ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 1 ΑΑΔ 291
20 Μαρτίου, 1997
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στής]
CETACO S.A.,
Ενάγοντες,
v.
ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ "FADEL" (ΑΛΛΩΣ ΓΝΩΣΤΟΥ ΩΣ "ALLAH KAREEM") ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ,
Εναγομένων.
(Αγωγή Nαυτοδικείου Αρ. 22/97).
Ναυτοδικείο — Μονομερής αίτηση εκ μέρους των ναυλωτών, για έκδοση διατάγματος κατά του εναγόμενου 5, πλοίαρχου του εναγόμενου πλοίου, με το οποίο να εμποδίζεται από του να αποξενώσει επιδικασθέν υπέρ του χρηματικό ποσό, που προέκυψε από την πώληση σε πλειστηριασμό του πλοίου — Το Δικαστήριο δεν ικανοποιήθηκε ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 και απέρριψε την αίτηση.
Ναυτοδικείο — Σύμβαση ναύλωσης — Φορτωτική — Πότε η φορτωτική συνιστά τη σύμβαση για τη μεταφορά εμπορευμάτων ή απλώς απόδειξη αυτής.
Οι ενάγοντες ήταν ναυλωτές του υπό Κυπριακή σημαία πλοίου Fadel δυνάμει ναυλοσυμφώνου ημερ. 18.10.96, που συνήφθη μεταξύ τους και των πλοιοκτητών του εναγόμενου πλοίου. Το πλοίο συνελήφθη ενώ ναυλοχούσε στο λιμάνι Λεμεσού μετά από ένταλμα σύλληψης, το οποίο εκδόθηκε σε άλλη αγωγή κατόπιν αίτησης των ενυποθήκων δανειστών.
Ο εναγόμενος 5, πλοίαρχος του εναγόμενου πλοίου εξασφάλισε στις 20.3.97 απόφαση υπέρ του για το ποσό των 56.754 Δολλαρίων Η.Π.Α. σε αγωγή Ναυτοδικείου που καταχώρησε κατά του εναγομένου πλοίου. Το ποσό αυτό του καταβλήθηκε από το πλειστηρίασμα που κατατέθηκε από την πώληση του πλοίου.
Οι ενάγοντες καταχώρησαν την παρούσα αίτηση αξιώνοντας διάταγμα που να απαγορεύει στον εναγόμενο 5 να αποξενώσει το πιο πάνω ποσό. Ισχυρίστηκαν ότι ενώ η σύμβαση ναύλωσης έγινε από τους πλοιοκτήτες για το πλοίο με το όνομα Fadel, και ο πλοίαρχος υπέγραψε τις σχετικές φορτωτικές και πάλι σαν πλοίαρχος του πλοίου Fadel, το πλοίο συνελήφθη στη Λεμεσό κάτω από το όνομα Allah Kareem. Αυτό, κατά τον ισχυρισμό των εναγόντων, συνιστούσε ουσιαστικά τόσο αθέτηση της σύμβασης όσο και δόλο.
Αποφασίστηκε ότι:
Το απλό γεγονός της υπογραφής της φορτωτικής από τον εναγόμενο 5 υπό την ιδιότητά του ως πλοιάρχου του πλοίου Fadel, δεν συνιστά αφ' εαυτού ένδειξη δόλου, ιδιαίτερα αν ληφθεί υπ' όψιν ότι το εν λόγω πλοίο ονομαζόταν προηγουμένως Allah Kareem. Η αλλαγή του ονόματος του πλοίου δεν μεταβάλλει την συμβατική σχέση μεταξύ των εναγόντων και των πλοιοκτητών που δημιουργήθηκε με την σύναψη του ναυλοσυμφώνου. Η αξίωση των εναγόντων εξαντλείται ουσιαστικά σε αποζημιώσεις που προκύπτουν από την σύλληψη και πώληση του συγκεκριμένου σκάφους εκκρεμούσης της διαδικασίας (pendente lite) και συνίσταται κυρίως στις δαπάνες μεταφόρτωσης του φορτίου.
Οι ενάγοντες απέτυχαν να ικανοποιήσουν το Δικαστήριο ότι πληρούνται δύο τουλάχιστον από τις προυποθέσεις του Άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου αρ. 14/60, δηλαδή η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση και η πιθανότητα θεραπείας για τον ενάγοντα. Ως εκ τούτου η αίτηση απορρίπτεται. Δεν εκδίδεται διαταγή ως προς τα έξοδα.
H αίτηση απορρίθηκε χωρίς διαταγή για έξοδα.
Υποθέσεις που αναφέρθηκαν:
The Sonia II [1946] A.M.C. 90,
The Northern No.29 [1936] A.M.C. 1296,
Ministry of Commerce v. Marine's Tankers Corporation, 1961, A.M.C. 320,
Crooks v. Allan [1879] 5 Q.B.D. 38,
Runquist v. Ditchell [1800] 2 Camp 556,
Phillips v. Edwards [1858] 3 H & N 813,
The Ardennes [1951] 1 K.B. 55,
Archangelos Domain Limited v. Adriatica Societa Per Azione Di Navigatione (1978) 1 C.L.R. 439.
Aίτηση.
Aίτηση από τους ενάγοντες με την οποία αξιώνουν διάταγμα που να απαγορεύει στον εναγόμενο 5, τους αντιπροσώπους ή τους υπηρέτες του από του να χρησιμοποιήσουν, δωρίσουν, μεταβιβάσουν ή άλλως αποξενώσουν με οποιονδήποτε τρόπο το ποσό των $56.754 Δολλαρίων H.Π.A. μέχρι τελικής εκδίκασης της αγωγής.
Μ. Γεωργιάδης με Xρ. Χρίστη, για τους Ενάγοντες-Αιτητές.
Σ. Πίττας, για τους Εναγόμενους-Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
NIKOΛAΪΔHΣ, Δ.: Aνάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Με την παρούσα αίτηση οι ενάγοντες αξιώνουν διάταγμα που να εμποδίζει ή απαγορεύει στον εναγόμενο 5 ή τους αντιπροσώπους ή υπηρέτες του από του να χρησιμοποιήσουν, δωρίσουν, μεταβιβάσουν, δεσμεύσουν, μεταφέρουν, αποσύρουν, διαθέσουν ή άλλως αποξενώσουν καθ' οιονδήποτε τρόπο το ποσό των 56.754 Δολλαρίων Η.Π.Α., που είναι πληρωτέο σ' αυτόν δυνάμει απόφασης Δικαστηρίου στην αγωγή Ναυτοδικείου υπ' αρ. 31/97 μέχρι τελικής εκδίκασης της παρούσας αγωγής. Παράγραφος με την οποία αξιωνόταν διάταγμα που να απαγορεύει στον Αρχιπρωτοκολλητή του Ανώτατου Δικαστηρίου την πληρωμή του πιο πάνω ποσού προς τον εναγόμενο 5 αποσύρθηκε κατά την έναρξη της διαδικασίας.
Τα γεγονότα επί των οποίων βασίζεται η αίτηση όπως παρουσιάζονται στις ένορκες δηλώσεις του κ. Χρίστου Χρίστη, δικηγόρου από τη Λευκωσία και Ιωάννη Γιάκα από την Ελβετία, είναι σε συντομία τα ακόλουθα: Οι ενάγοντες καταχώρησαν στις 12.2.1997 την παρούσα αγωγή Ναυτοδικείου εναντίον, μεταξύ άλλων, του εναγόμενου 5 πλοιάρχου του εναγόμενου πλοίου, με την οποία αξιώνουν αποζημιώσεις για δόλο και/ή ψευδείς παραστάσεις για το ποσό των 300.000 Δολλαρίων Η.Π.Α. Οι ενάγοντες ήταν ναυλωτές του υπό Κυπριακή σημαία πλοίου "Fadel" δυνάμει ναυλοσυμφώνου ημερ. 18.10.1996 που συνήφθη μεταξύ τους και των πλοιοκτητών του συγκεκριμένου πλοίου. Το πλοίο απέπλευσε για τον προορισμό του κατά ή περί τις 3.11.1996, αλλά στις 13.11.1996 κατέπλευσε στη Λεμεσό. Ενώ το πλοίο ναυλοχούσε στο λιμένα Λεμεσού συγκεκριμένη τράπεζα που είχε δανειοδοτήσει το πλοίο και η οποία είχε εγγράψει επί του πλοίου ναυτική υποθήκη, ύστερα από σχετική αίτηση στο Δικαστήριο προχώρησε στη σύλληψή του στις 13.11.1996. Στη συνέχεια το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων, Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας, απoφάσισε στις 15.11.1996 να απαγορεύσει τον απόπλουν του εναγόμενου πλοίου. Ακολούθως ο Υπουργός Συγκοινωνιών με διοικητική πράξη στις 24.1.1997 διέταξε την άρση της Κυπριακής εθνικότητας του πλοίου και τη διαγραφή του από το Κυπριακό νηολόγιο γιατί είχε νηολογηθεί σε αλλοδαπό νηολόγιο.
Ο εναγόμενος 5 καταχώρησε στις 19.2.1997 την αγωγή Ναυτοδικείου υπ' αρ. 31/97 εναντίον του εναγόμενου πλοίου και στις 20.3.1997 εξασφάλισε εκ συμφώνου απόφαση υπέρ του για το ποσό των 56.754 Δολλαρίων Η.Π.Α. Το ποσό αυτό του καταβλήθηκε από το πλειστηρίασμα που κατατέθηκε από την πώληση του εναγόμενου πλοίου στην αγωγή αρ. 208/96. Παρόμοιες πληρωμές έγιναν και σε άλλα μέλη του πληρώματος. Η βάση της υπόθεσης των εναγόντων είναι ότι ενώ η σύμβαση ναύλωσης έγινε από τους πλοιοκτήτες για το πλοίο με το όνομα "Fadel" και ο πλοίαρχος υπέγραψε σχετικές φορτωτικές και πάλι σαν πλοίαρχος του πλοίου "Fadel", στη συνέχεια το πλοίο συνελήφθη στη Λεμεσό κάτω από το όνομα "Αllah Kareem". Eίναι η θέση των εναγόντων ότι η υπογραφή των φορτωτικών από τον εναγόμενο 5 υπό την ιδιότητά του ως πλοίαρχου του πλοίου "Fadel" συνιστά ουσιαστικά τόσο αθέτηση της σύμβασης, όσο και διάπραξη της αδικοπραξίας του δόλου.
Μερικές φορές η σύμβαση μεταφοράς έχει τη μορφή ναυλοσυμφώνου, οπότε ο ενάγων θα πρέπει να αποδείξει ότι η ναύλωση αποτελεί τη σύμβαση. Όταν ο ναυλωτής είναι επίσης και ο κάτοχος της φορτωτικής τότε η ναύλωση αποτελεί τη σύμβαση και η φορτωτική είναι απλώς απόδειξη (The Sonia II [1946] A.M.C. 90, The Northern No.29 [1936] A.M.C. 1296.) Όταν όμως ο κάτοχος της φορτωτικής δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος της σύμβασης ναύλωσης, τότε η φορτωτική αποτελεί τη σύμβαση (Μinistry of Commerce v. Marine's Tankers Corporation, 1961, A.M.C. 320). Στην περίπτωση αυτή όμως οι όροι της ναύλωσης εφαρμόζονται αν στη φορτωτική γίνεται αναφορά σε όλους τους όρους και εξαιρέσεις της σύμβασης/ναύλωσης. Η θέση ότι η φορτωτική δεν αποτελεί τη σύμβαση μεταφοράς αλλά μόνο μαρτυρία της ύπαρξης της σύμβασης επαναλήφθηκε και από το Δικαστή Lash στην υπόθεση Crooks v. Allan [1879] 5 Q.B.D. 38, 40. (Bλέπε Runquist v. Ditchell [1800] 2 Camp 556 και Phillips v. Edwards [1858] 3 H & N 813. Βλέπε επίσης την υπόθεση The Ardennes [1951] 1 K.B. 55).
Η νομολογία επί του θέματος μπορεί να ερμηνευθεί ότι εξαρτάται από τα γεγονότα κάθε υπόθεσης κατά πόσο η φορτωτική περιέχει ή όχι την πραγματική συμφωνία μεταξύ των μερών. Όπου ως συνήθως η φορτωτική υπογράφεται από τον πλοίαρχο που δεν έχει εξουσιοδότηση να μεταβάλει τους όρους της σύμβασης που ήδη έχει συναφθεί μεταξύ του πλοιοκτήτη και του φορτωτή ή ναυλωτή, εξυπακούεται ότι οι όροι της φορτωτικής δεν μπορούν να αποτελέσουν αναντίλεκτη μαρτυρία ως προς τους όρους της συμφωνίας αυτής. Μόνο όταν δεν έχει συναφθεί προηγούμενη σύμβαση από τους πλοιοκτήτες υποστηρίζεται ότι η φορτωτική μπορεί να υπογραφεί από τον πλοίαρχο σαν σύμβαση (βλ. Carver on Carriage by Sea, 13η έκδοση, Τόμος 1, παραγρ. 89).
