ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
(Αίτηση Αρ. 12/2010)
13 Μαΐου 2010
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ
ΝΟΜΟ ΑΡ. 165(Ι)/2002
MUHAMMAD ISMAIL,
Αιτητής.
------------------------------------
Αιτητής παρών προσωπικά.
Β. Καρλεττίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
Παρόντες για σκοπούς μετάφρασης είναι:
Wahab Aziz για να μεταφράζει από τα Urdu στα Αγγλικά.
Κ. Κασάπη (κα), για να μεταφράζει από τα Αγγλικά στα Ελληνικά.
--------------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ..: Πριν την τροποποίηση του περί Νομικής Αρωγής Νόμου αρ. 165(Ι)/2002, με τον Νόμο αρ. 132(Ι)/2009, δεν προνοείτο η χορήγηση νομικής αρωγής σε σχέση με αιτητές ασύλου και πρόσφυγες στα πλαίσια αιτήσεων δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Σχετική είναι η απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου στην Tamaga Durja Man v. Δημοκρατίας, Αίτηση Νομικής Αρωγής 1/09 στην προσφυγή αρ. 278/09, ημερ. 15.7.09, όπου αποφασίστηκε ότι δεν είχε κατ΄ ευθείαν εφαρμογή η Κοινοτική Οδηγία 2005/85/ΕΚ στην Κυπριακή έννομη τάξη («direct applicability»), ιδιαιτέρως διότι οι διατάξεις της Οδηγίας έδιναν στην Κυπριακή Δημοκρατία ευχέρεια επιλογής ως προς τον τρόπο εφαρμογής της.
Το πιο πάνω κενό καλύφθηκε με τον προαναφερθέντα τροποποιητικό Νόμο ημερ. 4.12.09, ο οποίος με το άρθρο 4 αυτού, πρόσθεσε το άρθρο 6Β, σύμφωνα με τον πλαγιότιτλο του οποίου προνοείται, «νομική αρωγή σε αιτητές ασύλου και πρόσφυγες». Το εδάφιο (2)(β), δίνει δικαίωμα παροχής δωρεάν νομικής αρωγής σε αιτητή ασύλου που ασκεί προσφυγή κατά δυσμενούς απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής επί διοικητικής προσφυγής που είχε ασκήσει ο αιτητής ασύλου δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000, υπό την τήρηση όμως δύο προϋποθέσεων: Πρώτον, ότι η δωρεάν νομική αρωγή αφορά μόνο την πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου και, δεύτερο, ότι «... είναι πιθανό να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση στα πλαίσια της εν λόγω πρωτοβάθμιας εκδίκασης της προσφυγής.».
Ο αιτητής υπέβαλε, πριν την καταχώρηση οποιασδήποτε προσφυγής, την υπό κρίση αίτηση για παροχή δωρεάν νομικής αρωγής επί του σχετικού εντύπου που προνοείται από τον περί Νομικής Αρωγής Διαδικαστικό Κανονισμό (Αρ. 1) του 2003. Τα στοιχεία επομένως που δίνονται στο σχετικό έντυπο εξαντλούνται στα προσωπικά δεδομένα του αιτητή, ο οποίος αναφέρει ότι γεννήθηκε στο Πακιστάν την 1.1.1991, διαμένει σε διαμέρισμα στη Λευκωσία, κατέχει Πακιστανικό διαβατήριο, είναι άνεργος, δεν έχει οποιεσδήποτε απολαβές, εισοδήματα, ακίνητη ιδιοκτησία, ιδιόκτητο όχημα, καταθέσεις σε τράπεζα ή άλλα ιδρύματα και δεν οφείλει οτιδήποτε σε οποιοδήποτε δανειστή. Συνημμένη στην αίτηση είναι η απόφαση ημερ. 18.3.2010, με την οποία ο αιτητής πληροφορήθηκε ότι η διοικητική του προσφυγή απορρίφθηκε από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, η οποία επικύρωσε την κρίση της Υπηρεσίας Ασύλου. Η επιστολή της Αναθεωρητικής Αρχής είναι στην Αγγλική γλώσσα, με συνημμένη την απόφαση αποτελούμενη από έξι σελίδες, στην Ελληνική γλώσσα.
Σύμφωνα με τα προνοούμενα στο Διαδικαστικό Κανονισμό, η αίτηση για νομική αρωγή επιδόθηκε στο Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα, η δικηγόρος δε που εμφανίστηκε εκ μέρους του ενώπιον του Δικαστηρίου, ενέστη στην παροχή δωρεάν νομικής αρωγής επικαλούμενη την πρόνοια του άρθρου 6Β(2)(β)(ββ), ότι, δηλαδή, δεν είναι πιθανό να εκδοθεί θετική Δικαστική απόφαση υπέρ του αιτητή. Το Δικαστήριο εφόσον δεν καταχωρήθηκε προηγουμένως προσφυγή στην οποία να φαίνονται οι λόγοι της επιδιωκόμενης ακύρωσης της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής, έλαβε στα πλαίσια διερευνητικών ερωτήσεων από τον ίδιο τον αιτητή με τη βοήθεια των μεταφραστών, τη βασική του θέση που συνίσταται στο ότι δεν έχει αντιληφθεί το λόγο ή λόγους απόρριψης της διοικητικής προσφυγής, επειδή η γλώσσα στην οποία του απεστάλη η απόφαση είναι μη κατανοητή σε αυτόν. Δήλωσε, επίσης, ότι ενώ ήταν στη χώρα του, τον είχαν απειλήσει ότι θα τον σκοτώσουν φατρίες που ανήκουν τόσο στους Σηΐτες όσο και στους Σουνίτες και ότι θα ήθελε να παραμείνει στη Δημοκρατία για ένα με δύο ακόμη χρόνια και μετά να επιστρέψει στην πατρίδα του.
Από την άλλη, η δικηγόρος της Δημοκρατίας παρουσίασε στο Δικαστήριο προς υποβοήθηση του, αντίγραφα της αίτησης του αιτητή για πολιτικό άσυλο, της συνέντευξης που του λήφθηκε, της απόφασης του αρμοδίου λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, της σχετικής έκθεσης της λειτουργού της Αναθεωρητικής Αρχής μετά την εξέταση της διοικητικής προσφυγής και την ίδια την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής η οποία, όπως αναφέρθηκε, είναι ήδη συνημμένη στην υπό κρίση αίτηση για την παροχή νομικής αρωγής.
Το επίπεδο, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, που ένας αιτητής πρέπει να ικανοποιήσει για την παροχή σ΄ αυτόν δωρεάν νομικής αρωγής με βάση την τροποποιημένη νομοθεσία, οριοθετείται από τα πλαίσια εξέτασης μιας προσφυγής δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος και τις ευρύτερες αρχές του διοικητικού δικαίου. Δεν έχουν θέση αντίστοιχες έννοιες που απαντώνται στο αστικό δίκαιο ή το επίπεδο που αναφέρεται ότι πρέπει να ικανοποιήσει ένας αιτητής για την έκδοση προσωρινού διατάγματος κάτω από τη δεύτερη προϋπόθεση του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου αρ. 14/60. Η λέξη «πιθανό» που χρησιμοποιείται στη σχετική υποπαράγραφο (ββ), πρέπει να ιδωθεί σε αποκλειστική συνάρτηση προς τα λαμβανόμενα στο διοικητικό δίκαιο και υπό το φως του αντικειμένου μιας προσφυγής, η εξέταση της οποίας δεν οδηγεί σε απόφαση επί της ουσίας, αλλά αναθεωρείται μόνο η διοικητική πράξη σύμφωνα με τις αρχές του διοικητικού δικαίου, χωρίς να εκτείνεται στην υποκατάσταση της διοικητικής απόφασης. Με άλλα λόγια, για να είναι «πιθανό να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση», θα πρέπει από μια πρώτη θεώρηση της προσφυγής, με αναφορά στα γεγονότα και το νομικό υπόβαθρο της, να διαφαίνεται η ύπαρξη ενός ή και περισσοτέρων εκ των λόγων για τους οποίους το αναθεωρητικό Δικαστήριο δικαιούται να ακυρώσει διοικητική πράξη.
Ενόψει των πιο πάνω, τίθεται εν αμφιβολία κατά πόσο ένας αιτητής δικαιούται να προβεί σε αίτημα για δωρεάν παροχή νομικής αρωγής, χωρίς την προηγούμενη καταχώρηση προσφυγής δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, εφόσον το λεκτικό του άρθρου 6Β(2), προνοεί ότι αυτή η δωρεάν νομική αρωγή παρέχεται σε αιτητή ασύλου «... ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου ...». Το Δικαστήριο κρίνει ότι η χρήση του ενεστώτος χρόνου επιβεβαιώνει ότι η ερμηνεία που πρέπει να δοθεί στην πιο πάνω φράση είναι εκείνη που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η άσκηση προσφυγής αποτελεί προϋπόθεση για την καταχώριση αίτησης για παροχή νομικής αρωγής, ακριβώς για να είναι δυνατή η εξέταση της πιθανότητας να εκδοθεί «θετική δικαστική απόφαση», με γνωστοποιημένα ήδη τα στοιχεία της προσφυγής, τόσο από πλευράς πραγματικών δεδομένων, όσο και από πλευράς νομικών ζητημάτων. Αυτό διότι η προηγουμένως καταχωρηθείσα προσφυγή περικλείει στο σώμα της το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα γίνει η εξέταση της νομιμότητας της διοικητικής πράξης από το αναθεωρητικό Δικαστήριο. Στην υπό κρίση περίπτωση, εφόσον δεν προηγήθηκε η καταχώρηση προσφυγής, αναγκαστικά το Δικαστήριο λειτούργησε στη βάση του υλικού που είχε στη διάθεση του προερχόμενο είτε από τον ίδιο τον αιτητή, είτε από τη Νομική Υπηρεσία.
Ανεξάρτητα από την πιο πάνω παρατήρηση, η οποία από μόνη της οδηγεί σε απόρριψη της αίτησης, κρίνεται ότι με τα ενώπιον του Δικαστηρίου διαθέσιμα στοιχεία, ο αιτητής δεν δικαιούται σε δωρεάν νομική αρωγή ενόψει της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής, το σκεπτικό της οποίας βασίζεται στο απλό δεδομένο ότι ο αιτητής υπέβαλε αίτηση ασύλου για οικονομικούς λόγους και όχι για οποιοδήποτε άλλο. Όπως φανερώνεται από τη συνέντευξη την οποία έδωσε ο αιτητής, και ως ο ίδιος δήλωσε με ειλικρίνεια, τα αναφερθέντα υπό αυτού στην αίτηση του για άσυλο, ήταν αναληθή και προϊόν σκέψεων ενός φίλου του δικηγόρου, ο λόγος δε που υπέβαλε την αίτηση για άσυλο ήταν καθαρά οικονομικός. Όπως αναφέρεται πρόσθετα στη συνέντευξη του, δεν ανήκει σε οποιαδήποτε πολιτική ή θρησκευτική ή στρατιωτική ή εθνική οργάνωση και δεν είχε ποτέ διωχθεί στη χώρα του ή κατηγορηθεί ή κρατηθεί ή συλληφθεί, ούτε και είχε οποτεδήποτε τύχει κακομεταχείρισης, φυσικής ή πνευματικής. Σημειώνεται ότι η συνέντευξη του αιτητή δόθηκε με τη βοήθεια μεταφραστή, ο δε αιτητής υπέγραψε στο τέλος της συνέντευξης, μονογράφοντας και κάθε προηγούμενη σελίδα, ότι ό,τι λέχθηκε από τον ίδιο αντανακλούσε τις πραγματικές του θέσεις.
Το ότι έλαβε την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής στην Ελληνική γλώσσα, δεν αποτελεί λόγο ακύρωσης της διοικητικής πράξης εφόσον ο περί Προσφύγων Νόμος δεν προσδιορίζει τη γλώσσα στην οποία πρέπει να συντάσσεται η απόφαση, στη δε απόφαση Harpeet Singh ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 393, η Πλήρης Ολομέλεια αποφάσισε ότι δεν υπάρχει παραβίαση του Άρθρου 30 του Συντάγματος λόγω της σύνταξης της απόφασης στην Ελληνική γλώσσα και καμιά υποχρέωση δεν υπάρχει για έκδοση της απόφασης στη γλώσσα του αιτητή. Άλλωστε η καλυπτική επιστολή στάληκε στην Αγγλική, ο δε αιτητής έλαβε γνώση της απορριπτικής απόφασης, εξ ου και καταχώρησε την παρούσα αίτηση, με πρόθεση βέβαια να προσφύγει εν ευθέτω χρόνο στο Ανώτατο Δικαστήριο. Όπως λέχθηκε και στην Singh - ανωτέρω - τίποτε δεν εμπόδιζε τον αιτητή να πληροφορηθεί το περιεχόμενο της απόφασης εξ αιτίας και μόνο του γεγονότος ότι το σκεπτικό της αιτιολογίας συντάχθηκε στα Ελληνικά.
Η θέση του αιτητή ότι καταδιώκετο από φατρίες, όπως εξήγησε, και αν ακόμη θα μπορούσε να ευσταθήσει, δεν μπορεί να οδηγήσει σε συμπέρασμα ότι αυτό τον κατατάσσει στον όρο του «πρόσφυγα» ή ότι διώχθηκε για πολιτικούς ή άλλους συναφείς λόγους. Εν πάση περιπτώσει, διαφαίνεται από τα υπό του αιτητή λεχθέντα, ότι οι οποιεσδήποτε απειλές εναντίον του είχαν σχέση, όπως παρουσιάζεται, με την εργασία του και την απώλεια χρυσού ιδιοκτησίας τρίτου προσώπου που, ως γίνεται αντιληπτό, ο ίδιος διαχειριζόταν.
Είναι σαφές ότι οι λόγοι που ώθησαν τον αιτητή να υποβάλει αίτηση πολιτικού ασύλου είναι καθαρά οικονομικοί, τέτοιοι όμως λόγοι δεν τον κατατάσσουν στην κατηγορία των πολιτικών προσφύγων (δέστε Md Jakir Hossain v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 2319/06, ημερ. 16.7.08 Barakan Petrosyan και Armen Petrosyan v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 883/08, ημερ. 10.2.2010, Khaled Al Issa v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, υπόθ. αρ. 993/08, ημερ. 29.12.09 και Sabur ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1331/08, ημερ. 23.3.2010).
Όλα τα πιο πάνω αναφέρονται και πρέπει να διαβαστούν υπό το φως μιας εκ πρώτης όψεως θεώρησης του αντικειμένου μιας ενδεχόμενης προσφυγής από τον αιτητή, στη βάση της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής και των λόγων που ο αιτητής προέβαλε κατά την αίτηση για παροχή νομικής αρωγής.
Η αίτηση κατά συνέπεια δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται χωρίς καμιά διαταγή για έξοδα. Τα έξοδα των μεταφραστών να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.