ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2007) 4 ΑΑΔ 291

18 Μαΐου, 2007

[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ Γ. ΧΟΤΖΑΚΟΓΛΟΥ,

Αιτητής,

v.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ' ου η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 119/2005)

 

Πανεπιστήμιο Κύπρου ― Διορισμοί ακαδημαϊκού προσωπικού ― Άρθρο 23(1) του περί Πανεπιστημίου Κύπρου Νόμου του 1989 (Ν.144/89) ― Ερμηνεία ― Η διάταξη δεν απαιτεί διδακτική πείρα.

Αναθεωρητική Δικαιοδοσία ― Διορισμοί ― Σχέδια υπηρεσίας ― Όρια επέμβασης του ακυρωτικού δικαστηρίου στην ερμηνεία τους από το αρμόδιο διοικητικό όργανο.

Πανεπιστήμιο Κύπρου ― Διορισμοί ακαδημαϊκού προσωπικού ― Η απαιτούμενη ειδική αιτιολογία για παραγνώριση της σύστασης της Ειδικής Επιτροπής από το Εκλεκτορικό Σώμα ― Δεν δόθηκε στην κριθείσα περίπτωση.

Ο αιτητής προσέφυγε κατά του διορισμού του ενδιαφερόμενου μέρους, αντί του ιδίου, στη θέση Λέκτορα.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.  Το Άρθρο 23(1) του Νόμου 144/89 δεν απαιτεί διδακτική πείρα.  Ό,τι προκύπτει να απαιτείται είναι η ικανότητα πανεπιστημιακής διδασκαλίας και όχι πείρας. Άλλωστε, στην προκήρυξη της επίδικης θέσης, δεν προβλέπεται ότι υποψήφιος, για να θεωρηθεί προσοντούχος, θα πρέπει να έχει προηγούμενη διδακτική πείρα.

2.      Η Ειδική Επιτροπή, έχοντας ενώπιόν της όλα τα στοιχεία που αφορούσαν το ενδιαφερόμενο μέρος, το έκρινε ομόφωνα προσοντούχο και δεν είναι δυνατό, με γενικούς και αόριστους ισχυρισμούς, να αμφισβητείται αυτή η κρίση. Σύμφωνα με τη νομολογία, η ερμηνεία των σχεδίων υπηρεσίας και η εξέταση του κατά πόσο υποψήφιος κατέχει ή όχι τα απαιτούμενα προσόντα, εμπίπτει στη σφαίρα των εξουσιών του αρμόδιου διοικητικού οργάνου και το Αναθεωρητικό Δικαστήριο τότε μόνο επεμβαίνει, όταν θεωρήσει ότι η ερμηνεία που δόθηκε δεν ήταν λογικά εφικτή.

3.  Στην παρούσα περίπτωση, δεν συνάγεται, με οποιοδήποτε τρόπο, από τα πρακτικά του Εκλεκτορικού Σώματος η αναμενόμενη ειδική αιτιολογία. Η διαφωνία, η οποία καταγράφεται σ' αυτά, επέβαλλε όπως η κατά πλειοψηφία απόφαση αιτιολογηθεί. Από τη στιγμή που αμφισβητήθηκε η άποψη της πλειοψηφίας των μελών της Ειδικής Επιτροπής, η οποία αποτελείται από ειδικούς, με εξειδικευμένες γνώσεις και προσόντα, θα έπρεπε, τουλάχιστον, να καταγραφεί στο πρακτικό το συγκεκριμένο σκεπτικό της μειοψηφίας, με το οποίο η πλειοψηφία του Εκλεκτορικού Σώματος συμφώνησε.

     Η καταγραφή των απόψεων των δύο αυτών μελών στην Έκθεση της Ειδικής Επιτροπής δε συμπληρώνει την αιτιολογία, ενόψει της εκτεταμένης συζήτησης που έγινε κατά τη συνεδρία του Εκλεκτορικού Σώματος.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Stylianou a.o. v. The Public Service Commission (1980) 3 C.L.R. 11,

Κόρδα Σάββα ν. Πανεπιστημίου Κύπρου (2000) 4 Α.Α.Δ. 77.

Προσφυγή.

Ξ. Ευγενίου για Α. Σ. Αγγελίδη, για τον Αιτητή.

Ν. Παρτασίδου για Γ. Τριανταφυλλίδη, για τον Καθ' ου η Αίτηση.

Κ. Καντούνας για το Ε/Μ.

Cur. adv. vult.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Ο αιτητής, με την παρούσα προσφυγή, ζητά ακύρωση της απόφασης των καθ' ων η αίτηση, με την οποία, στη θέση Λέκτορα, στην ειδικότητα Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή Αρχαιολογία και Τέχνη, στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου, διορίστηκε το ενδιαφερόμενο μέρος Παρανή Μαρία.

Με δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 30/5/2003, το Πανεπιστήμιο Κύπρου προκήρυξε διάφορες θέσεις ακαδημαϊκού προσωπικού, μεταξύ των οποίων και μία μόνιμη θέση Λέκτορα ή Επίκουρου Καθηγητή για το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, στην ειδικότητα Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή Αρχαιολογία και Τέχνη.

Μεταξύ των αιτήσεων που υποβλήθηκαν, ήταν εκείνη του αιτητή για τη θέση Επίκουρου Καθηγητή και εκείνη του ενδιαφερομένου μέρους και για τις δύο θέσεις.

Ο Πρόεδρος της Ειδικής Επιτροπής, η οποία, συγκροτήθηκε σύμφωνα με τον Κ. 4 των περί Πανεπιστημίου Κύπρου (Εκλογή και Ανανέωση Συμβάσεων Ακαδημαϊκού Προσωπικού) Κανονισμών του 1996, (Κ.Δ.Π. 36/96), (όπως τροποποιήθηκαν), (οι «Κανονισμοί»), και η οποία πρότεινε υποψηφίους για τον τελικό κατάλογο, έκρινε ότι ούτε ο αιτητής ούτε το ενδιαφερόμενο μέρος πληρούσαν το απαιτούμενο για τη βαθμίδα του Επίκουρου Καθηγητή προσόν των τριών, τουλάχιστον, χρόνων αυτοδύναμης πανεπιστημιακής διδασκαλίας ή ερευνητικής εργασίας σε αναγνωρισμένο Πανεπιστήμιο ή ερευνητικό κέντρο, μετά την απόκτηση διδακτορικού τίτλου - (βλ. Άρθρο 23(2) του περί Πανεπιστημίου Κύπρου Νόμου του 1989, (Ν. 144/89), (όπως τροποποιήθηκε), (ο «Νόμος»).  Ενόψει της διαπίστωσης αυτής, αιτητής και ενδιαφερόμενο μέρος ρωτήθηκαν εάν αποδέχονταν να κριθούν για τη βαθμίδα του Λέκτορα. Ο αιτητής, σε αντίθεση με το ενδιαφερόμενο μέρος, το οποίο αποδέχθηκε, δήλωσε ότι θα αποδεχθεί διορισμό στην πιο πάνω βαθμίδα, αν η υποψηφιότητά του για τη βαθμίδα του Επίκουρου Καθηγητή απορριφθεί. Μετά από συζήτηση του θέματος, η Επιτροπή αποφάσισε, κατά πλειοψηφία, να προχωρήσει στην εξέταση όλων των υποψηφίων για τη βαθμίδα του Λέκτορα.

Η Ειδική Επιτροπή, με Έκθεσή της, ημερομηνίας 21/11/2003, πρότεινε, κατά πλειοψηφία, για διορισμό στη θέση του Λέκτορα, τον αιτητή. Είπε, χαρακτηριστικά, ότι αυτός «... καλύπτει πλήρως τόσο τα τυπικά όσο και τα ουσιαστικά προσόντα για τη συγκεκριμένη βαθμίδα.». Η αξιολόγηση του αιτητή και του ενδιαφερομένου μέρους έχει ως εξής:-

«4) Χοτζάκογλου Χαράλαμπος.

  ...

Συνέντευξη και αξιολόγηση του υποψήφιου: Κατά την άποψη τριών μελών (Τριανταφυλλόπουλος, Βελένης, Γκιολές) ο υποψήφιος με ιδιαίτερο ζήλο έχει ήδη επιδοθεί σε εκτεταμένο και πολύπλευρο συγγραφικό και ερευνητικό έργο, που καλύπτει χρονικά, γεωγραφικά και ειδολογικά μεγάλο τμήμα του γνωστικού αντικειμένου. Επισημάνθηκε στον υποψήφιο, ότι η πολυμέρεια στην έρευνα δεν θα πρέπει να είναι εις βάρος της εμβάθυνσης και της προσοχής στις λεπτομέρειες. Ως προς τη διατριβή του, υπογραμμίστηκε η σπουδαιότητα της συμβολής του για τη διαλεύκανση προβλημάτων της αρχιτεκτονικής του μνημείου, ιδιαίτερα δε για τη συνολική εικόνα της ζωγραφικής της Πελοποννήσου κατά τον 17ο αιώνα, με επαρκή γνώση της βιβλιογραφίας για τη βυζαντινή ζωγραφική και εικονογραφία.  Επίσης είναι άξιο μνείας ότι, παρά το σύντομο διάστημα παραμονής του στην Κύπρο, έχει ήδη εγκύψει στην έρευνα πολλών μνημείων της. Οι βιβλιογραφικές αναφορές τρίτων στο έργο του (citations) δείχνουν ήδη αρκετά ευρεία αποδοχή του από την επιστημονική κοινότητα. Είναι ο μόνος υποψήφιος με εμπειρία και σε μεταπτυχιακά μαθήματα (Πανεπιστήμιο Κύπρου), η δε ανανέωση του συμβολαίου του από το Τμήμα αποδεικνύει τη θετική παρουσία του στον χώρο. Τα τρία μέλη πιστεύουν ότι, εάν θεωρηθεί ότι πληρούνται οι τυπικές προδιαγραφές του νόμου, ο κ. Χοτζάκογλου θα μπορούσε να καλύψει υπό προϋποθέσεις τη βαθμίδα του Επίκουρου, συνεπώς υπερτερεί κατά μείζονα λόγο των συνυποψηφίων του.

Κατά την άποψη δύο μελών (Αγαπητός, Καρτσώνη) ο υποψήφιος έχει επιδείξει δυναμικότητα και εργατικότητα, έχει δε πολλαπλά ενδιαφέροντα. Ωστόσο, η επιστημονική του εργασία είναι επιφανειακή, με δείγματα σοβαρής προχειρότητας. Η ποσότητα του έργου έχει αποβεί καθαρά εις βάρος της ποιότητας, κρίνοντας από τα μελετήματα που υπέβαλε. Επιπροσθέτως, επισημαίνεται ότι το κυρίως ερευνητικό πεδίο του υποψήφιου ταυτίζεται με αυτό του κ. Τριανταφυλλόπουλου, δηλαδή τη Μεταβυζαντινή Αρχαιολογία και Τέχνη. Πέρα από αυτά, ο Π. Αγαπητός έθεσε ένα θέμα ακαδημαϊκής δεοντολογίας, επισημαίνοντας ότι ο υποψήφιος παρουσίασε τη διδακτορική του διατριβή ως υπό έκδοση, ενώ η διαδικασία κρίσης από την Αυστριακή Ακαδημία Επιστημών δεν έχει ολοκληρωθεί.

Τα δύο μέλη θεωρούν ότι, εκτός του ότι δεν πληροί τα τυπικά προσόντα για τη βαθμίδα του Επίκουρου Καθηγητή, δεν ικανοποιεί και τις επιστημονικές προϋποθέσεις για τη βαθμίδα του Λέκτορα σε αυτή τη φάση της σταδιοδρομίας του.

Στο ζήτημα της ακαδημαϊκής δεοντολογίας ο Δ. Τριανταφυλλόπουλος, ο οποίος έχει την εποπτεία του κ. Χοτζάκογλου ως Επισκέπτη Λέκτορα, υπέμνησε τη συστατική επιστολή του υπεύθυνου για την έκδοση, Καθηγ. J. Korder (18.7.2003), μεταγενέστερη της βεβαίωσής του για την έκδοση της διατριβής (17.3.2003) και εξαιρετικά θετική για τον υποψήφιο, στην οποία δεν αναφέρεται τίποτε σχετικό για μη έκδοση από την Αυστριακή Ακαδημία Επιστημών.

Οι συνάδελφοι της πλειοψηφίας δεν συμφώνησαν με την άποψη ότι το κύριο ενδιαφέρον του υποψήφιου είναι η Μεταβυζαντινή Αρχαιολογία και Τέχνη. Αντίθετα, υπογράμμισαν με έμφαση ότι αυτή καλύπτει μέρος μόνο του ερευνητικού και συγγραφικού του έργου, αρκετές δε εργασίες του αναφέρονται σε ολόκληρη τη Βυζαντινή Αρχαιολογία και Τέχνη. Παράλληλα, επισημαίνεται το ενδιαφέρον του για διερεύνηση παράπλευρων τομέων του γνωστικού αντικειμένου.»

«2) Παρανή Μαρία

  ...

Συνέντευξη και αξιολόγηση της υποψήφιας: Τρία μέλη της Επιτροπής (Τριανταφυλλόπουλος, Βελένης, Γκιολές) έκριναν ότι η υποψήφια ειδικεύεται, κατεξοχήν, στην Αρχαιολογία πεδίου (Field Archaeology) δύο περιόδων της Βυζαντινής Αρχαιολογίας, με έμφαση στον υλικό βίο και τα αντικείμενά του (realia), μέσω των οποίων επιχειρείται η κατανόηση του βυζαντινού πολιτισμού και η επίλυση χρονολογικών ζητημάτων. Το εκτεταμένο υλικό που ερευνάται στη διατριβή της δείχνει σαφώς τις ευοίωνες προοπτικές για περαιτέρω επιστημονική εξέλιξη και ότι ασχολείται σοβαρά με το αντικείμενό της. Προς το παρόν, κρίνεται ότι το ερευνητικό της πεδίο είναι πολύ περιορισμένο και εξειδικευμένο, τομείς δε όπως η αρχιτεκτονική, η ζωγραφική (ιδιαίτερα ως προς τα τεχνοτροπικά ζητήματα), μνημειακή γλυπτική, καθαρά εικονογραφικά θέματα, μένουν, προς το παρόν, εκτός του πλαισίου ενδιαφερόντων της. Επίσης αγνοείται ολόκληρη η παλαιοχριστιανική και η μεταβυζαντινή περίοδος, μεγάλο δε μέρος βασικής βιβλιογραφίας, ιδιαίτερα της γερμανόφωνης και κατά δεύτερο λόγο της ιταλόφωνης, αγνοείται στην πραγμάτευση των θεμάτων που την απασχολούν. Η διατριβή της αφήνει, χωρίς επαρκή εξήγηση, μεγάλα μέρη του Βυζαντίου (ιδιαίτερα: Κάτω Ελλάδα, Πελοπόννησος, Αιγαίο, Κρήτη) εκτός εξέτασης, με αποτέλεσμα τη συγκρότηση μιας ελλιπούς εικόνας, ιδιαίτερα μονομερούς για την υστεροβυζαντινή περίοδο. Όπως δήλωσε, στερείται διδακτικής πείρας, κατά δε τη διδασκαλία θα επικεντρωνόταν στον τομέα που την απασχολεί (αντικείμενα υλικού βίου), κάτι το οποίο θεωρούμε ανεπαρκές για το γνωστικό αντικείμενο της προκήρυξης και τις ανάγκες του Τμήματος. Θα ήταν χρήσιμη σε ένα ερευνητικό κέντρο με εξειδικευμένα προγράμματα έρευνας, αλλά δεν προτείνεται για τη συγκεκριμένη θέση.

Κατά την άποψη δύο μελών (Αγαπητός, Καρτσώνη) πρόκειται για μια εξαίρετη υποψηφιότητα. Η υποψήφια έχει την αναγκαία παιδεία, και έχει αποδείξει με τη δημοσιευμένη μορφή της διατριβής της ότι έχει ουσιαστικό ερευνητικό βάθος, ποιότητα και ικανότητα σύνθεσης στην προσέγγιση με τρόπο πρωτοπόρο ενός πολύπλοκου και ελάχιστα μελετημένου πεδίου, το οποίο συνδυάζει Ιστορία Τέχνης, Αρχαιολογία και διάφορους συναφείς κλάδους (Ιστορία Σφραγιδογραφία, Μεταλλοτεχνία, Νομισματική κλπ.). Το δημοσιευμένο έργο της δείχνει διαμορφωμένη και συγκροτημένη επιστήμονα, η οποία υπόσχεται σημαντική εξέλιξη επιστημονικά, ενώ η διατριβή της βραβεύθηκε (με το βραβείο Μανόλη Χατζηδάκη) από τη Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία, μεταξύ μελετών άλλων, ως μία από τις καλύτερες μονογραφίες νέων επιστημόνων της τελευταίας τριετίας. Το άρθρο της στο περιοδικό Gahiers Arheologiques αποτελεί ήδη σημείο αναφοράς στον κλάδο. Επιπλέον, είναι η μοναδική υποψήφια με βασικό ερευνητικό πεδίο την καθαυτό Βυζαντινή Τέχνη και Αρχαιολογία. Στη συνέντευξη οι απαντήσεις της έδειξαν άνθρωπο τίμιο, συνεργάσιμο, με σκέψη καθαρή και μετριοφροσύνη. Τα δύο μέλη την προτείνουν ανεπιφύλακτα για τη βαθμίδα του Λέκτορα.»

Η εκλογή ή ανέλιξη μελών του ακαδημαϊκού προσωπικού αποφασίζεται μετά την έκθεση της Ειδικής Επιτροπής, από τα μέλη του ακαδημαϊκού προσωπικού του Τμήματος και του Συμβουλίου της οικίας Σχολής των υψηλοτέρων βαθμίδων - (το Εκλεκτορικό Σώμα) - (Άρθρο 22 του Νόμου και Κ. 6 των Κανονισμών). Η Σύγκλητος, σύμφωνα με το Άρθρο 13 του Νόμου, ως το ανώτατο ακαδημαϊκό όργανο του Πανεπιστημίου, εγκρίνει τους διορισμούς και, τέλος, το Συμβούλιο του Πανεπιστημίου «έχει εξουσία και αρμοδιότητα να προβαίνει στις απαραίτητες διαπιστωτικές πράξεις, που αφορούν τις εκλογές ή προαγωγές του ακαδημαϊκού προσωπικού, και να επικυρώνει τους διορισμούς και τις προαγωγές του.» - (Άρθρο 6(1)(γ) του Νόμου).

Στην παρούσα περίπτωση, το Εκλεκτορικό Σώμα, μετά την υποβολή σ' αυτό της Έκθεσης της Ειδικής Επιτροπής, εξέτασε το θέμα κρίσης του αιτητή για τη βαθμίδα του Επίκουρου Καθηγητή και κατέληξε, κατά πλειοψηφία, λαμβάνοντας υπόψη και σχετική γνωμάτευση του νομικού συμβούλου του Πανεπιστημίου, όπως αυτός κριθεί για τη βαθμίδα του Λέκτορα και, αν εκλεγεί, τότε να αντιμετωπιστεί το θέμα της προϋπηρεσίας του με τις δέουσες ενέργειες. Ως προς την ουσία, μετά από συζήτηση, αποφάσισε, κατά πλειοψηφία - (δεκατρείς έναντι δύο) - την εκλογή του ενδιαφερομένου μέρους. Δηλαδή, διαφώνησε με την πρόταση της Ειδικής Επιτροπής και ανέφερε σχετικά:-

«Ο κ. Δ. Τριανταφυλλόπουλος παρουσίασε την έκθεση της Ειδικής Επιτροπής και ανέπτυξε κυρίως τους λόγους για τους οποίους η πλειοψηφία της ετάχθη υπέρ του κ. Χοτζάκογλου.  Προς επίρρωση κατέθεσε συνοπτικό πίνακα προσόντων του κ. Χοτζάκογλου και της κ. Παρανή, απ' όπου, σύμφωνα και με τη γνώμη των μελών της πλειοψηφίας της Επιτροπής, γίνεται σαφώς αντιληπτή η συντριπτική διαφορά των προσόντων του κ. Χοτζάκογλου (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 5).

Σε σχέση με την παρατήρηση του κ. Π. Αγαπητού (Πρακτικό Ειδ. Επιτροπής, σελ. 6§3), ότι ο κ. Χοτζάκογλου 'παρουσίασε τη διδακτορική του διατριβή ως υπό έκδοση, ενώ η διαδικασία κρίσης από την Αυστριακή Ακαδημία Επιστημών δεν έχει ολοκληρωθεί', ο κ. Τριανταφυλλόπουλος, πέρα από όσα ανέφερε για αντίκρουση στο ανωτέρω Πρακτικό, §5, κατέθεσε και φωτοτυπία από την ιστοσελίδα των εκδόσεων της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 6), απ' όπου καταφαίνεται ότι η διατριβή έχει γίνει καταρχήν αποδεκτή προς έκδοση και βρίσκεται στο στάδιο της επεξεργασίας ('in Bearbeitung').

Εν συνεχεία ανέπτυξε τις απόψεις του το παριστάμενο Μέλος της Ειδικής Επιτροπής κ. Παναγιώτης Αγαπητός.

Ακολούθησε εκτενής συζήτηση επί της εισηγήσεως της Ειδικής Επιτροπής, των συστατικών επιστολών και των φακέλων των υποψηφίων.

Η κα Α. Παναγιώτου-Τριανταφυλλοπούλου υπογράμμισε την καταφανή υπεροχή του κ. Χοτζάκογλου ως προς το εύρος και το μέγεθος του δημοσιευμένου έργου αλλά και ως προς τη διδακτική εμπειρία, προσόν το οποίο προβλέπει ρητώς ο περί Πανεπιστημίου Κύπρου Νόμος ακόμα και για τη βαθμίδα του Λέκτορος (Άρθρο 23 [1]: [...] 'και η παροχή ενδείξεως για ικανότητα πανεπιστημιακής διδασκαλίας και έρευνας'). Η συνυποψηφία του υστερεί παντελώς στον τομέα αυτόν.

Ο κ. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, υποστηρίζοντας τη θέση του υπέρ των εργασιών του υποψηφίου κ. Χοτζάκογλου παρατηρεί ότι δεν απέμεινε χρόνος να ασχοληθεί λεπτομερώς με τις εργασίες της υποψηφίας κ. Παρανή.  Επισημαίνει όμως, ότι το έργο της κ. Παρανή, παρά τα όσα λέγει η μειοψηφία στο Πρακτικό της Ειδικής Επιτροπής (σελ. 4) πως αποτελεί ήδη σημείο αναφοράς, δεν έχει ακόμη (βιβλιο)κριθεί, ούτε η ίδια καταγράφει αναφορές τρίτων (citations), εν αντιθέσει με τις πολλές που μνημονεύει ο κ. Χοτζάκογλου για το δικό του (σελ. 37-38 Βιογραφικού του), που είχαν εμπρός τους όλοι οι εκλέκτορες.

Ο κ. Chris Schabel ανέφερε ότι εντόπισε στο διαδίκτυο βιβλιοκρισία για τη διατριβή της κ. Παρανή, την οποία και καταθέτει κατά την έγκριση των Πρακτικών (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 7).  Για τις αντίστοιχες, πολλαπλές αναφορές στις μελέτες του κ. Χοτζάκογλου ο κ. Δ. Τριανταφυλλόπουλος παραπέμπει στις σσ. 37-38 του βιογραφικού του υποψηφίου. Για τη σύγκριση μεταξύ των κρίσεων, ο κ. Δ Τριανταφυλλόπουλος επαφίεται σε γνώμες ομοτέχνων του.

Ο κ. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, με αφορμή ότι στο Πρακτικό της Ειδικής Επιτροπής η μειοψηφία κατέγραψε ότι η κ. Παρανή 'είναι η μοναδική υποψήφια με βασικό ερευνητικό πεδίο την καθαυτό βυζαντινή Τέχνη και Αρχαιολογία' (σελ. 4), ξεκαθάρισε στο Εκλεκτορικό ότι η υποψήφια καλύπτει 1 μόνο περίοδο από τις 4 της Βυζαντινής Αρχαιολογίας και Τέχνης. Επίσης, από τους 7 συνολικά υποψήφιους που κρίθηκαν οι 5 ασχολούνται αποκλειστικά με τη Βυζαντινή, ενώ οι 2, ένας των οποίων ο κ. Χοτζάκογλου, έχουν ασχοληθεί και με τη Μεταβυζαντινή Αρχαιολογία και Τέχνη, όπως προκύπτει από τα βιογραφικά τους και το Πρακτικό της Ειδ. Επιτροπής (σελ. 1 εξ.) Αυτό άλλωστε απαιτούσε και η προκήρυξη της θέσης.

Κατά τη συζήτηση των προσόντων των υποψηφίων, παρατηρήθηκε ότι οι διδάσκοντες ως Συνεργαζόμενο Εκπαιδευτικό προσωπικό (ΣΕΠ) στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο δεν επιτελούν πανεπιστημιακό έργο. Στις βεβαιώσεις του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου που υπέβαλε ο κ. Χοτζάκογλου αναφέρεται ότι είναι μέλος ΣΕΠ (Συνεργαζόμενου Εκπαιδευτικού Προσωπικού) του ιδρύματος αυτού. Πλην όμως τα μέλη ΣΕΠ δεν εκλέγονται με τους ίδιους όρους που εκλέγονται μέλη ΔΕΠ Πανεπιστημίων της Ελλάδας. Επιπλέον είναι αμφίβολο αν οι όροι εργασίας των μελών ΣΕΠ στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο συνιστούν αυτοδύναμη διδασκαλία, όπως ζητά ο νόμος.  Τα μέλη ΣΕΠ του ΕΑΠ κατά κανόνα απλώς καθοδηγούν φοιτητές στα πλαίσια μαθήματος στη διαμόρφωση του περιεχομένου του οποίου δεν έχουν κατά κανόνα συμβάλει, ακολουθώντας προκαθορισμένη ύλη και βαθμολογώντας εργασίες σε θέματα που ορίζονται κεντρικά (Γεώργιος Καζαμίας).

Υποδείχτηκαν από τον κ. Δ. Τριανταφυλλόπουλο ο νόμος 2252/1997 της Ελληνικής Δημοκρατίας και οι δύο βεβαιώσεις του Πανεπιστημίου αυτού, κατατεθειμένες στο Βιογραφικό του υποψήφιου, όπου χαρακτηρίζεται σαφώς ω Καθηγητής-Σύμβουλος και περιγράφονται αναλυτικά τα καθήκοντά του. Τέλος, ρητά η νομοθεσία του Πανεπιστημίου Κύπρου (Άρθρο 23 (1) ιδρυτικού νόμου) προβλέπει το κριτήριο ικανότητας διδασκαλίας για τους Λέκτορες.

Ως προς το αυτοτελές δημοσίευμα του κ. Χοτζάκογλου 'Σκιάποδες, στερνοκέφαλοι, κυνοκέφαλοι', Λευκωσίας 2003 (σχήμα 8° μικρό, σελ. 140, 83 εικ. συνέκδοση Μουσείου Ιεράς Μονής Κύκκου και Ερευνητικής Μονάδας Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου), παρατηρήθηκε ότι είναι αυτούσιο το κείμενο διάλεξης του υποψηφίου στην ανωτέρω Μονάδα. Ο κ. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, που είχε τη φροντίδα της παρουσίασης της διάλεξης, βεβαίωσε ότι το κείμενο είναι πολύ μεγαλύτερο, όπως άλλωστε αναφέρει ο ίδιος ο συγγραφέας (σελ. 12).

Το Εκλεκτορικό Σώμα της Φιλοσοφικής Σχολής, μετά από ψηφοφορία των παρόντων μελών του, (13 ψήφοι υπέρ και 2 ψήφοι εναντίον) διαφώνησε με την κατά πλειοψηφία πρόταση της Ειδικής Επιτροπής για εκλογή του κ. Χ. Χοτζάκογλου στη βαθμίδα του Λέκτορα (τριών εκ των πέντε μελών: Τριανταφυλλόπουλος, Βελένης, Γκιολές) και συμφώνησε με την εισήγηση των δύο εκ των πέντε μελών της Ειδικής Επιτροπής (Αγαπητός, Καρτσώνη) για εκλογή της κ. Μαρίας Παρανή στη βαθμίδα του Λέκτορα υιοθετώντας πλήρως το σκεπτικό τους.

Η κα Παναγιώτου (που μειοψήφησε) δικαιολόγησε την ψήφο της υπέρ του κου Χοτζάκογλου διότι: α) ο υποψήφιος υπερέχει καταφανώς της συνυποψηφίας του ως προς το επιστημονικό έργο και διότι οι περί του αντιθέτου απόψεις που ακούστηκαν μεταξύ άλλων για 'έλλειψη βάθους' από τους συναδέλφους δεν την έπεισαν, δημιούργησαν όμως αρνητικό κλίμα για τον υποψήφιο, όπως και οι άλλες ατεκμηρίωτες κρίσεις εναντίον του, β) ο κ. Χοτζάκογλου διαθέτει τουλάχιστον διετή πείρα διδασκαλίας, γ) χρησιμοποιήθηκαν κατά τη συζήτηση επιχειρήματα υπέρ της κας Παρανή, τα οποία είναι εκτός του πλαισίου που ορίζει ο νόμος.

Ως εκ τούτου, το Εκλεκτορικό Σώμα της Φιλοσοφικής Σχολής εισηγείται κατά πλειοψηφίαν (13 εναντίον 2) την εκλογή της κ. Μαρίας Παρανή στη βαθμίδα του Λέκτορα της Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Αρχαιολογίας και Τέχνης στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας.»

Ακολούθως, το θέμα παραπέμφθηκε στη Σύγκλητο, η οποία, στις 30/6/2004, επικύρωσε την απόφαση του Εκλεκτορικού Σώματος. Το τι διαμείφθηκε τη συγκεκριμένη συνεδρία έχει ως εξής:-

«4.4            Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας

  4.4.1 Μία θέση στη βαθμίδα Επίκουρου Καθηγητή ή Λέκτορα στην ειδικότητα 'Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή Αρχαιολογία και Τέχνη'

Ο Πρύτανης ενημέρωσε τη Σύγκλητο για την γνωμάτευση του Εσωτερικού Νομικού Συμβούλου αναφορικά με την ένσταση του Χαράλαμπου Χοτζάκογλου, υποψηφίου για τη θέση στη βαθμίδα του Λέκτορα ή Επίκουρου Καθηγητή προς την Επίτροπο Διοικήσεως ως προς τη διαδικασία που ακολουθήθηκε από το Εκλεκτορικό Σώμα αναφορικά με την υποψηφιότητα του.

Μετά από συζήτηση τέθηκαν σε ψηφοφορία οι δύο πιο κάτω προτάσεις:

Πρόταση αριθμός 1

Επικύρωση της απόφασης του Εκλεκτορικού Σώματος και εκλογή της Μαρίας Παρανή σε θέση Λέκτορα.

Πρόταση αριθμός 2

Αναπομπή της απόφασης για εκλογή της Μαρίας Παρανή σε θέση Λέκτορα στο Εκλεκτορικό Σώμα επειδή υπάρχει διάσταση ανάμεσα στην κατά πλειοψηφία ληφθείσα απόφαση της Ειδικής Επιτροπής για εκλογή του Χαράλαμπου Χοτζάκογλου σε θέση Λέκτορα και στην κατά πλειοψηφία ληφθείσα απόφαση του Εκλεκτορικού Σώματος για εκλογή της Μαρίας Παρανή σε θέση Λέκτορα.

Τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας έχουν ως εξής:

Πρόταση 1:  12 ψήφοι υπέρ

Πρόταση 2:  4 ψήφοι υπέρ

Αποχές:  6

Η Σύγκλητος επικύρωσε την απόφαση του Εκλεκτορικού Σώματος για εκλογή της Μαρίας Παρανή σε θέση Λέκτορα.

Η Ά. Παναγιώτου δικαιολόγησε την ψήφο της υπέρ της εκλογής του Χ. Χοτζάκογλου σε θέση Λέκτορα όπως φαίνεται στο Παράρτημα Ι.»

