ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 1 ΑΑΔ 328

AΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Αίτηση Αρ. 33/97

ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ με το Άρθρο 155-4 του Συντάγματος, τα άρθρα 5, 9, 11

και 15 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις)

Νόμου του 1964 (Ν. 33/64) και το άρθρο 19 του περί Δικαστηρίων

Νόμου του 1960 (Ν. 14/60).

Αναφορικά με την αίτηση των Αιτητών:

1. Δέσποινας Μερκαζά-το γένος Τσίμον

2. Ντίνας Τσίμον-κληρονόμου του Κώστα Τσίμον

3. Δημητρίου Τσίμον-κληρονόμου του Κώστα Τσίμον

4. Χλόης Τσίμον-κληρονόμου του Ανδρέα Τσίμον

5. Χρίστου Τσίμον-κληρονόμου του Ανδρέα Τσίμον

6. Έλλης Τσίμον-κληρονόμου του Ανδρέα Τσίμον

7. Ελένης Καλαβά-Καδή-κληρονόμου Μαρίας Τσίμον

8. Σωτηρίου Τσίμον

Αναφορικά με την Αίτηση Διαχείρισης υπ΄ αρ. 265/92 του Επαρχιακού

Δικαστηρίου Λεμεσού:

Αναφορικά με τον περί Διαχειρίσεως Κληρονομιών Νόμον, ΚΕΦ. 189

και

Αναφορικά με τον Γιώργο Τσίμον, τέως από τη Λεμεσό

Αποβιώ σαντα

- - - - - -

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 8/4/1997

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για τους αιτητές: Ταλιαδώρος με Πολυδώρου.

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα αίτηση η αιτήτρια επιδιώκει τις πιο κάτω θεραπείες:

"(α) Άδεια για την καταχώρηση Αίτησης για την έκδοση Εντάλματος Certiorari για παραπομπή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου για να ακυρωθεί το διάταγμα και/ή η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, η οποία απαγγέλθηκε την 25.2.1997 και με την οποία το Δικαστήριο, κατόπιν ακυρώσεως της αιτήσεως ημερομηνίας 9.1.1996 διέταξε την απόρριψη και της αιτήσεως ημερομηνίας 19.9.1995.

(β) Άδεια για καταχώρηση Αίτησης για την έκδοση Εντάλματος Mandamus, με το οποίο να διατάσσεται το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού όπως η Αίτηση ημερομηνίας 19.9.1995 επαναορισθεί ενώπιον άλλου Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ο οποίος να εκδικάσει και να αποφασίσει την εν λόγω αίτηση ημερομηνίας 19.9.1995.

(γ) Αναστολή της ισχύος της απόφασης και/ή του διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ημερομηνίας 25.2.1997 καθώς και διάταγμα με το οποίο να απαγορεύεται η εκδίκαση οποιουδήποτε θέματος σε σχέση με την Αίτηση Διαχείρισης υπ. αρ. 265/92, μέχρι πλήρους εκδικάσεως της Αίτησης για έκδοση ενταλμάτων της φύσεως Certiorari και Mandamus.

(δ) Οποιαδήποτε περαιτέρω και/ή άλλη θεραπεία που το Δικαστήριο ήθελε θεωρήσει πρέπουσα και δίκαιη."

Τα γεγονότα που ώθησαν τους αιτητές στην καταχώρηση της αίτησης αυτής έχουν συνοπτικά ως ακολούθως:

Ο Γεώργιος Τσίμον απεβίωσε την 6.6.1992 και με διάταγμα η Αγνή Τσίμον, σύζυγος του αποβιώσαντα, διορίστηκε διαχειρίστρια της περιουσίας του. Η Αγνή Τσίμον απεβίωσε στις 18.6.1995 χωρίς να έχει εν τω μεταξύ συμπληρωθεί η διαχείριση της περιουσίας του Γεώργιου Τσίμον.

Στις 22.6.1995 καταχωρήθηκε στο Δικαστήριο αίτηση δια κλήσεως για την αντικατάσταση της αποβιώσασας Αγνής Τσίμον από τους Κύρα Τσίμον και Γιάννη Καλαβά. Η αίτηση έγινε από τους ίδιους.

Στις 19.9.1995 καταχωρήθηκε δεύτερη αίτηση με την οποία εζητείτο επίσης να διοριστούν οι Κύρας Τσίμον και Γιάννης Καλαβάς σαν διαχειριστές της περιουσίας του Γεωργίου Τσίμον εις αντικατάσταση της Αγνής Τσίμον που απεβίωσε. Η δεύτερη αυτή αίτηση έγινε από κληρονόμους του αποβιώσαντα. Στις 15.2.1995 οι Ονούφριος Δημητρίου και Αντώνης Λεμής, κατονομαζόμενοι εκτελεστές της διαθήκης της αποβιωσάσης Αγνής Τσίμον, κατεχώρησαν ένσταση στην αίτηση ημερομηνίας 19.9.1995. Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι η αίτηση είναι λανθασμένη και/ή άκυρη και/ή ελλειπής και/ή νόμω αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί διότι,

(α) Η αίτηση καταχωρήθηκε ενόσω εκκρεμούσε ενώπιον του Δικαστηρίου προηγούμενη αίτηση για το ίδιο θέμα, και

(β) Ότι οι προτεινόμενοι διαχειριστές δεν δικαιούνταν να διοριστούν σαν διαχειριστές της περιουσίας του Γεώργιου Τσίμον.

Την 9.1.1996 οι Ονούφριος Δημητρίου και Αντώνης Λεμής καταχώρησαν αίτηση με την οποία ζητούσαν διάταγμα του Δικαστηρίου ώστε τα νομικά σημεία που εγείρονται σαν προδικαστικές ενστάσεις στην παράγραφο Δ.1(α) και (β) της ενόρκου δηλώσεως (το α και β ανωτέρω) προδικασθούν πριν την ακρόαση της ουσίας της κύριας αίτησης ημερομηνίας 19.9.1995. Στην αίτηση αυτή κατεχώρησαν γραπτή ένσταση οι αιτητές στην αίτηση της 19.9.1995. Σ΄ αυτήν ισχυρίζονται ότι η αίτηση ημερομηνίας 9.1.1996 είναι παράτυπη γιατί στηρίζεται στη Δ.27 την περί Πολιτικής Δικονομίας Κανονισμών που δεν έχουν εφαρμογή στην αίτηση αυτής της φύσης γιατί η πιο πάνω Δ.27 αναφέρεται σε δικόγραφα και όχι σε αίτηση.

Το Δικαστήριο εξετάζοντας την αίτηση ημερομηνίας 9.1.1996 κάλεσε τους δικηγόρους των δύο πλευρών να αγορεύσουν και επί του θέματος που, κατά την αντίληψή του, προέκυπτε στην κύρια αίτηση ημερομηνίας 19.9.1995, αν δηλαδή νομότυπα καταχωρήθηκε και είχαν στην περίπτωσή της εφαρμογή οι περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμοί.

Τελικά το Δικαστήριο στις 25.2.1997 εξέδωσε την επιφυλαχθείσα απόφασή του με την οποία απέρριψε τόσο την αίτηση ημερομηνίας 9.1.1996 όσο και την κύρια αίτηση ημερομηνίας 19.9.1995. Το Δικαστήριο, όσον αφορά την κύρια αίτηση της 19.9.1995, που εδώ μας ενδιαφέρει, απεφάνθη ότι ήταν εντελώς έξω από το πλαίσιο των διαδικασιών που προνοεί ο Κανονισμός 9 των περί Διαχειρίσεως Περιουσιών Κανονισμών και επίσης ότι δεν ακολουθήθηκε ο τύπος της αίτησης που καθορίζει ο ίδιος Κανονισμός.

Είναι νομολογημένο ότι το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στο παρόν στάδιο στην ουσία της αίτησης. Είναι ικανοποιητικό για την παραχώρηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση εντάλματος Certiorari να φαίνεται στην αίτηση και την ένορκη δήλωση που την υποστηρίζει, καθώς και στο περιεχόμενο των εγγράφων ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση ώστε να δοθεί άδεια. (Βλέπε: In re Nina Panaretou (1972) 1 C.L.R. 165 και In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250).

Οι λόγοι για τους οποίους εκδίδονται εντάλματα της φύσεως Certiorari για ακύρωση απόφασης κατώτερου Δικαστηρίου, περιλαμβάνουν υπέρβαση ή έλλειψη εξουσίας, έκδηλη παρανομία, προκατάληψη ή συμφέρον από τα πρόσωπα που λαμβάνουν την απόφαση, δόλο ή ψευδορκία στη λήψη της απόφασης και παράβαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης.

Και αν ακόμα ο αιτητής ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση, αυτό δεν είναι αρκετό από μόνο του για να δοθεί η αναγκαία άδεια. Όπου προβλέπεται άλλο ένδικο μέσο και/ή διαδικασία έφεσης, το Ανώτατο Δικαστήριο σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, κάτω από εξαιρετικές περιστάσεις, παραχωρεί άδεια. (Βλέπε: Γεώργιος Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41).

Οι αιτητές, δέκα μέρες πριν την καταχώρηση της αίτησης αυτής, καταχώρησαν στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού έφεση εναντίον της ίδιας απόφασης με την οποία ζητούν την ανατροπή της. Η ειδοποίηση έφεσης επισυνάπτεται στην παρούσα, ως Τεκμήριο 11. Δύο είναι οι λόγοι της έφεσης:

(α) Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε ότι είναι ανύπαρκτη και άκυρη η αίτηση ημερομηνίας 19.9.1995 για αντικατάσταση, διαρκούσης της διαχείρισης, της διαχειρίστριας, η οποία έπαυσε να ενεργεί ως διαχειρίστρια λόγω του θανάτου της, και

(β) Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα δεν απέρριψε μόνο την αίτηση ημερομηνίας 9.1.1996 με την οποία οι καθών η αίτηση στην αίτηση ημερομηνίας 19.9.1995 ζητούσαν την προκαταρκτική εκδίκαση ορισμένων νομικών, κατά τους ισχυρισμούς τους, σημείων.

Οι λόγοι πάνω στους οποίους στηρίζεται η παρούσα αίτηση είναι, κατά τους αιτητές, καταφανής παράβαση του Άρθρου 30 του Συντάγματος το οποίο απαιτεί ακρόαση των διαδίκων πριν την έκδοση απόφασης ή διατάγματος που επηρεάζει αποφασιστικά τα δικαιώματά τους, υπέρβαση δικαιοδοσίας και/ή κατάχρηση εξουσίας, πρόδηλη στα πρακτικά και/ή στο κείμενο της απόφασης και αδικαιολόγητη υπό τις περιστάσεις περιφρόνηση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης.

Οι λόγοι για τους οποίους ζητείται η έκδοση προνομιακού εντάλματος καλύπτονται από το δεύτερο λόγο της καταχωρηθείσης προηγούμενης έφεσης κατά τρόπο αρνητικό, δηλαδή το Δικαστήρο έσφαλε απορρίπτοντας και την κύρια αίτηση ημερομηνίας 19.9.1995, ενώ έπρεπε να απορρίψει μόνο την εκδικαζόμενη αίτηση ημερομηνίας 9.1.1996.

Πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η οποία έχει εμπεδωθεί με σειρά αποφάσεων, επιτάσσει ότι όπου προβλέπεται άλλο ένδικο μέσο και/ή διαδικασία έφεσης, το Ανώτατο Δικαστήριο σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, κάτω από εξαιρετικές περιστάσεις παραχωρεί άδεια. (Βλέπε Ανθίμου (πιο πάνω), Stavros Hotel Appartments Ltd, Αίτηση Αρ. 970/94, ημερομηνίας 20.5.1994). Η θέση αυτή ταυτίζεται με την αγγλική αυθεντία στην υπόθεση R. v. Epping and Harlow General Commissioners (1983) 3 All E.R. 257, όπου στη σελίδα 262 έχει λεχθεί:

"But it is cardinal principle that, save in the most exceptional circumstances, that jurisdiction will not be exercised where other remedies were available and have not been used."

(Βλέπε επίσης: Chief Constable of Merseyside (1986) 1 All E.R. 257).

Ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών βάσισε την επιχειρηματολογία του επί του σημείου αυτού στην υπόθεση BEOGRADSKA D.D., Πολιτική Έφεση Αρ. 9495, ημερομηνίας 6.9.1996. Ισχυρίσθηκε ότι σ΄ αυτή την υπόθεση τόσο ο σκοπός της έφεσης ήταν ο ίδιος όπως και στο προνομιακό ένταλμα όσο και οι λόγοι που στοιχειοθετούσαν τις δύο παράλληλες διαδικασίες. Υπέβαλε δε ότι στη παρούσα περίπτωση ο λόγος που ζητείται το προνομιακό ένταλμα δεν περιέχεται στους λόγους της καταχωρηθείσας έφεσης.

Δεν συμφωνώ με την εισήγηση αυτή. Σκοπός τόσο της έφεσης όσο και του αιτούμενου προνομιακού εντάλματος είναι ο ίδιος, η ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης. Όπως ανέφερα προηγούμενα οι λόγοι που προβάλλονται στην αίτηση αυτή καλύπτονται από το λόγο αρ. 2 της έφεσης έστω και χωρίς την απαιτούμενη σαφήνεια. Το ζητούμενο δεν είναι εάν οι λόγοι που προβάλλονται στην παρούσα διαδικασία περιλαμβάνονται στην έφεση που καταχωρήθηκε προηγούμενα, αλλά εάν ήταν δυνατό να περιληφθούν σ΄ αυτή. Και η απάντηση είναι καταφατική. Εξάλλου θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι σε κάποιο στάδιο θα ετίθετο θέμα κατάχρησης της διαδικασίας εάν ο διάδικος διαμοίραζε τους λόγους για ανατροπή μιας πρωτόδικης απόφασης σε δύο παράλληλες διαδικασίες τις οποίες να προωθεί. Αυτή η θέση εναρμονίζεται προς την πάγια αγγλική νομολογία η οποία ακολουθήθηκε από σωρεία αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. (Βλέπε: Wright v. Bennett and Another (1948) 1 All E.R. 227, Thames Launches v. Trinity Hours (1961) 1 All E.R. 26, Royal Bank of Scotland v. Citruidal Investments (1971) 3 All E.R. 558, Τζεννάρο Περέλλα ν. Διευθυντή των Φυλακών, Πολιτική Έφεση Αρ. 9173, ημερομηνίας 16.3.1995, Δημοκρατία ν. Υψαρίδη κ.ά., Α.Ε. 1468 και 1480, ημερομηνίας 1.7.1993).

Στην αίτηση αυτή δεν έχω πεισθεί από την επιχειρηματολογία του δικηγόρου των αιτητών ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, όπως έχουν ερμηνευθεί από την Αγγλική και Κυπριακή νομολογία, για να δοθεί η άδεια για καταχώρηση της σχετικής αίτησης. Οι αιτητές έχουν ασκήσει πριν την καταχώρηση της παρούσας αίτησης το ένδικο μέσο της έφεσης και θα μπορούσαν να περιλάβουν σ΄ αυτή όλους τους λόγους για τους οποίους ζητούν την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης. Οι αιτητές δεν έδωσαν καμιά εξήγηση γιατί δεν προώθησαν όλους τους λόγους που, κατά τον ισχυρισμό τους, συνηγορούν υπέρ της ανατροπής της πρωτόδικης απόφασης, στην ασκηθείσα ήδη έφεση. Ο ισχυρισμός των αιτητών ότι εάν δεν δοθεί η άδεια για καταχώρηση της αίτησης για Certiorari, τότε οι αιτητές θα παραμείνουν χωρίς θεραπεία, δεν είναι δυνατό να ευσταθήσει. Οι αιτητές διατηρούν το δικαίωμα, και αν θεωρηθεί ότι δεν περιέλαβαν στην έφεση το λόγο για τον οποίο ζητούν την άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος, να λάβουν έγκαιρα τα μέτρα που απαιτούνται για να συμπεριλάβουν και το λόγο αυτό στην έφεση που κατεχώρησαν.

Για τους λόγους αυτούς η αίτηση απορρίπτεται χωρίς καμιά διαταγή για έξοδα.

 

 

(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.

 

 

 

 

 

/ΧΤΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο