ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 126/2009)

 

18 Οκτωβρίου, 2010

 

[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΠΕΤΡΟΣ ΠΡΟΚΟΠΙΟΥ,

 

Αιτητής,

 

ν.

 

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,

 

Καθ΄ων η αίτηση.

_______________

 

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Αλ. Κουντουρή (κα), για Τάσσο Παπαδόπουλο και Συνεργάτες, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.:  Ο αιτητής αξιώνει ακύρωση της απόφασης των καθ΄ων η αίτηση με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή του για εγγραφή στο Μητρώο Μελών του Ε.Τ.Ε.Κ. στον κλάδο της Πολιτικής Μηχανικής, περιλαμβανομένης της Μηχανικής Τοπίου.  Η προσφυγή αρχικά καταχωρήθηκε με δύο αιτητές αλλά στη συνέχεια, ύστερα από σχετικό αίτημα και διάταγμα του δικαστηρίου, η αιτούμενη θεραπεία διαχωρίστηκε, με αποτέλεσμα να καταχωρηθεί από τον αιτητή 2 χωριστή προσφυγή.

 

Οι καθ΄ων η αίτηση (στο εξής «το Επιμελητήριο»), αποτελούν νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου που εγκαθιδρύθηκε και λειτουργεί βάσει του περί Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου Νόμου του 1990, Ν.224/1990, όπως τροποποιήθηκε.  Μεταξύ των αρμοδιοτήτων του είναι και η εγγραφή προσοντούχων προσώπων στο μητρώο μελών του.

 

Ο αιτητής υπέβαλε στις 4.10.2007 αίτηση για εγγραφή του στο μητρώο μελών του Επιμελητηρίου στον κλάδο πολιτικής μηχανικής.  Η Επιτροπή εγγραφής μελών του Επιμελητηρίου στις 25.2.2008, υπέβαλε αρνητική εισήγηση στη Διοικούσα Επιτροπή.  Η Διοικούσα Επιτροπή επιλήφθηκε της αίτησης σε συνεδρία της ημερομηνίας 19.3.2008 και αποφάσισε  να την απορρίψει.  Την πιο πάνω απόφαση προσβάλλει ο αιτητής με την παρούσα προσφυγή.

 

Ο αιτητής είναι κάτοχος του Diploma of Technician Engineer in Civil Engineering, του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου και του τίτλου BSc in Civil Engineering, Frederic Institute of Technology.  Κατέθεσε επίσης πιστοποιητικό από το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. για την ισοτιμία και αντιστοιχία των τίτλων του προς πτυχίο πανεπιστημιακού επιπέδου.

 

Υποστηρίζει ότι το Επιμελητήριο επέδειξε έλλειψη δέουσας έρευνας, ενώ εσφαλμένα και χωρίς αιτιολογία αγνόησε το πιστοποιητικό αναγνώρισης ισοτιμίας και αντιστοιχίας του πτυχίου του από το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ.

 

Σύμφωνα με τον αιτητή, το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. είναι κατά τον περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφοριών Νόμο του 1996, Ν.68(Ι)/1996, το μόνο αρμόδιο όργανο να αναγνωρίζει τίτλους σπουδών ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης και να εκδίδει σχετικό πιστοποιητικό.  Η αναγνώριση της ισοτιμίας και αντιστοιχίας των δικών του τίτλων από το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ., επέβαλλε στο Επιμελητήριο ότι ο αιτητής πληρούσε τις προϋποθέσεις του άρθρου 7 του Νόμου 224/90.  Οι καθ΄ ων η αίτηση, σύμφωνα πάντα με τον αιτητή, δεν έδωσαν νόμιμη εξήγηση γιατί, παρά το πιστοποιητικό του ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ., θεώρησαν ότι δεν κατείχε πτυχίο ή δίπλωμα πανεπιστημίου.

 

Το άρθρο 7 (1) (α) του Ν.224/90, προβλέπει ότι πρόσωπο δικαιούται να εγγραφεί στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου αν κατέχει πτυχίο ή δίπλωμα πανεπιστημίου ή άλλο ισοδύναμο προσόν σε οποιοδήποτε κλάδο της Μηχανικής Επιστήμης, το οποίο να του επιτρέπει να ασκεί το επάγγελμα στη χώρα που αποκτήθηκε και να είναι αναγνωρισμένο από το Επιμελητήριο σύμφωνα με το Νόμο και τους Κανονισμούς.  Νοείται ότι σε περίπτωση αμφιβολίας για την ακαδημαϊκή αναγνώριση τίτλου σπουδών οποιουδήποτε αιτητή, το Επιμελητήριο μπορεί να απευθύνεται στο ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. για γνωμοδότηση.  Κατά παραδοχή και του αιτητή, ούτε  το Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο, ούτε το Frederic Institute of Technology ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο πανεπιστήμια.  Ο αιτητής θεωρεί ότι δικαιούται σε εγγραφή στο μητρώο μελών επειδή κατείχε ισοδύναμο προσόν και η θέση του αυτή στηρίζεται στο πιστοποιητικό του ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ., ημερομηνίας 31.8.2007.

 

Δεν θα συμφωνήσω με το επιχείρημα του αιτητή ότι αφού το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. είναι το μόνο αρμόδιο όργανο για αναγνώριση ισοτιμίας πτυχίων, το ΕΤΕΚ έπρεπε να τον εγγράψει στο Μητρώο του.  Βάσει του άρθρου 7 (1) του Νόμου 224/90, το Επιμελητήριο έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα εγγραφής στο μητρώο μελών του και την αναγνώριση του τίτλου σπουδών για τους σκοπούς της εν λόγω εγγραφής.  Η αναζήτηση γνωμοδότησης από το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. είναι, σύμφωνα με την επιφύλαξη του άρθρου, δυνητική.

 

Όπως έχει επισημανθεί και στην υπόθεση Χαραλάμπους ν. Ε.Τ.Ε.Κ., Υποθ. Αρ. 334/07, ημερ. 3.3.2009, η αρμοδιότητα για εγγραφή στο μητρώο μελών ανήκει αποκλειστικά στο Επιμελητήριο.  Μόνο όπου υπάρχει αμφιβολία για την ακαδημαϊκή αναγνώριση τίτλου σπουδών στον κλάδο της Μηχανικής και Τεχνολογίας, μπορεί το Επιμελητήριο να απευθυνθεί στο ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. για γνωμοδότηση με βάση την επιφύλαξη του άρθρου 7(Ι) του Νόμου 224/90.

 

Συμφωνώ με τους καθ΄ ων η αίτηση ότι δεν υπάρχει υποχρέωση παραπομπής του θέματος στο ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. και επομένως η παράλειψη αυτή δεν συνιστά έλλειψη δέουσας έρευνας.

 

Όπως έχει αποφασιστεί (Φιλής ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 651) η αποφασιστική αρμοδιότητα ανήκει στο διοικητικό όργανο και δεν είναι υποχρεωτική η παραπομπή οποιουδήποτε τίτλου στο ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. για αξιολόγηση.  Εξ άλλου, θα πρέπει να σημειωθεί ότι το άρθρο 12 (3) του περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφοριών Νόμου του 1996, Ν.68(Ι)/1996, καθορίζει ρητά ότι η δυνάμει του άρθρου αναγνώριση τίτλων σπουδών δεν περιλαμβάνει και δεν επηρεάζει τίτλους σπουδών που τυγχάνουν αναγνώρισης σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, για σκοπούς εγγραφής και άσκησης συγκεκριμένου επαγγέλματος.

 

Ούτε ο ισχυρισμός του αιτητή ότι το Επιμελητήριο αναιτιολόγητα αγνόησε το πιστοποιητικό αναγνώρισης ισοτιμίας του ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. ευσταθεί.  Αντίθετα, φαίνεται ότι το πιστοποιητικό ήταν ενώπιον της Επιτροπής Εγγραφής Μελών και κατά συνέπεια και της Διοικούσας Επιτροπής, αλλά όπως επανειλημμένα έχω πει, το γεγονός ότι το πτυχίο του αιτητή έτυχε αναγνώρισης από το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ., δεν δημιουργεί καμιά υποχρέωση αναγνώρισής του και από το Επιμελητήριο για σκοπούς εγγραφής στο μητρώο μελών του.

 

Ως προς τους ισχυρισμούς του για έλλειψη αιτιολογίας αρκεί να επαναλάβω όσα λέχθηκαν στην υπόθεση Σχίζα ν. Α.Τ.Η.Κ. (2004) 3 Α.Α.Δ. 339, 344, 345.  Είναι γενική αρχή του δικαίου ότι πράξεις που είναι αιτιολογητέες πρέπει να περιέχουν την αιτιολογία τους, είτε στο σώμα της πράξης, είτε στο διοικητικό φάκελο ο οποίος συμπληρώνει την αιτιολογία.

 

Το Επιμελητήριο ασκώντας νόμιμα τη διακριτική του εξουσία αποφάσισε να μην αναγνωρίσει τον τίτλο σπουδών του αιτητή για σκοπούς εγγραφής στο μητρώο μελών του.  Ως προς τον ισχυρισμό ότι οι καθ΄ ων η αίτηση όφειλαν να αιτιολογήσουν ειδικά την παραγνώριση του πιστοποιητικού του ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ., μπορεί να επισημανθεί ότι το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. δεν λειτουργεί ως γνωμοδοτικό όργανο σε σχέση με τη δυνατότητα του αιτητή να εγγραφεί σε επαγγελματικό μητρώο.  Το Επιμελητήριο αναγνωρίζει επαγγελματικά προσόντα για σκοπούς εγγραφής σε επαγγελματικό μητρώο.  Αν το κρίνει πρέπον μπορεί, δεν υποχρεούται, να στραφεί στο ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. για αξιολόγηση.

 

Εξ ίσου απορριπτέος είναι και ο ισχυρισμός του αιτητή για παράλειψη των καθ΄ ων η αίτηση να τηρήσουν άρτια πρακτικά.  Το αβάσιμο του ισχυρισμού γίνεται προφανές από τα αντίγραφα αποσπασμάτων των πρακτικών, τόσο της συνεδρίας της Διοικούσας Επιτροπής ημερομηνίας 19.3.2008, όσο και της συνεδρίας της Επιτροπής Εγγραφής Μελών ημερομηνίας 25.2.2008, που συνόδευαν τη γραπτή αγόρευση των καθ΄ων η αίτηση.  Το πρακτικό της Υποεπιτροπής Κλάδου αποτελεί το ειδικό μέρος του σχετικού έντυπου τύπου το οποίο και χρησιμοποιείται κατά πάγια τακτική από το Επιμελητήριο.  Δεν βλέπω πως η διαδικασία που τηρήθηκε στερείται της τήρησης άρτιων πρακτικών.

 

Ο αιτητής υποστηρίζει ότι τόσο η σύνθεση της Υπεπιτροπής, όσο και της Επιτροπής Εγγραφής Μελών, αλλά και της Διοικούσας Επιτροπής είναι παράνομη.  Από το έντυπο που τηρήθηκε, υποστηρίζει ο αιτητής, δεν προκύπτει σύνθεση των Επιτροπών. Ουσιαστικά ο αιτητής εξάντλησε την επιχειρηματολογία του επί του σημείου στην πιο πάνω πρόταση.

 

Δεν θα συμφωνήσω ούτε σ΄ αυτό το επιχείρημα με τον αιτητή.  Για να συνεδριάσει νόμιμα συλλογικό όργανο πρέπει να κλητευθούν νομότυπα και εμπρόθεσμα όλα τα μέλη του στη συνεδρία, εξαιρουμένων των περιπτώσεων που το συλλογικό όργανο συνεδριάζει σε τακτές ημέρες και ώρες (άρθρο 21(3) του περί Γενικών Αρχών Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/99).  Όλα τα μέλη των πιο πάνω Επιτροπών κλητεύθηκαν εμπροθέσμως και νομοτύπως και προς απόδειξη αυτού επισυνάφθηκαν αντίγραφα των προσκλήσεων που αποστάληκαν προς τα μέλη της Διοικούσας Επιτροπής, της Επιτροπής Εγγραφής Μελών αλλά και της Υποεπιτροπής Κλάδου.  Περαιτέρω τα πρακτικά καταγράφουν τους παρόντες και απόντες, ενώ όπως προβλέπεται και από τη νομολογία, η ύπαρξη των προσκλήσεων προς τα μέλη θεωρείται ως επαρκές στοιχείο για τη στοιχειοθέτηση νόμιμης σύνθεσης.

 

Τέλος, ο αιτητής υποστηρίζει ότι του στερήθηκε το δικαίωμα ακρόασης που του παρέχεται από το άρθρο 43 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, Ν.158(Ι)/1999.  Ο ισχυρισμός όπως έχει τεθεί είναι γενικός. Όπως τον αντιλαμβάνομαι το παράπονό του είναι ότι δεν εκλήθη ενώπιον του Συμβουλίου του Επιμελητηρίου να παράσχει εξηγήσεις πριν την τελική του απόφαση.

 

Το άρθρο 43 του Νόμου 158(Ι)/1999 προβλέπει ότι στο διοικούμενο παρέχεται δικαίωμα ακρόασης εκτός των περιπτώσεων τις οποίες ο νόμος το προβλέπει ρητά, σε κάθε πρόσωπο που θα επηρεαστεί από την έκδοση πράξης ή από τη λήψη διοικητικού μέτρου που είναι πειθαρχικής φύσης ή που έχει το χαρακτήρα της κύρωσης ή που είναι άλλως πως δυσμενούς φύσης.  Σύμφωνα με το εδάφιο (4) του ίδιου άρθρου η ακρόαση του ενδιαφερόμενου δεν είναι απαραίτητο να γίνεται προφορικά.  Είναι αρκετό να ζητηθεί από αυτόν να εκθέσει γραπτώς τις απόψεις του, εκτός αν ο νόμος ορίζει το αντίθετο.

 

Στην παρούσα περίπτωση ο αιτητής δεν στερήθηκε του δικαιώματος ακρόασης.  Είχε την ευκαιρία μαζί με την καταχώρηση της αίτησής του να καταθέσει τα όποια δικαιολογητικά, αλλά και να εκφράσει οποιαδήποτε άποψη διατηρούσε.  Δεν είναι απαραίτητο στην περίπτωση αυτή, πριν η Επιτροπή καταλήξει στην τελική της απόφαση να τον καλούσε και να τον άκουε.  Η Επιτροπή είχε ενώπιόν της όλα τα έγγραφα που απαιτείτο για να εξετάσει την αίτηση.

 

Εν όψει όλων των πιο πάνω, η προσφυγή απορρίπτεται με €1.400 έξοδα εναντίον του αιτητή, πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει.

 

Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

 

 

 

/ΜΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο