ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1996) 1 ΑΑΔ 899
2 Σεπτεμβρίου, 1996
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ ΔΙΑ ΠΛΕΟΝΑΖΟΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΝ, ΣΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΑΡ. 122/95, ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΝΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΕΙ ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ MANDAMUS ΚΑΙ CERTIORARI,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΜΕ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ 16 ΜΑΪΟΥ 1996 ΣΤΗΝ ΠΙΟ ΠΑΝΩ ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 122/95 (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α),
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΦΕΣΗ ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ ΔΙΑ ΠΛΕΟΝΑΖΟΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΝ ΜΕ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ 6 ΙΟΥΝΙΟΥ 1996 ΣΤΗΝ ΠΙΟ ΠΑΝΩ ΥΠΟΘΕΣΗ 122/95 (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β),
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΑΡ. 265 ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΜΕ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ 18 ΙΟΥΝΙΟΥ 1996 ΣΤΗΝ ΠΙΟ ΠΑΝΩ ΥΠΟΘΕΣΗ 122/95 (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ).
(Αίτηση Αρ. 117/96)
Προνομιακά εντάλματα — Certiorari — Έφεση διά υπομνήματος — Ουσιαστική διαφορά μεταξύ των νομικών σημείων που υπέβαλε ο αιτητής στον Πρόεδρο του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών με εκείνη που ο Πρόεδρος περιέλαβε στο υπόμνημα έφεσης, αποτελεί λόγο ακύρωσής τους με ένταλμα certiorari και έκδοση εντάλματος mandamus.
Ο αιτητής, γνωστοποίησε στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών την επιθυμία του να εφεσιβάλει την απόφαση του Δικαστηρίου και υπέβαλε σχετική αίτηση εκθέτοντας δύο προβαλλόμενα ως νομικά σημεία υπό τύπο ερωτημάτων.
Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου ετοίμασε και διαβίβασε στο Ανώτατο Δικαστήριο υπόμνημα που περιείχε δύο νομικά σημεία υπό τύπο ερωτημάτων, τα οποία όμως διέφεραν ουσιαστικά από τα υποβληθέντα.
Ο αιτητής με αίτηση του στο Ανώτατο Δικαστήριο, ζήτησε άδεια να καταχωρίσει αίτηση προς έκδοση ενταλμάτων certiorari και mandamus που να ακυρώνουν τα νομικά σημεία στο υπόμνημα αφ' ενός και αφ' ετέρου να εντέλλεται ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου όπως τα παραπέμψει αυτούσια προς εξέταση κατά την έφεση ή τουλάχιστο να τα αναδιατυπώσει με τρόπο ώστε να διατηρείται η ουσία τους.
Αποφασίστηκε ότι:
(1) Τα υποβαλλόμενα νομικά σημεία σε διαδικασία έφεσης διά υπομνήματος κατά απόφασης του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών είτε εκτίθενται στο υπόμνημα αυτούσια είτε αναδιατυπώνονται από το Δικαστήριο εφόσον τούτο κριθεί επιτρεπτό, με τρόπο που να διατηρούν την ουσία τους σε κάθε πτυχή που ενδιαφέρει.
(2) Σοβαρή διάσταση μεταξύ των υποβληθέντων με αίτηση, από διάδικο, νομικών σημείων και των διατυπωθέντων από το Δικαστήριο στο υπόμνημα, κατά τρόπο που να αλλοιώνεται η φυσιογνωμία τους και να αμβλύνεται η αιχμή τους, αποτελεί λόγον ακύρωσης με προνομιακό ένταλμα certiorari.
Η αίτηση εγκρίθηκε.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
In Re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250,
Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ 41,
Louis Tourist Agency Ltd (Αρ. 1), (1990) 1 Α.Α.Δ. 143,
Κυριαχίδης (1992) 1 Α.Α.Δ. 26,
Famalift Shipyard Ltd v. Παυλίδη και Άλλων (1991) 1 Α.Α.Δ. 161,
Κυριάκου και Άλλος ν. Ταμείου για Πλεονάζον Προσωπικό (1991) 1 Α.Α.Δ. 320,
Stylianides v. Paschalidou (1985) 1 C.L.R. 49.
Αίτηση.
Αίτηση με την οποία ο αιτητής ζητά να του παραχωρηθεί άδεια να καταχωρήσει αίτηση για την έκδοση εντάλματος certiorari και mandamus για ακύρωση των νομικών σημείων που περιέλαβε σε υπόμνημα έφεσης ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών λόγω σοβαρής διάστασής τους με εκείνα που υποβλήθησαν με αίτηση του αιτητή ενώπιόν του.
Α. Παπαδοπούλου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Αιτητή.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Με την παρούσα αίτηση επιδιώκεται η χορήγηση άδειας για την καταχώρηση αίτησης προς έκδοση ενταλμάτων certiorari και mandamus. Αδεία παρέχεται όπου αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως υπόθεση με την έννοια της συζητήσιμης υπόθεσης χωρίς αναφορά προς οτιδήποτε θα μπορούσε να αντιταχθεί: βλ. In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250 και Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41.
Η αίτηση προέκυψε από τις ακόλουθες εξελίξεις. Στις 16 Μαΐου 1996 το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών εξέδωσε στην υπόθεση αρ. 122/95, Τάκη Λεωνίδου ν. Ξυλουργικής Εταιρείας Χριστάκης Μ. Πετεινός Λτδ, τελική απόφαση με την οποία κρίθηκε ότι ήταν νόμιμη η απόλυση του αιτητή ως πλεονάζοντος προσωπικού, παρέχοντάς του ως εκ τούτου δικαίωμα για πληρωμή από το Ταμείο για Πλεονάζον Προσωπικό ενώ ταυτόχρονα δεν έγινε δεκτή η θέση του για παράνομη απόλυση που θα του παρείχε δικαίωμα για αποζημιώσεις εναντίον της εργοδότριας.
Είχε απασχολήσει κατά τη δίκη το κατά πόσο γραπτή ειδοποίηση η οποία δόθηκε στον αιτητή για τερματισμό απασχόλησης θα μπορούσε να έχει οποιοδήποτε αποτελέσμα ενόψει του ότι κατά εκείνο τον χρόνο ο αιτητής βρισκόταν με άδεια ασθενείας ενώ, σύμφωνα με το Άρθρο 9(6) των περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμων του 1967 μέχρι του 1994, "παροχή προειδοποίησης σε εργοδοτούμενο ο οποίος απουσιάζει από την εργασία του λόγω ανικανότητας για εργασία απαγορεύεται για περίοδο μέχρι έξι μηνών από την πρώτη ημέρα της απουσίας του."
Την εν λόγω παράβαση το δικαστήριο την αντίκρυσε κατά τρόπο ώστε διαρκούσας της άδειας ασθενείας η προειδοποίηση να θεωρείται έγκυρη και να τρέχει αλλά η περίοδος ασθενείας να αντικαθίσταται με την πληρωμή μισθού χωρίς να επηρεάζεται γενικότερα η δοθείσα προειδοποίηση.
Το Ταμείο για Πλεονάζον Προσωπικό, με αίτηση ημερομηνίας 6 Ιουνίου 1996, γνωστοποίησε στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών την επιθυμία να εφεσιβάλει την απόφαση, εκθέτοντας προς τούτο δύο προβαλλόμενα ως νομικά σημεία υπό τύπο ερωτημάτων. Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου ετοίμασε και διαβίβασε στο Ανώτατο Δικαστήριο σχετικό υπόμνημα στο οποίο διατύπωσε δύο σημεία και πάλι υπό τύπο ερωτημάτων, τα οποία προφανώς θεώρησε ότι ανταποκρίνονταν στις ανάγκες της περίπτωσης.
Το Ταμείο για Πλεονάζον Προσωπικό θεωρεί ότι τα διατυπωθέντα στο υπόμνημα σημεία δεν αντικατοπτρίζουν την ουσία των υποβληθέντων για έφεση σημείων. Και επιδιώκει με την παρούσα διαδικασία την ακύρωση αυτών που περιέχονται στο υπόμνημα, με ταυτόχρονη διαταγή προς τον Πρόεδρο του Δικαστηρίου όπως τα παραπέμψει αυτούσια προς εξέταση κατά την έφεση ή τουλάχιστον τα αναδιατυπώσει με τρόπο ώστε να διατηρείται η ουσία τους.
Το δικαίωμα έφεσης με υπόμνημα προβλέπεται από το Άρθρο 12(13)(β) των περί Ετησίων Αδειών Μετ' Απολαβών Νόμων 1967 μέχρι 1980. Και ρυθμίζεται από τον Καν. 17 των περί Διαιτητικού Δικαστηρίου Τροποποιητικών Κανονισμών του 1969. Το δικαίωμα περιορίζεται σε μόνο νομικά σημεία. Η εξουσία και ο ρόλος του Προέδρου που συντάσσει το υπόμνημα απασχόλησαν σε διάφορες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Εξετάστηκε εάν αυτός δύναται να προβαίνει σε αξιολόγηση με προοπτική να καταλήγει ως προς το κατά πόσο τα όποια υποβληθέντα ερωτήματα είναι ή όχι νομικά ώστε να τα παραπέμπει αν είναι, ή να μην τα παραπέμπει αν δεν είναι. Επίσης εξετάστηκε το εάν, εφόσον ή στο βαθμό που τα σημεία θεωρηθούν νομικά, ο Πρόεδρος δύναται να τα αναμορφώσει ή να τα αναδιατυπώσει ώστε να καταστούν πιο πρόσφορα για εξέταση: βλ. τις αποφάσεις του Στυλιανίδη, Δ., (όπως ήταν τότε), στις υποθέσεις Louis Tourist Agency Ltd (Αρ.1) (1990) 1 Α.Α.Δ. 143 και Κυριακίδης (1992) 1 Α.Α.Δ. 26 όπως και τις αποφάσεις του Εφετείου στις υποθέσεις Famalift Shipyard Ltd v. Παυλίδη και Άλλων (1991) 1 Α.Α.Δ. 161, Κυριάκου και Άλλος ν. Ταμείου για Πλεονάζον Προσωπικό (1991) 1 Α.Α.Δ. 320, και Stylianides v. Paschalidou (1985) 1 C.L.R. 49.
Δεν παρίσταται ανάγκη σε αυτό το στάδιο να συζητήσω τις αναφερθείσες πτυχές για να αποφανθώ σ' αυτές. Προσεγγίζω την υπόθεση υπό το φως της σύγκλισης ότι πρόκειται εδώ για νομικά σημεία και ότι ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου διατηρεί δυνατότητα αναδιατύπωσης. Εκείνο το οποίο ενέχει εν προκειμένω ιδιαίτερη σημασία είναι το ότι, εν πάση περιπτώσει, το δικαίωμα έφεσης ανήκει στον διάδικο και εν τέλει παραμένει δικό του μόνο εφόσον επιτυγχάνεται με το υπόμνημα η διαβίβαση στο Ανώτατο Δικαστήριο των νομικών σημείων τα οποία εκείνος εγείρει. Έτσι λοιπόν τα υποβληθέντα νομικά σημεία είτε εκτίθενται στο υπόμνημα αυτούσια είτε αναδιατυπώνονται, εφόσον αυτό κριθεί επιτρεπτό, με τρόπο που να διατηρεί την ουσία τους σε κάθε πτυχή που ενδιαφέρει.
Στην παρούσα περίπτωση μου φαίνεται εκ πρώτης όψεως να υπάρχει σοβαρή διάσταση μεταξύ των υποβληθέντων με την αίτηση σημείων και των διατυπωθέντων στο υπόμνημα. Θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι ενόψει αυτής της διάστασης αλλοιώνεται η φυσιογνωμία των υποβληθέντων σημείων, αμβλύνοντας με την υπεραπλούστευση την αιχμή τους και μεταβάλλοντας την συνειρμική αλληλουχία του περιεχομένου τους. Παρέλκει όμως τώρα η περαιτέρω συζήτηση. Η εν λόγω εμφανιζόμενη διάσταση είναι αρκετή για να προκαλέσει την περαιτέρω ενασχόληση με το θέμα, η σοβαρότητα του οποίου είναι πρόδηλη δεδομένου ότι συνάπτεται με το δικαίωμα όπως η έφεση εκφράζει πλήρως και αποτελεσματικά τη θέση του εφεσείοντος.
Παραχωρείται η αιτηθείσα άδεια. Αίτηση μπορεί να καταχωρηθεί εντός 15 ημερών από σήμερα. Να επιδοθεί στον Πρωτοκολλητή του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών όπως και στην καθ' ης η αίτηση στην υπόθεση από την οποία προήλθε η έφεση. Ορίζεται για τις 25 Σεπτεμβρίου 1996. Περαιτέρω οδηγίες θα δοθούν κατ' εκείνη την ημερομηνία.
Η αίτηση εγκρίνεται.