ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 1 ΑΑΔ 1508
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10086
ΕΝΩΠΙΟΝ:
Π. ΑΡΤΕΜΗ, Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, Φ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, ΔΔ.Μεταξύ:
Σεσίλιας (Cecilia) Στεφάνου,
Εφεσείουσα ς-ενάγουσας,
και
Στέφανου Στεφάνου,
Εφεσίβλητο υ-εναγόμενου.
- - - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ:
18.11.97ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ
Για την εφεσείουσα-ενάγουσα: κα Ε. Βραχίμη με τον κ. Λ. Βραχίμη.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Π. ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.:
Η εφεσείουσα σε αγωγή της εναντίον του συζύγου της στην οποία αιτείται γενικές αποζημιώσεις για επίθεση με πραγματική σωματική βλάβη, υπέβαλε μονομερή αίτηση ζητώντας διάταγμα που να απαγορεύει στον εφεσίβλητο-εναγόμενο να την επισκέπτεται και να επικοινωνεί μαζί της, να την παρενοχλεί, να της επιτίθεται και να την απειλεί, μέχρι αποπεράτωσης της αγωγής. Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε το μονομερές αίτημα της εφεσείουσας. Η τελευταία καταχώρησε την παρούσα έφεση με την οποία ζητά ανατροπή της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου.Το προκαταρκτικό θέμα που εγέρθηκε ήταν κατά πόσο η ειδοποίηση έφεσης θα πρέπει να επιδοθεί στον εφεσίβλητο-εναγόμενο. Η ευπαίδευτη συνήγορος της εφεσείουσας υπέβαλε ότι επίδοση της έφεσης και αντιγράφου της αίτησης και ένορκης δήλωσης θα απεκάλυπτε στον εφεσίβλητο το χώρο στον οποίο τώρα ευρίσκεται και τον οποίον εκείνος δεν γνωρίζει, με κίνδυνο την επέμβαση του και παρενόχληση της και πάλιν. Περαιτέρω, υποστήριξε ότι η επίδοση ειδοποίησης έφεσης θα άλλαζε εντελώς το χαρακτήρα της μονομερούς αίτησης και θα εξουδετέρωνε το σκοπό της.
Στην υπόθεση Johnson v. Pole (1987) 1 C.L.R. 311, όπου επρόκειτο για αίτηση τύπου Mareva, το Εφετείο αποφάσισε πως με βάση τη Δ.35 θ.17 που δίδει δικαίωμα έφεσης σε μονομερείς αιτήσεις και τις πρόνοιες του θ.5 της ίδιας Διαταγής που απαιτεί επίδοση σε όλα τα μέρη που επηρεάζονται άμεσα από την έφεση ήταν επιτακτικό όπως επιδοθεί ειδοποίηση της έφεσης στον εναγόμενο. Αποφασίστηκε ότι ο όρος "μέρος" ("party") σημαίνει διάδικο και έκρινε ότι ο εναγόμενος εναντίον του οποίου είχε υποβληθεί η μονομερής αίτηση που απορρίφθηκε ήταν σαφώς διάδικος και πρόσωπο που θα επηρεαζόταν άμεσα από οποιαδήποτε απόφαση στην έφεση, θεωρώντας έτσι απαραίτητη την επίδοση της ειδοποίησης της σ΄αυτόν. Η απόφαση αυτή ακολουθήθηκε και στην Isorropimene Zootrofe v. Kaloudes (1988) 1 C.L.R. 45.
Τέλος, στην πιο πρόσφατη υπόθεση Cyprus Sulphur κ.α. ν. Παραρλάμα κ.α. (1990) 1 A.A.Δ. σελ.1040, επιβεβαιώθηκε η νομική θέση που διατυπώθηκε στις πιο πάνω αποφάσεις. Περαιτέρω, για να τονισθεί η αναγκαιότητα της παρουσίας του εναγομένου για να ακουστεί στην έφεση, αναφέρθηκε ότι μία απόφαση του Εφετείου σε τέτοια περίπτωση είναι τελική επί του θέματος και δεν μπορεί σε μεταγενέστερο στάδιο να αμφισβητηθεί ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου. Με αναφορά στην υπόθεση
Savvas Athanassiou v. The Attorney-General of the Republic (1969) 1 C.L.R. 439, λέχθηκαν τα πιο κάτω, στις σελ.1044-1045:"Το Ανώτατο Δικαστήριο, ως εκ τούτου, δύναται, αν οι περιστάσεις δικαιολογούν και η περίπτωση απαιτεί, σε έφεση από άρνηση Επαρχιακού Δικαστηρίου, να εκδίδει προσωρινό διάταγμα. Το διάταγμα αυτό όμως είναι τελικό και το επηρεαζόμενο πρόσωπο δεν έχει το δικαίωμα ένστασης που προβλέπει το Άρθρο 8 του Κεφ.6
Όπως προκύπτει από τα πιο πάνω η νομική θέση είναι σαφώς νομολογημένη.
Στην αρχή της αγόρευσης της, η ευπαίδευτη συνήγορος της εφεσείουσας υπέβαλε στο Δικαστήριο πως η παρούσα περίπτωση πρέπει να διαφοροποιηθεί από τις πιο πάνω λόγω των ιδιαζουσών συνθηκών της. Σε παρατήρηση του Δικαστηρίου όμως ότι οι πιο πάνω αποφάσεις έθεσαν γενικές αρχές δικαιοδοτικού δικαίου και δεν συναρτήθηκαν καθόλου με τα γεγονότα κάθε υπόθεσης, ζήτησε, σε τέτοια περίπτωση, να αποστούμε από τις προηγούμενες αποφάσεις, γιατί με βάση αυτές εξουδετερώνεται η σημασία και ο χαρακτήρας
των μονομερών αιτήσεων.Έχουμε να παρατηρήσουμε πως η ίδια επιχειρηματολογία, μεταξύ άλλων, είχε υποβληθεί και στις πιο πάνω υποθέσεις και απορρίφθηκε ως αβάσιμη. Κάτω από τις συνθήκες είμαστε της γνώμης πως κανένας λόγος δεν υπάρχει που να μας οδηγήσει σε διαφοροποίηση της πιο πάνω θέσης και ανατροπή της γιατί ούτε καταφανώς λανθασμένες είναι οι νομικές αρχές που εκφράζονται στις πιο πάνω αποφάσεις αλλά ούτε και έχει υπάρξει οποιαδήποτε αλλαγή στις συνθήκες ώστε να δικαιολογείται μία τέτοια διαφοροποίηση
(δέστε επί του θέματος Κυπριακή Δημοκρατία ν. Γιάλλουρου κ.α. (1995) 3 Α.Α.Δ. 363 και Μαυρογένης ν. Βουλή των Αντιπροσώπων κ.α., Εκλογική Αίτηση Αρ. 1/95, ημερ. 26.3.96).Ως εκ τούτου, δίδουμε οδηγίες όπως η ειδοποίηση έφεσης επιδοθεί στον εφεσίβλητο-εναγόμενο.
Δ.
Δ.
Δ.
/Χ.Π.
9;