ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1998) 1 ΑΑΔ 1

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Πολιτική Έφεση Αρ. 8499

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΧΡ. ΑΡΤΕΜΙΔΗ, Γ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, ΔΔ.

Μεταξύ:

Βασιλείου Νικολάου Αντωνιάδη Μαΐττα, από τη Λάρνακα

Εφεσείοντα-Ενάγοντα

- ν -

1. Παναγιώτη Βάσου Γεωργίου, από τη Λάρνακα

2. Γεωργίου Βάσου Γεωργίου, από τη Λάρνακα

3. Λούκα Αντωνίου, από τη Λάρνακα

Εφεσιβλήτων-Εναγομένων

- - - - - -

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 9 Ιανουαρίου, 1998.

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για τον εφεσείοντα-ενάγοντα: Χρ. Α. Θεοδούλου.

Για τους εφεσίβλητους-εναγομένους 1 και 2: Μ. Χ"Χριστοφής.

Για τον εφεσίβλητο-εναγόμενο 3: Στ. Ερωτοκρίτου (κα).

- - - - - -

Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει

ο Μ. Κρονίδης, Δ.

- - - - - -

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Μ. ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Η επίδικη διαφορά δημιουργήθηκε από τροχαίο ατύχημα που συνέβηκε στις 16.12.1985 στη συμβολή των οδών Πλούτωνος και Γραβιάς στη Λάρνακα μεταξύ της μοτοσυκλέττας υπ΄ αριθμό εγγραφής RP423 που οδηγείτο από τον εφεσίβλητο 1 με συνεπιβάτη τον εφεσείοντα και του αυτοκινήτου υπ΄ αριθμό εγγραφής NT997 που οδηγείτο από τον εφεσίβλητο 3. Ο εφεσίβλητος 2 ήταν ο ιδιοκτήτης της μοτοσυκλέττας υπ΄ αριθμό εγγραφής RP423.

To πρωτόδικο Δικαστήριο μετά από μακρά ακροαματική διαδικασία επεδίκασε υπέρ του εφεσείοντα - ενάγοντα στην αγωγή - το ποσό των £36.829,= εναντίον του εφεσίβλητου 1 - εναγομένου 1 στην αγωγή - και απέρριψε την απαίτηση του εναντίον των εφεσιβλήτων 2 και 3 - εναγομένων 2 και 3 αντίστοιχα στην αγωγή.

Με την έφεση του ο εφεσείων προσβάλλει το σύνολο των θεμάτων που απασχόλησαν το πρωτόδικο Δικαστήριο στην απόφασή του. Με τον πρώτο και τρίτο λόγο έφεσης προσβάλλεται το επιδικασθέν ποσό για γενικές αποζημιώσεις ως ανεπαρκές ως επίσης και την κατάληξη του Δικαστηρίου ως προς τον πολλαπλασιαστή ως καταφανώς λανθασμένο. Με το δεύτερο λόγο προσβάλλεται η κατάληξη του Δικαστηρίου να απορρίψει μέρος της απαίτησης του εφεσείοντα για τις ειδικές αποζημιώσεις. Με τους λόγους 4 και 5 προσβάλλεται ως προς το θέμα της ευθύνης η απόρριψη της αγωγής έναντι των εφεσιβλήτων 2 και 3.

Πρώτος και τρίτος λόγος εφέσεως

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού περιέγραψε τα σοβαρά τραύματα που υπέστη ο εφεσείων στο ατύχημα επεδίκασε τελικά ποσό £12.500,= ως γενικές αποζημιώσεις. Είναι το παράπονο του εφεσείοντα ότι το ποσό αυτό είναι πολύ χαμηλό και ανεπαρκές υπό τις περιστάσεις.

Κατά το χρόνο του ατυχήματος ο εφεσείων ήταν ηλικίας 19 χρόνων και υπηρετούσε τη θητεία του στην Εθνική Φρουρά. Ήταν όμως και ένας πολλά υποσχόμενος ποδοσφαιριστής, εγγεγραμμένος στη δύναμη της ομάδας ΕΠΑ, Λάρνακας.

