ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1998) 1 ΑΑΔ 106

AΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Αίτηση αρ. 143/97

ΕΝΩΠΙΟΝ: Σ. ΝΙΚΗΤΑ, Δ.

 

Αναφορικά με την αίτηση του Ευγένιου Ιωαννίδη για χορήγηση

άδειας καταχώρησης αίτησης για έκδοση διατάγματος

certiorari

- και -

Αναφορικά με την απόφαση ημερ. 27/11/97 του Οικογενειακού

Δικαστηρίου Λευκωσίας στην αίτηση αρ. 168/97 στο

Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας μεταξύ Χρυσούλας

Αλεξάνδρου, αιτήτριας και Ευγένιου Ιωαννίδη, καθού η αίτηση

------------------

Ημερομηνία: 22 Ιανουαρίου, 1998

Για τον αιτητή: Επ. Κορακίδης

---------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η κρινόμενη αίτηση για χορήγηση άδειας σχετίζεται άμεσα με την αξίωση της συζύγου του αιτητή να της καταβάλλει διατροφή. Η ίδια ισχυρίζεται πως ο αιτητής εγκατέλειψε, από το Δεκέμβριο του 1987, τη συζυγική εστία, χωρίς να ενδιαφερθεί για το θέμα αυτό και χωρίς ποτέ να προβεί σε οποιαδήποτε διευθέτηση. Ο γιος της, που τη συντηρούσε μέχρι το Σεπτέμβριο του 1996, παντρεύτηκε και λόγω των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει, δεν είναι πια σε θέση να τη βοηθά.

Με τη γραπτή του υπεράσπιση στην παραπάνω αίτηση, ο αιτητής έχει εγείρει αριθμό προδικαστικών ενστάσεων. Μια από αυτές αφορά τη δικαιοδοσία του Οικογενειακού Δικαστηρίου να επιληφθεί της αίτησης της συζύγου του. Το ζήτημα δικάστηκε ως προκαταρκτικό. Για τους λόγους που εκτίθενται στην ενδιάμεση απόφαση του, ημερ. 27/11/97, το δικαστήριο απέρριψε την ένσταση του αιτητή. Είναι συνημμένη στην ένορκη δήλωση, που συνοδεύει την παρούσα. Επισυνάπτονται επίσης ως τεκμήρια η αίτηση αρ. 168/97 και η υπεράσπιση του αιτητή σε αυτή.

Η διαδικασία για άδεια αφορά την έκδοση certiorari για παραμερισμό της παραπάνω απόφασης. Στο μεταξύ, όπως προκύπτει από αντίγραφο διατάγματος του ίδιου δικαστηρίου ημερ. 16/7/97, που επίσης προσκομίστηκε, ο αιτητής διατάχθηκε να καταβάλλει μηνιαίο ποσό £50 στη σύζυγο του μέχρι 25/9/97, που ορίστηκε η σχετική μονομερής αίτηση της συζύγου για να πάρει θέση ο αιτητής. Δεν παρέχεται άλλο στοιχείο για την τύχη του διατάγματος.

Αφετηριακό σημείο του δικογράφου της αίτησης αποτελεί ο ισχυρισμός ότι οι διάδικοι είναι Κύπριοι πολίτες και χριστιανοί ορθόδοξοι. Ο αιτητής παραδέχεται πως έχει και τις δύο ιδιότητες, αλλά, όπως λέγει στην παράγραφο 5 της υπεράσπισης, αγνοεί αν το ίδιο συμβαίνει και με τη σύζυγο του. Ο δικηγόρος του αιτητή εισηγείται - όπως ακριβώς έκαμε και στο Οικογενειακό Δικαστήριο - πως η παραπάνω δήλωση της αιτητρίας δεν αρκεί για να θεμελιώσει τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου στο οποίο αποτάθηκε για θεραπεία. Ελλείπει από το δικόγραφο το πιο θεμελιώδες συστατικό του, που εμπεδώνει τη δικαιοδοτική βάση του Οικογενειακού Δικαστηρίου, πως οι διάδικοι ανήκουν στην ελληνική κοινότητα.

Η τοποθέτηση του συνηγόρου, που στηρίχθηκε κυρίως στην απόφαση Μιχαήλ Μούρτζινος ν. Global Cruises S.A. (1992) 1 Α.Α.Δ. 1160, είναι ότι η καταγωγή είναι ουσιαστικό γεγονός, που ο διάδικος οφείλει να περιλάβει στο δικόγραφο, γιατί δε συνδέεται μόνο με την αποκάλυψη αγώγιμου δικαιώματος, αλλά και με την ύπαρξη της δικαιοδοσίας. Χωρίς τέτοιο ισχυρισμό δεν υπάρχει καν δυνατότητα προσαγωγής μαρτυρίας για συμπλήρωση του κενού.

Ο δικαστής αντιμετώπισε διεξοδικά το τεθέν ζήτημα υπό το πρίσμα των διατάξεων του άρθρ. 2 του Συντάγματος, που προσδιορίζει τη σύνθεση της ελληνικής κοινότητας. Σε συνδυασμό με το νομοθετικό ορισμό του όρου "Δικαστήριο", που απαντάται στις ερμηνευτικές διατάξεις του άρθρ. 2 του περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμου του 1991 (ν. 232/91). Σύμφωνα με το άρθρ. 2 (α):

"Δικαστήριο" σημαίνει

(α) Σε περίπτωση που και οι δύο σύζυγοι ανήκουν στην Ελληνική Κοινότητα, για θέματα διατροφής το Οικογενειακό Δικαστήριο το οποίο ιδρύθηκε για την Επαρχία μέσα στην οποία διαμένει ή διεξάγει επάγγελμα ο εναγόμενος ή ο καθ' ου η αίτηση σύζυγος ή ο αιτητής.

(β)...................................................................................."

(γ) .................................................................................."

Το δικαστήριο, αφού επισημαίνει πως ο ισχυρισμός της αιτητρίας (παράγραφος 2 της αίτησης) ότι ο γάμος των διαδίκων τελέστηκε στο χωριό Στατός Πάφου στις 10/10/60 δεν έγινε αντικείμενο άρνησης, προσφεύγει στο άρθρ. 2 του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Κύπρου του 1979, που καθορίζει ποια πρόσωπα ανήκουν σε αυτήν:

"Μέλη του πληρώματος της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Κύπρου είναι πάντες οι εν Κύπρω μονίμως διαμένοντες Ορθόδοξοι Χριστιανοί και όσοι, έλκοντες την καταγωγήν αυτών εκ Κύπρου και εις την Ορθόδοξον αυτής Εκκλησίαν ενταχθέντες διά του βαπτίσματος, παροικούσι νυν εν γη αλλοτρία."

Ακολουθεί η πρώτη σκέψη της απόφασης ότι με δεδομένα (από την παραδοχή του), ότι ο αιτητής έχει την κυπριακή ιθαγένεια και είναι μέλος της ελληνορθόδοξης εκκλησίας η σύζυγος θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μέλος της ελληνικής κοινότητας. Σημειωτέον ότι κατά το άρθρ. 2(7)(α) του Συντάγματος "η ύπανδρος γυνή ανήκει εις την κοινότητα του συζύγου αυτής": βλέπε Georghiou (no.2) v. Republic (1968) 3 C.L.R. 411 και Δημητρίου ν. Δημητρίου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1153.

Το δικαστήριο σημείωσε ότι το άρθρ. 2(1) του Συντάγματος θέτει τις παρακάτω προϋποθέσεις για την ένταξη ενός προσώπου στην ελληνική κοινότητα:

(1) να είναι πολίτης της Δημοκρατίας.

(2) να έχει ελληνική καταγωγή, όπως ο όρος μπορεί να ερμηνευθεί σε συσχετισμό με διάφορες συνταγματικές πρόνοιες και το Παράρτημα Δ του Συντάγματος. και περαιτέρω

(3) να έχει ως μητρική γλώσσα την ελληνική ή να μετέχει των ελληνικών πολιτιστικών παραδόσεων ή να ανήκει στην ελληνορθόδοξη εκκλησία.

Παρά την παραπάνω διαπίστωση πως η αιτήτρια ανήκει, λόγω του γάμου της με τον αιτητή, στην τελευταία αυτή κατηγορία, το δικαστήριο προχώρησε και εντόπισε από τα δικόγραφα "άλλους ισχυρισμούς ή ενδείξεις" όπως, λ.χ., το επάγγελμα του αιτητή, που είναι δάσκαλος, ή τα ονόματα των διαδίκων και των παιδιών τους, που θα μπορούσαν να στηρίξουν και τις άλλες προϋποθέσεις κατάταξης στην ελληνική κοινότητα.

Στη συνέχεια η απόφαση μνημονεύει αρκετά προηγούμενα, που πραγματεύονται τους γενικούς κανόνες που καθορίζουν το δικαιοδοτικό πλαίσιο των δικαστηρίων και επισημαίνει πως δεν είναι πάντοτε απαραίτητο τα δικόγραφα να περιέχουν εξαντλητικά όλα τα σχετικά δεδομένα, που δημιουργούν τη δικαιοδοτική βάση, ενόψει του ότι δεν αποκλείεται η πλήρης διαλεύκανση σε κατοπινό στάδιο. Είναι γεγονός ότι στη Μούρτζινος, ανωτέρω, υιοθετήθηκε η υπόθεση Cyprus Potato Marketing Board v. Primlaks (Pacific Violet) BV και άλλος (1990) 1 Α.Α.Δ. 219, που το θέμα της δικαιοδοσίας, άνκαι τέθηκε ευθύς εξαρχής, αφέθηκε για τελική κρίση σε κατοπινό στάδιο.

Αυτό ακριβώς φαίνεται να ακολούθησε τελικά ο δικαστής, όπως προκύπτει από την καταληκτική παράγραφο της απόφασης του:

"Στο παρόν στάδιο δεν καλούμαι να εξετάζω το θέμα κατά πόσο οι διάδικοι είναι ή δεν είναι μέλη της Ελληνικής Κοινότητας, ούτε εγείρω από μόνος μου το θέμα της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου πάνω σε αυτή τη βάση γιατί εν πάση περιπτώσει από τα δικόγραφα δεν υπάρχει οτιδήποτε που να δημιουργεί προφανή αμφιβολία ότι έχω δικαιοδοσία. Συνεπώς εάν εγερθεί σε κατοπινό στάδιο θέμα δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου οι δυο πλευρές έχουν τη δυνατότητα να δώσουν μαρτυρία κατά πόσο έχουν Ελληνική καταγωγή και πληρούν τις άλλες προϋποθέσεις που απαιτούνται από το άρθρο 2(1) του Συντάγματος για να θεωρούνται μέλη της Ελληνικής Κοινότητας."

Εφόσον, σύμφωνα με νομολογιακά παραδεκτή πρακτική, το θέμα παραμένει ανοικτό, δε θα ήταν σωστό στη διαδικασία αυτή να αναφέρω οτιδήποτε που θα μπορούσε να προδικάσει το αποτέλεσμα ή να προκαταλάβω την κρίση του πρωτόδικου δικαστηρίου. Θα αρκεσθώ στη διαπίστωση ότι η έλλειψη δικαιοδοσίας δεν προκύπτει κατάδηλα, όπως εισηγείται ο δικηγόρος του αιτητή, από το φάκελο της διαδικασίας. Αντίθετα, η προηγηθείσα ανάλυση φανερώνει δικαιοδοτικά ερείσματα για το όλο φάσμα των προϋποθέσεων ανάληψης δικαιοδοσίας. Γιαυτό η παράλειψη ρητής αναφοράς στην ελληνική καταγωγή των διαδίκων δεν υποδηλώνει κατ' ανάγκη έλλειψη δικαιοδοσίας στο βαθμό που θα δικαιολογούσε τη δραστική παρέμβαση με certiorari.

Η αίτηση για άδεια απορρίπτεται.

Σ. Νικήτας,

Δ.

 

 

/Κασ

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο