ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 875/2005)
9 Μαΐου 2008
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΣΑΒΒΑΣ ΠΗΛΑΚΟΥΤΑ,
Αιτητής,
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
2. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
---------------------------
Αίτηση ημερ. 22 Απριλίου 2008
Ε. Νικολαΐδου (κα), για τον Αιτητή.
Δ. Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους
Καθ΄ ων η αίτηση.
---------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Ex-tempore)
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Αντιμετωπίζεται αίτηση ημερ. 22.4.2008, με την οποία επιδιώκεται άδεια για αντεξέταση από τη δικηγόρο του αιτητή, της Ειρήνης Χατζησάββα η οποία ορκίστηκε εκ μέρους των καθ΄ ων ένορκη δήλωση ημερ. 4.3.2008 σε συνθήκες που θα αναφερθούν στην συνέχεια. Η αίτηση από την κα Νικολαΐδου βασίζεται στους σχετικούς θεσμούς των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Δικαστηρίου του 1962, τους αντίστοιχους Θεσμούς της Πολιτικής Δικονομίας και της πρακτικής και συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου. Υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του ιδίου του αιτητή, ο οποίος αναφέρει ότι η πιο πάνω ενόρκως δηλούσα προβαίνει σε ανυπόστατους, ανεδαφικούς και αναληθείς ισχυρισμούς και άρα είναι ορθό να τύχει αντεξέτασης για τη διαπίστωση των ορθών και πραγματικών γεγονότων. Στην προηγούμενη εμφάνιση ενώπιον του Δικαστηρίου στις 5.5.2008 δηλώθηκε από την κα Παπαλοΐζου, εκ μέρους της κας Ζαχαριάδου, ότι δεν θα υπήρχε ένσταση στην αντεξέταση νοουμένου ότι θα δινόταν και στη Δημοκρατία η ίδια ευκαιρία να αντεξετάσουν τον κ. Παναγίδη, αρχιτέκτονα, η έκθεση του οποίου είχε επισυναφθεί στην ένορκη δήλωση του αιτητή ημερ. 28.9.07.
Δεν είναι βέβαια η σύγκλιση απόψεων μεταξύ των μερών ή η αποδοχή από τη Δημοκρατία της υπό κρίση αίτησης που προκαθορίζει και την τύχη αυτής. Το Δικαστήριο διατηρεί πάντοτε το δικαίωμα αλλά και την υποχρέωση να κρίνει την οποιαδήποτε αίτηση που άγεται ενώπιον του υπό το πρίσμα της νομολογίας και της αναγκαιότητας επίλυσης των εγειρομένων θεμάτων.
Το ιστορικό της καταχώρησης των ενόρκων δηλώσεων από πλευράς του αιτητή αλλά και της Δημοκρατίας, απορρέει από αίτηση που είχε υποβάλει ο αιτητής στις 3.1.2007, με την οποία ζητήθηκε η άδεια του Δικαστηρίου για την προσαγωγή μαρτυρίας υπό μορφή ένορκης δήλωσης συνοδευόμενης υπό εγγράφων και φωτογραφιών, με στόχο να κατεδείκνυαν την πραγματική εικόνα και κατάσταση του επίδικου ακινήτου. Σύμφωνα με την αίτηση εκείνη και την τότε υποστηρικτική ένορκη δήλωση του αιτητή, η προσαγωγή αυτής της μαρτυρίας θα απεδείκνυε ότι η πραγματική κατάσταση του ακινήτου το έθετε εκτός των κριτηρίων που απαιτούντο για την κήρυξη οικοδομής ως διατηρητέας. Είχε καταχωρηθεί ένσταση από τη Δημοκρατία στις 27.3.2007 και όπως απορρέει από το φάκελο, μετά από συζήτηση που διεξήχθη στις 15.5.2007 ενώπιον του προηγούμενου Δικαστηρίου, κατά την οποία το Δικαστήριο είχε εκφράσει την άποψη του ότι με βάση νομολογία δεν ενδείκνυται η προσαγωγή τέτοιου είδους μαρτυρίας σε προσφυγές, διότι δεν είναι έργο του Δικαστηρίου να ακούει ισχυρισμούς γεγονότων αντιθέτων μεταξύ τους και να προβαίνει σε διαπίστωση πρωτογενών γεγονότων, ούτε θα ήταν ορθό να προβεί σε ευρήματα για θέματα που αφορούν καθαρά τη διοίκηση, εφόσον το έργο του Δικαστηρίου είναι ο έλεγχος της νομιμότητας της πράξης, στο τέλος, μετά από υπόδειξη του Δικαστηρίου και αποδοχή από πλευράς της Δημοκρατίας, επετράπη η προσαγωγή μαρτυρίας για περιορισμένο όμως σκοπό. Και αυτός ο σκοπός ήταν, όπως ανέφερε ο Γ. Νικολάου Δ., ο οποίος επιλαμβανόταν τότε της υποθέσεως, στη σχετική απόφαση του ημερ. 1.8.2007, η προσαγωγή μαρτυρίας για τη διαπίστωση επί του εδάφους των δεδομένων, ώστε να ελεγχθεί κατά πόσο η εικόνα η οποία εμφανίζεται στο φάκελο της διοίκησης είναι απηλλαγμένη λάθους ως προς τα πράγματα. Είναι όμως πρόδηλο από την καταχωρηθείσα εκ των υστέρων και με ημερ. 28.9.2007 ένορκη δήλωση του αιτητή, η οποία συνοδεύεται από την προαναφερθείσα έκθεση του Σ. Παναγίδη αρχιτέκτονα ημερ. 20.9.05 και από σειρά φωτογραφιών, ότι η ένορκη δήλωση δεν έχει περιοριστεί στα θέματα αυτά. Αντίθετα φαίνεται να καταγράφεται και πάλι ο ίδιος λόγος για τον οποίο ζητήθηκε αρχικά η προσαγωγή μαρτυρίας, με αναφορά, δηλαδή, στο λανθασμένο της αντίληψης της διοίκησης για τα κριτήρια και την αξιολόγηση αυτών από αρχιτεκτονικής και αισθητικής πλευράς.
Στη δική της ένορκη δήλωση ημερ. 4.3.08, η Ειρήνη Χατζησάββα, Λειτουργός Πολεοδομίας στο Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως, απαντά σε μάκρος κατά τον ίδιο τρόπο, επαναφέροντας, δηλαδή, ζητήματα τα οποία έπρεπε να είχαν θεωρηθεί ότι είχαν επιλυθεί με την ενδιάμεση απόφαση του Νικολάου Δ.
Η ίδια η προσφυγή, έχει καταχωρηθεί από τις 2.8.2005 και είναι ήδη αρκετά παλαιά, με αναφορά σε γεγονότα που είχαν λάβει χώραν ακόμη παλαιότερα, δηλαδή, από τις 2.4.2004, με δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ως προς το διατηρητέο διάφορων οικοδομών, μεταξύ των οποίων και του αιτητή και με γνωστοποίηση στον ημερήσιο τύπο στις 7.2.2005. Το αντικείμενο, όπως λέχθηκε, ήταν η κήρυξη σειράς οικοδομών σε διάφορες περιοχές ως διατηρητέων, μεταξύ αυτών και οικοδομών στην περιοχή Αγίου Ανδρέα, όπως είναι του αιτητή. Ο αιτητής υπέβαλε ένσταση στον Υπουργό Εσωτερικών η οποία απορρίφθηκε στις 27.5.05, ο δε αιτητής με την παρούσα προσφυγή καταλογίζει στους καθ΄ ων ότι είχαν πλάνη περί τα πράγματα, ότι η οικοδομή δεν πληρούσε τα κριτήρια από αρχιτεκτονικής πλευράς και τις προδιαγραφές μιας διατηρητέας οικοδομής, ακόμη και από ευρύτερη αισθητική άποψη και ότι με την κήρυξη αυτής ως διατηρητέας, στερείται του δικαιώματος ανάπτυξης και εκμετάλλευσης της περιουσίας του. Από τα στοιχεία που έχουν παρουσιαστεί στον ενώπιον του Δικαστηρίου φάκελο μέσα από την ένσταση, υπάρχουν τα δεδομένα τα οποία έλαβε υπόψη η αρμόδια αρχή σε επιστολή ημερ. 14.9.04.
Σειρά αποφάσεων επιβεβαιώνει το γνωστό κανόνα ότι το Δικαστήριο στην αναθεωρητική του δικαιοδοσία ελέγχει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης και ουδέποτε ή σχεδόν ουδέποτε υπεισέρχεται σε διαπίστωση πρωτογενών γεγονότων ή στην αξιολόγηση των δεδομένων από πλευράς πραγματικών στοιχείων, ούτε και προβαίνει σε κρίση επί αντικρουόμενων θέσεων. Αιτήσεις για προσαγωγή μαρτυρίας αντιμετωπίζονται, όπως ορθά είπε και η κα Νικολαΐδου, με εξαιρετική φειδώ και αρκεί αναφορά σε τρεις τουλάχιστον αποφάσεις του 2000, που είναι οι υποθέσεις Δέσπω Λευκαρίτη ν. Δημοκρατίας (2000) 4 Α.Α.Δ. 309, Valentines Estates Ltd v. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Παραλιμνίου (2000) 4 Α.Α.Δ. 398 και Yiannakis Bros Hotels v. Δήμου Παραλιμνίου (2000) 4 Α.Α.Α. 476. Στην τελευταία των υποθέσεων το σκεπτικό του Ηλιάδη Δ. αναλύει το θέμα εξαντλητικά, αναφέρονται δε και υιοθετούνται παρόμοιες αποφάσεις της Ολομέλειας, σε συσχετισμό βεβαίως πάντοτε με τους ανάλογους διαδικαστικούς κανονισμούς που λαμβάνονται υπόψη. Προχωρεί μάλιστα να αναφέρει και περιπτώσεις στις οποίες είχε γίνει δεκτή η προσαγωγή μαρτυρίας και κατ΄ επέκταση και η αντεξέταση, όπου χρειαζόταν, ως επακόλουθο της άδειας προσαγωγής μαρτυρίας. Κριτήριο, όπως αναφέρεται και στην τελευταία απόφαση, αλλά και στις προηγούμενες, είναι η σχετικότητα της μαρτυρίας με τα επίδικα θέματα.
Η υπόθεση Δημοκρατία ν. C. Kassinos Construction Ltd (1990) 3(Ε) Α.Α.Δ. 3835 αναφέρει τα εξής:
«Ο ρυθμιστικός ρόλος του δικαστηρίου σε θέματα διαδικασίας και απόδειξης στη διοικητική δίκη είναι διάφορος και ευρύτερος από αυτόν που επιτρέπει το δικονομικό σύστημα που επικρατεί στην πολιτική δίκη. Η διαφορά εκπηγάζει από την ύπαρξη και εφαρμογή της αρχής της νομιμότητας σε συνδυασμό με τη φύση του ανακριτικού συστήματος. Σε αντίθεση με το σύστημα της αντιδικίας, που διέπει την πολιτική δίκη και που η ευθύνη για την εισαγωγή μαρτυρίας βαρύνει τους διαδίκους, στο ανακριτικό σύστημα η πρωτοβουλία ανήκει και στο δικαστή. Οι αρχές είναι διάχυτες στο διαδικαστικό κανονισμό του 1962.»
Επίσης, στην υπόθεση Lordos Hotels Holdings Ltd v. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Παραλιμνίου, υπόθ. αρ. 71/97, ημερ. 18.11.99, ο Νικολάου Δ., ανέφερε ότι το έργο του Δικαστηρίου εξαντλείται στη διαπίστωση του κατά πόσο οι καθ΄ ων η αίτηση διενήργησαν ή όχι δέουσα έρευνα ως προς κάθε τι σχετικό που έπρεπε να ληφθεί υπόψη και ότι η διενέργεια αυτής της έρευνας δεν είναι έργο του Δικαστηρίου. Τέλος, μπορεί να αναφερθεί ως αυθεντία επί του θέματος και η Καμηλάρης ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 725 απόφαση του Γ. Πική, Δ. στην οποία λέχθηκε ότι:
«Η αναθεωρητική δικαιοδοσία, όπως έχει επανειλημμένα τονισθεί, (Βλ. μεταξύ άλλων, Georghiades v. Republic (1982) 3 C.L.R. 659) έχει το ίδιο αντικείμενο σε σχέση με κάθε μορφή διοικητικής απόφασης τον έλεγχο της νομιμότητας της πράξης και όχι την ορθότητα της ουσιαστικής κρίσης του αρμόδιου διοικητικού οργάνου. Το αντικείμενο της αναθεώρησης δεν είναι η διαπίστωση της ορθότητας των εκατέρωθεν εκτιμήσεων αλλά η επάρκεια της έρευνας των καθ΄ ων η αίτηση και το εύλογο της επίδικης απόφασης μέσα στο πλαίσιο των εξουσιών του Διευθυντή.»
Το ζητούμενο στην παρούσα υπόθεση, και αυτό κατέστη ακόμη περισσότερο εμφανές από την αγόρευση της κας Νικολαΐδου, είναι η από το Δικαστήριο εμπλοκή στη διαπίστωση πρωτογενών γεγονότων και δεδομένων, και ο καθορισμός της δικής του αξιολόγησης επί της αξιοπιστίας μαρτυρίας, εφόσον ζητείται η αντεξέταση μαρτύρων. Πρόσθετα αναζητείται ενδεχομένως και η κρίση του επί των δεδομένων τα οποία ήσαν στη σκέψη της αρμόδιας διοικητικής αρχής, τα οποία όμως μπορούν να ελεγχθούν μόνο με βάση τις αρχές του διοικητικού δικαίου αν δηλαδή υπάρχει πλάνη περί τα πράγματα, κακή χρήση της διακριτικής ευχέρειας, έξω από το μέτρο της δεδομένης εμπιστοσύνης του πολίτη προς την πολιτεία, αν υπάρχει αιτιολογία κτλ. Οι φωτογραφίες που έχουν καταχωρηθεί με την ένορκη δήλωση του αιτητή, η οποία επετράπη ακριβώς και χωρίς να αξιολογείται σε αυτό το στάδιο οτιδήποτε, για να δοθεί στο Δικαστήριο η εικόνα της πραγματικής επί εδάφους κατάστασης που υπήρχε κατά το χρόνο της λήψης της απόφασης, είναι από μόνες τους ενδεικτικές και ενδεχομένως επαρκείς. Αυτό ήταν το περιορισμένο πλαίσιο για το οποίο δόθηκε η άδεια προσαγωγής μαρτυρίας και λανθασμένα, κατά την άποψη του Δικαστηρίου, τόσο ο αιτητής όσο και οι καθ΄ ων, προχώρησαν με τις αντίστοιχες ένορκες δηλώσεις να διευρύνουν τα θέματα επανερχόμενοι ουσιαστικά στα όσα επιδιώκονταν με την αρχική αίτηση του αιτητή για την προσαγωγής ευρύτερης μαρτυρίας και η οποία στην ουσία απαγορεύθηκε από το Δικαστήριο στην απόφαση του ημερ. 1.8.2007.
Κρίνεται ότι η αίτηση υπό το φως όσων έχουν αναφερθεί είναι αδικαιολόγητη και απορρίπτεται.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.