Από το ατύχημα ο εφεσείων υπέστη σοβαράς μορφής κλειστή κρανιοεγκεφαλική κάκωση, κάταγμα της αριστερής κνήμης και περόνης και εξάρθρωμα της αριστερής κατ΄ ισχύον άρθρωσης. Ο εφεσείων ήταν σε κώμα για δύο μήνες προτού δείξει σημεία βελτίωσης και αποφύγει τον σοβαρό κίνδυνο που απειλούσε τη ζωή του. Διαγνώστηκε παράλυση του αριστερού ποδιού λόγω βλάβης του περονιαίου νεύρου, που προκλήθηκε από το κάταγμα στο πόδι. Υποβλήθηκε σε εγχείριση κατά την οποία διεξήχθηκε επινευρική και περινευρική νευρόλυση του κοινού περιονιαίου και των κλάδων του με τη χρήση μικροσκοπίου. Η περιφερειακή παράλυση του περονιαίου νεύρου βελτιώθηκε σημαντικά ύστερα από τη χειρουργική επέμβαση και την εντατική φυσιοθεραπεία, παρόλο ότι παραμένει ακόμα νευρολογική βλάβη που ανέρχεται μέχρι και 30% της λειτουργίας του νεύρου. Υπάρχει επίσης δυνατότητα μελλοντικής μετατραυματικής επιληψίας.

Από νευρολογικής πλευράς παρέμεινε στον εφεσείοντα ελαφρά ψυχοκινητική επιβράδυνση με διαταραχή των νοητικών λειτουργιών της συγκέντρωσης και της μνήμης. Παρέμεινε επίσης στον εφεσείοντα λόγω του κατάγματος, ελαφρά αδυναμία της ραχιαίας κάμψης του αριστερού άκρου ποδός. Λόγω δε της μακρόχρονης ακινησίας και των επανειλημμένων ουρολοιμώξεων ο εφεσείων παρουσίασε νεφρολιθίαση για την οποία του έγινε λιθοτριψία.

Ο νευροχειρούργος Δρ. Χρ. Κωνσταντινίδης, τη μαρτυρία του οποίου αποδέχθηκε το Δικαστήριο, επιβεβαίωσε ότι το εγκεφαλικό τραύμα άφησε στον εφεσείοντα μεγάλη βλάβη, η οποία αν και βελτιώθηκε μετά την πάροδο τριών χρόνων, παρέμεινε σε κάποιο βαθμό μόνιμα. Ο εφεσείων δεν μπορεί πλέον να συνεχίσει την επαγγελματική του ενασχόληση με το ποδόσφαιρο και θα έχει δυσκολία στην εκμάθηση οποιουδήποτε επαγγέλματος λόγω της ψυχοκινητικής επιβράδυνσης. Μπορεί όμως να εργοδοτηθεί ως κλητήρας ή οποιαδήποτε άλλη βοηθητική εργασία.

Με αυτά τα δεδομένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε με τα εξής όσον αφορά τις γενικές αποζημιώσεις:-

"Σε αυτό το ποσό θα πρέπει να προστεθεί κάποιο ποσό για τον πόνο και ταλαιπωρία του ενάγοντα και κυρίως για την απώλεια των απολαύσεων της ζωής, που στην περίπτωση του ενάγοντα ήταν και η ενασχόληση του με το ποδόσφαιρο. Επίσης θα πρέπει να ληφθεί υπ΄ όψιν ότι οι δυνατότητες εξεύρεσης εργασίας του ενάγοντα έχουν μειωθεί ριζικά και ο ενάγων μπορεί να ασχοληθεί μόνο σε βοηθητικές δουλειές. Λαμβάνοντας όλα τα πιο πάνω υπ΄ όψιν και ιδιαίτερα τη σοβαρότητα των τραυμάτων, τον πόνο και την ταλαιπωρία, τη θεραπεία και τις εγχειρήσεις που υπέστηκε και κυρίως την απώλεια των απολαύσεων της ζωής, βρίσκω ότι ο ενάγων δικαιούται σε αποζημίωση του ύψους των £12.500.-."

Είναι νομολογιακά καθιερωμένο ότι το Εφετείο δεν επεμβαίνει στα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου στο θέμα του ύψους του ποσού των αποζημιώσεων, εκτός εάν πεισθεί είτε ότι το Δικαστήριο ενήργησε κάτω από λανθασμένη αντίληψη του Νόμου είτε ότι το επδικασθέν ποσό είναι τόσο υπερβολικό ή ανεπαρκές ούτως ώστε να καθίσταται παντελώς λανθασμένος ο υπολογισμός των αποζημιώσεων των οποίων ο ενάγων δικαιούται (Βλέπε: Constantinou v. Selachouris (1969) 1 CLR 416 και Christodoulides v. Kyprianou (1968) 1 CLR 130).

Οι αρχές που διέπουν την επιδίκαση γενικών αποζημιώσεων έχουν νομολογηθεί και θα πρέπει ιδιαίτερα να τονισθεί πως, από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου διαπιστώνεται μια τάση για αύξηση των αποζημιώσεων που επιδικάζονταν στο παρελθόν (Βλέπε: Paraskevaides (Overseas) Ltd. v. Christofi (1982) 1 CLR 789 και Θεμιστοκλέους ν. Παρασκευάς (1992) 1 ΑΑΔ 498).

Στην υπόθεση Κυριάκου Μαυροπετρή ν. Γεωργίου Λουκά, Πολιτική Έφεση αρ. 8293, ημερομηνίας 27.1.95, αναφέρονται οι αρχές που εφαρμόζονται σε σχέση με την πιθανότητα απώλειας μελλοντικών εισοδημάτων. Καθοδηγητική για τον καθορισμό των αποζημιώσεων για την απώλεια της ικανότητας για εργασία από ζημιά που δεν σχετίζεται με συγκεκριμένη απώλεια εισοδημάτων στο μέλλον, είναι η απόφαση του Αγγλικού Εφετείου στη Moeliker v. A. Reyrolle and Co. Ltd. (1977) 1 All E.R. 9. Η ζημιά προσμετρά ως απώλεια που ανάγεται στις γενικές αποζημιώσεις και όχι κάτω από συγκεκριμένο κονδύλι μελλοντικής ζημιάς (Βλέπε επίσης: Clarke v. Rotax Aircraft (1975) 3 All E.R. 794).

H καταγραφή των κακώσεων που υπέστη ο εφεσείων και οι συνέπειες τους καθώς και η δυσκολία που θα αντιμετωπίσει στην εργοδότηση του λόγω της δυσκολίας που θα αντιμετωπίσει στην εκμάθηση οποιουδήποτε επαγγέλματος εκτός από βοηθητικά και ο πόνος, η ταλαιπωρία και ο περιορισμός στις απολαύσεις της ζωής του προδιαγράφουν αφ΄ εαυτών ότι η επιδικασθείσα αποζημίωση είναι έκδηλα ανεπαρκής. Εφ΄ όσον κρίνεται αναγκαίος ο παραμερισμός αυτού του μέρους της απόφασης, η ευθύνη για τον καθορισμό των γενικών αποζημιώσεων βαρύνει το Εφετείο. Κρίνουμε ότι το ποσό των £25.000,= ως γενικές αποζημιώσεις συνιστά εύλογη και δίκαιη αποζημίωση.

Το μέρος της πρωτόδικης απόφασης, που αφορά τις γενικές αποζημιώσεις για πόνο, ταλαιπωρία και απώλεια των απολαύσεων της ζωής, παραμερίζεται και υποκαθίσταται με το ποσό των £25.000,=.

Με τον τρίτο λόγο έφεσης ο εφεσείων προσβάλλει την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου, να υπολογίσει τον συντελεστή (multiplier) στο 5 για την απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων του από την επαγγελματική ενασχόληση του με το ποδόσφαιρο.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε ότι το ποσό της μελλοντικής απώλειας εισοδήματος του εφεσείοντα από την ενασχόληση του με το ποδόσφαιρο ανήρχετο στις £2.500,= ετησίως. Το ποσό αυτό αποτελεί το πολλαπλασιαστέο. Η κατάληξη αυτή του Δικαστηρίου δεν προσβάλλεται με λόγο έφεσης. Με το περίγραμμα της αγόρευσής του ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα επεχείρησε να εισαγάγει και το θέμα αυτό. Δεν θα το εξετάσουμε. Είναι εμπεδωμένη νομολογιακή αρχή ότι το Εφετείο εξετάζει θέματα τα οποία προσβάλλονται ευθέως από συγκεκριμένο λόγο έφεσης, γεγονός που ελλείπει στην παρούσα έφεση. Το μόνο που προσβάλλεται με το λόγο 3 της έφεσης είναι ο πολλαπλασιαστής.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο καταλήγοντας στον αριθμό 5 σαν πολλαπλασιαστή αναφέρει στην απόφασή του:-

"Ο ενάγων κατά τον χρόνο του ατυχήματος ήταν 19 χρόνων και κατά την ακρόαση της υπόθεσης ήδη 24 και είχε μπροστά του μια σταδιοδρομία επαγγελματία ποδοσφαιριστή την οποία στερήθηκε. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η ενασχόληση με το επαγγελματικό ποδόσφαιρο δεν διαρκεί για όλη την επαγγελματική ζωή του ατόμου αλλά για λίγα μόνο χρόνια και λαμβάνοντας υπόψη τους κινδύνους που περικλείει ένα τέτοιο επάγγελμα, όπως κινδύνους τραυματισμού κ.λ.π. είμαι της γνώμης ότι ένας συντελεστής (multiplier) 5 χρόνων είναι ο καταλληλότερος για υπολογισμό της απώλειας των μελλοντικών εισοδημάτων του ενάγοντα. Στον υπολογισμό του συντελεστή έλαβα υπ΄ όψιν ότι μετά το πέρας της ποδοσφαιρικής του σταδιοδρομίας ο ενάγων θα έπρεπε να αρχίσει νέα καριέρα, για την οποία όμως ελάχιστα εφόδια θα είχε, αφού από τη μια τίποτε άλλο εκτός από το ποδόσφαιρο δεν τον ενδιέφερε ενώ από την άλλη καμιά άλλη ουσιαστική επαγγελματική μόρφωση δεν πήρε αφού δεν τέλειωσε καν την Τεχνική Σχολή στην οποία φοιτούσε. Εξάλλου καμιά αναφορά δεν γίνεται στα δικόγραφα για άλλο επάγγελμα του ενάγοντα παρόλον ότι μετά τον τερματισμό της καριέρας του σαν ποδοσφαιριστής ο ενάγων, χωρίς ουσιαστικά προσόντα θα άρχιζε να ψάχνει για δουλειά.".

Ο ευπαίδευτος συνήγορος υπέβαλε ότι, μετά τη σταδιοδρομία του ως ποδοσφαιριστής μέχρι την ηλικία των 34 χρόνων, θα μπορούσε να γίνει προπονητής ποδοσφαιρικής ομάδας. Επίσης επεσήμανε ότι ο εφεσείων θα εργάζετο μέχρι τη συντάξιμη ηλικία των 60 χρόνων. Εισηγήθηκε δε τελικά ως συντελεστή που αρμόζει στην παρούσα υπόθεση τον αριθμό 12.

Δεν συμφωνούμε με το σκεπτικό του συνηγόρου του εφεσείοντα. Είναι φανερό από την απόφαση του Δικαστηρίου ότι ο συντελεστής, όπως τον καθόρισε, αναφέρεται μόνο στην απώλεια εισοδημάτων του στο ποδόσφαιρο. Η άλλη πιθανή επαγγελματική του σταδιοδρομία σε άλλο επάγγελμα, εκτός του ποδοσφαίρου, μετά την ηλικία των 34 χρόνων του και η σχετική πιθανή απώλεια, δεν ήταν δυνατό να προσδιοριστεί γιατί θα έλειπε ο πολλαπλασιαστέος. Λήφθηκε δε, ορθά, υπόψη κατά τον υπολογισμό των γενικών αποζημιώσεων για πόνο και ταλαιπωρία (Βλέπε: Μαυροπετρή και Moeliker (πιο πάνω)).

Το Δικαστήριο επεδίκασε ειδικές αποζημιώσεις υπέρ του εφεσείοντα για τη χρονική περίοδο μεταξύ της ημερομηνίας του ατυχήματος και της καταχώρησης της Έκθεσης Απαίτησης, δηλαδή για την περίοδο μεταξύ 16.12.85 και Οκτωβρίου 1988, οπότε η ηλικία του εφεσείοντα ήταν 22 χρόνων. Ο εφεσείων είχε ακόμα 12 χρόνια σταδιοδρομία ως ποδοσφαιριστής.

Συμφωνούμε με την προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου όσον αφορά τον υπολογισμό του πολλαπλασιαστή. Οι εισηγήσεις του συνηγόρου του εφεσείοντα δεν μας έχουν πείσει ότι το Δικαστήριο έσφαλε καθ΄ οιονδήποτε τρόπο στον υπολογισμό του.

Ο τρίτος λόγος έφεσης απορρίπτεται.

Δεύτερος λόγος εφέσεως

Με το δεύτερο λόγο έφεσης ο εφεσείων προσβάλλει την απόφαση του Δικαστηρίου να απορρίψει δύο ποσά, μεταξύ άλλων, που απαιτούσε ως ειδικές αποζημιώσεις και συγκεκριμένα, ποσό £1.000,= ως μεταφορικά του έξοδα και ποσό £5.000,= σαν έξοδα μετάβασης του στο εξωτερικό για θεραπεία.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο ασχολούμενο με το θέμα αυτό επεσήμανε, ότι για μεν το ποσό των £1.000,= για μεταφορικά έξοδα δεν υπήρξε μαρτυρία που να αποδεικνύει με βεβαιότητα τη δαπάνη, για δε το ποσό των £5.000,=, έξοδα μετάβασης του εφεσείοντα στο εξωτερικό για θεραπεία, και πάλι δεν υπήρξε τέτοια μαρτυρία, ούτε μαρτυρία ιατρική ή άλλη που να δείχνει ότι ένα τέτοιο ταξίδι ήταν αναγκαίο ιατρικά ή έστω χρήσιμο. Η μόνη μαρτυρία που παρουσιάσθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, όπως αναφέρει το πρωτόδικο Δικαστήριο, ήταν η αόριστη, όπως τη χαρακτηρίζει, προφορική μαρτυρία της μητέρας του εφεσείοντα.

Είναι εμπεδωμένη νομική αρχή ότι οι ειδικές αποζημιώσεις πρέπει να εξειδικεύονται στην απαίτηση και να αποδεικνύονται με αυστηρότητα.

Στον McGregor on Damages, 15η έκδοση, παράγραφος 23, σελίδα 15, αναφέρεται:-

"Special damages, on the other hand, are such as the law will not infer from the nature of the act. They do not follow in ordinary course. They are exceptional in their character and, therefore, they must be claimed specially and proved strictly.".

Η πιο πάνω αρχή έχει υιοθετηθεί και επιβεβαιωθεί από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε σειρά αποφάσεων (Βλέπε, μεταξύ άλλων: Σπύρου ν. Χατζηχαραλάμπους (1989) 1 ΑΑΔ 298, Emmanuel v. A. Nicolaou (1977) 1 CLR 15, Zachariou v. Lioness (1983) 1 CLR 415).

Δεν έχουμε πεισθεί από την επιχειρηματολογία του δικηγόρου του εφεσείοντα ότι το Δικαστήριο λανθασμένα απέρριψε τα πιο πάνω ποσά που απαιτούνταν σαν ειδικές αποζημιώσεις. Από τη νομολογία που έχει εκτεθεί πιο πάνω, ορθά το Δικαστήριο κατέληξε ότι δεν έχουν αποδειχθεί στο βαθμό που απαιτείτο.

Και ο λόγος αυτός της έφεσης απορρίπτεται.

Τέταρτος λόγος εφέσεως

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή εναντίον του εφεσιβλήτου 2 απαλλάσσοντας οποιασδήποτε εκ προστήσεως ευθύνη. Ο εφεσίβλητος 2 ήταν ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης της μοτοσυκλέττας που οδηγούσε ο αδελφός του, εφεσίβλητος 1 και στην οποία επέβαινε ο εφεσείων. Το Δικαστήριο είχε ενώπιόν του τη μαρτυρία των εφεσιβλήτων 1 και 2 την οποία θεώρησε ως ορθή και αληθή. Από τη μαρτυρία αυτή το μόνο συμπέρασμα που μπορούσε να εξαχθεί είναι αυτό στο οποίο κατέληξε το Δικαστήριο. Ότι ο εφεσίβλητος 1 οδηγούσε τη μοτοσυκλέττα χωρίς τη συγκατάθεση του εφεσίβλητου 2 και κατά συνέπεια δεν ήταν δυνατό να υποστηριχθεί οποιαδήποτε σχέση μεταξύ τους. Ορθά κατά συνέπεια το Δικαστήριο απάλλαξε τον εφεσίβλητο 2 οποιασδήποτε εκ προστήσεως ευθύνη.

Ο λόγος 4 της έφεσης απορρίπτεται.

Πέμπτος λόγος εφέσεως

Με τον πέμπτο και τελευταίο λόγο έφεσης ο εφεσείων προσβάλλει επίσης την κατάληξη του Δικαστηρίου ότι ο εφεσίβλητος αρ. 3 δεν υπείχε οποιασδήποτε ευθύνης στο ατύχημα.

Θεωρούμε σκόπιμο να παραθέσουμε τα γεγονότα και τα ευρήματα όπως τα βρήκε το Δικαστήριο:

"Στην παρούσα υπόθεση από τα γεγονότα όπως εκτέθηκαν, είναι φανερό ότι ο εναγόμενος 1 εισήλθε από την Γραβιάς στην Πλούτωνος χωρίς να σταματήσει στο σημείο "Αλτ", και ο εναγόμενος 3 προσπαθώντας να αντιδράσει κατάφερε μόνο να εφαρμόσει τα φρένα του χωρίς όμως αποτέλεσμα. Ο εναγόμενος 1 όφειλε να μην εισέλθει στον κύριο δρόμο πριν βεβαιωθεί ότι ήταν ασφαλές να το πράξει και ότι κανένα άλλο όχημα δεν οδηγείτο στην οδό Πλούτωνος σε τέτοια απόσταση που να δημιουργεί κίνδυνο. Κάτω από τις περιστάσεις βρίσκω ότι το δυστύχημα οφείλεται στην αποκλειστική αμέλεια του εναγόμενου 1, ενώ ο εναγόμενος 3 διόλου δεν ευθύνεται κάτω από τις περιστάσεις. Παρά την πολύ προσεκτική εξέταση της μαρτυρίας δεν στοιχειοθετείται αμέλεια του εναγόμενου 3. Οδηγούσε με ταχύτητα 20 μ.α.ω., στην αριστερή πλευρά του δρόμου και προσπάθησε να αντιδράσει όταν παρουσιάστηκε μπροστά του κίνδυνος. Επίσης δεν υπάρχει ίχνος μαρτυρίας που να δικαιολογεί το εύρημα ότι ο εναγόμενος 3 ανέμενε ή ήταν εύλογο να αναμένει την έξοδο οποιουδήποτε οχήματος από την οδό Γραβιάς στην Πλούτωνος. Έτσι η αγωγή εναντίον του εναγόμενου 3 θα πρέπει να απορριφθεί.".

Ο δικηγόρος του εφεσείοντα δεν αμφισβήτησε ενώπιόν μας τα γεγονότα. Αμφισβήτησε μόνο την ορθότητα της κατάληξης του Δικαστηρίου και εισηγήθηκε ότι τα γεγονότα δεν δικαιολογούσαν την κατάληξη του ότι ο εφεσίβλητος 3 δεν υπέχει συντρέχουσα αμέλεια στο ατύχημα.

Είναι γνωστές οι αρχές που διέπουν το θέμα της αμέλειας και δεν θεωρούμε σκόπιμο να τις επαναλάβουμε. Απλά παραπέμπουμε, μεταξύ άλλων, στις αποφάσεις: Κυριάκος Χριστοδούλου ν. Γρηγόρης Γρηγορίου (1989) 1 ΑΑΔ 178, Christoforou Georghiou as Administrator of the Estate of the Deceased Antonis Christoforou (No. 2) v. Georgios Asproftas and Another (1988) 1 CLR 441, Βλάσιος ν. Αντωνίου (1990) 1 ΑΑΔ 815).

Το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε ότι αιτία του ατυχήματος ήταν η παράλειψη του εφεσίβλητου 1 να σταματήσει στο σημείο του "αλτ". Δεν επιμέρισε δε κανένα ποσοστό συντρέχουσας αμέλειας στον εφεσίβλητο 3.

Οι αρχές της συντρέχουσας αμέλειας έχουν εμπεδωθεί από τη νομολογία από παλιά. Στην αγγλική αυθεντία Fardon v. Harcourt-Rivington (1932) All E.R. Rep. 81, στη σελίδα 83 αναφέρεται η ακόλουθη αρχή:-

"The root of this liability is negligence, and what is negligence depends on the facts with which you have to deal. If the possibility of the danger emerging is reasonably apparent, then to take no precautions is negligence; but if the possibility of danger emerging is only a mere possibility which would never occur to the mind of a reasonable man, then there is no negligence in not having taken extraordinary precautions.".

Επίσης ο Λόρδος Denning στην αυθεντία Jones v. Livox Quarries Ltd. (1952) 2 Q.B. 608, στη σελίδα 615 αναφέρει:-

"Although contributory negligence does not depend on a duty of care, it does depend on foreseeability. Just as actionable negligence requires the foreseeability of harm to others, so contributory negligence requires the foreseeability of harm to oneself. A person is guilty of contributory negligence if he ought reasonably to have foreseen that, if he did not act as a reasonable, prudent man, he might be hurt himself; and in his reckonings he must take into account the possibility of others being careless.".

Οι αρχές αυτές έγιναν δεκτές και από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλέπε: Elpiniki Panayiotou v. Georgios Kyriakou Markos (1970) 1 CLR 215, Christos Charalambides v. Polyvios Michaelides (1973) 1 CLR 66, Patsalides v. Yapani and Another (1969) 1 CLR 84, Vacanas v. Thomas and Another (1982) 1 CLR 530).

Τονίζουμε ότι κάθε υπόθεση κρίνεται με τα δικά της γεγονότα και περιστάσεις στα οποία γίνεται αναγωγή των αρχών της συντρέχουσας αμέλειας όπως έχουν εκτεθεί πιο πάνω. Και στην παρούσα υπόθεση δεν έχουμε πεισθεί ότι τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε το πρωτόδικο Δικαστήριο είναι λανθασμένα ή ότι επλανήθη ως προς το Νόμο ή τη νομολογία. Με τα γεγονότα της υπόθεσης ορθά κατέληξε ότι ο εφεσίβλητος 3 δεν υπείχε καμιάς ευθύνης για το ατύχημα. Φρονούμε ότι, έχοντας υπόψη την αιφνίδια κατάσταση στην οποία βρέθηκε ο εφεσίβλητος 3 ως αποτέλεσμα της αμέλειας του εφεσίβλητου 1 να μην σταματήσει στη συμβολή των δρόμων και στο σημείο του "αλτ" δεν είχε καθόλου το χρόνο να αποφύγει τη σύγκρουση ή να είχε λάβει προηγούμενα άλλα μέτρα προφύλαξης απ΄ αυτά που έλαβε. Και, κατά συνέπεια, ότι δεν συνέτεινε σε οποιοδήποτε βαθμό στο ατύχημα.

Ο λόγος 5 της έφεσης, επομένως, απορρίπτεται.

Για τους πιο πάνω λόγους, η έφεση επιτυγχάνει μερικώς όσον αφορά τις γενικές αποζημιώσεις.

Η έφεση εναντίον των εφεσιβλήτων 2 και 3 απορρίπτεται με έξοδα.

Επιδικάζονται έξοδα υπέρ του εφεσείοντα και εναντίον του εφεσίβλητου 1.

Τα έξοδα να υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή.

 

Δ.

Δ.

Δ.

 

 

 

 

 

 

/ΕΠσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο