ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 681/2006)
22 Μαΐου, 2008
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΡΙΣΤΙΑΝΑ ΣΑΒΒΙΔΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
Α. Κωνσταντίνου, για την Αιτήτρια.
Ε. Παπαγεωργίου (κα), για την Καθ΄ης η Αίτηση.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) την 1.12.2003 διαπίστωσε ότι τρεις μόνιμες θέσεις Λειτουργού Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, Τελωνεία, ήταν κενές. Επειδή σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας η συγκεκριμένη θέση είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής, οι τρεις κενές θέσεις δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας, πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης που αποκτήθηκε στη δημόσια υπηρεσία, θα αποτελούσε πλεονέκτημα. Με τη δημοσίευση της θέσης, υποβλήθηκαν 774 αιτήσεις, μεταξύ των οποίων και αυτή της Αιτήτριας και των Ενδιαφερομένων Μερών (ΕΜ).
Ο γραμματέας της ΕΔΥ, ενεργώντας σύμφωνα με το άρθρο 34(3) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων απέστειλε στη Διευθύντρια Τελωνείων, ως Πρόεδρο της αρμόδιας Συμβουλευτικής Επιτροπής, τις 774 αιτήσεις, μαζί με το σχέδιο υπηρεσίας και άλλα συναφή έγγραφα. Η Συμβουλευτική Επιτροπή, λόγω του μεγάλου αριθμού των αιτήσεων, αποφάσισε να παραπέμψει απευθείας σε γραπτή εξέταση όλους τους αιτητές. Προσήλθαν 160 και από αυτούς πέτυχαν στη γραπτή εξέταση μόνο 9 τους οποίους και χωρίς η ίδια να τους καλέσει σε προφορική εξέταση, με σχετική έκθεση, τους παρέπεμψε στην ΕΔΥ. Αναφορικά με το πλεονέκτημα, η Συμβουλευτική Επιτροπή αφού καθόρισε την ελάχιστη διάρκεια πείρας στη δημόσια υπηρεσία το ένα έτος, έκρινε ότι το πλεονέκτημα διέθεταν μόνο τρεις, η Αιτήτρια, η Θάλεια Σκορδή και η Βασούλα Αναστασίου.
Η ΕΔΥ, αφού έλεγξε την έκθεση, αποφάσισε να ζητήσει από τη Συμβουλευτική Επιτροπή συμπληρωματική έκθεση, ώστε η τελευταία να αιτιολογήσει επαρκώς τον καθορισμό «της διάρκειας της πείρας που θεωρήθηκε ως πλεονέκτημα και όπου, επίσης, για κάθε ένα υποψήφιο που συστήνεται να αιτιολογείται αναλυτικά η κρίση της Συμβουλευτικής Επιτροπής εάν αυτός κατέχει ή όχι το πλεονέκτημα.».
Ενόψει της πιο πάνω απαίτησης της ΕΔΥ, η Διευθύντρια Τελωνείων, με επιστολή της ημερομηνίας 3.11.2005, υπέβαλε στην ΕΔΥ τη συμπληρωματική έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, αιτιολογώντας τον καθορισμό του ενός έτους για τη σχετική πείρα που θα προσμετρούσε ή όχι ως πλεονέκτημα για τον κάθε υποψήφιο. Η ΕΔΥ, στη συνεδρία της στις 17.11.2005, αφού εξέτασε την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, αποφάσισε να καλέσει σε προφορική εξέταση τους 9 υποψηφίους που σύστησε η Συμβουλευτική Επιτροπή, στους οποίους περιλαμβανόταν η Αιτήτρια και τα ΕΜ. Ενας από τους εννέα υποψηφίους δεν προσήλθε στην προφορική εξέταση. Η Αιτήτρια βαθμολογήθηκε ως Πολύ Καλή, ενώ τα τρία ΕΜ ως εξαίρετοι. Η Διευθύντρια σύστησε για προαγωγή τα τρία ΕΜ. Μετά τη συμπλήρωση και της προφορικής εξέτασης η ΕΔΥ, αφού αξιολόγησε όλους τους υποψηφίους, αποφάσισε να προσφέρει προαγωγή/διορισμό στην επίδικη θέση, στα τρία ΕΜ, Αντρέα Στούππα, Θάλεια Σκορδή και Μάρθα Αργυρού.
Η Αιτήτρια, η οποία δεν επιλέγηκε, προσβάλλει την πιο πάνω απόφαση. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, η προσφυγή αποσύρθηκε εναντίον του ΕΜ Θάλειας Σκορδή. Επίσης, κατόπιν αιτήματος των διαδίκων, το Δικαστήριο διέταξε τη συνεκδίκασή της προσφυγής με την υπ' αρ. 966/06, η οποία όμως αργότερα αποσύρθηκε και απορρίφθηκε από το Δικαστήριο.
Ο συνήγορος της Αιτήτριας στην αγόρευση του προέβαλε τους ακόλουθους λόγους ακύρωσης: (α) ότι η ΕΔΥ, με βάση τα αξιολογικά κριτήρια απέτυχε να επιλέξει τον καταλληλότερο, αφού όπως ισχυρίζεται η Αιτήτρια, εκτός από την αμφισβητούμενη σύσταση και την οριακή διαφορά της στην προφορική εξέταση, υπερείχε των ΕΜ στα άλλα κριτήρια, (β) ότι η προσβαλλόμενη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί επειδή στηρίχθηκε σε πάσχουσα σύσταση του Διευθυντή, είναι πεπλανημένη, αντίθεση με τα στοιχεία των φακέλων και μη αιτιολογημένη, (γ) ότι υπήρξε πλάνη της ΕΔΥ ως προς την εκτίμηση της βαθμολόγησης των μερών κατά την προφορική εξέταση, (δ) δεν δόθηκε δέουσα αιτιολόγηση στην παραγνώριση του πλεονεκτήματος της Αιτήτριας και (ε) ότι εσφαλμένα η προφορική εξέταση αποτέλεσε αποφασιστικό κριτήριο επιλογής των μερών.
Θα εξετάσω τους λόγους ακύρωσης σωρευτικά. Ο πρώτος είναι γενικός και αφορά στη μη επιλογή του καταλληλότερου. Οι λόγοι (β) και (δ) αφορούν το πλεονέκτημα της Αιτήτριας, ενώ οι (γ) και (ε) την έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας για το θέμα της βαθμολογίας της Αιτήτριας.
Ο συνήγορος της Αιτήτριας αναφορικά με το πλεονέκτημα της Αιτήτριας, προβάλλει ότι τόσο η σύσταση της Διευθύντριας όσο και η απόφαση της ΕΔΥ, πάσχουν λόγω πλάνης. Ο κ. Κωνσταντίνου αναγνωρίζει ότι σύμφωνα με το άρθρο 34(9) του Νόμου 1/90 που αφορά στην πλήρωση θέσεων πρώτου διορισμού και προαγωγής, όπως η επίδικη, η σύσταση του Διευθυντή δεν απαιτείται να είναι αιτιολογημένη. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η σύσταση του Προϊσταμένου μπορεί να συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων. Επίσης με τον τέταρτο λόγο ακύρωσης, προβάλλει τον ισχυρισμό ότι η σύσταση δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη ως προς την παραγνώριση του πλεονεκτήματος και της ψηλής βαθμολογίας της Αιτήτριας στη γραπτή εξέταση.
Οι τέσσερις τελευταίοι λόγοι ακύρωσης ευσταθούν. Κατ' αρχάς η Αιτήτρια είναι κάτοχος του πλεονεκτήματος της πείρας το οποίο δεν κατέχει το ΕΜ, Αντρέας Στούππας. Επίσης, στη γραπτή εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής η Αιτήτρια βαθμολογήθηκε με ψηλότερο βαθμό, σε σύγκριση με τα ΕΜ. Η διαφορά με τον Α. Στούππα μπορεί να είναι οριακή αλλά με τη Μ. Αργυρού ήταν ουσιαστική. Σε αρχαιότητα και πάλιν η Αιτήτρια υπερέχει έναντι της Μ. Αργυρού η οποία είναι δημόσιος υπάλληλος. Σε αξία η βαθμολογία είναι περίπου η ίδια. Είναι γεγονός ότι επειδή πρόκειται για θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής, βάσει του άρθρου 34(9) του Νόμου 1/90 η διευθύντρια δεν έχει υποχρέωση αιτιολόγησης της σύστασης της. Όμως, όπως ορθά επεσήμανε ο ευπαίδευτος δικηγόρος για την Αιτήτρια, οι επιλογές της Διευθύντριας δεν μπορούν να παραγνωρίζουν τα στοιχεία των φακέλων με βάση τα οποία η Αιτήτρια υπερέχει έναντι των συσταθέντων ΕΜ.
Στην προκειμένη περίπτωση διαπιστώνεται ασυμφωνία μεταξύ της σύστασης της Διευθύντριας και του περιεχομένου των φακέλων. Στην υπόθεση Μάρκου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 224/2001 - 22.1.2002, επισημάνθηκαν οι συνέπειες μιας τέτοιας ασυμφωνίας:-
«Έχει νομολογηθεί ότι η βαρύτητα μιας σύστασης εξαρτάται από το βαθμό στον οποίο συνάδει προς τα στοιχεία του φακέλου και ότι οι συστάσεις διατηρούν την εγκυρότητα τους όταν δεν αντιμάχονται προς τα στοιχεία των φακέλων (Στυλιανού κ.α. ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 387, 399, Βασιλείου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1524 - 27.2.97, Ρούσος ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2064 - 21.7.99 και Δημοκρατία κ.α. ν. Αγγελή κ.α., Α.Ε. 1974-75 - 31.3.99).»
(Βλ. και Κυριάκου ν. ΕΔΥ, Υπόθ. Αρ. 1121/02, 15.1003.)
Επίσης, ενώ η Αιτήτρια κατέχει το πλεονέκτημα, η Διευθύντρια παραλείπει, όπως είχε υποχρέωση, να αιτιολογήσει τη σύσταση της υπέρ του ΕΜ, Αντρέα Στούππα, ο οποίος δεν κατείχε το πλεονέκτημα.
Η πάσχουσα σύσταση της Διευθύντριας υιοθετήθηκε από την ΕΔΥ και επομένως παρεισέφρησε και στην προσβαλλόμενη απόφαση. Όμως, ακόμη και αν θεωρηθεί ότι η Διευθύντρια δεν είχε υποχρέωση να αιτιολογήσει τη σύστασή της, η ΕΔΥ είχε ξεχωριστή υποχρέωση να αιτιολογήσει την απόφαση της να παραγνωρίσει και αυτή το πλεονέκτημα της Αιτήτριας έναντι του ΕΜ Α. Στούππα, καθώς επίσης και την υψηλή βαθμολογία που η Αιτήτρια εξασφάλισε έναντι της Μ. Αργυρού. Σε ότι αφορά το πλεονέκτημα, στην υπόθεση Συμεωνίδου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 ΑΑΔ 145, 170, η Ολομέλεια τόνισε ότι:-
«Η κατοχή πλεονεκτήματος δεν προδιαγράφει και επιλογή του υποψηφίου που το κατέχει. Μπορεί σε κάθε περίπτωση να επιλεγεί άλλος υποψήφιος ενόψει πειστικών λόγων που δικαιολογούν την παραγνώρισή του. Αυτοί οι λόγοι πρέπει να καταγράφονται, ως ειδική αιτιολογία, στο πρακτικό της απόφασης. (Βλ. μεταξύ άλλων, τις αποφάσεις της Ολομέλειας στις υποθέσεις Ανδρέας Γεωργίου και Άλλοι ν. Κυπριακή Δημοκρατία, Α.Ε. 525 - 16.6.89, Ανδρέας Γεωργίου και Άλλοι ν. Κυπριακή Δημοκρατία, Προσφυγή αρ. 213/84 και άλλες - 31.7.1989, Δημοκρατία ν. Υψαρίδη και Άλλου (Αρ. 2), ανωτέρω, Δέσποινα Φιλίππου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α.Ε. 1512 - 14.1.97). Στις υποθέσεις που επικαλέστηκαν οι καθ'ων η αίτηση και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα δεν λέχθηκε οτιδήποτε το διαφορετικό. Η Ολομέλεια, μάλιστα, στην Ιωάννου και Άλλοι, επανέλαβε πως η απαιτούμενη αιτιολογία «πρέπει να εμφαίνεται στο πρακτικό της απόφασης και όχι να αφήνεται να συνάγεται». Το τι μπορεί να συνιστά επαρκή αιτιολογία εξετάζεται σε συνάρτηση προς τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε περίπτωσης και δεν νομίζουμε ότι αρμόζει να ασχοληθούμε με το κατά πόσο στην πιο πάνω υπόθεση ή και στις άλλες που αναφέρθηκαν, παρά τη σαφή διατύπωση της αρχή, η αιτιολογία που επικυρώθηκε πράγματι ήταν ρητή στο σώμα της προσβαλλόμενης απόφασης.»
Επίσης, στην υπόθεση Κυριάκου ν. ΕΔΥ, ανωτέρω, αναφέρεται ότι:-
«Το διορίζον όργανο, σύμφωνα με τη νομολογία, όχι μόνο μπορεί αλλά πρέπει να παραγνωρίζει τις συστάσεις στην έκταση που είναι ασύμφωνες με τα στοιχεία του φακέλου (Τριανταφυλλίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 429, 454).
Η ασυμφωνία της σύστασης με το περιεχόμενο των φακέλων εξασθενεί την βαρύτητα της (Βλ. Στυλιανού και Βασιλείου, πιο πάνω).»
Χωρίς οποιαδήποτε επεξήγηση, η σύσταση της Διευθύντριας έρχεται σε σύγκρουση με τα στοιχεία του φακέλου. Η ΕΔΥ παρέλειψε να εντοπίσει τη σύγκρουση και περαιτέρω παρέλειψε να αιτιολογήσει επαρκώς τη δική της απόφαση, με την οποία και η ίδια διαφοροποιείτο από τα στοιχεία του φακέλου, ιδιαίτερα στην παραγνώριση του πλεονεκτήματος της Αιτήτριας έναντι του Αντρέα Στούππα και της ψηλής βαθμολογίας που εξασφάλισε έναντι της Μάρθας Αργυρού.
Ενόψει των πιο πάνω η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται αναφορικά με τα ΕΜ Αντρέα Στούππα και Μάρθα Αργυρού. Επιδικάζονται υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον των καθ'ων η αίτηση €1200 έξοδα συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠσ