ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1989) 1E ΑΑΔ 781
11 Δεκεμβρίου 1989
[ΣΑΒΒΙΔΗΣ, ΚΟΥΡΡΗΣ, ΠΟΓΙΑΤΖΗΣ, Δ.Δ.]
ΓΕΩΡΓΙΑ ΚΩΣΤΑ ΜΑΝΤΙΔΗ - ΚΟΥΡΛΕΤΗ,
Εφεσείουσα-Ενάγουσα,
και
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, ΑΛΛΩΣ ΚΩΣΤΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΜΑΝΤΙΔΗ,
Εφεσίβλητου-Εναγόμενου.
(Αίτηση στην Πολιτική Έφεση Αρ. 7759).
Πολιτική Δικονομίας - Έφεση - Ασφάλεια για έξοδα - Οι περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμοί, Θεσμός Θ. 35, K. 2 - Κατά πόσο ο Κυρωτικός της Σύμβασης Νομικής Συνεργασίας μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ελληνικής Δημοκρατίας σε θέματα Αστικού, Οικογενειακού, Εμπορικού και Ποινικού Δικαίου, Νόμος του 1984 (N. 55/84) αποκλείει την δικαιοδοσία του Δικαστηρίου να διατάξει ασφάλεια για έξοδα.
H εφεσείουσα στην υπόθεση αυτή καλύπτεται από το άρθρο 1 του πιο πάνω Κυρωτικού Νόμου. Το μόνο ερώτημα, που τέθηκε προς εκδίκαση, είναι κατά πόσο ενόψει του άρθρου 16 του εν λόγω νόμου, το Δικαστήριο αυτό έχει στερηθεί της δικαιοδοσίας του να διατάξει την εφεσείουσα (καθ' ης η αίτηση) να καταβάλει ασφάλεια για έξοδα. O εν λόγω νόμος απαγορεύει την επιβολή εγγυοδοσίας για έξοδα στα πρόσωπα του Άρθρου 1(1) (2) της σύμβασης, "όταν εμφανίζονται σαν ενάγοντες....".
Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση του εφεσίβλητου με την αιτολογία ότι η συνθήκη εφαρμόζεται, όταν πρόσωπο της κατηγορίας προσώπων, που καλύπτονται από αυτήν, εμφανίζεται ως ενάγων, ενώ στην συγκεκριμένη περίπτωση η καθ' ης η αίτηση δεν είναι ενάγουσα αλλά εφεσείουσα.
Το Ανώτατο Δικαστήριο άφησε ανοικτό το θέμα κατά πόσο η εν λόγω διάταξη, του απαγορεύει εγγυοδοσία για έξοδα, προσκρούει στο Άρθρο 163 του Συντάγματος, που παρέχει εξουσία στο Ανώτατο Δικαστήριο να εκδίδει Διαδικαστικό Κανονισμό.
H αίτηση γίνεται δεκτή χωρίς οποιανδήποτε διαταγή για έξοδα.
Αναφερόμενες αποφάσεις:
Στεφανίδου ν. Ιωαννίδη (1985) 1 Α.Α.Δ. 718.
Αίτηση.
Αίτηση από την εφεσίβλητο για διάταγμα το οποίο να διατάσσει την εφεσείουσα να παράσχει μέσα σε τακτή προθεσμία ασφάλεια ύψους £1,800.= για τα έξοδα του αιτητή τόσο στην κατ' έφεση διαδικασία όσο και στην πρωτόδικη διαδικασία.
Λ. Παπαχρυσοστόμου, για τον αιτητή-εφεσίβλητο.
Μ Μοντάνιος, για την καθ' ης η αίτηση εφεσείουσα.
ΣΑΒΒΙΔΗΣ. Δ.: Την απόφαση του Δικαστήριου θα απαγγείλει, ο Δικαστής I. Πογιατζής.
ΠΟΓΙΑΤΖΗΣ Δ.: Το αίτημα του αιτητή στην παρούσα έφεση είναι η έκδοση από το Δικαστήριο διαταγής σύμφωνα με τη Διάταξη 35, Θεσμός 2* των Κανόνων Πολιτικής Δικονομίας η οποία -
(α) να διατάσσει την καθ' ης η αίτηση να παράσχει μέσα σε τακτική προθεσμία ασφαλεία ύψους £1,800.- για τα έξοδα του αιτητή τόσο στην κατ' έφεση διαδικασία ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου όσο και στην πρωτόδικη διαδικασία που έχει ήδη συμπληρωθεί ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στην Αγωγή Αρ. 7475/85 και
(β) να διατάσσει την αναστολή της διαδικασίας στην έφεση μέχρι την παροχή της αιτούμενης ασφάλειας και την απόρριψη της έφεσης σε περίπτωση που η καθ' ης η αίτηση παραλείψει να παράσχει την ασφάλεια μέσα στην καθορισθησόμενη προθεσμία.
H καθ' ης η αίτηση καταχώρισε ένσταση εναντίον της αίτησης με την οποία αμφισβητείται - (α) η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου να εκδώσει την αίτουμενη διαταγή, και (β) η θέση του αιτητή ότι οι περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης δικαιολογούν την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ του αιτητή.
Στη διάρκεια της ακροματικής διαδικασίας ο μεν αιτητής απόσυρε την απαίτησή του για ασφάλεια των εξόδων της πρωτόδικης διαδικασίας, η δε καθ' ης η αίτηση περιόρισε την ένστασή της στην έλλειψη δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου την οποία στερήθηκε, κατά τον ισχυρισμό του ευπαίδευτου δικηγόρου της, σαν αποτέλεσμα του Κυρωτικού της Σύμβασης Νομικής Συνεργασίας μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ελληνικής Δημοκρατίας σε Θέματα Αστικού, Οικογενειακού, Εμπορικού και Ποινικού Δικαίου, Νόμου του 1984 (Νόμος Αρ. 55 του 1984) με τον οποίο κυρώθηκε η Σύμβαση Νομικής Συνεργασίας μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ελληνικής Δημοκρατίας σε θέματα Αστικού, Οικογενειακού, Εμπορικού και Ποινικού Δικαίου, η οποία υπογράφηκε από μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας στις 5 Μαρτίου, 1984. Το μόνο θέμα που έχουμε, επομένως, να εξετάσουμε είναι η εφαρμογή στην παρούσα έφεση των προνοιών της Συνθήκης. Οι διάδικοι συμφωνούν ότι το Δικαστήριο πρέπει να εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα αναφορικά με τα έξοδα της έφεσης εκτός αν αποφασίσει ότι έχουν εφαρμογή οι πρόνοιες της Συνθήκης και του κυρωτικού της Νόμου.
O αιτητής δέχεται τον ισχυρισμό της καθ' ής η αίτηση ότι είναι Ελληνίδα στο γένος, ότι διατηρεί την Ελληνική υπηκοότητα και ότι είναι πρόσωπο που καλύπτεται από το άρθρο 1.1[1]** της Σύμβασης.
H καθ' ής η αίτηση επικαλείται το άρθρο 16 της Σύμβασης και ισχυρίζεται ότι απολαμβάνει απαλλαγής από την εγγυοδοσία για έξοδα στην οποία άλλως πως θα υποχρεούτο δυνάμει της Διάταξης 35, Θ.2 των Κανόνων Πολιτικής Δικονομίας που παραθέτουμε πιο πάνω. Το άρθρο 16 της Σύμβασης έχει τίτλο "Απαλλαγή από την Εγγυοδοσία για Έξοδα" και προνοεί τα εξής:
"Τα πρόσωπα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 1 της Σύμβασης, όταν εμφανίζονται σαν ενάγοντες στα δικαστήρια του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, δεν υποβάλλονται στην υποχρέωση της εγγυοδοσίας για έξοδα".
Επιβάλλεται στον παρόν στάδιο να αναφέρουμε ότι η καθ' ής η αίτηση-εφεσείουσα ήταν η ενάγουσα στην αγωγή Αρ. 7475/ 85 και η αξίωσή της εναντίον του αιτητή-εφεσίβλητου για ιδιοκτησία στο ήμισυ της κινητής και ακίνητής του περιουσίας που το Επαρχιακό Δικαστήριο απόρριψε με την υπό έφεση απόφασή του ημερομηνίας 28 Σεπτεμβρίου, 1988, αφορούσε θέματα Αστικού Δικαίου.
Το επιχείρημα από τον ευπαίδευτο δικηγόρο της καθ' ής η αίτηση υπέρ της ισχυριζόμενης απαλλαγής είναι ότι στην κατ' έφεση διαδικασία ενώπιόν μας η εφεσείουσα εξακολουθεί να εμφανίζεται σαν ενάγουσα εφόσο (α) σύμφωνα με την υπόθεση Σούζη Στεφανίδου ν. Ζαχαρίας Ιωαννίδης (1985) 1 Α.Α.Δ. 718, η πρωτόδικη απόφαση απώλεσε τον τελεσίδικο χαρακτήρα της μετά την καταχώριση της έφεσης, και (β) η έννοια του ταυτόσημου ορισμού του όρου "ενάγων" στο άρθρο 2* του Περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Νόμος Αρ. 14/60) και στη Διάταξη 1, Θεσμός 2 των Κανόνων Πολιτικής Δικονομίας, είναι αρκετά πλατεία ώστε να περιλαμβάνει και τον όρο "εφεσείοντα". Καταλήγοντας ο κ. Μοντάνιος εισηγήθηκε ότι το άρθρο 16 της Σύμβασης ορθά ερμηνευόμενο μέσα στο πλαίσιο ολόκληρης της Σύμβασης και του κυρωτικού, της Νόμου, καλύπτει την παρούσα καθ' ής η αίτηση - εφεσείουσα, η οποία δικαιούται σε απαλλαγή από την εγγυοδοσία για έξοδα, του Ανωτάτου Δικαστηρίου στερουμένου της σχετικής δικαιοδοσίας επί του προκειμένου που είχε πριν την κύρωση της Σύμβασης.
O ευπαίδευτος δικηγόρος του αιτητή αντέκρουσε τα επιχειρήματα του κ. Μοντάνιου και εισηγήθηκε ότι κανένας ορισμός του όρου "ενάγων" δεν περιλαμβάνει τον όρο "εφεσείων" ότι ο όρος "εφεσείων" είναι όρος γνωστός στη νομική ορολογία στην Ελλάδα όπως είναι και στην Κύπρο ότι αν ο σκοπός των συντακτών της Σύμβασης και του Νομοθέτη που την έχει κυρώσει με το Νόμο Αρ. 55 του 1984 ήταν να απαλλάξουν από την εγγυοδοσία για έξοδα όχι μόνο τους ενάγοντες στην πρωτόδικη διαδικασία αλλά και τους εφεσείοντες στην κατ' έφεση δικαιοδοσία, θα μπορούσαν να προσθέσουν στο κείμενο του άρθρου 16 της Σύμβασης τη λέξη "εφεσείοντες" μετά τη λέξη "ενάγοντες" και ότι εκτός των εναγόντων σε δικαστική διαδικασία έφεση καταχωρούν και εναγόμενοι και θα ήταν παράλογο ο εναγόμενος στην αγωγή να θεωρείται ότι είναι ενάγων από τη στιγμή που καταχωρίζει έφεση εναντίον της πρωτόδικης απόφασης που εκδόθηκε εναντίον του. Καταλήγοντας ο κ. Παπαχρυσοστόμου εισηγήθηκε ότι η καθ' ης η αίτηση, εφόσο δεν εμφανίζεται σαν ενάγουσα αλλά σαν εφεσείουσα, δεν καλύπτεται από τις πρόνοιες του άρθρου 16 της Σύμβασης και του κυρωτικού Νόμου Αρ. 55 του 1984 και επομένως η ένσταση εναντίον της δεκτής από κάθε άλλη άποψη αίτησής του πρέπει να απορριφθεί και να εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα για ποσό που το Δικαστήριο θα κρίνει λογικό.
Εξετάσαμε με προσοχή το κείμενο του άρθρου 16 της Σύμβασης και του κυρωτικού της Νόμου μέσα στο πλαίσιο του συνόλου του περιεχομένου της και υπό το φως των επιχειρημάτων των ευπαίδευτων δικηγόρων των δύο πλευρών και καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι η ορθή ερμηνεία του άρθρου αυτού είναι εκείνη που εισηγείται ο κ. Παπαχρυσοστόμου. Πιστεύουμε ότι στην έννοια της λέξης "ενάγοντες" που συναντάται στο άρθρο 16 δεν περιλαμβάνονται εφεσείοντες και ότι η εφεσείουσα - καθ' ής η αίτηση δεν απολαμβάνει απαλλαγής από την εγγυοδοσία για έξοδα κάτω από το πιο πάνω άρθρο. Παρά το γεγονός ότι η καθ' ής η αίτηση είναι πρόσωπο που καλύπτεται από τις πρόνοιες της παραγράφου 1 του άρθρου 1 της Σύμβασης, εν όψει του γεγονότος ότι δεν καλύπτεται από τις πρόνοιες του άρθρου 16, το Δικαστήριο αυτό διατηρεί τη γενική εξουσία που του παρέχει η Διάταξη 35, Θεσμός 2 των Κανόνων Πολιτικής Δικονομίας να τη διατάξει να παράσχει εγγύηση για τα έξοδα της έφεσης εφόσον ικανοποιηθεί ότι ενδείκνυται η έκδοση τέτοιας διαταγής. Προκύπτει απ' όσα έχουμε αναφέρει ότι ο αιτητής - εφεσίβλητος δικαιούται στην έκδοση διαταγής παροχής από μέρους της καθ' ής η αίτηση εγγύησης που να ικανοποιεί τον Πρωτοκολλητή για ποσό £600.- για κάλυψη των εξόδων της έφεσης. H εγγύηση να παρασχεθεί μέσα σε δέκα εβδομάδες από σήμερα. Στο μεταξύ η παραπέρα διαδικασία στην παρούσα έφεση αναστέλλεται. H έφεση θα θεωρείται ότι έχει απορριφθεί αν η εφεσείουσα - καθ' ής η αίτηση παραλείψει να συμμορφωθεί με την παρούσα διαταγή.
H αίτηση αυτή αποφασίστηκε χωρίς να εξετάσουμε το θέμα κατά πόσο η Εκτελεστική Εξουσία με τη σύναψη της Σύμβασης και η Νομοθετική Εξουσία με την ψήφιση του Νόμου 55 του 1984, έχουν υπερβεί ή όχι τις συνταγματικές τους εξουσίες ή αν έχουν εισέλθει ή όχι στη σφαίρα των αποκλειστικών αρμοδιοτήτων του Ανωτάτου Δικαστηρίου να εκδίδει διαδικαστικούς κανονισμούς δυνάμει του άρθρου 163 του Συντάγματος. H πρόνοια του άρθρου 16 της Σύμβασης και του κυρωτικού της Νόμου δυνατό να θεωρηθεί ότι αφορά θέματα ρυθμιστικά της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου και ότι αφαιρεί, με τη μέθοδο των διεθνών συμβάσεων ή της ψήφισης Νόμων από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, εξουσίες από τα Δικαστήρια αναφορικά με τη ρύθμιση της διαδικασίας ενώπιόν τους, τις οποίες διατηρούσαν δυνάμει διατάξεων διαδικαστικών κανονισμών, κατά παράβαση του άρθρου 163 του Συντάγματος. Το θέμα δεν έχει εγερθεί ούτε έχει συζητηθεί ενώπιόν μας και ως εκ τούτου δεν προτιθέμεθα να το αποφασίσουμε στο παρόν στάδιο.
H αίτηση επιτυγχάνει. Εκδίδεται διαταγή με τους όρους που καθορίσαμε πιο πάνω. Λόγω του ενδιαφέροντος του επίδικου νομικού θέματος δεν εκδίδουμε οποιαδήποτε διαταγή αναφορικά με τα έξοδα.
Αίτηση επιτυγχάνει.
* ("Order 35, r.2: ..................................... Such deposit or other security for the costs to be occasioned by any appeal shall be made or given as may be directed under special circumstances by the Court of Appeal"-
** ("Άρθρο 1.1.- O υπήκοοι του ενός Συμβαλλόμενου Μέρους και πρόσωπα που έχουν τη συνήθη διαμονή τους σ' αυτό, καθώς και οι Έλληνες στο γένος και οι Κύπριοι στην καταγωγή απολαμβάνουν στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους την ίδια νομική προστασία με τους υπηκόους του όσον αφορά τα προσωπικά ή περιουσιακά τους δικαιώματα σε θέματα αστικού, οικογενειακού, εμπορικού και ποινικού δικαίου. Οπουδήποτε στη Σύμβαση αυτή αναφέρονται οι όροι 'εμπορικό δίκαιο' ή 'εμπορικές υποθέσεις', περιλαμβάνουν αντίστοιχα και το ναυτικό δίκαιο και τις ναυτικές υπόθεσεις".
* ("'plaintiff' indudes every person asking any relief (other than a defendant asking relief by way of counter-claim) against any other person by any form of proceeding, whether the proceeding is by action, petition, motion, summons or otherwise"
('"ενάγων' περιλαμβάνει παν πρόσωπον αξιούν οιανδήποτε θεραπείαν (πλήν εκείνης ην αξιοί ο εναγόμενος δι' ανταπαιτήσεως) καθ' οιουδήποτε άλλου προσώπου υφ' οιανδήποτε μορφήν διαδικασίας, είτε η διαδικασία είναι δι' αγωγής, αιτήσεως, αναφοράς κλητηρίου ή άλλως")