρουμάνος υπήκοος, κατέστρωσε σχέδιο για τη μεταφορά Ρουμάνων υπηκόων στην Κύπρο με σκοπό την εργοδότησή τους. Προς τούτο, και δίδοντας υποσχέσεις, εισέπραττε διάφορα ποσά από τον κάθε ένα ενδιαφερόμενο να εργοδοτηθεί στην Κύπρο με την υπόσχεση ότι, εάν δεν εγίνετο κατορθωτό τούτο σε τακτή προθεσμία, θα τους επέστρεφε τα χρήματά τους. Ο αιτητής ουδέν έπραξε για την υλοποίηση των υποσχέσεων του ούτε και επέστρεψε ποτέ τα χρήματα τα οποία παρέλαβε. Οι παραπονούμενοι μετέβησαν στην οικία του για να διαμαρτυρηθούν και να πάρουν πίσω τα χρήματά τους αλλά ο αιτητής τους εξεδίωξε με τους μπράβους του. Τόσο τα χρήματα όσο και τα διαβατήρια των παραπονουμένων κατακρατήθηκαν από τον αιτητή ο οποίος και εξαφανίστηκε αναχωρώντας στο εξωτερικό. Υπάρχουν σαφείς θέσεις των παραπονουμένων, που οι καταθέσεις τους συνοδεύουν την αίτηση για έκδοση, ότι βασιζόμενοι σε υποσχέσεις του αιτητή για παροχή εργασίας στο εξωτερικό σε τακτό χρονικό διάστημα του κατέβαλαν συγκεκριμένα ποσά. Οι καταθέτες αναφέρουν ότι ούτε εκλήθησαν για εργασία μέσα στα τακτά χρονικά διαστήματα, ούτε τους επέστρεψε τα χρήματά τους.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο κατέληξε ότι εξαγόταν συμπερασματικά από τα προβληθέντα ως γεγονότα, ότι οι υποσχέσεις του αιτητή αποτελούσαν ψευδείς παραστάσεις. Τούτο συνάγεται τόσο από τις καταθέσεις, όσο, όπως αναφέρει το Επαρχιακό Δικαστήριο, και από το γεγονός ότι στη μαρτυρία του ο αιτητής αρνήθηκε ότι έδωσε τέτοιες υποσχέσεις. Συμπερασματικά ακόμα πρέπει να τονισθεί το γεγονός ότι ο αιτητής κατακράτησε τόσο τα χρήματα όσο και τα διαβατήρια των παραπονουμένων.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο στην απόφασή του απέκλεισε οποιαδήποτε μαρτυρία που είναι άσχετη ή απαράδεκτη ως εξ ακοής μαρτυρία και βάσισε την απόφασή του σε παραδεκτή μαρτυρία που είχε ενώπιόν του την οποία έκρινε ικανοποιητική και πληρούσε τις προϋποθέσεις του νόμου. Η εισήγηση του συνηγόρου του αιτητή ότι το Δικαστήριο βασίσθηκε σε εξ ακοής μαρτυρία είναι ανεδαφική.
Η δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε αιτήσεις habeas corpus είναι περιορισμένη. Αυτή είναι η άποψη που επεκράτησε στη νομολογία. Το Δικαστήριο δεν έχει την ευχέρεια να ασκήσει όλες τις συνηθισμένες εξουσίες του. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, να αναθεωρήσει τα ευρήματα του Δικαστηρίου που επελήφθηκε της έκδοσης ή να επέμβει στην άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας εφόσον κινήθηκε μέσα στα νόμιμα όριά της. Αναγνωρίζεται όμως στο Ανώτατο Δικαστήριο η αρμοδιότητα να διαπιστώσει κατά πόσον υπάρχει, από αντικειμενική θεώρηση, επαρκής μαρτυρία για την έκδοση (Βλέπε: Αναφορικά με την αίτηση Habeas Corpus του Hussein Jamil Hachem από το Λίβανο ν. Του Διευθυντή Κεντρικών Φυλακών (1992) 1 ΑΑΔ 191).
Οι νομικές αρχές που διέπουν τη βασιμότητα των κατηγοριών, όπως ενσωματώνονται στην υπουργική εξουσιοδότηση έχουν εκτεθεί από τη νομολογία. Ο δικαστικός έλεγχος προβλέπεται ρητά από το άρθρο 9(5) του νόμου. Αφορά δε τα προσαγόμενα από τη ξένη χώρα αποδεικτικά στοιχεία (In re Manfred Mutke (1982) 1 CLR 922). To Επαρχιακό Δικαστήριο αποφαίνεται κατά πόσο η μαρτυρία αυτή είναι επαρκής για να παραπεμφθεί ο συλληφθείς σε δίκη εφόσον το αδίκημα είχε διαπραχθεί στην Κύπρο. Αναφορικά με το επίπεδο ή το βαθμό απόδειξης εισάγεται το κριτήριο του άρθρου 94 του Κεφ. 155, που ισχύει για τις προανακρίσεις. Είναι αρκετό, για να διαταχθεί η έκδοση αν η προσαχθείσα μαρτυρία δημιουργεί, όπως ορίζει το άρθρο 94, πιθανό τεκμήριο ενοχής (In Re Jean Gabriel Hayek (1983) 1 CLR 266). Και για το σκοπό αυτό η προσφερόμενη μαρτυρία θεωρείται ότι παρέμεινε αναντίλεκτη. Η πρόσφατη απόφαση In Re Osman (1988) Crim. L.R. 611 αναφερόμενη στο κριτήριο αξιολόγησης της μαρτυρίας κάμνει την εξής παρατήρηση:-
"as a working guide, the test to be applied was to consider the evidence to see whether it was such that upon it a reasonable jury properly directed could convict.".
Η μαρτυρία που προσκομίστηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο αποτελείτο αποκλειστικά από καταθέσεις προερχόμενες από τους παραπονουμένους που εξαπατήθησαν. Το Επαρχιακό Δικαστήριο, αφού αναφέρεται στο περιεχόμενο τους ξεχωριστά και αφού απέκλεισε ρητά κάθε άσχετη ή απαράδεκτη μαρτυρία, αποφαίνεται με βάση το κριτήριο του άρθρου 94 του Κεφ. 155, ότι θεμελιώνεται υπόθεση για παραπομπή του αιτητή σε δίκη για τα αδικήματα, εφ΄ όσον θα είχαν τελεσθεί σε κυπριακό έδαφος.
Το μαρτυρικό υλικό που τέθηκε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου δικαιολογεί τα ευρήματα του ως ορθά, όπως ορθά άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια να εκδώσει τον αιτητή. Από αντικειμενική θεώρηση υπάρχει επαρκής μαρτυρία που δικαιολογεί την έκδοσή του. Όπως παρατηρεί ο Lord Reid στην υπόθεση
Schtraks v. Government of Israel (1962) 1 All E.R. 529 (533):-"The Court (the Divisional Court), and on appeal this House, can and must consider whether on the material before the magistrate a reasonable magistrate would have been entitled to commit the accused, but neither a court nor this House can retry the case so as to substitute its discretion for that of the magistrate. In the first place the court must see what is the offense charged ........ Next it is necessary to determine whether the material before the magistrate was adequate to justify committal.".
To δεύτερο ζήτημα που προβάλλει ο αιτητής, συνίσταται στο ότι λανθασμένα το Επαρχιακό Δικαστήριο διέταξε την κράτηση του μέχρι την έκδοσή του στη Ρουμανία και ότι, και σε περίπτωση ακόμα που το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίψει την παρούσα αίτηση, δύναται να διατάξει την απόλυσή του για ειδικούς λόγους.
Πράγματι το Επαρχιακό Δικαστήριο εξέδωσε το διάταγμα έκδοσης του αιτητή στη Ρουμανία. Η επακολουθήσασα διαταγή για την κράτηση του αιτητή είναι απόρροια της απόφασης για την έκδοσή του. Την επιτάσσει το άρθρο 9 παράγραφος 5 του Νόμου 97/70 το οποίο προβλέπει ότι "...... το Δικαστήριο θέλει διατάξει την προφυλάκισιν αυτού μέχρις ου χωρήσει η έκδοσις, εκτός εάν η έκδοση απαγορεύεται .....". Η διαταγή για κράτηση παραμένει αδιασάλευτη ενόσω παραμένει ισχυρά η απόφαση για την έκδοση.
Οι λόγοι που προβάλλονται ότι τα αδικήματα που αντιμετωπίζει ο αιτητής δεν θα δικαιολογούσαν την κράτησή του και ότι με βάση ιατρικό πιστοποιητικό, λόγω του βάρους του, είναι δύσκολη η αυτοσυντήρηση του στις Φυλακές δεν βρίσκουν έρεισμα στο Νόμο. Θεωρώ ότι η διεύθυνση των Φυλακών θα παράσχει στον αιτητή την απαιτούμενη ιατρική και άλλη βοήθεια για να αντιμετωπίσει τα τυχόν προβλήματά του. Η περαιτέρω εισήγηση ότι εφ΄ όσον ο αιτητής ήταν ελεύθερος με όρους κατά τη διάρκεια της διαδικασίας για την έκδοσή του, μπορεί να παραμείνει ελεύθερος και μετά την έκδοση του διατάγματος, δεν νομιμοποιείται. Ο αιτητής, με βάση απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ενώπιόν του, είχε αφεθεί ελεύθερος υπό όρους. Αυτή όμως η απόφαση για απόλυση υπό όρους προβλέπεται από το Νόμο 97/70 και συγκεκριμένα στο άρθρο 9, παράγραφος 3.
Κατά συνέπεια, δικαιολογείται η κράτηση του αιτητή ώστε να καταστεί δυνατή η έκδοσή του.
Η αίτηση απορρίπτεται.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/Επσ