ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1989) 1E ΑΑΔ 162
15 Απριλίου 1989
[ΠΙΚΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, Δ. Δ.]
ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ Κ. ΔΡΑΚΟΣ & ΣΙΑ ΛΤΔ.,
Εφεσείοντες,
ν.
ΝΙΚΟΥ ΑΡΓΥΡΙΔΗ,
Εφεσίβλητου.
(Πολιτικές Εφέσεις Αρ. 7409 και 7848).
Ενοικιοστάσιο - Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων - Η φύση της διαδικασίας ενώπιόν του - Το σύστημα που εφαρμόζεται είναι το εξεταστικό σύστημα - Ο Κανονισμός 4 (γ) των σχετικών κανονισμών που διέπουν την διαδικασία ενώπιον του εν λόγω Δικαστηρίου - Επανακλήτευση μάρτυρα προς διευκόλυνση και συμπλήρωση της έρευνας - Εφαρμοστέες αρχές - Το καθήκον ολοκληρώσεως της έρευνας στο συντομότερο χρονικό διάστημα.
Πολιτική Δικονομία - Επανακλήτευση μάρτυρα - Διακριτική ευχέρεια - Εφαρμοστέες αρχές.
Στην υπόθεση αυτή η εφεσείουσα ζητούσε έξωση με βάση το άρθρο 11 (1) (η) (iii) του Νόμου 23/83 (ουσιαστικές και ριζικές μετατροπές). Απαραίτητη προϋπόθεση για την έκδοση διατάγματος εξώσεως με βάση το άρθρο αυτό είναι η ύπαρξη αδείας εν ισχύι για την διενέργεια των σκοπουμένων έργων. Κατά την διάρκεια της διαδικασίας η εφεσείουσα κατέθεσε την ανανέωση της σχετικής αδείας. Αργότερα έγινε αντιληπτό ότι η κατατεθείσα άδεια αφορούσε προγενέστερη περίοδο. Η εφεσείουσα ζήτησε άδεια να επανακλητεύσει μάρτυρα για να καταθέσει την ισχύουσα ανανέωση της σχετική αδείας. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αρνήθηκε να παράσχει την άδεια με το δικαιολογητικό ότι εν πάση περιπτώσει η τυχόν απόρριψη της αιτήσεως δε θα δημιοργούσε δεδικασμένο σε βάρος της εφεσείουσας.
Η εφεσείουσα άσκησε έφεση εναντίον της αρνήσεως αυτής, αλλά προτού ακουσθεί η έφεση και συγκεκριμένα την προτεραία της ακροάσεώς της, το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε και τελική απόφαση, με την οποία απέρριψε την αίτηση εξώσεως. Εναντίον της τελικής αποφάσεως ασκήθηκε έφεση. Οι δύο εφέσεις συνεκδικάσθησαν.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, αποδεχόμενο την έφεση και διατάσσοντας επανεκδίκαση της υποθέσεως, απεφάσισε: (1) Η αιτιολογία, που δόθηκε σχετικά με την μη δημιουργία δεδικασμένου, είναι αμφιβόλου νομικής ορθότητας. Εν πάση περιπτώσει είναι παράδοξο να συσχετίζεται η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας για προσαγωγή πρόσθετης μαρτυρίας ή ανάκληση μάρτυρα με τις επιπτώσεις της απορρίψεως της αγωγής στα δικαιώματα του αιτητή.
(2) Το χαρακτηριστικό γνώρισμα της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων δεν είναι το σύστημα της αντιπαράθεσης, αλλά το εξεταστικό σύστημα. Το Δικαστήριο οφείλει (μεθ' όλης της λογικής ταχύτητας) να επιλύσει κάθε αναφυόμενη διαφορά. Η διαδικασία ενώπιόν του είναι συνοπτική και διεξάγεται χωρίς δέσμευση από κανόνες απόδειξης (Βλ. Καν. 4 (γ)). Η ολοκλήρωση της έρευνας το συντομότερο είναι το πρωταρχικό κριτήριο για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας για προσαγωγή νέας μαρτυρίας ή επανακλήτευση μάρτυρα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η αποδοχή του αιτήματος θα ολοκλήρωνε την έρευνα χωρίς ορατό κίνδυνο δυσμενούς επηρεασμού των δικαιωμάτων του ενοικιαστή. Ο αποκλεισμός της μαρτυρίας οδήγησε στην απόρριψη της αίτησης χωρίς εξέταση ουσιαστικά της διαφοράς.
(3) Αλλά και αν ακόμα στη συγκεκριμένη περίπτωση ετύγχανε εφαρμογής ο κανών της Πολιτικής Δικονομίας, η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου θα έπρεπε να ασκηθεί υπέρ της προσαγωγής της νέας μαρτυρίας.
Οι εφέσεις γίνονται δεχτές με έξοδα. Διατάσσεται επανεκδίκαση της υπόθεσης. Τα έξοδα της 1ης δίκης να είναι μέρος των εξόδων της δίκης.
Αναφερόμενες Αποφάσεις:
Theori and Another ν. Djouis and Another (1984) 1 C. L. R. 296;
Nicolaides v. Yerolemi (1984) 1 C. L. R. 742;
Kyproxil Designs Ltd v. Panos Englezos Co Ltd (1988) 1 C. L. R. 546;
A. C. T. Textiles v. Zodhiatis (1986) 1 C. L. R. 89;
Djafer v. Kaya, 4 C. L. R. 63;
The Electricity Authority of Cyprus v. Kipparis, 24 C. L. R. 121;
Savoullas v. Louca (1979) 1 C. L. R. 336.
Εφέσεις.
Εφέσεις από τους αιτητές εναντίον του διατάγματος του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων Λεμεσού στην αίτηση E. 114/86 ημερ. 2. 6. 87 με το οποίο απορρίφθηκε αίτηση για προσαγωγή συμπληρωματικής μαρτυρίας και της απόφασης ημερ. 28. 3. 89 με την οποία η αίτηση έξωσης των ενοικιαστών από το κατάστημά των εις Λεμεσόν απορρίφθηκε.
Λ. Ψαρά (Δνις), για τους εφεσείοντες.
Γ. Ψαρά-Μιλτιάδου(κα), για τον εφεσίβλητο.
ΠΙΚΗΣ. Δ.: ανέγνωσε την απόφαση του Δικαστηρίου. Οι εφεσείοντες είναι ιδιοκτήτες καταστήματος το οποίο κατέχει ο εφεσίβλητος ως θέσμιος ενοικιαστής. Με αίτησή τους στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων αξίωσαν την έξωση του ενοικιαστή για δύο λόγους:
(α) Ανάγκη για ίδια χρήση, και
(β) Για να επιφέρουν τις ουσιαστικές και ριζικές μετατροπές που προβλέπει το άρθρο 11 (1) (η) (ill) του Περί Ελέγχου Ενοικιάσεων Νόμου, 1983 (Ν. 23/83).
Μια από τις προϋποθέσεις που πρέπει να ικανοποιηθούν για να τύχουν εφαρμογής οι πρόνοιες του άρθρου 11 (1) (η) (111) είναι η ύπαρξη άδειας σε ισχύ για την διενέργεια των σκοπούμενων οικοδομικών έργων. Προς υποστήριξη του αιτήματός τους οι ιδιοκτήτες κατάθεσαν γραπτή ανανέωση προϋπάρχουσας άδειας οικοδομής για την εκτέλεση των τροποποιήσεων και μετατροπών στην οικοδομή που προβλέπουν τα αρχιτεκτονικά σχέδια.
Στο στάδιο των αγορεύσεων έγινε αντιληπτό ότι η ανανέωση της άδειας που είχε κατατεθεί αφορούσε προηγούμενο χρόνο. Πρέπει να διευκρινιστεί ότι η άδεια είχε εκδοθεί πριν από πολλά χρόνια και έκτοτε ανανεώνετο περιοδικά. Είναι φανερό ότι αν εγίνετο αντιληπτό ότι η ανανέωση αφορούσε προγενέστερη περίοδο, όταν είχε κατατεθεί ως μαρτυρία, η σχετική άδεια είτε δεν θα γινόταν δεκτή ως μαρτυρία διότι ήταν άσχετη με τις προϋποθέσεις που θέτει ο νόμος, ή το λάθος θα επισημαίνετο με στόχο την διόρθωσή του για να ολοκληρωθεί η έρευνα αναφορικά με την ύπαρξη των προϋποθέσεων για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 11 (1) (η) (iii) του νόμου.
Όταν διαπιστώθηκε η ατέλεια στην μαρτυρία που είχε προσκομιστεί για την τεκμηρίωση της υπόθεσης των ιδιοκτητών, η δικηγόρος των αιτητών αποτάθηκε στο δικαστήριο για να της δοθεί η ευκαιρία να παρουσιάσει την σχετική άδεια πριν την λήξη της δίκης πληροφορώντας το δικαστήριο, ταυτόχρονα, ότι είχε ίδια γνώση για την ύπαρξη άδειας σε ισχύ για την κρίσιμη περίοδο. Το δικαστήριο απέρριψε την αίτηση με το δικαιολογητικό ότι στο στάδιο στο οποίο είχε αχθεί η δίκη δεν ήταν επιτρεπτή είτε η προσαγωγή νέας μαρτυρίας ή η ανάκληση μάρτυρα, υποδεικνύοντας ταυτόχρονα ότι το κενό στην παρουσίαση της υπόθεσης των εφεσειόντων που ενδεχομένως θα οδηγούσε στην απόρριψη της αίτησης δεν θα είχε ανεπανόρθωτες συνέπειες για τους ιδιοκτήτες επειδή το αποτέλεσμα δεν θα δημιουργούσε δεδικασμένο. Είναι αμφίβολο αν η θέση αυτή είναι σωστή λαμβάνοντας υπόψη τις αρχές που διέπουν την αρχή του δεδικασμένου (res judicata). (Βλ. μεταξύ άλλων Theori & Another ν. Djonis & Another (1984) 1 C. L. R. 296 και Nicolaides v. Yerolemi (1984) 1 C. L. R. 742), και παράδοξο να συσχετίζεται η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου για την προσαγωγή πρόσθετης μαρτυρίας ή την ανάκληση μάρτυρα με τις επιπτώσεις που θα έχει η απόρριψη της αγωγής στα δικαιώματα του αιτητή. Τα συμφέροντα της δικαιοσύνης όπως προσδιορίζονται από τα γεγονότα της κρινόμενης υπόθεσης σε συσχετισμό με την φύση της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου συνθέτουν τους παράγοντες που διέπουν την άσκηση της διακριτικής εξουσίας του δικαστηρίου να επιτρέψει απόκλιση από τα θεσμικά πλαίσια της διαδικασίας.
Μετά την απόρριψη του αιτήματος των ιδιοκτητών και την ολοκλήρωση των αγορεύσεων το δικαστήριο επεφύλαξε την απόφασή του στις 11/6/89 όπως φαίνεται από τα πρακτικά του δικαστηρίου. Εναντίον της απόφασης του δικαστηρίου να αποκλείσει την προσαγωγή πρόσθετης μαρτυρίας υποβλήθηκε η πολιτική έφεση 7409. Η έφεση ορίστηκε για ακρόαση στις 29/3/89, γεγονός που κοινοποιήθηκε από τους δικηγόρους στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεως. Η παράλειψη του δικαστηρίου να εκδώσει την απόφαση μέσα στο χρονικό πλαίσιο των 60 ημερών που καθορίζεται από τον Κ. 5(α) των θεσμών Ενοικιοστασίου (ο Περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικός Κανονισμός του 1983) είναι κατανοητή εν όψει των επιπτώσεων που δυνατό να είχε η απόφαση του Εφετείου στην τύχη της αίτησης, παρόλο που η υποβολή έφεσης δεν αναστέλλει την πρωτόδικη διαδικασία όπως επεξηγείται λεπτομερώς στην απόφαση Kyproxil Designs Ltd ν. Panos Englezos Co. Ltd (1988) 1 C. L. R. 546. 'Οτι δεν είναι κατανοητό είναι η σπουδή του πρωτόδικου δικαστηρίου να προχωρήσει στην έκδοση της απόφασης την παραμονή της ακρόασης της έφεσης. Τελικά η αίτηση των ιδιοκτητών απορρίφθηκε λόγω της αποτυχίας τους να προσκομίσουν μαρτυρία για την ύπαρξη άδειας οικοδομής σε ισχύ κατά τον ουσιώδη χρόνο. Η αδυναμία αυτή σε συνάρτηση με την άρνηση του δικαστηρίου να επιτρέψει την προσαγωγή πρόσθετης μαρτυρίας προοιώνιζε και την απόρριψη της αίτησης στο σύνολο της. Η τελική απόφαση περιορίζεται ουσιαστικά στην διαπίστωση αυτού του γεγονότος και δεν πραγματεύεται σε βάθος τα άλλα προαιτούμενα για την ανάκτηση της κατοχής που προβλέπει το άρθρο 11 (1) (η) (iii) του νόμου.
Η δικηγόρος των ιδιοκτητών πληροφόρησε το δικαστήριο ότι θα υποβληθεί δεύτερη έφεση εναντίον της τελικής απόφασης του δικαστηρίου, οπόταν το δικαστήριο όρισε την ακρόαση της δεύτερης πολιτικής έφεσης 7848 στις 15/4/89 ώστε οι δύο εφέσεις ουσιαστικά να εκδικαστούν από κοινού. Και οι δύο εφέσεις έχουν το ίδιο αντικείμενο και θίγουν ακριβώς το ίδιο νομικό θέμα, την ορθότητα της απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου να αποκλείσει την προσαγωγή πρόσθετης σχετικής μαρτυρίας στο στάδιο των τελικών αγορεύσεων. Η συνεκδίκαση των δύο εφέσεων επεβάλλετο επίσης και ως μέτρο περιφρούρησης της αποτελεσματικότητας της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου εν όψει των ιδιαζουσών συνθηκών κάτω από τις οποίες εκδόθηκε η τελική απόφαση.
Η εισήγηση των εφεσειόντων είναι ότι η διαδικασία βάσει των διατάξεων του Ν. 23/83 και των σχετικών θεσμών έχει βασικά ερευνητικό χαρακτήρα, γεγονός που έχει άμεσες επιπτώσεις στις αρχές που διέπουν την διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου στην διεξαγωγή της δίκης, γεγονός που παραγνωρίστηκε ολότελα από το πρωτόδικο δικαστήριο.
Η συνήγορος του εφεσίβλητου εισηγήθηκε ότι παρά τις ιδιομορφίες της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων η απόφαση του δικαστηρίου να αποκλείσει την επανάκληση μάρτυρα ή την προσαγωγή νέας μαρτυρίας στο προχωρημένο στάδιο που είχε αχθεί η δίκη ήταν δικαιολογημένη και επιβαλλόταν ως μέτρο προστασίας των συμφερόντων του εφεσίβλητου.
Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων διαφέρει από την διαδικασία ενώπιον πολιτικού δικαστηρίου που κατά κανόνα διέπεται από τους θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας. Το στοιχείο της αντιπαράθεσης που αποτελεί τον άξονα της διαδικασίας στην πολιτική δίκη δεν είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων. Οι όροι της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων καθιστούν υποχρέωση του δικαστηρίου την επίλυση κάθε αναφυόμενης διαφοράς "μεθ' όλης της λογικής ταχύτητος". Για την επίτευξη του στόχου αυτού το άρθρο 5 του Νόμου καθορίζει ότι η διαδικασία ενώπιον του δικαστηρίου θα είναι συνοπτική και θα διεξάγεται χωρίς δέσμευση από τους κανόνες της απόδειξης. Και οι δικονομικοί θεσμοί που ρυθμίζουν την διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων είναι κατ' εξοχή προσαρμοσμένοι στο εξεταστικό σύστημα της δίκης. Ο Κ. 4(γ) προβλέπει ότι:
"Το δικαστήριο έχει δικαίωμα να υποβάλει ερωτήσεις σε μάρτυρες προς διεξαγωγή της αναγκαίας έρευνας για επίλυση της διαφοράς. Το δικαστήριο έχει επίσης δικαίωμα για επίλυση της διαφοράς. Το δικαστήριο έχει επίσης δικαίωμα σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας να καλέσει ή επανακαλέσει μάρτυρα προς διευκόλυνση και συμπλήρωση της έρευνας".
Ο ερευνητικός χαρακτήρας της διαδικασίας έχει επισημανθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση A. C. T. Textiles ν. Zodhiatis (1986) 1 C. L. R. 89.
Ο εξεταστικός χαρακτήρας της δικαιοδοσίας μεταβάλλει τα κριτήρια βάσει των οποίων ασκείται η διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου να επιτρέψει απόκλιση από την προκαθορισμένη πορεία της δίκης. Η ολοκλήρωση της έρευνας το συντομότερο είναι το πρωταρχικό κριτήριο για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου. Συνεπώς η απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου βασίστηκε σε εσφαλμένα κριτήρια. Η αποδοχή του αιτήματος για την συμπλήρωση της μαρτυρίας θα ολοκλήρωνε την έρευνα. Ούτε υπήρχε ορατός κίνδυνος δυσμενούς επηρεασμού των συμφερόντων του ενοικιαστή. Από την αρχή θέση των ιδιοκτητών ήταν ότι υπήρχε άδεια σε ισχύ. Και βεβαίως θα τους παρείχετο κάθε ευκαιρία να προσθέσουν την νέα μαρτυρία. Ο αποκλεισμός της μαρτυρίας οδήγησε στο τέλος στην απόρριψη της αίτησης χωρίς ου- σιαστική εξέταση της διαφοράς προς το σκοπό επίλυσής της όπως καθορίζει το άρθρο 4 του Νόμου.
Και βάσει των διατάξεων της Πολιτικής Δικονομίας θα δικαιολογείτο η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου δικαστηρίου υπέρ των εφεσειόντων λαμβανομένης υπόψη της φύσης της μαρτυρίας που θα εδίδετο και της διορθώσεως ενός λάθους και της παροχής ευκαιρίας στους εφεσείοντες να πληρώσουν το κενό που δημιουργήθηκε. Συνεπώς συνέτρεχαν οι ειδικοί λόγοι που καθορίζει η νομολογία για την επανακλήτευση μάρτυρα στο στάδιο των αγορεύσεων. (Βλ. Κaya Djafer ν. Rayker Kaya, 4 C. L. R. 63, The Electricity Authority of Cyprus v. Kipparis, 24 C. L. R. 126 και Savoullas v. Louca (1979) 1 C. L. R. 336).
Καταλήγουμε ότι πρέπει να επιτραπούν οι δύο εφέσεις με έξοδα. Διατάσσουμε την επανεκδίκαση της αίτησης των εφεσειόντων από το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων με άλλη σύνθεση. Τα έξοδα της δίκης ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου θα αποτελέσουν μέρος των εξόδων της δίκης και θα αποφασιστούν από το δικαστήριο που θα επανεκδικάσει την υπόθεση.
Εφέσεις επιτρέπονται, με
διαταγή για επανεκδίκαση.