Είναι παραδεκτό ότι οι ενάγοντες συμφώνησαν με τον εναγόμενο 4 μέσω των εναγομένων 3 διαχειριστών του πλοίου τη ναύλωση του πλοίου "Fadel". Από την άλλη το πλοίο "Αllah Kareem" φέρεται να είναι πλοιοκτησίας των εναγομένων 2. ΄Εχει προβληθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο των εναγόντων ότι η ενέργεια του πλοίαρχου να υπογράψει τις φορτωτικές ως πλοίαρχος του πλοίου "Fadel" αποτελεί εκ πρώτης όψεως μαρτυρία για ύπαρξη δόλου ή ψευδών παραστάσεων. Δεν με βρίσκει σύμφωνο η θέση αυτή. Χωρίς πρόθεσή μου να υπεισέλθω στην ουσία της αξίωσης των εναγόντων εναντίον είτε του εναγόμενου 5 είτε οιουδήποτε των άλλων εναγομένων, θα πρέπει να πω ότι εκ πρώτης όψεως από τις δύο ενόρκους δηλώσεις που κατατέθηκαν προς ενίσχυση των θέσεων των εναγόντων δεν προκύπτει οποιοσδήποτε ουσιαστικός ισχυρισμός που να στοιχειοθετεί αγώγιμο δικαίωμα εναντίον του εναγόμενου 5. Γίνεται απλώς κάποιος αόριστος ισχυρισμός περί δόλου και ψευδών παραστάσεων χωρίς να παρέχεται οποιοδήποτε σχετικό στοιχείο. Το απλό γεγονός της υπογραφής της φορτωτικής από τον εναγόμενο 5 υπό την ιδιότητά του ως πλοίαρχου του πλοίου "Fadel" και ο κατάπλους του συγκεκριμένου σκάφους με το όνομα "Allah Kareem" στο λιμένα Λεμεσού, δεν συνιστά από μόνο του ένδειξη δόλου, ιδιαίτερα αν ληφθεί υπ' όψη ότι το πλοίο "Fadel" πράγματι ονομαζόταν προηγουμένως "Allah Kareem". Μεταξύ των εναγόντων και των πλοιοκτητών του πλοίου έχει συναφθεί ναυλοσύμφωνο. Η αλλαγή του ονόματος του πλοίου δεν μεταβάλλει τη μεταξύ τους συμβατική σχέση και αυτό αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι εκδόθηκε διάταγμα με το οποίο αποδόθηκε στους ενάγοντες το φορτίο τους και επιτράπηκε η μεταφόρτωσή του σε άλλο πλοίο. Η αξίωση των εναγόντων εξαντλείται ουσιαστικά σε αποζημιώσεις που προκύπτουν από τη σύλληψη και πώληση του συγκεκριμένου σκάφους εκκρεμούσης της διαδικασίας (pedente lite) και σύγκεινται κυρίως από τις δαπάνες μεταφόρτωσης του φορτίου. Δυσκολεύομαι να αντιληφθώ πού συνίσταται ο δόλος του πλοίαρχου, ενώ θα πρέπει να λεχθεί ότι κι' ο ίδιος αναγκάστηκε να προσφύγει στη δικαιοσύνη για να μπορέσει να εισπράξει από τους πλοιοκτήτες τους μισθούς του. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι από το ενώπιόν μου κατατεθέν αποδεικτικό υλικό δεν προκύπτουν καν οι όροι είτε της φορτωτικής, είτε του ναυλοσυμφώνου. Έχουν κατατεθεί φωτοτυπίες μόνο της μίας πλευράς των φορτωτικών και έτσι το Δικαστήριο δεν μπορούσε, ακόμα κι΄ αν το επιθυμούσε, να υπεισέλθει και εξετάσει τους συγκεκριμένους όρους των δύο εγγράφων.
Το γεγονός ότι οι ενάγοντες εκτός από ναυλωτές ήταν και οπισθογράφοι των φορτωτικών δεν νομίζω ότι βοηθά καθόλου την υπόθεσή τους. Η σχετική διαφοροποίηση που γίνεται όταν ο κάτοχος της φορτωτικής δεν είναι μέρος της σύμβασης ναύλωσης, οπότε και η φορτωτική συνιστά τη σύμβαση, γίνεται για να μπορεί ο κάτοχος της φορτωτικής ο οποίος αλλιώς δεν θα μπορούσε να επικαλεστεί τη σύμβαση, αφού δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος, να προβάλει τις αξιώσεις του σε περίπτωση προβλημάτων κατά τη μεταφορά. Βλέπε Archangelos Domain Limited v. Adriatica Societa Per Azione Di Navigatione (1978) 1 C.L.R. 439, 460).
Eν όψει όλων των πιο πάνω βρίσκω ότι οι ενάγοντες απέτυχαν να ικανοποιήσουν το Δικαστήριο ότι πληρούνται δύο τουλάχιστον από τις προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, αρ. 14/60, ότι δηλαδή υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση και ότι υπάρχει πιθανότητα ο ενάγων να δικαιούται σε θεραπεία και συνεπώς αποφάσισα να απορρίψω την αίτηση. Κάτω από τις περιστάσεις και ιδίως λόγω του γεγονότος ότι η αίτηση είχε καταχωρηθεί χωρίς ειδοποίηση (ex parte) και ο κ. Πίττας παρουσιάστηκε απλά και μόνο γιατί έτυχε να λάβει γνώση της καταχώρησής της χωρίς να του έχει επιδοθεί προηγουμένως η αίτηση, αποφάσισα να μην προβώ σε οποιαδήποτε διαταγή ως προς τα έξοδα. Η αίτηση απορρίπτεται χωρίς καμιά διαταγή ως προς τα έξοδα.
H αίτηση απορρίπτεται χωρίς διαταγή για έξοδα.