ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(Αρ. Aίτησης 31/2013)
23 Δεκεμβρίου, 2013
[ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2002 (Ν.165(Ι)/2002)
SINGH KHUSHWANT
Αιτητής
-----------------------------------
O Aιτητής παρουσιάζεται προσωπικά.
Βούλα Καρλετίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η Αίτηση
Παρών είναι ο μεταφραστής κ. Κumar Ashwani ο οποίος μεταφράζει από τα αγγλικά στα punjabi και αντιστρόφως. Παρών είναι επίσης ο μεταφραστής κ. Θεόδωρος Ζάζας, ο οποίος μεταφράζει από τα ελληνικά στα αγγλικά και αντίστροφα.
----------------------------
ΑΠΟΦΑΣΗ (EX-TEMPORE)
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Η παρούσα Αίτηση αφορά διεκδίκηση παροχής δωρεάν νομικής αρωγής και στηρίζεται στον περί Νομικής Αρωγής Διαδικαστικό Κανονισμό (Αρ. 1) του 2003 και στους περί Νομικής Αρωγής Νόμους του 2002 μέχρι 2012 (θα αναφέρονται στη συνέχεια ως «ο Νόμος»). Σύμφωνα με την Αίτηση, διεκδικείται νομική αρωγή, προκειμένου ο Αιτητής να καταχωρήσει προσφυγή εναντίον απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερομηνίας 31/10/2013.
Κατ΄ακολουθία του άρθρου 6Β(2) του Νόμου, παρέχεται δωρεάν νομική αρωγή σε αιτητή ασύλου, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, μεταξύ άλλων, κατά δυσμενούς απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων επί διοικητικής προσφυγής, την οποία ο αιτητής ασύλου άσκησε ενώπιόν της, και η οποία προσφυγή αφορούσε δυσμενή απόφαση.
Πρέπει να συνυπάρχουν οι προϋποθέσεις που θέτει το πιο πάνω άρθρο του Νόμου, προκειμένου να γίνει αποδεκτό αίτημα για παροχή δωρεάν νομικής αρωγής, μεταξύ των οποίων, η πιθανότητα να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση στα πλαίσια της πρωτοβάθμιας εκδίκασης της προσφυγής. Όπως νομολογιακά έχει αποφασιστεί, ο Νόμος δίνει ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να αποφασίσει, κατά πόσον «είναι πιθανό να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση». Είναι, επίσης, πάγια γραμμή της Νομολογίας, ότι ο Αιτητής δεν πρέπει να στερείται, χωρίς επαρκή λόγο, του δικαιώματός του να ακουστεί η προσφυγή του από το Ανώτατο Δικαστήριο, έχοντας τη βοήθεια συνηγόρου. Από την άλλη, όμως, δεν είναι επιτρεπτή η παροχή νομικής αρωγής ανεξέλεγκτα, με συνακόλουθο την σπατάλη δημοσίου χρήματος με την καταχώρηση προσφυγών, οι οποίες δεν έχουν πιθανότητα επιτυχίας.
Το όλο ζήτημα, στην προσπάθεια του Δικαστηρίου να καταλήξει στη βασιμότητα αιτήματος παροχής νομικής αρωγής, εξετάζεται στη βάση του υλικού που τίθεται ενώπιόν του. Στην προκειμένη περίπτωση, εφόσον, βεβαίως, δεν έχει καταχωρηθεί ακόμη προσφυγή, θα πρέπει να εξεταστεί στη βάση της ίδιας της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερομηνίας 31/10/2013, η οποία βρίσκεται στον φάκελο του Δικαστηρίου και, έχοντας πάντα κατά νου τις νομικές αρχές που καλύπτουν το ζήτημα και τις τοποθετήσεις των δύο πλευρών. Παρεμβάλλω ότι είναι βασική αρχή πως το Δικαστήριο, εξετάζοντας αιτήσεις αυτής της μορφής και ασκώντας την ευρεία διακριτική του εξουσία, δεν προβαίνει σε οριστικά συμπεράσματα ως προς το αποτέλεσμα της ίδιας της προσφυγής, αλλά παραμένει στην πιθανολόγηση έκδοσης θετικής απόφασης. Η λέξη «πιθανό» που χρησιμοποιείται στην υποπαράγραφο (ββ) του άρθρου 6Β του Νόμου, αντικρίζεται σε αποκλειστική συνάρτηση προς τα διαλαμβανόμενα στο διοικητικό δίκαιο και υπό το φως του αντικειμένου μιας προσφυγής, η εξέταση της οποίας δεν οδηγεί σε απόφαση επί της ουσίας, αλλά αναθεωρείται μόνο η διοικητική πράξη, σύμφωνα με τις αρχές του διοικητικού δικαίου, χωρίς να εκτείνεται στην υποκατάσταση της διοικητικής απόφασης. Όπως έχει τονιστεί στην Υπόθεση Αρ. Αίτησης Νομικής Αρωγής 12/2010, Μοhammad Ismail ημερομηνίας 13/5/2010: «με άλλα λόγια, για να είναι ´πιθανó να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση´ θα πρέπει από μια πρώτη θεώρηση της προσφυγής, με αναφορά στα γεγονότα και το νομικό υπόβαθρό της, να διαφαίνεται η ύπαρξη ενός ή περισσοτέρων εκ των λόγων για τους οποίους το Αναθεωρητικό Δικαστήριο δικαιούται να ακυρώσει διοικητική πράξη.» Τελικό, λοιπόν, κριτήριο είναι η πιθανότητα έκδοσης θετικής δικαστικής απόφασης και, κατά την εξέταση μιας τέτοιας πιθανότητας, το Δικαστήριο δεν αποφασίζει για την οριστική τύχη της προσφυγής, αλλά, όπως είναι καθήκον του, σταθμίζει τα ενώπιόν του στοιχεία, προκειμένου να κρίνει κατά πόσον οι απαραίτητες προϋποθέσεις του Νόμου ικανοποιούνται, για να συνεκτιμήσει την πιθανότητα έκδοσης θετικής δικαστικής απόφασης στην αναμενόμενη να καταχωρηθεί προσφυγή.
Υπό το φως των πιο πάνω νομικών αρχών, υπεισέρχεται το Δικαστήριο στα γεγονότα της υπό κρίση περίπτωσης. Γεγονότα, τα οποία δεν αμφισβητούνται στην έκταση που αυτά είναι ουσιαστικά για σκοπούς κατάληξης. Συνοπτικά, έχουν ως εξής:
Ο Αιτητής και η σύζυγός του προέρχονται από το Αφγανιστάν και είναι Σιχ στο θρήσκευμα. Εγκατέλειψαν τη χώρα τους τον Σεπτέμβριο του 2012 και εισήλθαν παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία μέσω των κατεχομένων περιοχών. Στις 28/11/2012 συνελήφθηκαν στο αεροδρόμιο Πάφου, έχοντας στην κατοχή τους πλαστά αγγλικά διαβατήρια και στην προσπάθειά τους να αναχωρήσουν για τη Μεγάλη Βρετανία. Ακολούθησαν διάφορα διαβήματα και αιτήσεις της συζύγου όσο και του Αιτητή, προκειμένου να λάβουν καθεστώς διεθνούς προστασίας. Οι ενδιαφερόμενοι πληροφορήθηκαν για τα δικαιώματά τους και τις διαδικασίες στις οποίες είχαν δικαίωμα να προβούν. Στα πλαίσια των διαδικασιών αυτών, έθεσαν ενώπιον των αρμοδίων αρχών τους λόγους που τους οδήγησαν να εγκαταλείψουν την χώρα τους. Ακολούθησαν σχετικές συνεντεύξεις και τελικό αποτέλεσμα ήταν η απόρριψη των αιτήσεων από την Υπηρεσία Ασύλου. Προχώρησαν σε καταχώρηση διοικητικής προσφυγής εναντίον της εν λόγω απόφασης και, τελικά, στις 31/10/2013, μετά το πέρας όλων των διαδικασιών, η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων απέρριψε τόσο την προσφυγή του Αιτητή, όσο και αυτήν της συζύγου του.
Η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, όπως έχει ήδη λεχθεί, βρίσκεται στον φάκελο του Δικαστηρίου. Προκύπτει μέσα από αυτήν ότι ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν έγινε δεκτό το αίτημα των Αιτητών, ήταν, όπως επισημαίνεται και στην ίδια την απόφαση, το γεγονός της μη απόδειξης της αληθοφάνειας των βασικών ισχυρισμών των Αιτητών, και η κατάληξη περί αναξιοπιστίας των συγκεκριμένων προσώπων. Κρίθηκε ότι οι Αιτητές, ως αναξιόπιστοι, δεν ήταν σε θέση να τεκμηριώσουν τους ισχυρισμούς τους κατά τις συνεντεύξεις τους και, ακολούθως, κατά την πορεία της διοικητικής προσφυγής. Μέσα στα πλαίσια αυτά, στο περιεχόμενο της απόφασης δίδονται λεπτομέρειες περί των αντιφάσεων στις οποίες υπέπεσαν οι Αιτητές, και οι οποίες οδήγησαν στην απόρριψη της αίτησής τους.
Από τις θέσεις που προέβαλε ο Αιτητής, ό,τι προκύπτει ως ουσιαστικός λόγος για στήριξη του αιτήματος παροχής δωρεάν νομικής αρωγής, είναι ισχυρισμοί περί παραβίασης των διαδικασιών ασύλου, περί αντιφάσεων στην ίδια την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, καθώς επίσης και περί έλλειψης δέουσας έρευνας, πλάνης περί τα πράγματα και αναιτιολόγητης απόφασης.
Οι προβαλλόμενες αυτές θέσεις θα πρέπει, βεβαίως να εξεταστούν υπό το πρίσμα των αρχών που διέπουν τα εν λόγω ζητήματα, όπως κατ΄ επανάληψη τέθηκαν νομολογιακά από το Ανώτατο Δικαστήριο. Καταρχάς - και πάντα ως πρώτη θεώρηση − προκύπτει από τα ίδια τα γεγονότα, όπως εντοπίζονται από το όλο υλικό που βρίσκεται ενώπιον του Δικαστηρίου, ότι η Αρμόδια Αρχή διερεύνησε την κάθε δυνατή πτυχή της υπόθεσης, και δεν εντοπίζονται οποιεσδήποτε παραβιάσεις των διαδικασιών. Περαιτέρω, όπως είναι νομολογιακά καθιερωμένο, όταν αιτητής κρίνεται ως αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης. Το Δικαστήριο, όπως ήδη λέχθηκε, δεν προβαίνει σε επανεκτίμηση των γεγονότων, ούτε και υποκαθιστά τη δική του κρίση για αυτήν της Διοίκησης, αλλά περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της προσβαλλόμενης πράξης (Αanan Latif v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, 2006 3 ΑΑΔ 533). Σε τελική ανάλυση, δεν είναι έργο του Δικαστηρίου να επανεκτιμήσει τα γεγονότα, και να υποκαταστήσει το έργο της Διοίκησης, εκτός εάν, βεβαίως, η κατάληξη είναι προφανώς εσφαλμένη. Στα πλαίσια της εκ πρώτης όψεως διερεύνησης στην υπό κρίση περίπτωση, κάτι τέτοιο δεν διαπιστώνεται. Όπως έχει, επίσης, νομολογηθεί, το Ανώτατο Δικαστήριο εξετάζει κατά πόσον έχει τηρηθεί η διαδικασία στα πλαίσια της διερεύνησης της Αναθεωρητικής Αρχής και δεν επεμβαίνει σε θέματα εκτίμησης των γεγονότων. Υπό κρίση είναι πάντα η νομιμότητα της απόφασης και η διαπίστωση του κατά πόσον το διοικητικό όργανο ενήργησε εντός των πλαισίων της διακριτικής του ευχέρειας.
Έχοντας κατά νου όλα τα πιο πάνω, και τη διαδικασία που τηρήθηκε στην παρούσα περίπτωση, προκύπτει ότι οι λόγοι για τους οποίους ο Αιτητής προβάλλει ότι σκοπεύει να βασίσει νομικά την προσφυγή του δεν τεκμηριώνουν την απαιτούμενη εκ του νόμου πιθανότητα έκδοσης θετικής δικαστικής απόφασης υπέρ του. Όλα αυτά, βεβαίως, ως πρώτη εκτίμηση, και εξέταση εκ πρώτης όψεως του όλου θέματος, όπως είναι και η υποχρέωση του Δικαστηρίου σε αυτό το στάδιο, και στα πλαίσια αυτής της διαδικασίας.
Καταληκτικά, είναι ορθή η προσέγγιση της ευπαίδευτης συνηγόρου για τη Δημοκρατία, ότι στη βάση όλου του υλικού, εκ πρώτης όψεως το αίτημα για πολιτικό άσυλο εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της προβλεπόμενης διαδικασίας και η απόφαση ήταν το αποτέλεσμα ενδελεχούς έρευνας, ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και ορθής εφαρμογής του σχετικού Νόμου. Επαρκής αιτιολόγηση, επίσης εντοπίζεται εκ πρώτης όψεως, και δε διαφαίνεται οποιαδήποτε νομική ή πραγματική πλάνη.
Αναπόφευκτα, και υπό το φως των νομικών αρχών που διέπουν το όλο ζήτημα, δεν υπάρχει περιθώριο επιτυχίας της Αίτησης, η οποία και απορρίπτεται.
Δικαστήριο
Αντιλαμβάνομαι, δεν υπάρχει θέμα εξόδων;
κα Καρλετίδου
Όχι δεν υπάρχει.
Δικαστήριο
Η Αίτηση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Α. Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
/ΜΣ