Ακολούθησε, στις 20/10/2004, συνεδρία του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου, το οποίο, κατά πλειοψηφία, επικύρωσε την εισήγηση της Συγκλήτου και αποφάσισε να προσφέρει διορισμό στο ενδιαφερόμενο μέρος.  Ειδικότερα, κατά τη συγκεκριμένη συνεδρία, λέχθηκαν τα ακόλουθα:-

«5.1            Εκλογή Μελών ΔΕΠ

5.1.1  Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας

5.1.1.1           Μία θέση στη βαθμίδα Λέκτορα ή Επίκουρου Καθηγητή στην ειδικότητα 'Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή Αρχαιολογία και Τέχνη'

Το Συμβούλιο επικύρωσε εισήγηση της Συγκλήτου και απεφάσισε, κατά πλειοψηφία, να προσφέρει διορισμό στη Μαρία Παρανή στη θέση της Λέκτορος, στην ειδικότητα 'Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή Αρχαιολογία και Τέχνη'.

Ο Γ. Φιλίππου διαφώνησε με την πιο πάνω απόφαση. Κατά τη γνώμη του το Εκλεκτορικό Σώμα δεν είναι δυνατό να αντιστρατεύεται την πλειοψηφία των μελών της Ειδικής Επιτροπής, προκειμένου για εκλογή υποψηφίου. Η εκλογή υποψηφίων που δεν έχουν τη θετική πρόταση της πλειοψηφίας των μελών της Ειδικής Επιτροπής δυνατό να παραβλάψει την απρόσκοπτη λειτουργία της όλης διαδικασίας, αφού η Ειδική Επιτροπή ορίζεται από τη Σύγκλητο και απαρτίζεται από ειδικούς στο καθαυτό αντικείμενο της υπό πλήρωση θέσης.»

Για ακύρωση της πιο πάνω απόφασης, προβάλλεται σειρά ισχυρισμών, που, κατά τον αιτητή, τεκμηριώνουν λόγους ακυρότητας. Κακώς, εισηγείται ο αιτητής, το ενδιαφερόμενο μέρος θεωρήθηκε προσοντούχο. Δεν είχε, όπως η ίδια δέχθηκε κατά τη συνέντευξή της - (Έκθεση της Ειδικής Επιτροπής) - διδακτική πείρα και, κατά τη διδασκαλία, θα επικεντρωνόταν στον τομέα που την απασχολεί. Προς ενίσχυση των πιο πάνω, παραπέμπει στο Άρθρο 23(1) του Νόμου, όπου, για τη θέση Λέκτορα, «... απαιτείται ... και η παροχή ενδείξεων για ικανότητα πανεπιστημιακής διδασκαλίας και έρευνας.».

Ο ισχυρισμός αυτός δεν ευσταθεί. Το Άρθρο 23(1) του Νόμου δεν απαιτεί διδακτική πείρα. Ό,τι προκύπτει να απαιτείται είναι η ικανότητα πανεπιστημιακής διδασκαλίας και όχι πείρας. Άλλωστε, στην προκήρυξη της θέσης, δεν προβλέπεται ότι, υποψήφιος, για να θεωρηθεί προσοντούχος, θα πρέπει να έχει προηγούμενη διδακτική πείρα. Εν πάση όμως περιπτώσει, η Ειδική Επιτροπή, το κατά νόμο αρμόδιο όργανο για την αξιολόγηση των υποψηφίων, η οποία, ανάλογα με τη θέση που είναι κενή και την ειδικότητα, απαρτίζεται από ειδικούς για το θέμα, έκρινε ομόφωνα το ενδιαφερόμενο μέρος, μετά από τη μελέτη του φακέλου του, προσοντούχο.

Υποστηρίζει, περαιτέρω, ο αιτητής ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν έπρεπε να θεωρηθεί προσοντούχο, επειδή δε γνωρίζει άλλη γλώσσα εκτός από την Αγγλική. Είναι αδύνατο, ισχυρίζεται, να ανταποκριθεί στις ερευνητικές, επιστημονικές και διδακτικές ανάγκες του Μεταπτυχιακού Προγράμματος του Τμήματος, το οποίο απαιτεί από τους μεταπτυχιακούς φοιτητές τη γνώση, με την έναρξη των σπουδών τους, δύο, τουλάχιστον, από τις επικρατέστερες ευρωπαϊκές γλώσσες.

Ούτε αυτός ο ισχυρισμός ευσταθεί. Τόσο από την αίτηση του ενδιαφερομένου μέρους όσο και από την Έκθεση της Ειδικής Επιτροπής συνάγεται ότι αυτό είχε επαρκή γνώση της αγγλικής γλώσσας. Κατανοούσε, επίσης, Γαλλικά, Γερμανικά και Ιταλικά. Η Ειδική Επιτροπή, έχοντας ενώπιόν της όλα τα στοιχεία που αφορούσαν το ενδιαφερόμενο μέρος, το έκρινε ομόφωνα προσοντούχο και δεν είναι δυνατό, με γενικούς και αόριστους ισχυρισμούς, να αμφισβητείται αυτή η κρίση. Σύμφωνα με τη νομολογία, η ερμηνεία των σχεδίων υπηρεσίας και η εξέταση του κατά πόσο υποψήφιος κατέχει ή όχι τα  απαιτούμενα προσόντα εμπίπτει στη σφαίρα των εξουσιών του αρμόδιου διοικητικού οργάνου και το Αναθεωρητικό Δικαστήριο τότε μόνο επεμβαίνει, όταν θεωρήσει ότι η ερμηνεία που δόθηκε δεν ήταν λογικά εφικτή. Στην παρούσα περίπτωση, δε συμβαίνει κάτι τέτοιο, ώστε να ευσταθεί ο εν λόγω ισχυρισμός - (Stylianou & Another v. The Public Service Commission (1980) 3 C.L.R. 11).

Μία άλλη εισήγηση του αιτητή είναι ότι το Εκλεκτορικό Σώμα παραγνώρισε τη σύσταση της Ειδικής Επιτροπής, χωρίς να δώσει την απαιτούμενη από τη νομολογία ειδική αιτιολογία.

Στη Διαμαντούλα Κόρδα Σάββα ν. Πανεπιστημίου Κύπρου (2000) 4 Α.Α.Δ. 77, σε σχέση με την προβλεπόμενη διαδικασία για εκλογή ή προαγωγή μελών του ακαδημαϊκού προσωπικού - αφορούσε διορισμό σε θέση λέκτορα - αναφέρθηκαν τα εξής, με τα οποία συμφωνώ και τα οποία, πιστεύω, είναι απόλυτα σχετικά με ό,τι εδώ ενδιαφέρει:-

«Η επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου, για θέση στο διδακτικό εκπαιδευτικό προσωπικό του πανεπιστημίου, από τη φύση της, απαιτεί όπως η αξιολόγηση των υποψηφίων γίνει από άτομα με εξειδικευμένες γνώσεις και προσόντα, που δυνατό να μη διαθέτουν τα διοικητικά όργανα του πανεπιστημίου.  Γι' αυτό και προβλέπεται, όπως εξήγησα πιο πάνω, ο διορισμός από τη Σύγκλητο Ειδικής Επιτροπής που αποτελείται, ανάλογα με τη θέση και την ειδικότητα, από ειδήμονες στο θέμα, οι οποίοι είναι σε θέση να αξιολογήσουν τους υποψήφιους, επιστήμονες με υψηλά ακαδημαϊκά προσόντα. Καθοριστικής επομένως σημασίας για την επιλογή του καταλληλότερου υποψήφιου είναι η έκθεση της Ειδικής Επιτροπής.

... Η διαδικασία που ακολουθήθηκε, για να καταλήξει στο διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους, είναι διαπιστωτικής και εγκριτικής φύσεως, καθώς το λεκτικό στα σχετικά άρθρα του Νόμου χαρακτηρίζει. Ειδική αιτιολογία αναμένεται να δίδεται από τα πιο πάνω όργανα όταν δεν συμφωνούν με τις εισηγήσεις-διαπιστώσεις της Ειδικής Επιτροπής και η τελική τους απόφαση είναι αντίθετη με αυτές.»

Στην παρούσα περίπτωση, δε συνάγεται, με οποιοδήποτε τρόπο, από τα πρακτικά του Εκλεκτορικού Σώματος ημερομηνίας 25/2/2004, τα οποία έχω ήδη παραθέσει, η αναμενόμενη ειδική αιτιολογία. Η διαφωνία, η οποία καταγράφεται σ' αυτά, επέβαλλε όπως η, κατά πλειοψηφία, απόφαση αιτιολογηθεί. Από τη στιγμή που αμφισβητήθηκε η άποψη της πλειοψηφίας των μελών της Ειδικής Επιτροπής, η οποία αποτελείται από ειδικούς, με εξειδικευμένες γνώσεις και προσόντα, θα έπρεπε, τουλάχιστον, να καταγραφεί στο πρακτικό το συγκεκριμένο σκεπτικό της μειοψηφίας, με το οποίο η πλειοψηφία του Εκλεκτορικού Σώματος συμφώνησε. Η αναφορά ότι:-

«Το Εκλεκτορικό Σώμα της Φιλοσοφικής Σχολής, μετά από ψηφοφορία των παρόντων μελών του, (13 ψήφοι υπέρ και 2 ψήφοι εναντίον) διαφώνησε με την κατά πλειοψηφία πρόταση της Ειδικής Επιτροπής για εκλογή του κ. Χ. Χοτζάκογλου στη βαθμίδα του Λέκτορα (τριών εκ των πέντε μελών: Τριανταφυλλόπουλος, Βελένης, Γκιολές) και συμφώνησε με την εισήγηση των δύο εκ των πέντε μελών της Ειδικής Επιτροπής (Αγαπητός, Καρτσώνη) για εκλογή της κ. Μαρίας Παρανή στη βαθμίδα του Λέκτορα υιοθετώντας πλήρως το σκεπτικό τους.»

δεν αρκεί, ειδικά όταν πουθενά δεν καταγράφονται οι απόψεις του μειοψηφισάντων μελών της Ειδικής Επιτροπής. Η καταγραφή των απόψεων των δύο αυτών μελών στην Έκθεση της Ειδικής Επιτροπής δε συμπληρώνει την αιτιολογία, ενόψει της εκτεταμένης συζήτησης που έγινε κατά τη συνεδρία του Εκλεκτορικού Σώματος και των αναφορών σε διάφορα στοιχεία, τα οποία, κατά την άποψη του Δ. Τριανταφυλλόπουλου, ο οποίος παρουσίασε την Έκθεση της Ειδικής Επιτροπής, υποστηρίζουν τη διαφορά σε προσόντα μεταξύ των δύο υποψηφίων.

Η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα εναντίον των καθ' ων η αίτηση.

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο