ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 946/2011)

 

27 Σεπτεμβρίου 2012

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΞΕΝΙΑ ΜΙΧΑΗΛ,

Αιτήτρια,

- ΚΑΙ -

 

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ (ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ),

Καθ΄ ων η αίτηση.

-----------------------------------

Η αιτήτρια παρουσιάζεται προσωπικά.

Ν. Γρηγορίου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,

για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

------------------------------------

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:  Η αιτήτρια, εμφανιζόμενη προσωπικά, επιδιώκει την ακύρωση της άρνησης του Γραφείου Ευημερίας να παραχωρήσει σ΄ αυτήν δημόσιο βοήθημα εκτός και αν επιβαλλόταν απαγόρευση σε μέρος της ακίνητης περιουσίας που κατέχει. 

 

Όπως χειρογράφως κατέγραψε στην αίτηση ακύρωσης, το Γραφείο Ευημερίας ερμηνεύοντας λανθασμένα το Νόμο και αποφασίζοντας καθ΄υπέρβαση εξουσίας, της αποστέρησε το δικαίωμα για δημόσιο βοήθημα.  Περαιτέρω θεωρεί ότι το Γραφείο Ευημερίας «... παρανόμως αποφάσισε ότι η αξιοποίηση της περιουσίας μου δεν είναι ικανοποιητική και μου ζήτησε τη δέσμευση της.».  Αποτελεί κοινό έδαφος ότι η αιτήτρια είναι κάτοχος ακίνητης περιουσίας και συγκεκριμένα τριών τεμαχίων γης στην κοινότητα Μονή της Λεμεσού, στα δύο πρώτα των οποίων κατέχει το ½ μερίδιο, το δε τρίτο της ανήκει εξ ολοκλήρου. Το Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λεμεσού ανταποκρινόμενο σε σχετική επιστολή του Γραφείου Ευημερίας  Λεμεσού, καθόρισε ως συνολική αγοραία αξία των τριών αυτών τεμαχίων, το ποσό των €356.000,00. 

 

Η αιτήτρια στη χειρόγραφη αγόρευση της παρέθεσε δύο έγγραφα ως προς τη χρήση της ακίνητης αυτής ιδιοκτησίας.  Σύμφωνα με το πρώτο ημερ. 29.3.2011, τα τρία τεμάχια ενοικιάζονται στον Ανδρέα Παναγή από 1.1.2010 έναντι του συμφωνηθέντος ποσού των €200 ετησίως.  Το ενοικιαστήριο αυτό έγγραφο περιέχει όρο ότι ο ενοικιαστής δύναται να χρησιμοποιεί τα κτήματα για γεωργικούς σκοπούς, ως αποθηκευτικούς χώρους ή όπως άλλως ο ίδιος επιθυμεί.  Το δεύτερο έγγραφο ημερ. 14.6.2011, αφορά βεβαίωση του κτηματομεσιτικού γραφείου Galaxia Estates Agencies Ltd, ότι τα αγροτεμάχια στο χωριό Μονή Λεμεσού ενοικιάζονται από €20 ως €30 την σκάλα ετησίως. 

 

Εγείρεται κατ΄ αρχάς προδικαστική ένσταση με τη γραπτή αγόρευση της καθ΄ ης η αίτηση όσον αφορά την, κατ΄ ισχυρισμόν της αιτήτριας, παράλειψη απάντησης σε αίτηση της που υποβλήθηκε στις 5.5.2010 για παροχή δημοσίου βοηθήματος.  Ταυτόχρονα, όμως, η καθ΄ ης αναφέρεται και στο ότι ζητήθηκε η δέσμευση της περιουσίας της αιτήτριας ως προϋπόθεση για τη λήψη απόφασης παροχής δημοσίου βοηθήματος. Θεωρεί επίσης η καθ΄ ης, ότι η επιστολή ημερ. 1.6.2011, με την οποία η αιτήτρια κλήθηκε να συγκατατεθεί στη δέσμευση της περιουσίας της (Παράρτημα 3 στην ένσταση), είναι προπαρασκευαστική της σύνθετης διοικητικής ενέργειας που οδήγησε στην τελική απορριπτική απόφαση ημερ. 26.7.2011, (Παράρτημα 5 στην ένσταση). 

 

Οι πιο πάνω προδικαστικές ενστάσεις λανθασμένα δεν ηγέρθηκαν στην ίδια την ένσταση, αλλά μόνο στη γραπτή αγόρευση, κατά παράβαση του Καν. 7 του περί του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962.  Η υποχρέωση άρτιας τήρησης του Κανονισμού βαρύνει ιδιαιτέρως τη Νομική Υπηρεσία που αντιπροσωπεύει την πολιτεία, όπως έχει δε λεχθεί και στην Λατομεία Μοσφιλωτής Λτδ ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 476/2010, ημερ. 31.1.2012, εάν η Δημοκρατία επιθυμεί να εγείρει προδικαστικά ζητήματα οφείλει να ζητήσει εγκαίρως τροποποίηση των λόγων ένστασης ώστε να τα εγείρει δίδοντας έτσι και την ευκαιρία στην πλευρά του αιτητή να τοποθετηθεί αναλόγως και εγκαίρως.  Ιδιαιτέρως, όπως εδώ, που η αιτήτρια καταχώρησε την αίτηση ακυρώσεως προσωπικά και χειρίστηκε την υπόθεση μόνη της.  Ο Καν. 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, εξαιρεί επίσης το διάδικο που εμφανίζεται χωρίς δικηγόρο από την αυστηρή συμμόρφωση με την επιταγή να εκτίθενται τα νομικά σημεία στα οποία στηρίζεται η αίτηση ακύρωσης δίνοντας ταυτόχρονα πλήρη αιτιολογία,  (δέστε Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2009) 3 Α.Α.Δ. 655).  Όχι όμως τους διαδίκους που εκπροσωπούνται από δικηγόρο και βεβαίως, κατ΄ εξοχήν, την ίδια τη Δημοκρατία.  Σ΄ αυτά τα πλαίσια η αιτήτρια δεν ήταν υποχρεωμένη να καταγράψει σαφώς τους νομικούς λόγους της υπόθεσης της σ΄ αντίθεση, όμως, με τη Δημοκρατία.

 

Ως προς την ουσία του αιτήματος της υπό κρίση προσφυγής, έχει λεχθεί στις υποθέσεις Αλεξάνδρα Νικολάκη ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Επισκοπής Λεμεσού (2002) 3 Α.Α.Δ. 762, I. Soteriou Constructions Limited v. Δήμου Λευκωσίας (Δημόσιες Επιχειρήσεις) Λτδ, υπόθ. αρ. 153/04, ημερ. 3.9.2004, Χριστοθέα Λοΐζου Καλλικά κ.ά. ν. Δήμου Αραδίππου, υπόθ. αρ. 728/06, ημερ. 15.9.2008 (που επικυρώθηκε επί της ουσίας στη Δήμος Αραδίππου ν. Χριστοθέας Λοΐζου Καλλικά κ.ά., Α.Ε. 174/08, ημερ. 15.5.2012), Petrolina (Holdings) Public Ltd v. Υπουργού Οικονομικών, υπόθ. αρ. 1029/09, ημερ. 22.6.2010 και Ανδρέας Κασάπης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 138/10, ημερ. 31.1.2012, ότι το Δικαστήριο οφείλει να ανιχνεύει την ουσιαστική πράξη που προσβάλλεται ούτως ώστε να μην αποτελεί εμπόδιο η όποια λανθασμένη αναφορά στην αίτηση ακυρώσεως της προσβαλλόμενης πράξης.  Το αναθεωρητικό Δικαστήριο δικαιούται ως θέμα δημόσιας τάξης να διαπιστώσει τον πραγματικό λόγο ακύρωσης.

 

Είναι λοιπόν πρόδηλο ότι το αιτητικό της προσφυγής αφορά στην επιβολή απαγόρευσης μέρους της ακίνητης περιουσίας της αιτήτριας ώστε να προωθηθούν οι ενέργειες για την παροχή δημοσίου βοηθήματος και αυτή η απόφαση εμπεριέχεται στην επιστολή-απόφαση του Επαρχιακού Γραφείου Ευημερίας Λεμεσού ημερ. 16.5.2011, που η αιτήτρια επισύναψε στην αίτηση ακύρωσης.  Ως αναφέρει στο αιτητικό  της η αιτήτρια, ο σχετικός Νόμος του 2006 δεν δίνει κανένα δικαίωμα δέσμευσης περιουσίας όταν αυτή αξιοποιείται.  Δεν είναι επομένως η παράλειψη απάντησης που προσβάλλεται, αλλά η απόφαση για επιβολή απαγόρευσης για την οποία δέχεται η Δημοκρατία ότι εμπροθέσμως υπεβλήθη η προσφυγή.  Είναι επίσης σαφές ότι η επιβολή όρου δίνει δικαίωμα στην αιτήτρια να προσβάλει τη σχετική πράξη εφόσον η μη ικανοποίηση αυτού του όρου επέφερε και την τελική απόρριψη ημερ. 26.7.2011, επί τω ότι η αιτήτρια είναι κάτοχος περιουσίας αρνούμενη τη δέσμευση της.  Δεν πρόκειται για σύνθετη διοικητική ενέργεια που απέληξε στην έκδοση της απόρριψης στις 26.7.2011. Σύνθετη διοικητική ενέργεια εμφανίζεται  όταν για την επέλευση του  τελικού εννόμου αποτελέσματος, απαιτούνται περισσότερες διαδοχικές διοικητικές πράξεις, η έκδοση κάθε μιας των οποίων είναι προϋπόθεση για την έκδοση της επόμενης, (Chrikar Trading Ltd κ.ά. ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 993/05 κ.ά., ημερ. 13.7.2011 - Πλήρους Ολομέλειας - και Ε.Π. Σπηλιωτόπουλου: Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου 12η έκ. Τόμος Ι, σελ. 171,     παρ. 157).  Ούτε πρόκειται περί πληροφοριακής πράξης που απλώς επαναλάμβανε προς την αιτήτρια τα εκ του Νόμου απαιτούμενα, (Ανδρέας Αλεξάνδρου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 188 και Αντιγόνη Αλεξάνδρου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 368).  Εδώ, επεβλήθη όρος κατά άσκηση της ευχέρειας της διοίκησης που επηρέαζε άμεσα τη διεκδίκηση της αιτήτριας και δεν της υπεδείχθη απλώς ότι ενδεχομένως να έπρεπε να δεσμευτεί μέρος της περιουσίας της ως προϋπόθεση για την προώθηση της αίτησης της για λήψη βοηθήματος.

 

Η προσβαλλόμενη πράξη ημερ. 16.5.2011, συναρτά την επιβολή απαγόρευσης στην ακίνητη περιουσία της αιτήτριας με την αξία αυτής που «... είναι δυσανάλογη με την αξιοποίηση που παρουσιάζει, βάσει του άρθρου 3(15) Ν. 95(Ι)/2006.».  Ο περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμος αρ. 95(Ι)/2006, δίνει δικαίωμα σε πολίτη της Δημοκρατίας του οποίου, με βάση το άρθρο 3(1), το εισόδημα και οι άλλοι οικονομικοί πόροι δεν επαρκούν για την ικανοποίηση των βασικών και ειδικών αναγκών του, να λάβει δημόσιο βοήθημα από τον  Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας δυνάμει των διατάξεων του Νόμου.  Το επίμαχο άρθρο 3(15), έχει ως εξής:

 

«(15)  Για σκοπούς εφαρμογής του ανωτέρου εδαφίου (14) και του άρθρου 27, ο Διευθυντής μπορεί, πριν από την απόφασή του για παροχή δημόσιου βοηθήματος στον αιτητή, να επιβάλει απαγόρευση επί  ολόκληρης  ή μέρους της ακίνητης περιουσίας του της οποίας η αξιοποίηση κρίνεται με βάση το εδάφιο (14) ως μη εφικτή.  Η απαγόρευση επιβάλλεται ύστερα από συνεννόηση με το Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας του Υπουργείου Εσωτερικών.»

 

Η επιβολή απαγόρευσης αφορά περιουσία η αξιοποίηση της οποίας κρίνεται με βάση το εδάφιο (14), ως μη εφικτή.  Το εδάφιο (14), έχει ως εξής:

 

«(14)  Εάν οποιοσδήποτε αιτητής που πληροί τις προϋποθέσεις παροχής σ΄ αυτόν δημόσιου βοηθήματος, κατέχει, εκτός από την οικία στην οποία διαμένει, άλλη ακίνητη ή κινητή περιουσία, της οποίας η αξιοποίηση κρίνεται από το Διευθυντή ως μη εφικτή, παρέχεται σ΄ αυτόν το δημόσιο βοήθημα το οποίο θα ανακτάται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 27.»

 

Το ζητούμενο εδώ είναι η έννοια του «μη εφικτού» της αξιοποίησης της ακίνητης ή κινητής περιουσίας που τυχόν έχει ο αιτούμενος τη λήψη δημοσίου βοηθήματος.  Δεν υπάρχει στο ερμηνευτικό άρθρο του Νόμου οτιδήποτε το βοηθητικό.  Προκύπτει όμως από ορθή ερμηνευτική άσκηση επί της έννοιας των εδαφίων (14) και (15), ότι αν η αξιοποίηση της περιουσίας δεν είναι εφικτή τότε ο Διευθυντής παρέχει δημόσιο βοήθημα που ανακτάται κατά τα προνοούμενα από το άρθρο 27 από την περιουσία του λήπτη του βοηθήματος σε περίπτωση θανάτου του.  Και σε περίπτωση που η αξιοποίηση αυτή είναι μη εφικτή, ο Διευθυντής κατά διακριτική ευχέρεια και μετά από συνεννόηση με τον Διευθυντή του Κτηματολογίου, μπορεί να θέσει απαγόρευση επί του όλου ή μέρους της περιουσίας αυτής.

 

Η έννοια που πρέπει να αποδοθεί στο «μη εφικτό», δεν είναι άλλη από τη γραμματική της έννοια, δηλαδή, το μη πραγματοποιήσιμο, το μη δυνατό να επιτευχθεί.  Κατά τον Γ. Μπαμπινιώτη: Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Επανεκτύπωση), σελ. 703, ο «εφικτός» είναι αυτός που μπορεί να προσεγγίσει ή να πραγματοποιήσει κανείς, ο προσιτός, ο κατορθωτός.  Εδώ, η αιτήτρια αξιοποίησε τα τεμάχια της με την ενοικίαση τους. Επομένως, η ακίνητη περιουσία της αξιοποιήθηκε.  Με άλλα λόγια, η ακίνητη περιουσία της, για να χρησιμοποιηθεί η ορολογία του Νόμου, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έτυχε «αξιοποίησης» που δεν είναι «εφικτή».  Από τη στιγμή που έτυχε ενοικίασης, η αξιοποίηση της κατέστη εφικτή.  Η περίπτωση θα εντασσόταν στις διατάξεις των εδαφίων (14) και (15), εάν η περιουσία της δεν  θα ήταν δυνατόν να αξιοποιηθεί με οποιονδήποτε τρόπο όπως, για παράδειγμα, αν το ακίνητο είναι σε απότομη βραχώδη περιοχή ή γκρεμμό.  Παραμένει βεβαίως να έχει αξία, γι΄ αυτό και δύναται να δεσμευτεί από τον Διευθυντή, επειδή ακριβώς δεν είναι αξιοποιήσιμη.

 

Σημειώνεται ότι το κριτήριο που έθεσε ο Νόμος δεν είναι οικονομικό, δηλαδή, δεν συναρτάται με το πόσο επιχειρηματικά ορθή ή οικονομικά συμφέρουσα είναι η αξιοποίηση, αλλά το καθαυτό εφικτό αυτής.  Σ΄ αυτά τα πλαίσια, η αιτήτρια έχει δίκαιο στις εισηγήσεις της ότι το Γραφείο Ευημερίας Λεμεσού παρερμήνευσε το Νόμο, μη διακρίνοντας το «αξιοποιήσιμο» από το «μη εφικτό», κάνοντας εξ αυτού του λάθους και το σφάλμα να υπεισέλθει στο οικονομικό στοιχείο της ίδιας της αξιοποίησης ως δυσανάλογης προς την αξία της περιουσίας.

 

Αυτή η θέση του Επαρχιακού Γραφείου Ευημερίας Λεμεσού όπως αποτυπώνεται στην προσβαλλόμενη πράξη ότι, «πρέπει να επιβληθεί απαγόρευση μέρους της ακίνητης περιουσίας που κατέχετε εφόσον η αξία της είναι δυσανάλογη με την αξιοποίηση που παρουσιάζει», είναι επίσης λανθασμένη.  Η αιτήτρια παρουσίασε ενοικιαστήριο έγγραφο και βεβαίωση κτηματομεσιτικού γραφείου ως προς την ενοικιοστασιακή αξία, των τεμαχίων της ως αγροτεμαχίων.  Οι καθ΄ ων δεν αντέταξαν οτιδήποτε το διαφορετικό, ούτε αμφισβήτησαν τα πιο πάνω έγγραφα.  Το γεγονός ότι η αγοραία  αξία των τεμαχίων, συμφώνως του Κτηματολογίου είναι άνω των €300.000, σε περίπτωση βέβαια ελεύθερης πώλησης στην αγορά μεταξύ ικανού και έτοιμου αγοραστού και ικανού και έτοιμου πωλητή, δεν επενεργεί αρνητικά ως προς τον τρόπο «αξιοποίησης» και όχι πώλησης τους.  Το Κτηματολόγιο δεν κλήθηκε να γνωματεύσει ως προς την αναμενόμενη αξία ενοικίασης των τεμαχίων, που, υπενθυμίζεται, δεν αμφισβητήθηκαν ότι είναι αγροτεμάχια.

 

Η υπόθεση Αναστάσιος Θεολόγος ν. Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, υπόθ. αρ. 469/11, ημερ. 18.4.2012, (Φωτίου, Δ.), είναι διαφωτιστική ως προς το ότι και εκεί τα τεμάχια του αιτητή που εκ των υστέρων ζήτησε να αποδεσμευτούν, ήταν επίσης ενοικιασμένα με χαμηλό ετήσιο ενοίκιο, η δε απόφαση του Δικαστηρίου στη θέση του Τμήματος Ευημερίας ότι το εισόδημα που λαμβάνετο από την αξιοποίηση της περιουσίας «δεν ήταν ικανοποιητικό» σύμφωνα με το         άρθρο 3(14) και (15), ήταν ότι αυτή η θέση  λήφθηκε αυθαίρετα και χωρίς δέουσα έρευνα.  Ιδιαιτέρως, υπό το φως του ότι ο αιτητής είχε παρουσιάσει έγγραφα των κοινοτικών αρχών των περιοχών όπου ήταν τα ακίνητα ως προς το λογικό του ποσού της ενοικίασης.  Ανάλογα έγγραφα παρουσίασε εδώ και η αιτήτρια.  Οποιαδήποτε διαφορετική άποψη από τους καθ΄ ων λήφθηκε χωρίς δέουσα έρευνα και αυθαίρετα.

 

Η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται με έξοδα €250 υπέρ της αιτήτριας προς κάλυψη των πραγματικών εξόδων της και εναντίον των καθ΄ ων.

 

 

 

 

 

                                           Στ. Ναθαναήλ,

                                                      Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο