ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ.956/06)
8 Νοεμβρίου, 2007
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δικαστής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΡΕΑ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΥ
Αιτήτρια,
ν.
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ
Καθ΄Ης η Αίτηση
_________
Δ. Καλλής, για τον Αιτητή.
Δ. Καρή, για την Καθ΄Ης η Αίτηση.
_________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (ΕΚ), ως Εποπτική Αρχή των Επιχειρήσεων Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (ΕΠΕΥ) δυνάμει του περί Επιχειρήσεων Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (ΕΠΕΥ) Νόμου του 2002, Ν.148(1)/2002 (ο Νόμος), μετά από καταγγελίες πελατών της εταιρείας Suphire Securities and Financial Services Ltd (η Εταιρεία), και δη του Ταμείου Συντάξεως της ΑΗΚ και του Ταμείου Προνοίας των Πιλότων, και σχετικά δημοσιεύματα στον Τύπο, και εφ΄όσον είχε σοβαρές υπόνοιες για παραβάσεις των υποχρεώσεων της Εταιρείας, ως ΕΠΕΥ, δυνάμει του Νόμου καθώς και Oδηγιών της ΕΚ, κάλεσε την Εταιρεία σε προφορικές παραστάσεις ενώπιον της. Παρουσιάστηκε ο δικηγόρος της, η δε ΕΚ αποφάσισε να αναστείλει για 6 ημέρες την άδεια λειτουργίας της Εταιρείας. Ακολούθησε, με τη συγκατάθεση τελικά της Εταιρείας, έρευνα στα γραφεία της και διορισμός ερευνώντων λειτουργών, απεφασίσθη δε περαιτέρω η εν όλω αναστολή της άδειας λειτουργίας της Εταιρείας με προθεσμία τριών μηνών για συμμόρφωση με άρθρα του Νόμου και Οδηγίες της ΕΚ εν όψει σχετικών διαπιστώσεων της ΕΚ. Εν καιρώ υπεβλήθη το πόρισμα των ερευνώντων λειτουργών. Το πόρισμα κατέγραφε σειρά ενδεχομένων παραβάσεων του Νόμου και Οδηγιών της ΕΚ, τόσο εκ μέρους της Εταιρείας όσο και εκ μέρους των διοικητικών συμβούλων της, μια των οποίων ήταν η αιτήτρια, η οποία ήταν και μία από τους δύο υπεύθυνους διοίκησης διοικητικούς συμβούλους της Εταιρείας.
Η αιτήτρια εκλήθη τότε σε παραστάσεις ενώπιον της ΕΚ. Η αντίδραση της ήταν επιστολή του δικηγόρου της με την οποία αποδίδετο προκατάληψη και μεροληψία στην ΕΚ και ως εκ τούτου εθεωρείτο μάταιο να υποβληθούν οποιεσδήποτε παραστάσεις. Η ΕΚ προχώρησε να διαπιστώσει ότι η αιτήτρια (όπως και άλλοι διοικητικοί σύμβουλοι της Εταιρείας) ήταν ένοχη παραβάσεων του Νόμου και Οδηγιών της ΕΚ, καταγράφοντας τις συγκεκριμένες παραβάσεις, και κάλεσε και πάλιν την αιτήτρια να υποβάλει οποιεσδήποτε παραστάσεις για σκοπούς επιβολής των ανάλογων διοικητικών κυρώσεων. Αυτή τη φορά η αιτήτρια ανταποκρίθηκε με επιστολή του δικηγόρου της με την οποία εισηγήθηκε ότι επρόκειτο για τυπικές παραβάσεις οι οποίες είχαν διογκωθεί ως εκ της δημοσιότητας που τους εδόθη και που ήδη προκάλεσε τέτοια ζημιά στην αιτήτρια ώστε να συνιστούσε επαρκή τιμωρία. Η ΕΚ προχώρησε να επιβάλει διοικητική κύρωση ύψους £20.000 στην αιτήτρια, απόφαση η οποία και προσβάλλεται με την προσφυγή.
Δεν θα με απασχολήσει εισήγηση για κακή σύνθεση της ΕΚ (που εν πάση περιπτώσει δεν θα υφίστατο πλέον ως εκ των αναφερομένων στην αγόρευση της ΕΚ που συνιστούν πλήρη απάντηση), καθ΄όσον τέτοιο θέμα δεν εγείρεται καθόλου στα νομικά σημεία της προσφυγής, ούτε θα ήμουν διατεθειμένος να το εξετάσω αυτεπαγγέλτως.
Μία είναι η βάση των ουσιαστικών εισηγήσεων της αιτήτριας - ότι η ΕΚ, και δη ο Πρόεδρος της, ήταν προκατειλημμένη ώστε να μην ενήργησε με ανεπηρέαστη κρίση. Τούτο, εισηγείται, συνάγεται από δήλωση του Προέδρου της ΕΚ στον τύπο και δύο άλλα δημοσιεύματα στον τύπο και από τη συμμετοχή του Προέδρου της ΕΚ σε δύο συσκέψεις στη Νομική Υπηρεσία. Η εισήγηση, που όπως τονίζεται στην αγόρευση αφορά τον Πρόεδρο της ΕΚ, υποστηρίζεται με ευρεία αναφορά σε νομολογία και ιδιαίτερα στην υπόθεση Bradford v. McLeod (1986) SLT 244. O Πρόεδρος της ΕΚ, εισηγείται η αιτήτρια, με την εν λόγω δήλωση του στον Τύπο διατύπωσε εκ των προτέρων άποψη για την κατάληξη της ενώπιον της ΕΚ υπόθεσης. Το ίδιο ισχύει, εισηγείται η αιτήτρια, για τη συμμετοχή του Προέδρου της ΕΚ στις συσκέψεις στη Νομική Υπηρεσία στις υποίες συμμετείχε η Αστυνομία όπως και η ΑΗΚ και το Ταμείο Συντάξεως της ΑΗΚ.
Δεν με βρίσκουν σύμφωνο οι εισηγήσεις της αιτήτριας. Αντιπαρέρχομαι κατ΄αρχάς το ότι αυτές βασίζονται σε γεγονότα που επιδιώκεται να εισαχθούν μέσω της αγόρευσης υπό μορφή συνημμένων σε αυτή φωτοτυπιών τεσσάρων δημοσιευμάτων στον τύπο, που δεν είναι βεβαίως ο ορθός τρόπος παρουσίασης γεγονότων. Ακόμα όμως και έτσι, θεωρώ ότι δεν τεκμηριώνεται από τα δημοσιεύματα αυτά η προκατάληψη την οποία αποδίδει η αιτήτρια στον Πρόεδρο της ΕΚ και κατ΄επέκταση στην ΕΚ. Η εν λόγω δήλωση του Προέδρου, που εν πάση περιπτώσει δεν αποδίδεται αυτολεξεί στο σχετικό δημοσίευμα παρά μόνο υπό μορφή σύνοψης εκ μέρους της εφημερίδας, ώστε να μη συνιστά ασφαλή βάση για περαιτέρω διαπίστωση, ουδόλως μπορούσε να δημιουργούσε στον αντικειμενικό λογικό άνθρωπο την εντύπωση ότι ο Πρόεδρος ήταν προκατειλημμένος έναντι της Εταιρείας και κατ΄επέκταση και της αιτήτριας. Από το δημοσίευμα προκύπτει απλώς ότι ο Πρόεδρος της ΕΚ, και αν ακόμη οι δηλώσεις του απεδόθησαν ορθώς, ανέφερε ότι η ΕΚ προχωρεί στις δικές της έρευνες συγκεντρώνοντας τα σχετικά στοιχεία με στόχο να καταλήξει σε ένα πόρισμα ανεξάρτητο από τις έρευνες της Αστυνομίας, και ότι σε περίπτωση διαπίστωσης διοικητικής ευθύνης ενδέχετο να επιβληθούν διοικητικές κυρώσεις που περιλάμβαναν αναστολή της άδειας λειτουργίας της Εταιρείας και διοικητικό πρόστιμο μέχρι £100.000. Πληροφόρηση και κάθε άλλο παρά προκατάληψη αποκαλύπτει λοιπόν το εν λόγω δημοσίευμα, και αν ακόμη εκληφθεί ότι απέδωσε ορθά τις οποιεσδήποτε δηλώσεις του Προέδρου.
Αλλά και ως προς τη συμμετοχή του Προέδρου στις δύο συσκέψεις στη Νομική Υπηρεσία δεν τεκμηριώνεται ο ισχυρισμός για προκατάληψη. Κατ΄αρχάς, δεν υπάρχουν στοιχεία ως προς το σκοπό και το περιεχόμενο των συσκέψεων αυτών προερχόμενα από υπεύθυνη πηγή και δη τη Νομική Υπηρεσία η οποία διοργάνωσε τις συσκέψεις, παρά μόνο τα σχετικά δημοσιεύματα τα οποία αναφέρονται στην αντίληψη των εφημερίδων για το σκοπό και το περιεχόμενο τους. Αν προκύπτει δε οτιδήποτε από τα δημοσιεύματα, τούτο είναι ότι οι συσκέψεις αφορούσαν την πορεία των ερευνών για συλλογή των σχετικών στοιχείων με έμφαση στη τεχνολογική πτυχή τους. Να θυμόμαστε ότι το όλο θέμα είχε προκύψει μόλις προ μερικών ημερών και ότι, όπως αναφέρεται και στα δημοσιεύματα, οι ουσιαστικές έρευνες, ποινικές όσο και διοικητικές, τότε μόλις άρχιζαν. Η ίδια δε η ΕΚ είχε μόλις διορίσει τους ερευνώντες λειτουργούς που θα διενεργούσαν τη σχετική έρευνα της, το πόρισμα των οποίων και ετοιμάστηκε δύο μήνες μετά. Ουδόλως μπορούσε από τα δημοσιεύματα να δημιουργηθεί εντύπωση στον αντικειμενικό λογικό άνθρωπο ότι ο Πρόεδρος της ΕΚ ήταν προκατειλημμένος ως εκ της συμμετοχής του στις συσκέψεις αυτές και μάλιστα, όπως είναι η επακριβής εισήγηση της αιτήτριας, ότι ο Πρόεδρος της ΕΚ θα επηρεάζετο ή και επηρεάστηκε στην κρίση του από τη γνώση του στις συσκέψεις αυτές για τις σοβαρές ποινικές υποθέσεις που θα αντιμετώπιζε η Εταιρεία και η αιτήτρια.
Μία άλλη εισήγηση της αιτήτριας, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη, είναι επίσης απορριπτέα. Η απόφαση, εκτός του ότι αιτιολογείται πλήρως από το εκτεταμένο πόρισμα στο οποίο βασίστηκε, παραπέμπει και η ίδια στα συγκεκριμένα στοιχεία στα οποία εστηρίζετο.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Η αιτήτρια θα καταβάλει £400 έξοδα στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Δ.. Χατζηχαμπής,
Δ.
/ΜΑ