ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση αρ. 1140/2007)
3 Φεβρουαρίου, 2010
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στης)
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΒΡΑΜΗΣ ΔΕΣΠΟΤΗΣ
Αιτητής,
και
Κυπριακή Δημοκρατία της Κύπρου μέσω
1. Υπουργού Οικονομικών,
2. Γενικού Διευθυντή Υπουργείου Οικονομικών,
Καθ' ων η αίτηση,
-------------------------
Μ. Παρασκευάς, για τον Αιτητή
Β. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ. Ο Αιτητής ήταν ιδιοκτήτης καταστήματος. Αφού προηγουμένως εξασφάλισε από την αρμόδια αρχή πολεοδομική άδεια για αλλαγή χρήσης του καταστήματος σε διαμέρισμα, την 1.3.2007 υπέβαλε αίτηση για παροχή ειδικής χορηγίας για αγορά κατοικίας, με βάση τον περί Ειδικής Χορηγίας (Αγορά ή Ανέγερση Κατοικίας) Νόμο του 2006 (Ν.91(Ι)/2006), στο εξής «ο Νόμος».
Οι καθ' ων η αίτηση μετά από την εξέταση της αίτησης τους, αποφάσισαν να την απορρίψουν με το εξής αιτιολογικό:
« α) Σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Ειδικής Χορηγίας (Ανέγερση ή Αγορά Κατοικίας) Νόμου Ν.91(Ι)/2006, η ειδική χορηγία παραχωρείται για αγορά ή ανέγερση κτιρίου ή τμήματος του, εφόσον η αγορά ή ανέγερση, ανάλογα με την περίπτωση, πραγματοποιείται πριν από την πρώτη εγκατάσταση σ' αυτό και το οποίο χρησιμοποιείται ως κύριος και μόνιμος χώρος διαμονής. Σημειώνεται ότι πρώτη εγκατάσταση σημαίνει την πρώτη χρησιμοποίηση του κτιρίου ύστερα από την ανέγερση του, περιλαμβανομένης της ιδιοκατοίκησης, ιδιόχρησης, μίσθωσης ή οποιασδήποτε άλλης χρήσης.
β) Με βάση τα στοιχεία που έχετε δηλώσει στην αίτηση σας καθώς και τα συνημμένα σ' αυτήν δικαιολογητικά έγγραφα, διαπιστώνεται ότι η κατοικία προέκυψε έπειτα από τροποποιήσεις σε υφιστάμενο κτίριο, καθώς περιγράφεται στις υπ' αριθμό ΛΕΥ/01302/2006 και ΛΕΥ/01303/2006 πολεοδομικές άδειες ότι το είδος της ανάπτυξης αφορά «μετατροπές σε υφιστάμενο κατάστημα» και «αλλαγή χρήσης καταστήματος σε διαμέρισμα» αντίστοιχα.
2. Υπό το φως των πιο πάνω, η πρόνοια του Νόμου σχετικά με την αγορά ή ανέγερση του κτιρίου πριν από την «πρώτη εγκατάσταση» δεν πληρείται και ως εκ τούτου η αίτηση σας για παραχώρηση ειδικής χορηγίας δεν μπορεί να εγκριθεί».
O Αιτητής προβάλλει ως μόνο λόγο ακύρωσης τη νομική πλάνη ως προς την ερμηνεία του Άρθρου 3 του Νόμου. Συγκεκριμένα ισχυρίζεται ότι ο Νόμος προβλέπει για ανέγερση «κτιρίου ή τμήματος του» και ως εκ τούτου η σχετική πρόνοια θα πρέπει να ερμηνευθεί ότι εννοεί δύο διαφορετικά πράγματα, με το «τμήμα κτιρίου» να έχει αυθύπαρκτη υπόσταση. Όπως εισηγείται ο ευπαίδευτος συνήγορος του Αιτητή στη γραπτή αγόρευση του:-
«Στην προκειμένη περίπτωση έχουμε εφαρμογή της δεύτερης περίπτωσης του άρθρου 3(γ), καθότι ο αιτητής εντός του υφιστάμενου κτιρίου ανέγειρε νέο τμήμα σε οικοδομήσιμη γη ειδικά σχεδιασμένο για να χρησιμοποιείται ως κύριος και μόνιμος χώρος διαμονής και το οποίο ο αιτητής ανέγειρε πριν την πρώτη εγκατάσταση σε αυτό.»
Επίσης, εισηγείται ότι σε περίπτωση που το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν μπορεί να δοθεί η τελεολογική ερμηνεία ένεκα της ασάφειας του Νόμου, τότε θα πρέπει να θεωρηθεί ότι με βάση την υποχρέωση για χρηστή διοίκηση και την εύλογη άσκηση της διακριτικής της ευχέρειας , η διοίκηση όφειλε να ερμηνεύσει το Νόμο προς όφελος του πολίτη, εφόσον σκοπός της νομοθεσίας ήταν να βοηθήσει άτομα με χαμηλά εισοδήματα, να αποκτήσουν πρώτη στέγη.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ' ων η αίτηση απορρίπτει τα πιο πάνω και προβάλλει ότι ο νομοθέτης όταν αναφέρεται σε «πρώτη εγκατάσταση», εννοεί ότι αυτή θα πρέπει να αφορά σε κτίριο το οποίο κατά την πρώτη χρήση του, έχει χρησιμοποιηθεί ως κατοικία.
Ο λόγος ακυρώσεως ευσταθεί.
Το άρθρο 3 του Νόμου προβλέπει ότι:
«3. Χορηγία παραχωρείται με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου για:
(α) την αγορά κτιρίου ή τμήματος του, περιλαμβανομένου του οικοπέδου που αγοράζεται μαζί μ' αυτό ή η εξ' αδιαιρέτου ιδανικής μερίδα επ' αυτού, εφόσον η αγορά πραγματοποιείται πριν από την πρώτη εγκατάσταση σ' αυτό, το οποίο χρησιμοποιείται ως κύριος και μόνιμος χώρος διαμονής.
(β) τη μεταβίβαση της κατοχής κτιρίου ή τμήματος του, περιλαμβανομένου του οικοπέδου που μεταβιβάζεται μαζί μ' αυτό ή εξ' αδιαιρέτου ιδανικής μερίδας επ' αυτού, δυνάμει σύμβασης πώλησης του ή δυνάμει συμφωνίας που ρητά προβλέπει ότι θα μεταβιβαστεί και το κτίριο μαζί με το οικόπεδο που μεταβιβάζεται μαζί με αυτό σε κάποιο χρόνο στο μέλλον ή δυνάμει της μίσθωσης του με δικαίωμα εξαγοράς, εφόσον πραγματοποιείται πριν από την πρώτη εγκατάσταση σ' αυτό και που χρησιμοποιείται ως κύριος και μόνιμος χώρος διαμονής.
(γ) την ανέγερση κτιρίου ή τμήματος του σε οικοδομήσιμη γη, ειδικά σχεδιασμένου για να χρησιμοποιείται ως κύριος και μόνιμος χώρος διαμονής, εφόσον πραγματοποιείται πριν από την πρώτη εγκατάσταση σ' αυτό:
Νοείται ότι για τα κτίρια αυτά, πρέπει να έχει κατατεθεί δεόντως συμπληρωμένη αίτηση για εξασφάλιση πολεοδομικής άδειας μετά την 1η Μαϊου 2004 στην «αρμόδια αρχή» και στην περίπτωση κτιρίων, για τα οποία δεν απαιτείται η κατάθεση πολεοδομικής άδειας δυνάμει γενικού ή ειδικού διατάγματος βάσει του περί Πολεοδομίας και Χωρομετρίας Νόμου να έχει κατατεθεί στην «αρμόδια αρχή» δεόντως συμπληρωμένη αίτηση για έκδοση άδειας οικοδομής μετά την 1η Μαϊου, 2004».
Το σχετικό μέρος του άρθρου 3 είναι το εδάφιο (γ) που προβλέπει για την ανέγερση κτιρίου ή τμήματος αυτού. Ο Νόμος μπορεί να είναι κακά διατυπωμένος, αλλά δεν συμφωνώ ότι είναι ασαφής όπως εισηγήθηκε ο δικηγόρος του Αιτητή. Φαίνεται ότι η πρώτη εγκατάσταση θεωρείται εκείνη που ακολουθεί την ανέγερση του κτιρίου. Προφανώς ο νομοθέτης ήθελε, πέραν των άλλων σκοπών του, να ενθαρρύνει την ανέγερση ή αγορά καινούριων κτιρίων τα οποία υπόκειντο σε Φόρο Προστιθέμενης Αξίας. Φαίνεται ότι η διοίκηση, αντί να χρεώσει ΦΠΑ που για καινούριες κατοικίες ο συντελεστής φαίνεται να ήταν τότε 15%, προτίμησε να βοηθήσει τους ενδιαφερόμενους για απόκτηση πρώτης κατοικίας, με το να τους παράσχει την επίδικη ειδική χορηγία.
Η μόνη διαφωνία των δύο πλευρών, είναι κατά πόσον ο Αιτητής ικανοποιεί την προϋπόθεση ότι η ανέγερση του κτιρίου, πραγματοποιήθηκε πριν από την «πρώτη εγκατάσταση» σ' αυτό.
Το ερμηνευτικό άρθρο 2 του Νόμου προβλέπει ότι:-
«2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια -
«πρώτη χρησιμοποίηση» σημαίνει τη χρήση ή εκμετάλλευση του κτιρίου ύστερα από την ανέγερση του, η οποία γίνεται συστηματικά.
«πρώτη εγκατάσταση» σημαίνει την πρώτη χρησιμοποίηση του κτιρίου ύστερα από την ανέγερση του περιλαμβανομένους της ιδιοκατοίκησης, ιδιόχρησης, μίσθωσης ή οποιασδήποτε άλλης χρήσης».
Από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου δεν φαίνεται πότε ανεγέρθηκε το κτίριο. Όμως το επίδικο κατάστημα φαίνεται να ενεγράφει στις 24.1.2005 στο όνομα του Αιτητή. Στις 23.5.2006 υποβλήθηκε αίτηση για πολεοδομική άδεια για αλλαγή χρήσης του καταστήματος σε διαμέρισμα η οποία εγκρίθηκε στις 19.7.2006.
Το ερώτημα κατά πόσον η ανέγερση του κτιρίου έγινε πριν την πρώτη εγκατάσταση σ' αυτό, δεν μπορεί να απαντηθεί, λόγω έλλειψης στοιχείων. Η «πρώτη εγκατάσταση» σύμφωνα με το ερμηνευτικό άρθρο, σημαίνει τη πρώτη χρησιμοποίηση του κτιρίου ύστερα από την ανέγερση του. Η πρώτη χρησιμοποίηση του κτιρίου σημαίνει τη χρήση ή εκμετάλλευση του κτιρίου ύστερα από την ανέγερση του.
Στην προκειμένη περίπτωση δεν υπάρχουν στοιχεία στο φάκελο, στη βάση των οποίων θα μπορούσε να αποφασιστεί κατά πόσο έγινε ή όχι χρήση ή εκμετάλλευση του κτιρίου μετά την ανέγερση του και αν έγινε, αυτή ποια ήταν και πότε άρχισε.
Η απουσία αυτού του στοιχείου καθιστά, κατά την άποψη μου, αδύνατο τον καθορισμό της πρώτης εγκατάστασης, ώστε να αποφασιστεί αν αυτή έγινε ύστερα από την ανέγερση του. Φαίνεται ότι η διοίκηση θεώρησε δεδομένο ότι το κτίριο μετά την ανέγερση του, χρησιμοποιήθηκε ή έτυχε εκμετάλλευσης ως κατάστημα, με αποτέλεσμα να μην ικανοποιηθεί. Ως αποτέλεσμα το συμπέρασμα των Καθ' ων η αίτηση, ότι δεν πληρούται ο όρος της «πρώτης εγκατάστασης», είναι αυθαίρετο και το αποτέλεσμα έλλειψης έρευνας που οδήγησε σε πλάνη περί τα πράγματα και το νόμο.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με €1300 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α.
Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΑΙ